Τρίτη 13 Μαΐου 2025

Kostas Kipuros-Susanne Grutz, Zwischen Heimat und Fremde, Ανάμεσα σε πατρίδα και ξενιτιά, Griechenland Zeitung

 


            Μία δίγλωσση έκδοση, στα γερμανικά και τα ελληνικά, αποτελεί το βιβλίο με μαρτυρίες Ελλήνων  πολιτικών προσφύγων στην Ανατολική Γερμανία με τίτλο «Zwischen Heimat und Fremde/Ανάμεσα σε πατρίδα και ξενιτιά», ένα έργο που επιμελούνται ο Κώστας Κηπουρός, δημοσιογράφος και γιος πολιτικών προσφύγων που ζει στη Λειψία και η Susanne Grutz, ανεξάρτητη καλλιτέχνης που ζει στη Λειψία. Το βιβλίο περιλαμβάνει τις μαρτυρίες είκοσι επτά Ελλήνων που βρέθηκαν στην Ανατολική Γερμανία ως πολιτικοί πρόσφυγες του Ελληνικού Εμφυλίου-οι ίδιοι και σε κάποιες περιπτώσεις οι γονείς τους-και τελικά μεγάλωσαν εκεί και δεν επέστρεψαν στην Ελλάδα παρά μόνο, στην πλειοψηφία των περιπτώσεων, μετά τη Μεταπολίτευση.

«Τα παιδιά του Μάρκου», όπως γράφει ο Κώστας Κηπουρός στην εισαγωγή του βιβλίου, «πήραν το όνομά τους από τον αρχηγό των ανταρτών Μάρκο Βαφειάδη- προκειμένου να γλιτώσουν από την αναταραχή και τις επιπτώσεις του Εμφυλίου Πολέμου». Ο Κηπουρός μας λέει επίσης στο βιβλίο του ότι η ανάγκη να συγκεντρωθούν οι μαρτυρίες όλων αυτών των ανθρώπων που μεγάλωσαν στη Λαοκρατική Δημοκρατία της Γερμανίας και έχτισαν τις ζωές τους ανάμεσα σε δύο πατρίδες, είχε καταστεί, πλέον, επιτακτική, αφού σε λίγα χρόνια οι περισσότεροι από τους ανθρώπους αυτούς θα έχουν φύγει πια από τη ζωή. Η ανάγκη, επομένως, να καταγραφούν οι ιστορικά τόσο σημαντικές εμπειρίες τους ήταν απολύτως αναγκαία. Έτσι λοιπόν, γεννήθηκε το παρόν πόνημα.

Τα παιδιά για τα οποία γίνεται λόγος έφυγαν από την Ελλάδα κατά τα έτη 1948-1949. Τα κίνητρα για αυτό ήταν πολλά: πολλοί γονείς των παιδιών αυτών ήταν αριστεροί αντάρτες που ήθελαν να γλιτώσουν τις διώξεις των νικητών του Εμφυλίου. Οι περισσότεροι από αυτούς χωρίστηκαν από τα παιδιά τους. Πολλοί γονείς έζησαν στην Πολωνία ή σε άλλες χώρες του πρώην Ανατολικού Μπλοκ, όμως, τα παιδιά τους μορφώθηκαν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο μεγαλώνοντας και σπουδάζοντας στην πρώην Ανατολική Γερμανία. Πράγματι, η καλή εκπαίδευση ήταν ένα επιπρόσθετο κίνητρο προκειμένου να αποφασίσουν οι αγωνιστές αυτοί γονείς να αποχωριστούν τα παιδιά τους. Και δεν είχαν άδικο: η πλειοψηφία των παιδιών αυτών μιλάει σήμερα στο παρόν πόνημα με τα καλύτερα λόγια για τις ευκαιρίες για μόρφωση, πανεπιστημιακή ή τεχνική εκπαίδευση, αλλά και εργασία αργότερα,  που είχαν ζώντας στην Ανατολική Γερμανία.

Κανένας τους δεν μετάνιωσε για την απόφασή του να παραμείνει εκεί. Παρά το γεγονός ότι οι συνθήκες ζωής μπορεί να μην ήταν ίδιες όπως σε ένα εντελώς ελεύθερο κράτος, εντούτοις, οι ευκαιρίες για εκπαίδευση, η καλή ιατρική περίθαλψη και οι ίσες ευκαιρίες αντιστάθμιζαν, προφανώς, σύμφωνα με τους περισσότερους μάρτυρες, την όποια λογοκρισία του καθεστώτος.

Όλες οι μαρτυρίες τονίζουν αυτήν ακριβώς την «ακροβασία» σε τεντωμένο σχοινί ανάμεσα σε δύο πατρίδες. Όλοι τους αισθάνονταν πατρίδα τους τόσο την Ελλάδα, όσο και τη Γερμανία και σε λίγους μόνο υπερτερούσε εμφανώς η μία από τις δύο πατρίδες τους. Πολλοί από αυτούς επίσης δηλώνουν εραστές της ελληνικής μουσικής και των φυσικών ομορφιών του τόπου μας.

Η «Στροφή», όπως αποκλήθηκε η πτώση του Υπαρκτού Σοσιαλισμού του 1989 κλόνισε μεν τις ζωές τους και τους γέμισε αμφιβολίες και ερωτηματικά σχετικά με το τι μέλλει γενέσθαι, αλλά, εν τέλει, οι περισσότεροι δεν επέλεξαν να επιστρέψουν στην Ελλάδα, παρά μόνο όταν έφτασαν σε ηλικία συνταξιοδότησης. Η πλειονότητα δημιούργησε οικογένεια στη Γερμανία, κάποιοι με Έλληνα σύντροφο, κάποιοι με Γερμανό. Κάποιοι από αυτούς προσπάθησαν φιλότιμα να μάθουν στα παιδιά τους την ελληνική γλώσσα, κάποιοι δεν το κατάφεραν και τόσο καλά και μετανιώνουν για αυτό. Όλοι όμως ανεξαιρέτως κράτησαν στην καρδιά τους τις αναμνήσεις από την πατρίδα των παιδικών τους χρόνων, αφού οι περισσότεροι δεν ήταν καν ενήλικες όταν ξενιτεύτηκαν από την Ελλάδα, εν μέσω του Ελληνικού Εμφυλίου. Οι περισσότεροι κατάγονταν από τη Δυτική Μακεδονία, την Ήπειρο, τη Θεσσαλία και τη Θράκη.

Πώς ήταν οι ζωές τους ανάμεσα σε δύο πατρίδες; Κράτησαν επαφές με τους συγγενείς τους στην Ελλάδα; Πώς τους αντιμετώπισαν οι Γερμανοί; Είχαν ίσες ευκαιρίες ή αντιμετώπισαν διακρίσεις; Πώς διαχειρίζονταν τη νοσταλγία τους; Παραιτήθηκαν ποτέ από την ιδέα της επιστροφής; Νιώθουν μνησικακία για τα τότε γεγονότα του Εμφυλίου;

Τέτοιου είδους ερωτήματα προκύπτουν από την ανάγνωση των πολυποίκιλων μαρτυριών των είκοσι επτά ανδρών και γυναικών που περιλαμβάνονται στο βιβλίο. Συν τοις άλλοις, εκτός από τον κατατοπιστικότατο πρόλογο του Κώστα Κηπουρού, στο τέλος του βιβλίου συμπεριλαμβάνεται στο βιβλίο το κείμενο του Καθηγητή στο Τμήμα Ιστορίας του Ιόνιου Πανεπιστημίου Κωνσταντίνου Αγγελάκου με τίτλο «Το βίωμα του εκπατρισμού και οι πολλαπλές ταυτότητες των Ελλήνων πολιτικών προσφύγων της Λειψίας και της Σαξονίας». Ο Καθηγητής θεωρεί ως την πρώτη πράξη του Ψυχρού Πολέμου τον Ελληνικό Εμφύλιο και αναλύει το φαινόμενο των πολιτικών προσφύγων μέσα από την παράθεση πολύ χρήσιμων στατιστικών σχεδιαγραμμάτων σχετικά με τον τόπο καταγωγής των προσφύγων, τις ηλικίες τους όταν αυτοί εγκατέλειψαν την Ελλάδα, αλλά και τους τόπους προορισμού τους.

Γράφει ο Καθηγητής σχετικά με το μεγάλωμα των ανθρώπων αυτών στη ΛΔΓ, αλλά και σχετικά με τις πολιτικές προεκτάσεις που είχε το εν λόγω ζήτημα: “Τα παιδιά αυτά ανατράφηκαν σε έντονα πολιτικοποιημένα περιβάλλοντα, σε συνθήκες αυστηρής πειθαρχίας αλλά είχαν τη δυνατότητα εκπαιδευτικής μόρφωσης και επαγγελματικής εξέλιξης που στερούνταν, λόγω των συνθηκών, στις ιδιαίτερες πατρίδες τους. Το ζήτημα των  παιδιών αξιοποιήθηκε ως πολιτικό μέσο άσκησης πίεσης στους αντιμαχόμενους και τροφοδότησε την ψυχροπολεμική διαμάχη μεταξύ του δυτικού κόσμου και των χωρών του «υπαρκτού σοσιαλισμού»”.

Το βιβλίο αυτό, επομένως, αποτελεί ένα εξαίρετο ιστορικό ντοκουμέντο για τον Ψυχρό Πόλεμο, αλλά και έναν φόρο τιμής σε όλους εκείνους που αναγκάσθηκαν να ζήσουν ανάμεσα σε δύο πατρίδες δίχως η ζωή να τους ρωτήσει.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.