Κυριακή 30 Απριλίου 2023

Sarah Chiche, Κρόνος, εκδ. Στερέωμα

 

 

Τα εγκλήματα των Ευρωπαίων αποικιοκρατών στην Αφρική κατά τη διάρκεια του εικοστού αιώνα είναι γενικά ένα παραμελημένο και λησμονημένο θέμα τόσο στην Ιστορία, όσο και τη Λογοτεχνία. Την εξαίρεση στον κανόνα αυτό, επομένως, αποτελεί το πόνημα της Γαλλίδας συγγραφέως και ψυχαναλύτριας Σάρας Σις, το οποίο προβάλει με τον καλύτερο τρόπο τις ταραχές που έζησε η Αλγερία στα μέσα του εικοστού αιώνα κατά τη διαδικασία της αποαποικιοποίησής της.

 

Η Σάρα Σις, όμως, δεν συγγράφει ιστορικό μυθιστόρημα, αλλά ένα θαυμάσιο μυθιστόρημα εποχής στο οποίο αναλύονται έξοχα τα συναισθήματα των πρωταγωνιστών. Οπωσδήποτε η μυθιστορία δεν χάνει έδαφος σε σχέση με την Ιστορία, από την άλλη, όμως, οι αναγνώστες θα μάθουν αρκετά πράγματα για την Αλγερία και την καταπίεση που υπέστη από τους Γάλλους αποικιοκράτες.

 

Το κείμενο του βιβλίου αποτελείται από τη συγκινητική και πρωτοπρόσωπη αφήγηση και κατάθεση ψυχής της σαρανταδυάχρονης κόρης του Χάρι, ενός γιατρού που έχει την ατυχία να πεθάνει από λευχαιμία όταν η κόρη του ήταν μόλις δεκαπέντε μηνών. Στα σαράντα δύο της η κόρη αυτή συναντά μία γυναίκα που γνώριζε τον Χάρι όταν αυτός ήταν παιδί. Ο Χάρι γεννήθηκε και μεγάλωσε στην υπό γαλλική κατοχή τότε Αλγερία. Ήταν γόνος εβραϊκής επιφανούς οικογένειας γιατρών, που θα εκδιωχτούν από την Αλγερία κατά τη διάρκεια των ταραχών της δεκαετίας του 1950-60 και θα μεταναστεύσουν στη Γαλλία, τη μητέρα πατρίδα, όπου θα ξαναρχίσουν τη ζωή τους από το μηδέν ως γιατροί ιδιοκτήτες κλινικών.

 

Ο Χάρι έχει έναν αδελφό τον Αρμάν, επίσης γιατρό και μάλιστα αρκετά ικανό, σε αντίθεση με τον ίδιο που στα εφηβικά χρόνια του ήταν το άσωτο και το μαύρο πρόβατο της οικογένειας.  Ο Χάρι θα ερωτευτεί την Εύα με ένα εμπρηστικό πάθος το οποίο απειλεί να κατακάψει τα πάντα.

 

Στο μυθιστόρημα αυτό η Σις μας αφηγείται τα παιδικά χρόνια του Χάρι στην Αλγερία, τις συγκρούσεις μεταξύ ντόπιων και Γάλλων, τη ζωή της οικογένειας όταν αυτή μετανάστευσε οριστικά στη  Γαλλία, τον θυελλώδη έρωτά του για την Εύα, καθώς και το πένθος και την κατάθλιψη στις οποίες βυθίστηκε η οικογένεια του Χάρι μετά από τον θάνατό του.

 

Η επιλογή του τίτλου δεν είναι διόλου τυχαία: όπως ο Κρόνος έτρωγε τα ίδια του τα παιδιά, έτσι και η ηρωίδα του βιβλίου κατασπαράζει τα ίδια της τα σωθικά στοιχειωμένη από τη θλίψη, κυριευμένη από το Σύνδρομο του Κρόνου. Θα καταφέρει άραγε να το ξεπεράσει;

 

Η Σις διαθέτει αναμφισβήτητο λογοτεχνικό χάρισμα και εξαίρετη αφηγηματική ικανότητα. Ο λόγος της είναι μακροπερίοδος, με πολλά κόμματα και η γραφή της πυκνή, μα συγχρόνως λυρική, με υπέροχες περιγραφές τόσο των τόπων, των γεγονότων, των προσώπων, αλλά και των συναισθηματικών εξάρσεων που βιώνουν. Το βιβλίο ξεκινά πιθανότατα με την πιο δυνατή και σπαραχτική αφήγηση σκηνής θανάτου που έχετε διαβάσει ποτέ σε μυθιστόρημα. Ολοζώντανες ερωτικές σκηνές, σκληρές εικόνες βίας από τις συγκρούσεις στους δρόμους του Αλγερίου, απελπισμένες ερωτικές επιστολές και λανθάνουσες συναισθηματικές καταστάσεις τω ηρώων διαμορφώνουν ένα δυνατό ανάγνωσμα στην έξοχη μετάφραση της Έφης Κορομηλά.

Πέμπτη 27 Απριλίου 2023

Γιάννης Μπούζας, Ο παιγνιοθεραπευτής, εκδ. Βακχικόν

 

Η στενή σχέση της φιλοσοφίας με τη θρησκεία, αλλά και οι εξαιρετικά ενδιαφέρουσες συζητήσεις που μπορεί να πραγματοποιηθούν μεταξύ άθεων, μοναχών, και οπαδών διαφορετικών θρησκειών έχουν αποτελέσει ανά τους αιώνες πολλές φορές πηγή έμπνευσης για συγγραφείς κάθε εθνικότητας και θρησκείας. Από την ίδια αυτή αφετηρία ξεκινά και ο Γιάννης Μπουζάς τη συγγραφή του δικού του πονήματος, κατά βάση φιλοσοφικού περιεχομένου, με τίτλο «Ο παιγνιοθεραπευτής».

 

Σε αυτό παρουσιάζει στους αναγνώστες του την κατά βάση φιλοσοφικής και θεολογικής φύσεως συζήτηση την οποία έχουν ένας καλοσυνάτος και ενορατικός μοναχός και ένας άθεος καθηγητής φιλοσοφίας σε σχολείο. Ο καθηγητής αποφασίζει να καταφύγει στον γέρο καλόγερο προκειμένου να ζητήσει τη γνώμη του για να θεραπευτεί από τους περίεργους ιλίγγους, τις παραισθήσεις και τα οράματα που τον βασανίζουν και θυμίζουν συμπτώματα κατάθλιψης. Ο καλόγερος αποδίδει την ύπαρξη των παράξενων αυτών συμπτωμάτων στην κατάληψη της ψυχής του καθηγητή από ένα δαιμόνιο, μία ερμηνεία την οποία φυσικά δεν αποδέχεται ο καθηγητής. Μην έχοντας  όμως άλλη εναλλακτική, ο καθηγητής θα καταλήξει να εκμυστηρευτεί όλα τα εσώψυχά του στον καλόγερο και να του καταθέσει όλα τα τραγικά βιώματα που είχε από τα παιδικά του χρόνια.

 

 Η μεταξύ τους συζήτηση παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον για τον αναγνώστη, καθώς είναι δομημένη με μεγάλη προσοχή από τον συγγραφέα, ο οποίος, επιπλέον, έχει μελετήσει και πολλές φιλοσοφικές και θεολογικές πηγές για τη συγγραφή του πονήματός του, όπως Νίτσε, Πεσσόα, Πλάτωνα, Άγιο Ιωάννη Χρυσόστομο, Φρόιντ, Κρισναμούρτι και άλλους πολλούς. Ποιος θα είναι τελικά ο παιγνιοθεραπευτής της ψυχής  του καθηγητή; Ο μοναχός, η μοίρα, η ίδια η ζωή ή οι αναμνήσεις του;

 

Οι δύο άντρες θα συνομιλήσουν, άλλοτε διαφωνώντας και άλλοτε συμφωνώντας  για γνωστά φιλοσοφικά θέματα, όπως τον θάνατο, την ενέργεια της ψυχής μετά τον θάνατο, τη δημιουργία του κόσμου, τη σχέση του ορθόδοξου χριστιανισμού με τις ανατολικές θρησκείες, την ύπαρξη του παραδείσου και της κόλασης και άλλα πολλά. «Όση αγάπη έχεις για τον Θεό, τόση έχω για τη Φιλοσοφία» θα πει ο καθηγητής στον μοναχό σε μία  προσπάθεια να εξισώσει τις δύο έννοιες.

 

Το τελικό συμπέρασμα είναι ότι η πίστη πραγματικά έχει την ικανότητα να μετακινήσει ολόκληρα βουνά. Ο θρίαμβος της θρησκείας έναντι του αθεϊσμού θα είναι συντριπτικός και ο καθηγητής θα ανασύρει μέσα από τον ίδιο του τον εαυτό τις δυνάμεις που θα τον θεραπεύσουν. Και, πάνω απ’ όλα, ο άνθρωπος δεν πρέπει ποτέ να λησμονεί τη διάσημη λατινική ρήση: “memento mori” με την οποία παραδέχεται το αναπόφευκτο του θανάτου ο οποίος καραδοκεί για όλους από εμάς, χωρίς καμία εξαίρεση.

Μιλτιάδης Σαλβαρλής, Πατρίδα χώρα ξένη, εκδ. Μετρονόμος

 

 

Μία όμορφη οικογενειακή ιστορία που μας ταξιδεύει σε ολόκληρη την ελληνική ιστορία του εικοστού αιώνα υπογράφει ο φιλόλογος, δημοσιογράφος και λογοτέχνης, Μιλτιάδης Σαλβαρλής με τίτλο «Πατρίδα χώρα ξένη».

 

Όντας και ο ίδιος παιδί Μικρασιατών προσφύγων ο Σαλβαρλής αποφασίζει να μας αφηγηθεί μία ιστορία στην οποία αναμιγνύεται προφανώς η προσωπική αληθινή μαρτυρία και η φαντασία δύο παιδιών που γλίτωσαν τη σφαγή στα ιερά χώματα της Μικράς Ασίας, αναγκάζονται όμως να εγκαταλείψουν τις πατρογονικές εστίες τους και να ζήσουν τη ζωή του πρόσφυγα, υφιστάμενοι όλες τις δυσκολίες αλλά και τις ταπεινώσεις τις οποίες βίωσαν όλοι οι Μικρασιάτες πρόσφυγες που κατέφυγαν στην «ξένη πατρίδα», την Ελλάδα μετά από την Καταστροφή.

 

Η Κωνσταντία, καταγόμενη από ένα χωριό της Τρωάδας θα αναγκαστεί να εκπατριστεί πριν από τη Μικρασιατική Καταστροφή, ήδη από το 1914 και να καταφύγει με την οικογένειά της στη Θεσσαλονίκη. Ο δε «Τσίτος» - του οποίου το αληθινό όνομα αποκαλύπτεται μονάχα στο τέλος του βιβλίου- θα εγκαταλείψει τη Σμύρνη το 1922, το έτος-ορόσημο για τον ελληνισμό και θα βρεθεί κι αυτός στην Ελλάδα για να γνωρίσει, όπως και η οικογένεια της Κωνσταντίας αντιστοίχως, τις ίδιες δυσκολίες προσαρμογής και επιβίωσης και τους ίδιους χλευασμούς όπως και η Κωνσταντία. Η άσχημη αντιμετώπιση που επεφύλαξαν οι γηγενείς στους πρόσφυγες είναι ένα θέμα στο οποίο ο συγγραφέας επιμένει ιδιαίτερα.

 

Πέραν της θεματικής αφετηρίας του βιβλίου από το προσφυγικό ζήτημα, ο Σαλβαρλής επεκτείνεται θεματικά, χρονολογικά, αλλά και ιστορικά και δεν μένει μόνο σε αυτό. Αντίθετα, επιλέγει να τερματίσει την αφήγηση της ιστορίας του εν έτει 1985 σε μία αθηναϊκή συνοικία,  με ενδιάμεσους χρονολογικούς σταθμούς όλα τα σημαίνοντα ιστορικά γεγονότα της ελληνικής ιστορίας: την Κατοχή και τον Εμφύλιο, την Ελλάδα της δεκαετίας του ΄50 με τους ταξικούς, πολιτικούς και ιδεολογικούς διαχωρισμούς, τη Δικτατορία των Συνταγματαρχών, το Πολυτεχνείο, το Κυπριακό, την εποχή της ακμής του ΠΑΣΟΚ και άλλα πολλά. Η έρευνα που πραγματοποίησε προκειμένου να αντλήσει πληροφορίες για τα παραπάνω ζητήματα είναι αυτονόητη ,όσο και ολοφάνερη.

 

Αυτό όμως που αξίζει στο συγκεκριμένο πόνημα δεν είναι τόσο η ίδια η μυθιστορία, όσο η μαγευτική απλότητα και η ομορφιά της γλώσσας την οποία χρησιμοποιεί ο συγγραφέας προκειμένου να την αφηγηθεί. Η ρέουσα γλώσσα του θα μας θυμίσει την παλιά καλή γλώσσα των μεγάλων λογοτεχνών της γενιάς του ’30 στην οποία κυριαρχεί η λεπτομέρεια της περιγραφής, η απλότητα, αλλά και μία λανθάνουσα ποιητικότητα. Οι ήρωες που πλάθει ο Σαλβαρλής αποκαλύπτονται τόσο ζωντανοί μπροστά στα μάτια μας καθώς γυρίζουμε τις σελίδες, που είναι σαν να βλέπουμε ταινία.

 

Η παράθεση των γεγονότων γίνεται κατά χρονολογική σειρά-χρονολογίες αποτελούν τους τίτλους των επιμέρους κεφαλαίων του και τους δύο προλόγους υπογράφουν η Στέλλα Βλαχογιάννη και ο Σάββας Σερέτης.

Philippe Brenot, Laetitia Coryn, sex story, εκδ. Επίμετρο

 

Οι εκδόσεις των εικονογραφημένων κόμικ ως γνωστόν ανθίζουν στις μέρες μας και άπτονται διαφόρων θεματικών, όπως τις βιογραφίες και τα ιστορικά γεγονότα. Σε ό,τι αφορά όμως την ιστορία του σεξ και της ανθρώπινης σεξουαλικότητας από την προϊστορία μέχρι και τις μέρες μας δεν γνωρίζω να έχει κυκλοφορήσει μέχρι τώρα, στα ελληνικά τουλάχιστον, αντίστοιχο εικονογραφημένο κόμικ. 

Δύο Γάλλοι έρχονται όμως τώρα προκειμένου να αναπληρώσουν το κενό αυτό. Ο συγγραφέας του έργου, ο Φιλίπ Μπρενό, είναι διακεκριμένος ψυχίατρος και ανθρωπολόγος, διευθυντής του τμήματος Σεξολογίας του Πανεπιστημίου Paris Descrates και η εικονογράφος, η Λετίτσια Κορύν γνωστή συγγραφέας κόμικ που συνεργάζεται με το περιοδικό AAARG!.

Η έκδοση ενός τέτοιου έργου, με αυτή την πολύχρωμη, τολμηρή, όσο και αστεία εικονογράφηση και το εξαιρετικά χιουμοριστικό πνευματώδες και πλούσιο σε ιστορικό υλικό δικαίως προορίζεται να αποτελέσει εκδοτικό φαινόμενο για τη χώρα μας, όπου η διδασκαλία της σεξουαλικής αγωγής βρίσκεται ακόμη  στα σπάργανα.

Οι συγγραφείς χωρίς παρωπίδες  και έπειτα από μεγάλη έρευνα σε ιστορικές πηγές μας προσκαλούν σε μία συναρπαστική ξενάγηση στον χώρο της ανθρώπινης σεξουαλικότητας και μας απαντούν σε  καίρια ερωτήματα σχετικά με το σεξ στις διάφορες ιστορικές περιόδους.

Η αρχή της εξιστόρησης αρχίζει από τότε που ο άνθρωπος ήταν ακόμη ανθρωποειδές και έμοιαζε περισσότερο με πίθηκο. Τότε όμως χρονολογούνται και κάποιες μεγάλε αλλαγές, οι οποίες σηματοδοτούν το πέρασμα από την ζωώδη σεξουαλικότητα στην ανθρώπινη, μεταξύ των οποίων και η γέννηση του ερωτικού αισθήματος, αλλά και της ανδρικής κυριαρχίας, η οποία συνεχίζεται, σε κάπως ηπιότερη μορφή βέβαια, ως τις μέρες μας. 

Εν συνεχεία οι συγγραφείς εξετάζουν την σεξουαλικότητα στις προϊστορικές κοινωνίες της Βαβυλώνας, της Αιγύπτου και της αρχαίας Ελλάδας και της Ρώμης. Επόμενος σταθμός ο ευρωπαϊκός μεσαίωνας και η Ευρώπη της Αναγέννησης, όπου η διαρκής προσπάθεια από την αυγή της ιστορίας για τον έλεγχο της ανθρώπινης- και ιδίως της γυναικείας- σεξουαλικότητας, εξακολουθεί να υφίσταται. Τα πράγματα ελάχιστα καλυτέρεψαν με την έλευση του Διαφωτσμού και της τεχνολογικής επανάστασης του 19ου αιώνα και θα πρέπει να περιμένουμε το αντισυλληπτικό χάπι και τη νομιμοποίηση των ομοφυλοφιλικών σχέσεων στον 20ο αιώνα για να μπορέσουμε να μιλήσουμε για την απελευθέρωση της σεξουαλικότητας, αλλά και του γυναικείου φύλου.

Ο αναγνώστης θα αποκτήσει πρόσβαση σε ιστορικές πληροφορίες που ενίοτε θα τον καταπλήξουν, όπως για παράδειγμα τις σεξουαλικές συνήθειες της Κλεοπάτρας ή της βασίλισσας Βικτωρίας, την προέλευση της λέξης "μπορντέλο" και άλλες πολλές, ενώ θα διαπιστώσει με ευχαρίστηση ότι η ανάγνωση μπορεί να γίνει μία εξαιρετικά συναρπαστική εμπειρία.

Το κόμικ αυτό μπορεί-αλλά και οφείλει- να διαβαστεί,εκτός από ενήλικους, και από εφήβους και θα αποτελέσει σίγουρα ένα εξαιρετικά χρήσιμο και ευχάριστο ανάγνωσμα σχετικά με τη σεξουαλική διαπαιδαγώγηση και ενημέρωση των νέων. Η σημασία της ορθής σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης σε μία παγκοσμιοποιημένη κοινωνία στην οποία οι πορνογραφικές εικόνες του διαδικτύου είναι εύκολα προσβάσιμες σε όλους είναι τεράστια και δικαίως τονίζεται η σημασία της από τους συγγραφείς στο χρήσιμο υπόμνημα στο τέλος του βιβλίου.

 

Δευτέρα 24 Απριλίου 2023

Μαρία Δήμου, Η Πόλη όπως την κράτησα μέσα μου, εκδόσεις Επίκεντρο

 


Βιβλίο μνήμης και νοσταλγίας για τη Βασιλεύουσα των Ρωμιών είναι το πόνημα της Κομοτηναίας εκπαιδευτικού και συγγραφέα Μαρίας Δήμου που τιτλοφορείται «Η Πόλη όπως την κράτησα μέσα μου».

 

Η συγγραφέας μας αφηγείται στο πόνημά της αυτό τις αναμνήσεις και τις εντυπώσεις που αποκόμισε από τη Κωνσταντινούπολη όπου εργάστηκε ως δασκάλα κατά τα έτη 2009-2012.

 

Οι εντυπώσεις του χώρου είναι αυτές που κυριαρχούν, σε σχέση με αυτές του χρόνου. Η συγγραφέας κάνει στο βιβλίο της αρκετές αναφορές σε κτίρια, γεγονότα, καταστάσεις και πρόσωπα των παρελθόντων χρόνων, παραμένει όμως επικεντρωμένη σε αυτό που βλέπει μπροστά της στην Πόλη τη σύγχρονη εποχή. Βέβαια, η Πόλη παραμένει γεμάτη με μνήμες διάσπαρτες από τα παρελθόντα έτη, τόσο από οθωμανικές, όσο και από βυζαντινές, αρχαίες, αλλά και μνήμες του εικοστού αιώνα της ακμάζουσας πριν το 1955 κοινότητας των Ρωμιών της Πόλης.

 

Η αφήγηση της Δήμου είναι γεμάτη ζωντάνια και γλαφυρότητα. Περιγράφει με έντονη συναισθηματική χροιά τις συναντήσεις της με τους μαθητές και τους συναδέλφους της στο Μέγα Ρεύμα του Βοσπόρου και τη Ζάππειο σχολή, αλλά και με τους απλούς ανθρώπους της Πόλης, μουσουλμάνους και μη και με τους εναπομείναντες Ρωμιούς της ολοένα και περισσότερο συρρικνούμενης ελληνικής κοινότητας.

 

Η αφήγησή της δεν ακολουθεί κάποια συγκεκριμένη χρονολογική ή άλλη σειρά, αλλά αποτελεί περισσότερο μία αυθόρμητη περιηγητική καταγραφή των εμπειριών της. Όπως μας λέει και ο τίτλος, πάνω απ’ όλα θέλει να μεταφέρει στον αναγνώστη όχι την εντύπωση που δίνει η ίδια η Βασιλεύουσα στον επισκέπτη, αλλά το πώς βίωσε η ίδια την εμπειρία της κατοίκησής της στη Νύμφη του Βοσπόρου και την εντύπωση που χαράχτηκε στη δική της μνήμη. Οι βυζαντινές εκκλησιές, οι γειτονιές του Πέρα με τα αρχοντικά σπίτια, τα λουτρά, τα πολύχρωμα παζάρια, η θάλασσα που κυκλώνει τη στεριά από τρεις μεριές με τις γέφυρες, όλα αυτά, καθώς και η εντύπωση που αφήνουν στη συγγραφέα, περιγράφονται εναργώς στο βιβλίο της, όπως και το ενδιαφέρον της για τις ανατολίτικες συνήθειες του τόπου, η περιπέτεια της στέγασής της, η αγωνία της για το άγνωστο, αλλά και η περιέργεια που νιώθει για το νέο της σχολείο στο οποίο πρόκειται να υπηρετήσει.

 

«Αυτή την πόλη ποτέ δεν τη χόρτασα και ποτέ δεν τη γνώρισα τόσο που να φτάνει. Έμαθα όμως να τη σέβομαι και να τη δέχομαι όπως ήταν. Οι κώδικες σε κάθε τόπο είναι διαφορετικοί. Είτε τους αποδέχεσαι και μένεις, είτε δεν τους αντέχεις και φεύγεις. Αλλιώς τίποτε δε θα δεις και τίποτε δε θα ζήσεις. Τουρίστας και παρείσακτος θα μείνεις».

 

Διαβάζοντας το βιβλίο της Δήμου θα γνωρίσουμε κι εμείς καλύτερα τη θρυλική Πόλη των Ρωμιών, θα μοιραστούμε τα συναισθήματα της συγγραφέως και θα νιώσουμε την ίδια νοσταλγία για την εικόνα μιας Κωνσταντινούπολης που ανήκε τόσο στη Δύση όσο και την Ανατολή, με τις ακμάζουσες κοινότητες των Ρωμιών, των Αρμενίων, των Εβραίων και των Λεβαντίνων, και η οποία σήμερα αποτελεί πια παρελθόν…

Beth o’ Leary, Η ανταλλαγή, εκδ. Μεταίχμιο

  Αναντίρρητα, δεν είναι όλα τα feelgood μυθιστορήματα ωραία, ούτε και καλογραμμένα. "Η ανταλλαγή" όμως διαθέτει αυτά τα χαρακτηρι...