Πέμπτη 27 Αυγούστου 2020

Κωνσταντίνος Τσουκαλάς, Η ελληνική τραγωδία, εκδ. Πατάκη, 2020, σελ.283

  

"Οι δικτατορίες δεν πέφτουν από τον ουρανό. Αν η 21η Απριλίου 1967 αιφνιδίασε τη διεθνή κοινή γνώμη, η εγκαθίδρυση μιας στρατιωτικής δικτατορίας, για τον ελληνικό λαό, ήταν από καιρό ένα γεγονός ευεξήγητο και μάλιστα ενδεχόμενο."

 Έτσι ξεκινά τον πρόλογο του βιβλίου του ο Κωνσταντίνος Τσουκαλάς, καθηγητής Κοινωνιολογίας και Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστημίο Αθηνών, κατατοπίζοντάς μας επακριβώς σχετικά με τη θεματική του βιβλίου του: αυτό αποτελεί μία απόπειρα, όχι τόσο αφήγησης των γεγονότων που οδήγησαν στα γεγονότα της 21ης Απριλίου, αλλά ερμηνείας. 

Πώς ακριβώς φτάσαμε λοιπόν στην ελληνική αυτή τραγωδία; Προκειμένου να προσφέρει στους αναγνώστες του επαρκείς επεξηγήσεις και τεκμηριωμένες ερμηνείες, ο συγγραφέας θεωρεί απαραίτητο να πιάσει το νήμα της αφήγησης ήδη από τη σύσταση του νέου ελληνικού κράτους, δηλαδή από το 1821 και την Ελληνική Επανάσταση. Κάτι απολύτως λογικό δηλαδή, αφού όταν αναζητούμε τις βαθύτερες αιτίες των γεγονότων στην Ιστορία οφείλουμε να ανατρέχουμε αρκετές δεκαετίες πιο πίσω στο παρελθόν.

Ο Κ. Τ. επομένως μας προσφέρει με το εν λόγω πόνημα μία κατά βάση πολιτική ιστορία της Ελλάδας του 19ου και του 20ου αιώνα, επιμένοντας ιδιαίτερα στην εποχή του εμφυλίου (1944-1949), στην πιο κρίσιμη δηλαδή περίοδο της νεώτερης ελληνικής ιστορίας η οποία φόρτωσε την ελληνική κοινωνία με τη βαριά και επώδυνη κληρονομιά του διχασμού, κληρονομιά που ήταν ανιχνεύσιμη σε κάθε έκφανση της κοινωνικής και πολιτικής ζωής τουλάχιστον ως τη Μεταπολίτευση.

Το βιβλίο αυτό δεν είναι τωρινό δημιούργημα του συγγραφέα, αντίθετα πρόκειται για επανέκδοση ενός έργου το οποίο είχε συγγράψει κατά τη διάρκεια της παραμονής του στο Παρίσι και ενόσω οι Συνταγματάρχες κατείχαν την εξουσία στη χώρα μας. Το πως προέκυψε η ιδέα για το εν λόγω πόνημα, αλλά και την περιπέτεια της συγγραφής του, μας αφηγείται ο ίδιος ο συγγραφέας στον πρώτο πρόλογο του βιβλίου του.

Και εν τέλει, μετά από την έξοχη επεξηγηματική ανάλυση όλων των γεγονότων που σημάδεψαν την πολιτική ζωή της χώρας μας κατά τους δύο τελευταίους αιώνες, ο συγγραφέας καταλήγει σχετικά με το που και σε ποιους θα έπρεπε να αποδοθούν οι ευθύνες για την ελληνική τραγωδία της 21ης Απριλίου. Φυσικά οι υπεύθυνοι είναι πολλοί και τα αίτια πολυσύνθετα, κάτι απολύτως λογικό αφού στην Ιστορία πάντοτε οι αιτίες των ιστορικών γεγονότων είναι πολυσύνθετες και, πολλές φορές, δυσερμήνευτες.

Τις πταίει λοιπόν; Οπωσδήποτε κάποιες ευθύνες βαρύνουν τον πολιτικό κόσμο της εποχής. Έπειτα ο φόβος του κομμουνισμού και ο τέως βασιλέας Κωνσταντίνος ο Β΄ έπαιξαν και αυτοί τον ρόλο τους μαζί με τον μεγάλο αμερικανικό δάχτυλο. Τέλος, και η κρίση που δημιούργησε το κυπριακό βοήθησε κι αυτή με τον τρόπο της στην εγκαθίδρυση της στρατιωτικής δικτατορίας, η οποία ήταν το επιστέγασμα στην ανώμαλη πολιτική ζωή της χώρας μετά την Κατοχή και τον Εμφύλιο.

Συμπερασματικά, δεν πρόκειται για ένα απλό βιβλίο Ιστορίας αλλά  κυρίως για ένα βιβλίο ερμηνείας των γεγονότων από έναν έξοχο αναλυτή.

Το Παρίσι και η αποχώρηση των ναζί

Μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου οι περισσότερες πόλεις της Ευρώπης, και ιδίως της Γερμανίας, κείτονταν σε ερείπια. Την ίδια μοίρα θα είχε και το Παρίσι αν δεν υπήρχε ένας άνδρας με την ατσαλένια θέληση να αντιταχθεί στον Χίτλερ. 
Ο άνθρωπος αυτός ήταν ο Ντίτριχ φον Χόλτιτς, τον οποίο όρισε ο Χίτλερ διοικητή της πόλης το Αύγουστο του 1944, καθώς οι συμμαχικές στρατιές βάδιζαν θριαμβευτικά προς το Παρίσι. Ο Χίτλερ τον διέταξε προτού  εκκενώσουν οι Γερμανοί την πόλη να την καταστρέψει ολοσχερώς με εκρηκτικά.
 Πράγματι, τις μέρες που προηγήθηκαν της αναχώρησης των Γερμανών, ο Χόλτιτς διέταξε να τοποθετηθούν εκρηκτικά κάτω από τον πύργο του Άιφελ, στην Παναγία των Παρισίων και στην Αψίδα του θριάμβου. Εξάλλου ο Χίτλερ είχε επιλέξει τον συγκεκριμένο άνδρα για αυτή την αποστολή ακριβώς επειδή του ήταν ακλόνητα αφοσιωμένος. 
Κι όμως, ο άνδρας αυτός ήρθε τελικά σε μυστικές διαπραγματεύσεις με τους αντιστασιακούς και έστειλε κρυφά μήνυμα στους Συμμάχους παρακαλώντας τους να εισβάλουν γρήγορα στην πόλη. Συγκεκριμένα τους ανέφερε ότι έπρεπε να έρθουν στην πόλη μέσα σε 48 ώρες, διαφορετικά ο ίδιος θα έπρεπε να εκτελέσει τις διαταγές του Φύρερ. 
Οι Σύμμαχοι, από την πλευρά τους, σχεδίαζαν να παρακάμψουν το Παρίσι. Όταν όμως ο στρατηγός Ομάρ Μπράντλεϋ πήρε το μήνυμα, διέταξε επειγόντως τα συμμαχικά στρατεύματα να αλλάξουν πορεία. Φυσικά η Ανώτατη γερμανική διοίκηση και ο ίδιος ο Χίτλερ έγιναν έξαλλοι όταν έμαθαν τα νέα, αυτό όμως δεν μπορούσε να αλλάξει κάτι: το Παρίσι και τα όμορφα μνημεία του είχαν σωθεί χάρη στην πρωτοβουλία ενός και μόνο άνδρα.
 ΠΗΓΗ: Rick Beyer, συναρπαστικές πολεμικές ιστορίες που δεν ειπώθηκαν ποτέ, εκδ. Κλειδάριθμος

Παρασκευή 21 Αυγούστου 2020

Γιάννης Ζυγούλης, Οδηγίες χρήσεως της ελληνικής γλώσσας, τα λάθη στον γραπτό και τον προφορικό λόγο, εκδ. Ενάλιος, 2020, σελ.298

 

Παρ' όλο που το μικρό και εύχρηστο βιβλίο του δημοσιογράφου Γιάννη Ζυγούλη απευθύνεται κατ' αρχήν, όπως δηλώνει άλλωστε ο ίδιος, σε δημοσιογράφους, αποτελεί εξίσου πολύτιμο οδηγό και για συγγραφείς, στον οποίο θα μπορούν οι τελευταίοι να ανατρέχουν περιστασιακά για να λύνουν τυχόν απορίες λεξιλογικής και φιλολογικής φύσεως κατά τη διάρκεια της διαδικασίας της συγγραφής και της διόρθωσης των κειμένων τους.

Το εγχειρίδιο αυτό δεν είναι γραμματική, ούτε εστιάζει καταρχήν σε αυτήν, εκτός από ένα μικρό ένθετο στο τέλος του βιβλίου για ορισμένα βασικά πράγματα, όπως για παράδειγμα τη χρήση του τελικού ν στα άρθρα τον και την. 

Στον αντίποδα, το βιβλίο εστιάζει στα πιο συνηθισμένα λάθη που γίνονται εν τη ρύμη του λόγου προφορικά ή σε άρθρα εφημερίδων και εντύπων στον γραπτό λόγο. Τέτοια είναι συγχύσεις λέξεων, παρερμηνείες, παραφθορές, πλεονασμοί, ασάφειες και λοιπές αμφισβητήσεις, οι οποίες έχουν προκύψει τα τελευταία κυρίως χρόνια λόγω της εισβολής πολλών αγγλικών λέξεων στο λεξιλόγιό μας και της γενικότερης γλωσσικής παρακμής που χαρακτηρίζει τη σημερινή εποχή της προχειρότητας, της ευκολίας και της ταχύτητας.

Ιδιαίτερα χρήσιμο είναι επίσης το κεφάλαιο το οποίο αφορά φράσεις αρχαίες, βυζαντινές και λόγιες που έχουν κληροδοτηθεί στη νέα ελληνική. Αυτές, άθελά μας πολλές φορές, τις μεταχειριζόμαστε με τρόπο λανθασμένο, είτε επειδή δεν γνωρίζουμε την πραγματική τους σημασία, είτε επειδή δεν γνωρίζουμε τη σωστή γραμματική τους, χάνοντας έτσι την ευκαιρία να εμπλουτίσουμε και να ομορφύνουμε τον λόγο μας και τα γραπτά μας. 

Επωφελές κρίνεται ακόμα το κεφάλαιο που αφορά τα ξένα ονόματα και τις ελληνικές λέξεις οι οποίες έχουν παρεισφρήσει στην ελληνική και δημιουργούν σήμερα πολλά προβλήματα, τόσο στον γραπτό, όσο και στον προφορικό λόγο. Εδώ, ο συγγραφέας δίνει τις δικές του προτάσεις προς αποφυγή περαιτέρω συγχύσεων. Ακολουθεί  το κεφάλαιο με τα αρκτικόλεξα και με τις δοτικές που έχουν μείνει ακόμη εν χρήσει στη νέα ελληνική. 

Ο συγγραφέας προσφέρει, επιπροσθέτως, στους συναδέλφους του έναν σύντομο οδηγό σύνταξης σαφών και κατανοητών άρθρων και ρεπορτάζ, καθώς και έναν κατάλογο με ελληνικές λέξεις τις οποίες, δυστυχώς, συνηθίζουμε να αποφεύγουμε στον καθημερινό μας λόγο χάριν των ξενόφερτων. Τέλος, αυτό που κάνει το βιβλίο εύχρηστο είναι το αναλυτικό ευρετήριο - ή περιεχόμενα- που περιλαμβάνεται στην αρχή του βιβλίου με όλες τις λέξεις και τις φράσεις του και στο οποίο μπορούν να ανατρέξουν ανά πάσα στιγμή οι αναγνώστες.

Εν κατακλείδι, για να μιλήσουμε με τη γλώσσα του Γιάννη Ζυγούλη, αυτός δεν επιχειρεί να κομίσει γλαύκας εις Αθήνας, ούτε να καθαρίσει τον Κόπρο του Αυγείου, αλλά ούτε και να ανοίξει τον ασκό του Αιόλου με το εν λόγω πόνημα. Αντιθέτως, χωρίς να παραπέμπει πολλά μείζονα ζητήματα που αφορούν τη γλώσσας μας στις καλένδες, επιχειρεί να δώσει μία λύση στο δήλιον πρόβλημα της ελληνικής γλώσσας σχετικά με την ορθή χρήση πολλών αμφισβητούμενων σημείων. Το κίνητρό του γι' αυτό είναι καθαρά η αγάπη του για την τόσο πλούσια γλώσσα μας, η οποία ομιλείται στο νοτιοανατολικό άκρο της Ευρώπης εδώ και χιλιάδες χρόνια και είναι απολύτως φυσικό να εξελίσσεται και να μεταλλάσσεται με το πέρασμα των αιώνων. 

Εύλογα, επομένως, μπορούν να αποδοθούν τα εύσημα στον δημοσιογράφο συγγραφέα για την προσπάθεια και την πρόθεσή του και ας ελπίσουμε ότι από δω και στο εξής θα ακούμε και θα διαβάζουμε λιγότερα "μαργαριτάρια"που κακοποιούν ανεπανόρθωτα τη γλώσσα μας!

Τετάρτη 19 Αυγούστου 2020

Πασχαλία Τραυλού, Η γιατρίνα, εκδ. Διόπτρα, 2020, σελ.539

 Ένα βιβλίο έκπληξη, ένα βιβλίο που δεν είναι αυτό που φαίνεται. Δύσκολο να μιλήσεις γι' αυτό, δύσκολο να αφήσεις συγχρόνως απάτητα και άγνωστα μονοπάτια στους αναγνώστες, έτσι ώστε να μην αποκαλυφθούν πριν την ώρα τους οι εκπλήξεις που επιφυλάσσει η έμπειρη και πολυγραφότατη συνάμα συγγραφέας Πασχαλία Τραυλού. 

Το βιβλίο υφαίνει, ισορροπώντας επιδέξια μεταξύ μύθου και πραγματικότητας, τον βίο και την πολιτεία της Σουζάνα Φαζέκας, μίας αινιγματικής Ουγγαρέζας με σκοτεινό και απροσδιόριστο παρελθόν, η οποία επιλέγει να μετοικήσει το 1911 κάτω από μυστηριώδεις συνθήκες στη μικρή πόλη Ναγκιρέβ της τότε Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας και να κάνει εκεί μία νέα αρχή ως μαία και γιατρός.

 

Η πόλη μικρή, βουτηγμένη στη λάσπη, το περιβάλλον ασφυκτικά πατριαρχικό και συντηρητικό. Οι πράξεις των χριστιανών κατοίκων διακατέχονται όλες από τον "φόβο του Θεού", τον οποίο με μεγάλη προθυμία συντηρεί ο άκαμπτος και υπέρμετρα συντηρητικός παπάς της πόλης πάτερ Αμπρούς. Συχνά οι γυναίκες γνωρίζουν την κακοποίηση και την κακομεταχείριση, χωρίς έτερη δυνατότητα διαφυγής, έρμαια στα χέρια των συζύγων τους σε μία εποχή που το διαζύγιο δεν είναι νομικά ή κοινωνικά αποδεκτό.

Η Σουζάνα θα έρθει σε σύγκρουση με το κατεστημένο οριζόμενη αυτόκλητα ως "ο φύλακας άγγελος των κακοποιημένων και βασανισμένων γυναικών". Μοδίστρα και γιατρός ταυτόχρονα, άγγελος και διάβολος, αδικημένη και φιλόδοξη, θα προσπαθήσει να αλλάξει ο,τιδήποτε φαντάζει ως αδικία στα δικά της μάτια κάτω από το ασφαλές περίβλημα που της προσφέρει το ψεύτικο όνομα Αντζέλικα Κλεμέντ. Η συγγραφέας σκόπιμα περικλείει την πρωταγωνίστρια με ένα πέπλο μυστηρίου, υπονοώντας ότι κουβαλά ένα αινιγματικό και σκοτεινό παρελθόν το οποίο όμως δεν αποκαλύπτεται παρά στο τέλος του βιβλίου. Έξυπνο αφηγηματικό τέχνασμα της συγγραφέως το δίχως άλλο, το οποίο καταφέρνει να ανεβάσει στο ζενίθ την περιέργεια του αναγνώστη και να τον κάνει να μην θέλει να αφήσει το βιβλίο από τα χέρια του.

Η Σουζάνα-Αντζέλικα όμως δεν είναι αυτή που φαίνεται... Για την ακρίβεια κανένας από τους χαρακτήρες του έργου δεν είναι αυτός που φαίνεται αρχικά. Ο καλόκαρδος και συντηρητικός Γκιόρκι, η τσατσά Άγκνες, η ανιψιά της η Μπλάνκα, ο αστυνόμος Στέφαν, όλοι έχουν κάτι να κρύψουν, ακόμη και ο χαρακτήρας καταλύτης του έργου, ο Κομοτηναίος γιατρός Στράτος Κεκέρογλου, ο οποίος έρχεται στην πιο δραματική στιγμή του βιβλίου, λίγο πριν από το τέλος, για να δώσει τη λύση στο εντεινόμενο δράμα και αδιέξοδο της Σουζάνας.

Παράλληλα με όλα αυτά, οι Σέρβοι εθνικιστές που ζητούν την ανεξαρτησία τους, το μακεδονικό ζήτημα, η δολοφονία του Φραγκίσκου Φερδινάνδου από τον Γκαβρίλο Πρίντσιπ και ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος που ακολούθησε, δίνουν στο βιβλίο την ιστορική του διάσταση, τοποθετώντας τα γεγονότα στον χώρο και τον χρόνο.

Ποια είναι τελικά στ' αλήθεια η Σουζάνα Φαζέκας; Ποιο ακριβώς είναι το αινιγματικό παρελθόν που κουβαλάει και πόσο αυτό την επηρέασε στην επιλογή των κατοπινών της πράξεων; Οι σκέψεις και οι απόψεις για το επάγγελμα του γιατρού και της μαίας και το πως αυτά ορίζονται ακριβώς είναι πολλές και διαφορετικές. Ποια είναι άραγε τα όρια της ηθικής; Ο σκοπός αγιάζει τελικά τα μέσα; 

Τελικά αποδεικνύεται ότι μονάχα η αλήθεια είναι αυτή που λυτρώνει, ακόμη και στον θάνατο. Γιατί το παρελθόν μας, ειδικά το ένοχο, το κουβαλάμε πάντοτε μέσα μας και δεν μπορούμε να το διαγράψουμε όσο κι αν το θέλουμε. Η συγχώρεση πάντα αποδεικνύεται καλύτερη απ' την εκδίκηση, αυτό όμως η πρωταγωνίστρια θα το καταλάβει όταν πια θα είναι αργά...

Βιβλίο με πολλές δυνατές στιγμές που προσφέρει άφθονη τροφή για σκέψη και προβληματισμό σχετικά με ηθικά διλήμματα της εποχής μας, όπως το αν μπορούν να δικαιολογηθούν ή όχι κάποιοι φόνοι με γνώμονα το κίνητρό τους, το αν η συγκάλυψη ενός φόνου θεωρείται συνέργεια σε αυτόν, το ζήτημα των εκτρώσεων, της ομοφυλοφιλίας, της παιδικής και συζυγικής κακοποίησης, του ηθικού καθήκοντος του γιατρού κ.α., όλα αυτά είναι που κάνει το βιβλίο της Πασχαλίας Τραυλού να ξεχωρίζει, μαζί με τους καλοδουλεμένους διαλόγους και τη γρήγορη πλοκή που θα καθηλώσει τον αναγνώστη.


Δευτέρα 17 Αυγούστου 2020

Οι Δανοί σώζουν τους Εβραίους


Όλοι γνωρίζουν φυσικά για το Ολοκαύτωμα και το γεγονός πως οι ναζί μάζεψαν τους Εβραίους από όλες τις χώρες που είχαν καταλάβει προκειμένου να τους εξοντώσουν στα στρατόπεδα του θανάτου. Στην προσπάθειά τους αυτή βρήκαν σύμμαχους αρκετούς λαούς, οι οποίοι παρέδωσαν ευχαρίστως τους Εβραίους της χώρας τους, όπως για παράδειγμα οι Ούγγροι και οι Κροάτες.
Υπάρχει όμως ένας λαός που κατάφερε με κρυφή δράση και αντίσταση να φυγαδεύσει πάνω το 90% του εβραϊκού πληθυσμού του. Αυτός ήταν οι Δανοί. Στη Δανία κατοικούσαν περίπου 7.000 Εβραίοι τους οποίους ο Χίτλερ διέταξε να μεταφερθούν στα στρατόπεδα του θανάτου τον Σεπτέμβρη του '43. Τότε περίπου 1.000 ναζί αξιωματούχοι ήρθαν στη Δανία για να εκτελέσουν την επιχείρηση. Η δανική όμως κυβέρνηση, έχοντας πληροφορηθεί για τις συλλήψεις, ειδοποίησε τους Εβραίους να κρυφτούν και πολλοί Δανοί πολίτες ρίσκαραν τη ζωή τους για να τους βοηθήσουν. Μέχρι και φοιτητές βοήθησαν στη φυγάδευση των Εβραίων στη γειτονική ουδέτερη Σουηδία, η οποία τους υποδέχτηκε επίσης με ανοιχτές αγκάλες. Οι Δανοί ψαράδες βέβαια απαιτούσαν χρήματα για τον επικίνδυνο διάπλου της Μάγχης, πολλοί Δανοί πολίτες όμως έδωσαν ευχαρίστως τα χρήματα στους διωκόμενους συμπολίτες τους.
Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι πολλά οφείλουν οι Εβραίοι της Δανίας και σε ένα Γερμανό διπλωμάτη ονόματι Γκέοργκ Ντούκβιτς, ο οποίος ήταν και εκείνος που ενημέρωσε τη δανική κυβέρνηση για τις επικείμενες συλλήψεις. Επιπροσθέτως, κάποιοι αξιωματούχοι του γερμανικού στρατού έκαναν επίσης τα στραβά μάτια βοηθώντας έτσι στην ακόμη πιο επιτυχημένη έκβαση της όλης επιχείρησης.
 Το παράδειγμά των Δανών και όσων βοήθησαν τους Εβραίους το 1943 μπορεί να καταχωρηθεί στη συλλογική μνήμη ως παράδειγμα ανδρείας και ανθρωπιάς μιας ολόκληρης χώρας ηρώων.
Πηγή: Rick Beyer, συναρπαστικές πολεμικές ιστορίες που δεν ειπώθηκαν ποτέ, εκδ. Κλειδάριθμος
           Σαραντινού Λεύκη, Μύθοι που έγιναν ιστορία, εκδ, Ενάλιος

Τετάρτη 12 Αυγούστου 2020

Το Ανατολικό Ζήτημα

     
Ανατολικό ζήτημα ονομάστηκε το διεθνές ζήτημα που προέκυψε από την εντεινόμενη παρακμή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στα τέλη του 18ου αιώνα. Τυπικά η αφετηρία του χρονολογείται από το1797, οπότε και οι Γάλλοι του Ναπολέοντα κατέλαβαν τα Επτάνησα που τα κατείχαν ως τότε οι Βενετοί, κάποιοι ιστορικοί όμως τοποθετούν την αφετηρία κατά τον προηγούμενο αιώνα. Σε κάθε περίπτωση αιτία της διαμάχης ήταν το ποια ευρωπαϊκή δύναμη θα έπαιρνε τη μερίδα του λέοντος από τα εδάφη της καταρρέουσας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και θα είχε τη μέγιστη επιρροή σε ολόκληρη την Ανατολική Μεσόγειο. Αρχικά αφορούσε περισσότερο τη Γαλλία του Ναπολέοντα και τη Ρωσία, αφού ο Βοναπάρτης ήθελε να εμποδίσει τυχόν επέκταση του Ρώσου τσάρου προς τις αποκαλούμενες για εκείνους "θερμές θάλασσες", στη συνέχεια όμως το ζήτημα κατέληξε να αφορά περισσότερο τη Μεγάλη Βρετανία, αφού αυτή, μετά την ήττα της Γαλλίας στους ναπολεόντειους πολέμους, ήταν εκείνη που προέβαλε τις μεγαλύτερες αξιώσεις στην περιοχή και φοβόταν την κάθοδο της Ρωσίας στη Μεσόγειο ως αντίπαλο ναυτικό δέος.
     Το Ανατολικό Ζήτημα όμως δεν αφορούσε μόνο την Ευρώπη αλλά και όλα τα βαλκάνια έθνη, ήτοι τους Έλληνες, τους Σέρβους, τους Ρουμάνους, τους Αλβανούς και τους Βούλγαρους, τα οποία ήθελαν μετά την εθνική τους αφύπνιση κατά τον 19ο αιώνα να δημιουργήσουν τα δικά τους έθνη-κράτη στα ευρωπαϊκά εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
   Σημαντικότεροι σταθμοί του Ανατολικού Ζητήματος που προκάλεσαν κρίσεις αλλά οδήγησαν σταδιακά τελικά προς τη λύση του θεωρούνται η Ελληνική Επανάσταση (1821-1830), ο Κριμαϊκός Πόλεμος (1853-1856), η Ανατολική Κρίση που προκάλεσε το κίνημα του πανσλαβισμού και η ίδρυση της Μεγάλης Βουλγαρίας (1875-1878), οι Βαλκανικοί Πόλεμοι (1912-1913) και ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος (1914-1918).
     Το Ανατολικό Ζήτημα έληξε μετά το πέρας του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, οπότε και διανεμήθηκαν τα ευρωπαϊκά εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μεταξύ των βαλκανικών εθνών-κρατών. Η τελική του όμως λύση δόθηκε με τη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και τη δημιουργία του τουρκικού εθνικού κράτους το 1923, οπότε και παγιώθηκαν οριστικά τα σύνορα της Θράκης μεταξύ της Τουρκίας, της Βουλγαρίας και της Ελλάδας και η Μικρά Ασία αποδόθηκε εξολοκλήρου στην Τουρκία. 
     Όσον αφορά, τέλος, τις Μεγάλες Δυνάμεις, η Μεγάλη Βρετανία θεωρείται ότι βγήκε τελικά πιο κερδισμένη από τη διαμάχη, αφού διατήρησε επί μακρόν την επιρροή της στα Βαλκάνια, και ιδίως στην Ελλάδα, αν και η Γερμανία κατάφερε να προσεταιριστεί την Τουρκία και να αποκτήσει σε αυτήν οικονομική κυρίως επιρροή με τη μορφή επενδύσεων σε όλο το πρώτο μισό του 20ου αιώνα. Η Αυστροουγγαρία και η Ρωσία ήταν οι δυνάμεις που έχασαν τα περισσότερα, αφού η Ρωσία δεν μπόρεσε τελικά να αποκτήσει βάση στη ΝΑ Μεσόγειο και η Αυστροουγγρική Αυτοκρατορία διαλύθηκε αμέσως μετά το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Από την άλλη, η Γαλλία και η Ιταλία κατάφεραν να διατηρήσουν εδάφη μονάχα στην Αφρική. Η Ιταλία επίσης διατήρησε στην κατοχή της τα Δωδεκάνησα ως το 1947. Η Γαλλία και ιδίως η Βρετανία, με τις κτήσεις τους στη Μέση Ανατολή και την Αφρική, θα αναδειχτούν οι κατεξοχήν χώρες των αποικιών τις οποίες θα απωλέσουν οριστικά μόλις στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα και αφού χρειάστηκε να μεσολαβήσει ένας ακόμη παγκόσμιος πόλεμος.

Σάββατο 8 Αυγούστου 2020

Έλενα Ακρίτα, Τα τάπερ της Αλίκης, εκδ. Διόπτρα, 2019, σελ.406


Ένα βιβλίο βγαλμένο κατευθείαν από τον παλιό καλό ελληνικό κινηματογράφο, μάρτυρας μιας εποχής που παρήλθε ανεπιστρεπτί. Ένα βιβλίο που θα κάνει κάθε αναγνώστη άνω των τριάντα ετών να νιώσει έντονη νοσταλγία σαν εκείνη που μας φέρνει στον νου ο Λουκιανός Κηλαηδόνης με το αγιόκλημα και τα γιασεμιά στα παλιά θερινά σινεμά, όπως μας λέει και το ομώνυμο τραγούδι.

Οι επιδείξεις των τάπερ, τα πολυκαταστήματα ΜΙΝΙΟΝ, η πτώση του υπαρκτού σοσιαλισμού, το Τσέρνομπιλ, ο σεισμός της Καλαμάτας, η νέα μόδα των Mc Donalds στο Σύνταγμα, τα κατάμεστα θέατρα, η Φίνος Φιλμ και η ιδιωτική τηλεόραση χαρακτηρίζουν όλα κατεξοχήν το τέλος του 20ου αιώνα.

Η Έλενα Ακρίτα κεντά έναν περίτεχνο μυθιστορηματικό καμβά με πολλές ανατροπές, παίρνοντας ως βασικό αφηγηματικό ιστό τη σχέση μεταξύ τριών γενιών γυναικών, τριών γυναικών διαφορετικών και δεμένων μεταξύ τους σαν γροθιά. Της πληθωρικής κομμουνίστριας γιαγιάς Κοραλίας που, δουλεύοντας ως καθαρίστρια στο στούντιο της Φίνος Φιλμ και κατόπιν ως ταξιθέτρια στο θέατρο της Βουγιουκλάκη, κατόρθωσε να μεγαλώσει μονάχη της την κόρη της την Ελένη. Την Ελένη, που κι αυτή με τη σειρά της, δουλεύοντας ως πωλήτρια στα ΜΙΝΙΟΝ και διοργανώτρια επιδείξεων της Tupperware θα μεγαλώσει κι εκείνη τη δική της μοναχοκόρη την Αλίκη. Και τέλος η ίδια η Αλίκη που, έχοντας βιώσει από μωρό την ανασφάλεια που επιφέρει η απουσία του πατέρα από τη ζωή της, θα επιλέξει να κρύψει μέσα στα ίδια εκείνα τα τάπερ με τα οποία έπαιζε μικρή όλα τα μυστικά και τις ανασφάλειες της, ώσπου να καταφέρει να ανοίξει τα φτερά της και να πιάσει επιτέλους από τα κέρατα την ίδια τη ζωή.

Γύρω τους, οι χαρακτήρες που τις πλαισιώνουν, αντιπροσωπεύουν ολόκληρη εκείνη την εποχή που τελείωσε βιαίως με την έλευση της νέας χιλιετίας. Μπερμπάντηδες άνδρες που καλύπτουν τις πομπές τους και αποφεύγουν τις ευθύνες που συνεπάγονται τα εξώγαμα τέκνα, μεγαλοαστές κυρίες που ξορκίζουν τους βαλτωμένους γάμους τους στα τραπέζια με την τσόχα, ξετσίπωτες πόρνες και αδίστακτες, μα πονόψυχες, γυναίκες προαγωγοί, φιλόδοξοι νέοι άνδρες που στοχεύουν σε μία καθωσπρέπει πολιτική σταδιοδρομία, ταξιθέτριες και ηθοποιοί, από τις ταπεινές, άσημες, μα ταλαντούχες υπάρξεις, έως τη μεγάλη σταρ της εποχής την Αλίκη Βουγιουκλάκη, η οποία εμφανίζεται σε κάποιες καθοριστικές στιγμές στο μυθιστόρημα.

Η σύνδεση του ονόματος της μεγάλης σταρ με το όνομα της πρωταγωνίστριας στον τίτλο του βιβλίου δεν μπορεί φυσικά να είναι τυχαία, όπως τυχαία δεν είναι και τα τάπερ της ίδιας της Αλίκης. Εκτός από χώρος απώθησης των καταπιεσμένων συναισθημάτων της Αλίκης, τα τάπερ της μητέρας της που στοιχειώνουν τα παιδικά χρόνια της μικρής, αντιπροσωπεύουν μια ολόκληρη εποχή. Διότι τίποτε δεν είναι τυχαίο στο βιβλίο της Έλενας Ακρίτα, απεναντίας καθετί, από τη φράση που θα ειπωθεί, το τραγούδι που θα ακουστεί, την ταινία που θα προβληθεί, τα γεγονότα που θα συμβούν, όλα είναι πολύ προσεκτικά διαλεγμένα έτσι ώστε να απεικονίσουν τέλεια την Αθήνα των δεκαετιών του '80 και του '90.

Η γραφή, λιτή, κομψή, με χιούμορ και με άφθονους, ολόδροσους διαλόγους, αποκαλύπτει όλη την ειρωνική και σατυρική διάθεση της συγγραφέως, μα και την ταλαντούχα πένα της. Κι όμως, αν και πρόκειται για ένα ιδιαιτέρως ευκολοδιάβαστο βιβλίο, δεν πρόκειται συγχρόνως για ένα πόνημα από το οποίο απουσιάζουν οι έντονοι προβληματισμοί, τέτοιοι που συναντώνται και στη δική μας σημερινή εποχή. Πιο συγκεκριμένα, θίγονται ακροθιγώς, πλην σαφώς, τρία βασικά θέματα που ταλάνιζαν από τότε και συνεχίζουν να ταλαιπωρούν την ελληνική κοινωνία: το θέμα της ομοφυλοφιλίας, το θέμα του σχολικού εκφοβισμού και το θέμα της γυναικείας κακοποίησης.

Τελικά, μέσα από τη διαδρομή της Αλίκης που ψάχνει τρόπο να ξεφορτωθεί τα τάπερ-φοβίες της, η ίδια η συγγραφέας θα μας οδηγήσει κι εμάς στην κάθαρση, διδάσκοντάς μας ότι μόνο η ευθύτητα και η κατά μέτωπο αντιμετώπιση των προβλημάτων που μας ταλαιπωρούν, και όχι η κρυψίνοια και η μυστικοπάθεια, μπορούν να μας προσφέρουν τελικά μια ζωή που να μας αξίζει, κομμένη και ραμμένη στα μέτρα μας.

Διότι το βιβλίο της Ακρίτα, εκτός από αθηναϊκή τοιχογραφία εποχής είναι και ψυχογράφημα και εκεί ακριβώς έγκειται και η αξία του. Το μόνο σίγουρο είναι ότι ακόμη κι όταν τελειώσουμε την ανάγνωσή του θα διακατεχόμαστε με το αίσθημα της νοσταλγίας, τόσο για το ίδιο το βιβλίο το οποίο μόλις τελειώσαμε, αλλά και για την εποχή που αυτό αντιπροσωπεύει, μια εποχή που παρήλθε οριστικά και αμετάκλητα.

Παρασκευή 7 Αυγούστου 2020

Leonardo Benevolo, Η πόλη στην Ευρώπη, εκδ. ελληνικά γράμματα, 2019, σελ.394


Η διαδρομή της πόλης ως κύτταρο του κράτους, της κοινωνίας και του πολιτισμού ανά τους αιώνες. Πώς άλλαξε η μορφή της με την πάροδο των αιώνων και ποιοι ήταν οι λόγοι των μετασχηματισμών αυτών.

Ο Λεονάρντο Μπενέβολο, αρχιτέκτων πολεοδόμος και ιστορικός της αρχιτεκτονικής αναμφίβολα διαθέτει τις γνώσεις για να μας ξεναγήσει στην ιστορία της πόλης στην Ευρώπη.

Το οδοιπορικό ξεκινά από τις απαρχές του πολιτισμού και τη δημιουργία των πρώτων πόλεων κατά την 3η και τη 2 χιλιετία π.Χ. στην κοιλάδα του Νείλου, του Τίγρη και του Ευφράτη, του Ινδού και του Κίτρινου Ποταμού. Εν συνεχεία η σκυτάλη περνά στις πόλεις-κράτη της ελληνικής αρχαιότητας και κατόπιν στις πόλεις της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και στην ίδια την αυτοκρατορική πόλη της Ρώμης.

Με τις βαρβαρικές εισβολές του 3ου μεταχριστιανικού αιώνα και την πτώση της Ρώμης καταρρέει ο πολιτισμός και η πόλη ως πολιτισμικό στοιχείο. Οι περισσότερες καταστρέφονται ολοσχερώς και δίνουν τη θέση τους σε νέα κέντρα. Ελάχιστες είναι αυτές που θα καταφέρουν να διατηρήσουν την παλιά  τους αίγλη στη διάρκεια των σκοτεινών χρόνων που θα ακολουθήσουν. Όσες πάντως θα επιβιώσουν θα συνεχίσουν να διαθέτουν απαραιτήτως τα τείχη που διέθεταν και οι μεγάλες πόλεις της αρχαιότητας, αφού η ασφάλεια είναι πλέον πρωταρχικό ζητούμενο για τους πολίτες.

Ο συγγραφέας, καθότι Ιταλός, επιμένει στην ιστορία κυρίως των ιταλικών πόλεων, ποιος όμως μπορεί να τον κατηγορήσει γι' αυτό; Ας μην ξεχνάμε ότι η Ιταλία είναι εκείνη που μπορεί να θεωρηθεί ως μητρόπολη και Μέκκα της δημιουργίας της σύγχρονης πόλης και της κατεξοχήν αστικής ανάπτυξης με το τέλος του Μεσαίωνα.

Αμάλφι λοιπόν, Βενετία, Πίζα και Γένοβα. Οι πόλεις αυτές σταδιακά απαγκιστρώνονται από την κηδεμονία και την πατρωνία των βασιλέων και των πριγκίπων καθώς εκπνέουν οι Μέσοι χρόνοι και την εξουσία παίρνουν οι επίσκοποι, οι συντεχνίες, οι διοικητικές και οι δικαστικές αρχές. Ρομανικές εκκλησίες και λίγο αργότερα γοητευτικοί γοτθικοί καθεδρικοί θα καθορίσουν τη φυσιογνωμία των πόλεων, ιδίως στην Κεντρική Ευρώπη και την Αγγλία, ενώ συγκέντρωση, πολυπλοκότητα και ανάπτυξη χαρακτηρίζουν πλέον την πόλη μαζί με τα δημόσια και τα ιδιωτικά κτίρια.

Στις χώρες της Μεσογείου κυριαρχούν πλέον οι διάδοχες πόλεις της μακρινής ρωμαϊκής εποχής. Συχνά οι ποταμοί παίζουν καίριο ρόλο  στην επιλογή της τοποθεσίας και στην ανάπτυξη μιας πόλης. Αντιθέτως, οι πόλεις που είχαν παραμείνει στην κατοχή της βυζαντινής αυτοκρατορίας, όπως το Μπάρι, υποχρεώνονται να αμύνονται διαρκώς και τελικά θα γνωρίσουν τη συρρίκνωση και την παρακμή με την αυγή των Νέων Χρόνων. Από την άλλη, οι επιρροές του ισλάμ είναι ευδιάκριτες στις πόλεις της Ιβηρικής χερσονήσου. Η κρίση του 14ου αιώνα θα ανακόψει μόνο παροδικά την ραγδαία ανάπτυξη των πόλεων και την αστικοποίηση που μετά την ανακάλυψη των Νέων Χωρών τον 15ο αιώνα θα εντείνεται ολοένα και περισσότερο. Η Αναγέννηση με τους κάθε λογής πάτρωνες θα καλλωπίσει περαιτέρω τις πόλεις. Ακολουθεί η εξαγωγή του ευρωπαϊκού τύπου της πόλης με την αποικιοκρατία. Πλέον οι πόλεις αρχίζουν σταδιακά να εθνικοποιούνται. Η τεχνολογική πρόοδος, η αύξηση του πληθυσμού, η γραφειοκρατία και η εξειδίκευση επιβάλλουν κι άλλους μετασχηματισμούς. Τότε οι πόλεις θα μεγαλώσουν και θα απλωθούν έξω από τα στενά μεσαιωνικά τείχη υπό τη σκέπη των νέων κανόνων της προοπτικής. Ακολουθεί η εποχή της απολυταρχίας και η επίδραση του διαφωτισμού και του αγγλικού προτύπου στον πολεοδομικό ιστό της πόλης. 

Η πυρκαγιά του Λονδίνου το 1666 δίνει την πρώτη ευκαιρία να ξαναχτιστεί μία σύγχρονη πόλη με τον μοντέρνο τρόπο πριν τις νέες αναγκαστικές αλλαγές που μοιραία θα φέρει η εκβιομηχάνιση. Τότε οι πόλεις θα αλλάξουν για άλλη μία φορά με τους σιδηροδρόμους, τον φωτισμό των δρόμων και την πνιγηρή αιθαλομίχλη που θα τις καταστήσει πιο γκρίζες και αφιλόξενες.  Παράλληλα δεν εγκαταλείπεται το πνεύμα του καλλωπισμού με τις νέες τάσεις του νεοκλασικισμού στην αρχιτεκτονική. Και τελικά, παντού στον πλανήτη και όχι μόνο στην Ευρώπη, οι σύγχρονες πόλεις θα αποκτήσουν την οικεία σε όλους μας φυσιογνωμία με τους ουρανοξύστες, τα νοσοκομεία, τα σχολεία και τα πάρκα.

Έτσι τελειώνει το θαυμαστό αυτό οδοιπορικό στην ιστορία της πόλης στην Ευρώπη που θα ταξιδέψει τον αναγνώστη σε γνωστές αλλά και πιο άγνωστες πτυχές της ευρωπαϊκής ιστορίας οι οποίες μοιραία άπτονται την ιστορία των πόλεων.

Πέμπτη 6 Αυγούστου 2020

Sang-Hee-Lee, Η εξέλιξη του ανθρώπινου είδους, εκδ. Ψυχογιός, 2018, σελ.351, μεταφρ. Χ. Μαγουλάς

Μια ασυνήθιστη εναλλακτική πρόταση για όσους ενδιαφέρονται να μάθουν περισσότερα για το είδος "homo" και την εξέλιξή του...
Γραμμένο από την Κορεάτισσα καθηγήτρια ανθρωπολογίας Sang-Hee-Lee σε πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια, το βιβλίο αυτό απαντά με τον πιο πειστικό τρόπο σε απορίες που έχουν περάσει κατά καιρούς από το μυαλό όλων μας, όπως: Είναι άραγε οι άνθρωποι κανίβαλοι; Τρώγαμε πάντοτε κρέας στη διάρκεια της μακράς εξελικτικής μας πορείας; Η προέλευση των ανθρωπιδών εντοπίζεται τελικά στην Αφρική ή την Κίνα; Τι αναπτύξαμε πρώτο, μεγάλο εγκέφαλο ή τη δίποδη βάδιση; Υπήρξαν πράγματι ο Κινγκ Κονγκ και τα χόμπιτ; Σε τι ποσοστό έχουν δυσανεξία στο γάλα οι διάφοροι λαοί της γης; Και, τέλος, ποιο είναι το τίμημα που πλήρωσε η ανθρωπότητα για να βαδίζουμε σήμερα στα δύο μας πόδια; Συνεχίζει άραγε το είδος μας να εξελίσσεται;
 Σε τέτοια, αλλά και πολλά άλλα ερωτήματα δίνει απαντήσεις το εξαιρετικά καλογραμμένο πόνημα της Sang-Hee-Lee, το οποίο, όχι άδικα, συμπεριλήφθηκε ως ένα από τα καλύτερα επιστημονικά έργα του 2018.
ΤΟ ΔΥΝΑΤΟ ΤΟΥ ΣΗΜΕΙΟ: η παρουσίαση επιστημονικών θεμάτων με τρόπο απλό και κατανοητό για τον μέσο αναγνώστη.
ΠΟΙΟΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΤΟ ΔΙΑΒΑΣΟΥΝ: οι "εναλλακτικοί" αναγνώστες και οι βιολόγοι/ ανθρωπολόγοι που θέλουν να ενημερωθούν για τις πιο πρόσφατες ανακαλύψεις στον τομέα τους με γρήγορο και εύκολο τρόπο!

Τεύκρος Μιχαηλίδης, Σφαιρικά κάτοπτρα, επίπεδοι φόνοι, εκδ.Πόλις,2016, σελ.325

Μία πολύ καλή πρόταση για όσους θέλουν να συνδυάσουν τα μαθηματικά με την ιστορία και την αστυνομική λογοτεχνία αποτελεί το μυθιστόρημα του μαθηματικού και λογοτέχνη Τεύκρου Μιχαηλίδη, "Σφαιρικά κάτοπτρα, επίπεδοι φόνοι". Πώς μπορούν να εξηγήσουν τα κάτοπτρα μία δολοφονία σύμφωνα με τις αρχές των μαθηματικών; Αυτό είναι ένα βασικό ερώτημα γύρω από την απάντηση του οποίου εκτυλίσσεται η υπόθεση του βιβλίου. Ο συγγραφέας όμως δεν σταματάει εδώ. Οι περίοδοι της ιστορίας στις οποίες εστιάζει το βιβλίο και αφορούν τη νήσο Κύπρο είναι δύο: η εποχή της τρίτης σταυροφορίας για το παρελθόν (1189-1192) και η εποχή της αγγλικής αποικιοκρατίας στο νησί για το παρόν (1950). Ο Τεύκρος εκμεταλλεύεται έξυπνα την ιστορική διάσταση της κάθε εποχής, συνδυάζοντάς τη με δύο δολοφονίες, μία στο παρόν και μία στο παρελθόν που επιζητούν τη λύση τους. Σαν επιστέγασμα έρχεται και η μαθηματική διάσταση του πονήματος για να του προσδώσει τη μοναδικότητα και κάτι το ξεχωριστό για την ελληνική λογοτεχνία.

ΤΟ ΔΥΝΑΤΟ ΤΟΥ ΣΗΜΕΙΟ: η γρήγορη αφήγηση και οι εναλλαγές στην εποχή όπου διαδραματίζεται το μυθιστόρημα.
ΠΟΙΟΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΤΟ ΔΙΑΒΑΣΟΥΝ: οπωσδήποτε οι ιστορικοί, οι μαθηματικοί και οι λάτρεις του αστυνομικού μυθιστορήματος που επιζητούν κάτι το διαφορετικό στα αναγνώσματά τους!

Η ιστορία του κόσμου με μια ματιά, Πατάκης, μεταφρ. Κατερίνα Σέρβη

Ένα βιβλίο για παιδιά και όχι μόνο...
Χάριν της εικονογράφησης η πρόταση αυτή είναι άκρως κατάλληλη για όσα παιδιά θέλουν να πάρουν μία γεύση της παγκόσμιας ιστορίας ή σε όσους γονείς θέλουν να περιηγηθούν μαζί με τα παιδιά τους σε αυτήν διαβάζοντάς το βιβλίο παρέα, στον δρόμο που άνοιξε ο μεγάλος ιστορικός Ernst Gombrich με τη "Μικρή ιστορία του κόσμου".
Η διαφορά του συγκεκριμένου βιβλίου έγκειται στην εικονογράφηση και στα συντομότερα κείμενα. Το βιβλίο συνοδεύεται επίσης από χρονολογικούς πίνακες και ακολουθεί την κλασική διαίρεση των ιστορικών σε αρχαίους, μέσους και σύγχρονους χρόνους καθιστώντας έτσι την ανάγνωση πιο εύκολη.
Η επιλογή των γεγονότων που παρουσιάζονται καθιστά το βιβλίο αρκετά πλήρες, χωρίς όμως να αποβαίνει κουραστικό για τα παιδιά.
Το εν λόγω βιβλίο θα μπορούσε άνετα να περιλαμβάνεται στη σχολική ύλη, έτσι ώστε να μαθαίνουν τα παιδιά όχι μόνο ελληνική, αλλά και παγκόσμια ιστορία όπως θα ήταν το ορθό.
 ΤΟ ΔΥΝΑΤΟ ΤΟΥ ΣΗΜΕΙΟ: η όμορφη εικονογράφηση και τα στρωτά κείμενα.
ΠΟΙΟΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΤΟ ΔΙΑΒΑΣΟΥΝ: όσα παιδιά θέλουν να μάθουν ιστορία και όσοι ενήλικες θέλουν να τη θυμηθούν στα γρήγορα και χωρίς πολύ κόπο!

Χριστίνα Πουλίδου, Πέρα Δώθε, εκδόσεις Μεταίχμιο, Αθήνα, 2018, σελ.449

     Η Χριστίνα Πουλίδου, νομικός και δημοσιογράφος, στο δεύτερο μυθιστορηματικό της πόνημα μας προσφέρει μία πολύ δελεαστική περιγραφή της Σύρου στην εποχή της μεγάλης της ακμής και όχι μόνο. 
    Μας τοποθετεί στο 1846 στην Ερμούπολη, η οποία εκείνη ακριβώς την εποχή διαμορφώνεται ως πόλη όπως ακριβώς τη γνωρίζουμε σήμερα, κάτω από το μεγάλο κύμα των Χιωτών προσφύγων που συνέρρευσαν εκεί μετά την καταστροφή του νησιού τους από τους Τούρκους το 1822. Μέσα από την ιστορία της οικογένειας Χωρέμη, μίας οικογένειας πλοιοκτητών και εμπόρων, του Στέφανου και της Σμαράγδας και των παιδιών τους, θα ρίξουμε μια καλοζυγισμένη ματιά στην πρώιμη ιστορία του νεοσύστατου ελληνικού κράτους, στην οικονομία του, στο προσφυγικό ζήτημα, επίκαιρο και σήμερα, αλλά και κεντρικό θέμα του βιβλίου, καθώς και στη ζωή της ανώτερης τάξης στο πλούσιο νησί τον 19ο αιώνα. Ταυτόχρονα όμως θα δούμε και τις μεταπτώσεις που γνώρισε η ναυσιπλοΐα στο νησί τη εποχή της ατμοπλοΐας και την τελική παρακμή του νησιού στο γύρισμα του αιώνα. 
     Με κίνητρα δράσης για τους ήρωες τον φθόνο, τον πανταχού παρόντα έρωτα και τον νόστο των ξενιτεμένων, με τη σφιχτή, πλούσια γλώσσα της και τη συγγραφική της δεινότητα, η κυρία Πουλίδου μας εναποθέτει μία πολύ καλή, ηθογραφική και εξαιρετικά καλογραμμένη εναλλακτική πρόταση για τις μοναχικές, χαλαρωτικές στιγμές της ανάγνωσης.
   Θεματικά, πέρα από τις πλούσιες ιστορικές πληροφορίες για το μεγαλύτερο λιμάνι της χώρας μας στα τέλη του 19ου αιώνα, η συγγραφέας θίγει θέματα όπως η θέση των γυναικών στην κοινωνία της εποχής, ο έρωτας που ξεπερνιέται με την εργασιομανία, ο φθόνος για την επιτυχία των άλλων, αλλά και τα συναισθήματα των προσφύγων και η συμπεριφορά των άλλων απέναντι στους πρόσφυγες, κάτι που καθιστά το βιβλίο εξαιρετικά επίκαιρο. Ο τίτλος, εξάλλου, του βιβλίου, δεν μπορεί παρά να αντικατοπτρίζει το αδιάκοπο πέρα δώθε στο οποίο είναι αναγκασμένοι να επιδίδονται οι πρόσφυγες. Το ίδιο συμπεραίνεται και από το γεγονός ότι, με την ευκαιρία της μνείας των προσφύγων, το βιβλίο μας προσφέρει και μικρές ματιές στη Συρία, τη Χίο, το Παρίσι αλλά και τον Πειραιά εκείνης της εποχής, εκτός από τη Σύρο, όπου διαδραματίζεται το μεγαλύτερο μέρος της υπόθεσης.
     Αυτό που το ξεχωρίζει  από παρόμοια βιβλία που έχουν γραφτεί για την εποχή και το ίδιο θέμα, είναι αναμφισβήτητα ο τρόπος με τον οποίο η συγγραφέας διαπλάθει τους χαρακτήρες της, καθώς και η γλώσσα την οποία χρησιμοποιεί. Οπωσδήποτε θα το λατρέψουν όσοι διαβάζουν τις καθιερωμένες "κλασικές" πλέον κυρίες της ελληνικής λογοτεχνίας, οι οποίες χειρίζονται άψογα τη γλώσσα, αλλά και οι φίλοι της ιστορίας, αφού αποκαλύπτει άγνωστες πτυχές της ζωής στη Σύρο του 19ου αιώνα.
 
 

Μένιος Σακελλαρόπουλος, Πικρό γάλα, εκδ. Ψυχογιός, 2019, σελ.479


     Ένα πρωτότυπο ταξίδι στην Ελλάδα των μέσων του 20ου αιώνα αποτελεί το τελευταίο πόνημα του γνωστού και μη εξαιρετέου συγγραφέα και δημοσιογράφου Μένιου Σακελαρόπουλου.
     Το βιβλίο στηρίζεται στην αληθινή μαρτυρία μίας ταλαιπωρημένης ψυχής, του Φώτη, που μεγάλωσε σε μία από τις περίφημες παιδουπόλεις της Φρειδερίκης τα ταραγμένα χρόνια μετά τον ελληνικό εμφύλιο. Τα γεγονότα του βιβλίου βασίζονται στις περιπέτειες του ευεργέτη των Ιωαννίνων Φώτη Ραπακούση, συνεπώς πρόκειται εν μέρει για αληθινή ιστορία που εμπλουτίζεται παράλληλα με μυθοπλαστικά στοιχεία από τη γόνιμη φαντασία του συγγραφέα.

     Η υπόθεση του μυθιστορήματος εξελίσσεται ανάμεσα σε τρεις κόσμους: εκείνον του χωριού, της πόλης και της παιδουπόλης του Ζηρού, όλοι στην Ήπειρο. Ποικίλα λαογραφικά και ιστορικά στοιχεία για τα Γιάννενα δίνονται στον αναγνώστη.  Η εξαθλίωση και η φτώχεια στα χωριά της Ελλάδας τη δεκαετία του '60, οι νωπές ακόμη αναμνήσεις του τρομερού εμφυλίου, ο ακήρυχτος μα υπαρκτός πόλεμος Αριστεράς-Δεξιάς, το δίλημμα της μάνας που έχει να επιλέξει ανάμεσα στο να καταδικάσει τα παιδιά της στη φτώχεια και την ανέχεια προκειμένου να τα έχει μαζί της και στο να τα αποχωριστεί αν είναι να μεγαλώσουν σε ένα απάνθρωπο περιβάλλον μόνο και μόνο για να έχουν φαγητό και μία αξιοπρεπή διαβίωση που η ίδια δε μπορεί δυστυχώς να τους προσφέρει.

    Είναι άραγε η πράξη αυτή μίας μάνας καταδικαστέα ή αξιέπαινη; Είναι ένα τελευταίο απελπισμένο διάβημα μιας μάνας που θέλει να προσφέρει ό,τι καλύτερο στο παιδί της, έστω κι αν αναγκαστεί να το αποχωριστεί, ή είναι μια εύκολη λύση η οποία θα έπρεπε να έχει αποφευχθεί; Οι γνώμες για το θέμα διίστανται. Κι όχι μόνο των ερευνητών και των απλών ανθρώπων σχετικά με το εάν οι μανάδες αυτές έπραξαν τελικά το σωστό, αλλά και σχετικά με τις συνθήκες στις οποίες μεγάλωναν τα παιδιά σε εκείνες τις παιδουπόλεις. Ακόμη όμως και μεταξύ όσων φιλοξενήθηκαν σε αυτές οι γνώμες διίστανται. Άλλοι τις παρουσιάζουν ως κολαστήρια φρικτής καταπίεσης κι άλλοι δεν φαίνεται να έχουν συνδέσει τα μέρη αυτά με δυσβάσταχτες αναμνήσεις.
    Όπως και να ’χει, τα μηνύματα που θέλει να μας περάσει ο συγγραφέας μέσα από την Οδύσσεια του μικρού Φώτη Ραπακούση είναι πολλά: να παίρνουμε τη ζωή όπως μας έρχεται και να προσαρμοζόμαστε σε αυτήν και να μην μας νοιάζουν τα λόγια του κόσμου. Το ότι η ευτυχία είναι κάτι που κρύβεται στα μικρά καθημερινά πράγματα και ότι το χρήμα σίγουρα δεν μας φέρνει κοντά σε αυτήν. μα πάνω απ’ όλα το γεγονός ότι η φιλία είναι πολύτιμο αγαθό και ότι αν εμείς φερόμαστε με καλοσύνη και δικαιοσύνη, ασχέτως με ό,τι πράττουν οι άλλοι γύρω μας, ο Θεός κάποτε θα μας το ξεπληρώσει.

      Το δυνατό σημείο του βιβλίου είναι η ταχύτητα με την οποία μπορεί να διαβαστεί, κυριολεκτικά χωρίς να σηκώσει κεφάλι ο αναγνώστης. Πρόκειται για ένα ανάγνωσμα που θίγει ένα ευαίσθητο θέμα, σχετικά με το οποίο οι γνώμες των πολλών ακόμη παραμένουν διχασμένες. Πάντως, απευθύνεται σε όλους τους εραστές της λογοτεχνίας, πολλούς από τους οποίους θα συγκινήσει.
 

Τίτσα Πιπίνου, Το κορίτσι του Αλεσάντρο, εκδ. Κλειδάριθμος, 2019, σελ.570

                                                 
Έχουν γραφτεί πολλά πονήματα, σε ό,τι αφορά το μυθιστόρημα, για τη γερμανική κατοχή στην Ελλάδα, ακόμη και για τη βουλγαρική κατοχή της Θράκης. Ελάχιστα όμως έχει απασχολήσει την ελληνική μυθιστορηματική θεματική η Ιταλοκρατία στα Δωδεκάνησα.
"Το κορίτσι του Αλεσάντρο" της Τίτσας Πιπίνου έρχεται να συμπληρώσει αυτό το κενό.
Η πρωταγωνίστρια Άννα, είναι η τρίτη στη σειρά από τρεις αδελφές, μετά την Περσεφόνη και τη Φραγκίσκη. Μεγαλώνει στο κλειστό, αυστηρό περιβάλλον ενός μικρού νησιού των Δωδεκανήσων υπό ιταλική κατοχή στον Μεσοπόλεμο σε μια εποχή με συντηρητικά ήθη εν μέσω μιας οικογένειας που επιμένει να την αγνοεί και να συνθλίβει την ξεχωριστή της προσωπικότητα.
Όταν όμως θα μεταβεί στην πιο κοσμοπολίτικη Ρόδο και θα καταστεί μία επιδέξια ράφτρα, θα πάρει τη ζωή στα χέρια της και όλα θα αλλάξουν. Εκεί θα γνωρίσει και τον γοητευτικό Ιταλό μηχανικό Αλεσάντρο Κιοράντο και μαζί του τον έρωτα. 
Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος, η ιταλική επίθεση κατά της Ελλάδας και η γερμανική κατοχή που διαδέχεται την Ιταλοκρατία στα Δωδεκάνησα στο τέλος του πολέμου θα αλλάξει τη ζωή της ακόμη μία φορά. Οι εκπλήξεις και οι ανατροπές όμως θα συνεχιστούν μέχρι το τέλος του βιβλίου, σε μία καλοδουλεμένη εναλλαγή ιστορίας και μυθοπλασίας που φτάνει μέχρι και την ένωση των Δωδεκανήσων με την Ελλάδα.
Παράλληλα με την ιστορία της Άννας εκτυλίσσονται οι ιστορίες της ζωής της Περσεφόνης, της Φραγκίσκης αλλά και της Βερονίκης, εξαδέλφης της Άννας που κατοικεί στη Ρόδο.
Ο λόγος είναι μακροπερίοδος, με διάθεση διεξοδικής περιγραφής η οποία αποσκοπεί στο να αποτυπώσει επακριβώς τις σκέψεις και τις βουλές όλων των ηρώων, ακόμη και των δευτερευουσών χαρακτήρων, χωρίς πολλούς διαλόγους.
Το βιβλίο εστιάζει κυρίως στην περίοδο διοίκησης στα Δωδεκάνησα του σκληροπυρηνικού Τσεζάρε Μαρία ντε Βέκι από το 1937 και εξής, ενός διοικητή που επιχείρησε τον ανθελληνισμό των νησιών με την κατάργηση της διδασκαλίας της ελληνικής γλώσσας στα σχολεία. Καταρρίπτεται έτσι ο μύθος ότι η ιταλική κατοχή ήταν κατά πολύ ελαφρύτερη από την αντίστοιχη γερμανική και βουλγαρική σε άλλα μέρη της Ελλάδας. Η σκληρότητα βέβαια, την οποία θα επιδείξουν οι ίδιοι οι Γερμανοί μετά το 1943 στους πρώην συμμάχους τους Ιταλούς είναι κάτι που επίσης θα καταπλήξει πολλούς αναγνώστες.
Το βιβλίο αποτελεί μία εναλλακτική αναγνωστική πρόταση για όσους ενδιαφέρονται για την ιστορία του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και τις πιο άγνωστες πτυχές του.

Θάνος Βερέμης, 21 ερωτήσεις και απαντήσεις για το '21, εκδ. Μεταίχμιο, 2020, σελ.226


    Ένα ξεχωριστό βιβλίο για το 1821 γραμμένο από έναν μεγάλο ιστορικό με τη μορφή ερωταποκρίσεων που καλύπτει όλες τις πτυχές της ιστορίας της ελληνικής επανάστασης, αλλά και της τουρκοκρατίας και του νεοσύστατου τότε Νεοελληνικού κράτους. 
     Ο Βερέμης θέτει ερωτήσεις κρίσεως και απαντά στις πιο καίριες απορίες των Ελλήνων σχετικά με την Παλιγγενεσία τους. Ξεκινά με το πιο σημαντικό ερώτημα, το πως δηλαδή αντιλήφθηκαν οι ίδιοι οι Έλληνες το περιεχόμενο της επανάστασής τους.
    Κατόπιν, εξετάζεται η κατάσταση των υπόδουλων Ελλήνων κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας από τη σχέση τους με την καθολική και προτεσταντική Δύση, την υφή της ελληνικής κοινωνίας, τον πληθυσμό και τις επιδημίες που ενέσκηψαν στην ελληνική χερσόνησο μέχρι και τη φύση του καθεστώτος των Οθωμανών.
Ακολούθως ο Βερέμης επικεντρώνεται στα ερωτήματα που αφορούν την ίδια την Επανάσταση: τις εθνοσυνελεύσεις, τους ένοπλους του Αγώνα, τους ξένους ταξιδιώτες, τους Φιλέλληνες, τα επαναστατικά δάνεια και τα ξενικά κόμματα.
    Ο Θάνος Βερέμης δεν διστάζει να θέσει και ερωτήσεις κρίσεως, όπως ποια ήταν η σημασία της εκκλησίας στην Παλιγγενεσία, γιατί οι στρατιωτικές επιτυχίες των Ελλήνων τους οδήγησαν τελικά στη διχόνοια και γιατί ο Ιμπραήμ κατάφερε ως το τέλος να καταστείλει την επανάσταση στην Πελοπόννησο. Δεν αφήνει στο απυρόβλητο ούτε τις διεθνείς σχέσεις της Ελλάδας με τις Μεγάλες Δυνάμεις της εποχής, την Μεγάλη Βρετανία, τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Αυστροουγγαρία και τη Ρωσια.
    Στο σύνολό του, το νέο έργο του Θάνου Βερέμη απευθύνεται σε όλους τους Έλληνες που τους ενδιεφέρει να μάθουν με εγκυρότητα τη νεώτερη και σύγχρονη ιστορία τους. Το βιβλίο μπορεί να διαβαστεί και αποσπασματικά, εφόσον οι ερωτήσεις μπορούν να αναγνωσθούν με όποια σειρά είναι επιθυμητό, καθώς δεν υπάρχει συνέχεια μεταξύ τους, απλά θίγεται κάθε φορά ένα συγκεκριμένο, διαφορετικό κάθε φορά, θέμα. Έτσι ο αναγνώστης μπορεί να λύσει τυχόν απορίες ή να εμβαθύνει μόνο σε θέματα στα οποία επιθυμεί, σχηματίζοντας όμως παράλληλα μία ολοκληρωμένη εικόνα για τα τόσο σημαντικά για την ιστορία μας γεγονότα της Παλιγγενεσίας.

Κυριακή 2 Αυγούστου 2020

Πάτρικ Λη Φέρμορ, Η εποχή της δωρεάς, εκδ. Μεταίχμιο, 2020, σελ.468


     Λίγα είναι τα δείγματα ταξιδιωτικής λογοτεχνίας του 20ου αιώνα που μας εκπλήσσουν τόσο πολύ όσο το βιβλίο του Πάτρικ Λη Φέρμορ "Η εποχή της δωρεάς".
     Ο αγγλοϊρλανδικής καταγωγής  συγγραφέας το 1933, μετά από την κατάταξή του στον στρατό σε ηλικία δεκαοκτώ ετών αποφασίζει να εκτελέσει ένα πρωτότυπο και δύσκολο εγχείρημα: να περάσει τη Μάγχη και να διασχίσει την Ευρώπη με τα πόδια με προορισμό την Κωνσταντινούπολη. 
    Άνθρωπος περίεργος, ρομαντικός, με καλλιτεχνικές ανησυχίες και τη στόφα του εκκολαπτόμενου λογοτέχνη, ο Φέρμορ επιδίδεται σε εκπληκτικές περιγραφές των χωρών που διασχίζει, παρέχοντας ταυτόχρονα στον αναγνώστη πλήθος ιστορικών, φυσικών, γεωγραφικών, πολιτισμικών, αλλά και εθνογραφικών πληροφοριών. Επιπροσθέτως, ο λόγος του συχνά αγγίζει τα όρια του ποιητικού, με τη χρήση άφθονων επιθέτων και μεταφορών.
      Η αφήγηση ξεκινά με μία σύντομη αναφορά στα παιδικά χρόνια του συγγραφέα στα χρόνια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Στη συνέχεια ο ταξιδευτής κάνει αναφορά στους λόγους της φυγής του και ξεκινά το χρονικό του από τη διεξοδική περιγραφή της χώρας που διέσχισε πρώτη, την Ολλανδία, καθώς και των ανθρώπων που κατοικούν σε αυτήν.
     Ακολουθεί η είσοδος του λογοτέχνη-οδοιπόρου στη νεότευκτη ναζιστική Γερμανία. Εδώ οι μαγευτικές περιγραφές των εξαίρετων φυσικών τοπίων, των ποταμών του Ρήνου, του Νέκαρ και του Δούναβη συνυφαίνονται αριστοτεχνικά, μα και αντιθετικά, με τις εικόνες του ανερχόμενου ναζισμού και του ρατσισμού της χώρας, τις μυθικές αναφορές στη μυθολογία των σκανδιναβικών λαών, καθώς και με τις μνήμες του Μεγάλου Πολέμου, αλλά και της Τριακονταετούς σύρραξης του 17ου αιώνα (1618-1648).
      Ακολουθεί η πορεία του συγγραφέα μέσα από την αυτοκρατορική Αυστρία με τα παλάτια του Δούναβη και, τέλος, η επίσκεψή του στην Τσεχία, τη Σλοβακία και την Ουγγαρία, μέρη όπου ο συγγραφέας διακρίνει ακόμη έντονα τις μνήμες από τη σφοδρή διαμάχη καθολικών και προτεσταντών.
      Μέσα από τις σελίδες του βιβλίου περιηγούμαστε σε έναν κόσμο κινητικό, έναν κόσμο ο οποίος βρίσκεται σε διαρκή αλλαγή. Η παρακμή των πύργων των ευγενών, η άνοδος της αστικής τάξης, η ανερχόμενη πορεία των ολοκληρωτικών καθεστώτων, η παρακμή της αποικιοκρατίας και οι τραυματικές μνήμες από τον όλεθρο του Μεγάλου Πολέμου δείχνουν ότι η Ευρώπη του Μεσοπολέμου ήταν ένας κόσμος που εγκυμονούσε το νέο, χωρίς όμως να αποποιείται τις μεσαιωνικές τις μνήμες και καταβολές. 
    Συμπερασματικά, το βιβλίο του Φέρμορ αναδεικνύεται ως το καταλληλότερο όχημα προκειμένου να έρθει σε επαφή ο αναγνώστης με την Ευρώπη του Μεσοπολέμου και τις φυσικές ομορφιές της. Είναι επίσης ένα βιβλίο που θα εντυπωσιάσει τους λάτρεις της παλιάς καλής λογοτεχνίας όπως τη γνωρίσαμε από τους μεγάλους κλασικούς, αλλά και τους εραστές της ταξιδιωτικής λογοτεχνίας.

Beth o’ Leary, Η ανταλλαγή, εκδ. Μεταίχμιο

  Αναντίρρητα, δεν είναι όλα τα feelgood μυθιστορήματα ωραία, ούτε και καλογραμμένα. "Η ανταλλαγή" όμως διαθέτει αυτά τα χαρακτηρι...