Παρασκευή 25 Ιουνίου 2021

Αστερόπη Λαζαρίδου, Μην πατάς ξυπόλητη, εκδ. Καστανιώτη, 2021, σελ.312

 

https://www.kastaniotis.com/book/978-960-03-6872-7

"Γιατί γράφεις για σένα;"

"Γιατί τόσο καλά δεν ξέρω κανέναν άλλο".   


"Η ζωή μου είναι αστεία και γλυκόπικρη. Σαν γαλλική ταινία με ρουμάνικους υπότιτλους. Και αποκτά νόημα, μόνο όταν την αφηγούμαι σε όσους έχουν όρεξη να ακούσουν. Αυτές ήταν οι ιστορίες μου. Οι ιστορίες της Αστερόπης, που είναι αληθινή, με σάρκα και οστά".

Έτσι μας επεξηγεί η συγγραφέας και αυτοβιογράφος Αστερόπη Λαζαρίδου στο τέλος του βιβλίου της τους λόγους για τους οποίους ωθήθηκε στη συγγραφή της πανέμορφης επιλεκτικής αυτοβιογραφίας της με τίτλο Μην πατάς ξυπόλητη.

Είναι, αναμφίβολα, μία ιδιαίτερη αυτοβιογραφία, γραμμένη από έναν, ως φαίνεται, ιδιαίτερο και ξεχωριστό άνθρωπο. Η Αστερόπη Λαζαρίδου δηλώνει επαγγελματίας δημοσιογράφος, απασχολούμενη επί χρόνια στο Βήμα και τα περιοδικά του. Δηλώνει εξαιρετικά έμπειρη στη σύνταξη κάθε λογής δημοσιογραφικών κειμένων και μεταφέρει την εμπειρία της αυτή στη Λογοτεχνία με, ομολογουμένως, πολύ καλά αποτελέσματα.

Το πρώτο της, λοιπόν, αυτό βιβλίο, είναι πολλά πράγματα. Πρώτ' απ' όλα μια επιλεκτική αυτοβιογραφία, όπως είπαμε. Έπειτα μία αναδρομή στα τελευταία χρόνια  του 20ου αιώνα και στα πρώτα του 21ου που θα λατρέψουν οι σημερινοί αναγνώστες οι οποίοι διανύουν τα σαράντα-πάνω κάτω- έτη ζωής. Επιπλέον, είναι μια βαθιά κατάθεση ψυχής και παράθεση πολλών αληθειών χωρίς παρωπίδες και εξωραϊσμούς. Και, τέλος, είναι μία αμφισβήτηση των καθιερωμένων "πρέπει" της κοινωνίας, "πρέπει" τα οποία τόσο ανελέητα μας κυνηγούν καμιά φορά και κλέβουν την ευτυχία μας. Πώς ορίζεται όμως η ευτυχία; Σύμφωνα με την Αστερόπη αυτή δεν είναι παρά:

 "Ευτυχία είναι δύο μπάλες παγωτό μέσα στον χειμώνα, μια βόλτα στον ήλιο, ένα χάδι μέσα σε έναν κόσμο που σπρώχνεται και στριμώχνεται στα βαγόνια του μετρό..."

Τόσο απλά.  Όπως έτσι, απλά και λιτά, μα πάντα προσεγμένα, επιλέγει να γράφει η Α.Λ. Μας παραδίδει την προσωπική της εξομολόγηση γραμμένη με πολύ χιούμορ, δηκτική, αλλά και φιλοσοφική και αποφθεγματική διάθεση.

Στο βιβλίο της μας μιλάει για όλα όσα απασχολούν τον σύγχρονο άνθρωπο κι ιδίως τη γυναίκα. Για την ψυχοθεραπεία που είναι, τελευταία, της μόδας και για το κατά πόσον αυτή μας είναι τελικά απαραίτητη. Για την περίπλοκη σχέση με το άλλο φύλο, το σεξ, την εγκυμοσύνη, τη μοναξιά, αλλά και την αντισυμβατική επιλογή της μη μητρότητας. Πόσες γυναίκες γύρω μας άραγε δεν έχουν βιώσει "ρατσιστική" αντιμετώπιση από τους γύρω τους, μόνο και μόνο επειδή έχουν επιλέξει να απαρνηθούν τη μητρότητα; Πόσες γυναίκες που έχουν μείνει με ένα παιδί από επιλογή τους δεν έχουν, άραγε, πληγωθεί, ακούγοντας συχνά από τα απερίσκεπτα χείλη μερικών άλλων το περίφημο Ένα ίσον κανένα", φέρνοντάς τις στη θέση να απολογηθούν για την επιλογή τους; Σε αυτούς που τόσο εύκολα ποδοπατούν τα αισθήματα των άλλων, η συγγραφέας έχει την καλύτερη απάντηση:

""Ένα ίσον κανένα", άκουσα πρόσφατα σε μία συζήτηση και, ως μοναχοπαίδι, ομολογώ ότι ανατρίχιασα. Ποτέ δεν αισθάνθηκα ως κανένας. Και γιατί ακριβώς πρέπει τα παιδιά να γίνουν σετ; Η περίφημη δυαδικότητα σε όλα, κατάρα μιας κοινωνίας η οποία δεν αντέχει τις μονάδες, που οποιονδήποτε μόνο τον θεωρεί παράταιρο, σαν κάλτσα που έχασε για πάντα την αδελφή ψυχή της στο πρόγραμμα για τα βαμβακερά και ευαίσθητα".

Ύστερα είναι η απώλεια των γονέων και η δύσκολη διαχείρισή της. Όταν χάνουμε τους γονείς μας περνάμε μία δεύτερη ενηλικίωση; Ίσως... Το μόνο σίγουρο είναι ότι χάνουμε έτσι τον κυριότερο δεσμό μας με τα παιδικά μας χρόνια. Γι' αυτό και το πατρικό μας σπίτι θα έχει πάντοτε ιδιαίτερη θέση στην καρδιά μας.

Πέρα από τα διαχρονικά αυτά, όμως, ζητήματα, και καθαρά σύγχρονοι προβληματισμοί απασχολούν τη συγγραφέα, όπως η μόδα των social media, των διαρκών αναρτήσεων, των like και η απόδραση σε αυτόν τον ψεύτικο, εικονικό κόσμο που κρύβει επιμελώς την αλήθεια. Ύστερα είναι οι άστεγοι, ένα πρόβλημα που διογκώθηκε κατά πολύ τα τελευταία χρόνια με την οικονομική κρίση. H ανεργία. Η μοναξιά της σύγχρονης εποχής. Η ενδοοικογενειακή βία. Και φυσικά το lockdown και τα επακόλουθα του κορονοιού που μας άλλαξαν αναπόφευκτα όλους.

Εν τέλει, πρόκειται για ένα "αιρετικό" βιβλίο που αντιβαίνει τον κοινώς αποδεκτό και "ορθόδοξο" τρόπο σκέψης. Αυτή είναι, όμως, η Αστερόπη, η οποία σκιαγραφεί εδώ το ιδιαίτερο προφίλ της και μας δίνει συμβουλές και μαθήματα ζωής, δοσμένα με τον δικό της ανάλαφρο τρόπο. Και ξέρετε κάτι; Σε κανένα από όλα τα βιβλία που έχω διαβάσει δεν μου έχει γεννηθεί τόσο έντονα η επιθυμία να γνωρίσω από κοντά έναν συγγραφέα, όσο αυτήν. Την Αστερόπη Λαζαρίδου.



 

Αλκυόνη Παπαδάκη, Τα όμορφα τοπία της κόλασης, εκδ. Διότπρα, 2021, σελ. 234


 https://www.dioptra.gr/vivlio/elliniki-logotexnia/ta-omorfa-topia-tis-kolasis/

Αντίδοτο αισιοδοξίας και πάθος για ζωή στους ζοφερούς καιρούς μας... Όμορφα τοπία καταμεσής στην κόλαση βρίσκονται παντού γύρω μας. Απλά εμείς δεν έχουμε πάντα ανοιχτά τα μάτια μας για να τα δούμε...

Αυτό είναι, με δυο λόγια, το απόσταγμα και το ηθικό δίδαγμα από το νέο βιβλίο της Μεγάλης Κυρίας της Λογοτεχνίας, η οποία είναι συγχρόνως και διδασκάλισσα της ζωής με τα πολλά αποφθέγματα των έργων της, της Αλκυόνης Παπαδάκη.

Ο άνθρωπος έχει την τάση να βλέπει μόνο το κακό, να μεμψιμοιρεί και να γκρινιάζει. Κι όμως υπάρχουν γύρω μας άνθρωποι οι οποίοι δεν λύγισαν με τις πρώτες δυσκολίες που η ζωή έφερε στον δρόμο τους. Αντίθετα συνέχισαν να είναι αισιόδοξοι, να μοιράζουν γύρω τους ανοιχτόκαρδα την αγάπη, να δείχνουν καλοσύνη, να αγωνίζονται, να αντιμετωπίζουν στωικά τον θάνατο και να μην χάνουν την πίστη τους στον Θεό και στα καλά που αυτός θα φέρει στον δρόμο μας. Τέτοιοι άνθρωποι, σαν μαγιάτικα λουλούδια με το χαμόγελο μονίμως χαραγμένο στα χείλη τους, πρωταγωνιστούν στο βιβλίο της Παπαδάκη Τα όμορφα τοπία της κόλασης.

Το βιβλίο αποτελεί ένα απάνθισμα πολλών και διαφορετικών μεταξύ τους ιστοριών βγαλμένων μέσα από την ίδια τη ζωή. Πρόκειται για απλές καθημερινές συναντήσεις με την ατυχία που συμβαίνουν είτε εξαιτίας των λανθασμένων επιλογών των πρωταγωνιστών, είτε εξαιτίας της Μοίρας, η οποία αποδεικνύεται άδικη για ορισμένους συνανθρώπους μας. Η ηλικιωμένη Μερόπη, το πρώην πλουσιοκόριτσο Αριάδνη, η όμορφη Μυρτώ, η Δώρα και ο Αντρέας στην Άρτα, η αγωνίστρια γιαγιά Ανδρομάχη στην Κρήτη, η αδικημένη από τη φύση Βίκυ, ο νεαρός επαναστάτης και πρώην ναρκομανής Σίμος και οι τυφλοί Στέφη και Νάσος, όλοι αυτοί είναι άνθρωποι πολύ διαφορετικοί μεταξύ τους, έχουν όμως κάτι κοινό: τα μεγάλα αποθέματα αγάπης που διαθέτουν, τη θετική αντιμετώπιση της ζωής και τη διάθεσή τους να αγωνιστούν όταν οι περιστάσεις το απαιτήσουν, πάντα με το χαμόγελο στα χείλη. Διότι "πάντα κάτι καλό θα γίνεται όταν ξέρεις να το περιμένεις", "Και στη χειρότερη κόλαση υπάρχει πάντα μια γωνίτσα, ένα κρυφό τοπαλάκι, όπου σε περιμένει ο φύλακας αγγελός σου..." και "Όπου κι αν βρεθεί ο άνθρωπος μπορεί να φτιάξει μια ομορφιά!". Πάντα υπάρχει κάπου κάποιος που περνάει τα ίδια ή ακόμη χειρότερα από εσένα. Όλα τα παραπάνω είναι τα "μότο"των ηρώων της Παπαδάκη και με αυτά πορεύονται στη ζωή τους.

Αποτέλεσμα όλου αυτού του αποστάγματος από την παραπάνω φιλοσοφία ζωής είναι ένα βιβλίο πολυποίκιλο, πολύχρωμο, ένα βιβλίο το οποίο περικλείει όλα τα πάθη, αλλά και τις χαρές των ανθρώπων, που δεν είναι άλλες, πολλές φορές, από τα μικρά και απλά καθημερινά πράγματα. 

Οκτώ ιστορίες, άλλες μικρότερες και άλλες μεγαλύτερες, ιστορίες έρωτα, φονικών, οικογενειακές, ιστορικές για τον ελληνοϊταλικό πόλεμο, την Κατοχή και τον Εμφύλιο που μας περιμένουν σε ένα πόνημα το οποίο ξεχειλίζει από λυρισμό. Η Παπαδάκη εξάλλου φημίζεται για τη ρυθμική, μελωδική της γλώσσα, η οποία περικλείει μέσα της κάτι από τον Παράδεισο. Το ιδιότυπο και εντελώς ξεχωριστό ύφος της έχει το πλεονέκτημα ότι είναι ευκολοδιάβαστο, μα συνάμα τόσο πλούσιο σε διδάγματα για τη Ζωή και λογοτεχνικό πλούτο. Οι διάλογοι είναι, όπως πάντα στα βιβλία της, άφθονοι, αυθόρμητοι και ολοζώντανοι, με αποτέλεσμα να νιώθει ο αναγνώστης ότι οι ομιλητές απευθύνονται στον ίδιο προσωπικά και όχι στον ήρωα συνομιλητή τους στο βιβλίο.

Η βασική ιδέα του βιβλίου κινείται αφηγηματικά γύρω από ένα πρόσωπο, μάλλον γυναίκα, με ταυτότητα η οποία όμως παραμένει αδιευκρίνιστη στον αναγνώστη, το οποίο ακούει τις ιστορίες των πρωταγωνιστών, ανθρώπων που έζησαν όλοι τους ανάμεσα στη Σκύλλα και τη Χάρυβδη, αλλά δεν λύγισαν στις δυσκολίες. Έτσι, το κεντρικό πρόσωπο του βιβλίου καταλήγει στο απόσταγμα της ζωής:

"Έμαθα πως όταν σε χτυπούν τα άγρια κύματα, στα βαθιά της θάλασσας, και γύρω σου είναι τα σκυλόψαρα έτοιμα να σε καταπιούν, πάντα υπάρχει δίπλα σου ένα κοχύλι που μέσα του κρύβεται ο Θεός. Σφίξε το στη χούφτα σου και θα σε οδηγήσει στην ακτή που ονειρεύτηκες.

Ακόμα κι όταν το δέντρο της ζωής σου το έχει ρημάξει ο βοριάς, κοίτα γύρω σου τα πουλιά που τραγουδούν πάνω στα ξεγυμνωμένα δέντρα. Είναι η ζωή που προσπαθεί να σε μαγέψει με το τραγούδι της. Μη στρέψεις αλλού το πρόσωπό σου. Σ' εσένα είναι αφιερωμένο το τραγούδι της. Άκουσέ το!"

Η Παπαδάκη, επομένως, μας προσφέρει μία νότα αισιοδοξίας με το βιβλίο της, μία αχτίδα ελπίδας στους τόσο δύσκολους καιρούς που διανύουμε. Όταν το διαβάσουμε θα το απολαύσουμε και θα νιώσουμε καλύτερα διότι, ως γνωστόν, η πένα της Αλκυόνης μιλάει κατευθείαν στην ψυχή του αναγνώστη. Δεν θα μας πάρει πολύ χρόνο και το ταξίδι θα μας συνεπάρει. Και αυτοί οι λόγοι είναι υπεραρκετοί για να το διαβάσουμε.

Τετάρτη 23 Ιουνίου 2021

Τηλέμαχος Μουδατσάκης, Τάναϊς, το πλοίο του πικρού χωρισμού, εκδ. Καστανιώτη, 2021, σελ.434

 

https://www.kastaniotis.com/book/978-960-03-6683-9

 

Tελευταία όλο και περισσότεροι άνθρωποι του θεάτρου επιδίδονται στη συγγραφή βιβλίων και μάλιστα με αρκετά επιτυχημένο τρόπο. Ένας τέτοιος συγγραφέας, προερχόμενος από τη Μεγαλόνησο και από τον χώρο του θεάτρου, είναι και ο Τηλέμαχος Μουδατσάκης. Το Τάναϊς, το πλοίο του πικρού χωρισμού είναι το δεύτερό του μυθιστόρημα μετά τα Άμφια Εταίρας. Και πάλι το μυθιστόρημά του έχει σχέση με την Ιστορία και μέρος της υπόθεσης διαδραματίζεται στη γενέτειρά του, το Μεγάλο Κάστρο, δηλαδή το Ηράκλειο της Κρήτης, όπως το αποκαλούσαν παλαιότερα.

Πρόκειται για  ένα ιδιαίτερο βιβλίο, ένα ιστορικό μυθιστόρημα το οποίο μπορούμε άνετα να τοποθετήσουμε στη Λογοτεχνία του Ολοκαυτώματος ή Στρατοπεδική Λογοτεχνία, αφού ένα μέρος του εκτυλίσσεται και μέσα στην κόλαση του Άουσβιτς.

Ο Τ.Μ. πραγματοποίησε μία πολύ ενδιαφέρουσα ιστορική έρευνα  για ένα άγνωστο σχετικά επεισόδιο της ιστορίας του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου στη χώρα μας, το οποίο έλαβε χώρα στην ιδιαίτερη πατρίδα του συγγραφέα, την Κρήτη.

Πιο συγκεκριμένα, τον Ιούνιο του 1944 το ατμόπλοιο Τάναϊς αναχωρεί από το λιμάνι του Μεγάλου Κάστρου, συνοδευόμενο από άλλα πλοία και φορτωμένο με 430 ψυχές. Προορισμός είναι ο Πειραιάς και κατόπιν το κολαστήριο του Άουσβιτς. Από τους 430 ανθρώπους, οι 269 είναι Εβραίοι της Κρήτης, οι 112 Ιταλοί αιχμάλωτοι και οι 48 Κρητικοί αντιστασιακοί. Όμως το πλοίο θα βυθιστεί από τα πυρά ενός συμμαχικού υποβρυχίου, του Vivid, και μονάχα 50 άτομα θα καταφέρουν να διασωθούν, άλλοι από τα καταδιωκτικά και άλλοι από το πλωτό νοσοκομείο Αγία Σκέπη.

Γύρω από το παραπάνω κομβικό ιστορικό γεγονός πλέκει τη μυθοπλασία του ο Τ.Μ. με βασικούς πρωταγωνιστές τον Μώη, τον Θοδ, αλλά και τον Μάξιμο και τη Μαζάλ, δύο ερωτευμένους κρητικοεβραίους, των οποίων η ζωή σημαδεύτηκε από το ναυάγιο του Τάναϊς.

Το μυθιστόρημα χωρίζεται άτυπα σε τρία μέρη. Στο πρώτο περιγράφεται η ζωή Εβραίων και Κρητικών στην Κρήτη της γερμανικής κατοχής, καθώς και η περιπετειώδης μεταφορά των κρατουμένων από τα Χανιά στο Μεγάλο Κάστρο, προκειμένου να επιβιβαστούν στο Τάναϊς. Εδώ περιγράφεται επίσης και ο απόπλους, αλλά και το ταξίδι του ατμόπολοιου μέχρι τη στιγμή του ναυαγίου του.

Κατόπιν ο συγγραφέας, μετά από τη σκηνή της βύθισης του πλοίου, εκτελεί ένα χρονικό άλμα, αφήνοντας κάποια αφηγηματικά κενά στην υπόθεση έτσι ώστε να τα λύσει αργότερα και να κεντρίσει περαιτέρω το ενδιαφέρον του αναγνώστη, Το σκηνικό του βιβλίου μεταφέρεται, λοιπόν, κατευθείαν στο Άουσβιτς, όπου έχουν μεταφερθεί κάποιοι από τους επιζώντες του ναυαγίου.

Στο τρίτο μέρος ο συγγραφέας εξιστορεί τη ζωή μετά από το Άουσβιτς όσων επιζήσαντων του ναυαγίου κατάφεραν να επιβιώσουν και από εκεί. Η υπόθεση κινείται από τη μεταπολεμική Γερμανία και την Ιταλία στην Κρήτη, εκεί όπου θα καταφέρουν να επιστρέψουν ορισμένοι από τους επιζώντες πρωταγωνιστές.

Πέρα από τα βασικά ιστορικά στοιχεία που αφορούν το Τάναϊς, την γερμανική κατοχή στην Κρήτη και τη ζωή στο Άουσβιτς, ο συγγραφέας καταφέρνει να πλέξει μία συγκινητική ιστορία αγάπης  και να ξαφνιάσει τον αναγνώστη με τις πολλές ανατροπές που επιφυλάσσει το τέλος τς ιστορίας του. Ένας από τους πρωταγωνιστές ο Θοδ ή Θοδωρής Κανάκης κρύβει μία αινιγματική ταυτότητα και κουβαλά μία περίπλοκη ιστορία καταγωγής.

Στο Άουσβιτς, αλλά και στην Κρήτη, αποτυπώνεται με ενάργεια ο χωρισμός των Γερμανών σε δύο κατηγορίες ανθρώπων, τους πιο συμπαθείς και ανθρώπινους χαρακτήρες από τη μια, που αποδοκιμάζουν τη γενοκτονία και το ρατσιστικό φυλετικό μίσος, και σε αυτούς, από την άλλη, που δεν είναι τίποτε παραπάνω από αιμοδιψή και αναίσθητα θηρία. Οι εκτελέσεις, τα πάθη, οι εκδικήσεις, ο ξεσηκωμός των Sonderkommando και οι σκέψεις για απόδραση είναι μερικές μονάχα από τις όψεις του στρατοπέδου που περιγράφονται στο βιβλίο.

Ο συγγραφέας ακολουθεί θεματικά και νοηματικά την αρχαία τραγωδία, περιγράφοντας τόσο την Ύβρη, όσο και τη Νέμεση στο μυθιστόρημά του.Οι ήρωες, όπως συμβαίνει στην αρχαία τραγωδία, είναι δέσμιοι της Μοίρας και προσπαθούν μάταια να ξεφύγουν από όσα αυτή επιφυλάσσει για τη ζωή τους.

Ο Τ.Μ χρησιμοποιεί έναν άκρως ρεαλιστικό λόγο με πολλές συμβολικές προεκτάσεις και πολλές φορές αποφθεγματικού τύπου εκφράσεις, οι οποίες συνήθως περιστρέφονται γύρω από τον θάνατο ή τη σκαιότητα της ζωής στα στρατόπεδα του θανάτου:

"Μόνο οι Ες-Ες στα campus δεν είχαν εφιάλτες, γιατί ήταν οι ίδιοι εφιάλτες ή τους φοβούνταν και οι ίδιοι οι εφιάλτες!"

"Πώς όμως να ετοιμαστείς για θάνατο όταν είσαι δεκαέξι χρονών;"

"Στο campus του Άουσβιτς όλες οι σχέσεις γνώρισαν την ως τότε αόρατη πλευρά τους. Κάτι, οτιδήποτε, για να ισχύσει έπρεπε να επιφέρει πόνο. Οι αισθήσεις δοκιμάζονταν από μία νέα φυσιολογία, που άλλαζε συλλήβδην τον χαρακτήρα ως ιστορικό και πολιτιστικό στοίχημα. γεύση δεν υπήρχε ή υπήρχε ως νοσταλγία γεύσης, αφού η τροφή αρκούσε μόλις για την επιβίωση στην εξ ανάγκης εργασία".

Το δυνατότερο, όμως, σημείο, στον μεστό  λόγο του συγγραφέα είναι οι γεμάτοι πάθος και άκρατη ειλικρίνεια διάλογοί του, οι οποίοι καταφέρουν να σοκάρουν τον αναγνώστη με την έντασή και τον ωμό ρεαλισμό των λεγομένων τους. Στο συγκεκριμένο απόσπασμα αποτυπώνεται η τεράστια διαφορά μεταξύ των διαφορετικών προσεγγίσεων για το Ολοκαύτωμα μεταξύ δύο Γερμανών. Για να γίνει ακόμη πιο έντονη η αντίθεση, πρόκειται για πατέρα και κόρη:

"..

-Κάποτε θα είναι περήφανα για ό,τι συμβαίνει εδώ!

-Για τη δυστυχία του άλλου; Τι υπερηφάνεια θα είναι αυτή;

-Με τη δυστυχία του άλλου χτίζεις τη δική σου ευτυχία.

-Ευτυχία που ευθύς καταρρέει, επικρίνει η Μαρίεν/.

-Αν δεν έχεις χέρια να τη σηκώσεις, τότε ναι!

-Πατέρα, τα χέρια σου είναι δανεικά, το ίδιο και η δύναμή τους. Όταν τα επιστρέψετε στον πιστωτή τους!...

-Η Γερμανία θα 'ναι ο απόλυτος κυρίαρχος!

-...μιας τραγικής ήττας.

-Μιας gloria mundi.

-Δεν ήρθα γα να σε συνετίσω.

-Το χρήμα που θα 'χεις μετά την κατίσχυση του Ράιχ, θα σου αλλάξει τις ιδέες ,επιμένει ο πατέρας στην κληρονόμο του.

-Είσαι φονιάς.

-Αγαθόεργος.

-Τι εμπαιγμός!"

Ωμότητα που σοκάρει σε αυτόν τον διάλογο, πικρές αλήθειες που δεν λέγονται και εκ διαμέτρου διαφορετικές προσεγγίσεις, οι οποίες αναμφίβολα, αντανακλούν τη βαθιά διαίρεση του γερμανικού λαού την εποχή του ναζισμού.

Το Τάναϊς, το πλοίο του πικρού χωρισμού ήταν αυτό που άλλαξε οριστικά και αμετάκλητα τη ζωή όσων επιβιβάστηκαν σε αυτό εκείνη τη μοιραία μέρα του Ιουνίου του 1944. Αυτά ακριβώς τα γυρίσματα της Μοίρας στις ζωές των απλών ανθρώπων καταγράφει ο Τ.Μ. στο βιβλίο του.

 

 

Δευτέρα 21 Ιουνίου 2021

Αγγελική Δαρλάση, Από μακριά, εκδ. Μεταίχμιο, 2021, εικονογραφ. Βασ. Κουτσογιάννης

 

https://www.metaixmio.gr/el/products/%CE%B1%CF%80%CE%BF-%CE%BC%CE%B1%CE%BA%CF%81%CE%B9%CE%B1\


Από μακριά ήρθε η Άλη...

Από μακριά παρακολουθούσε τα άλλα παιδιά, έχοντας συναίσθηση της διαφορετικότητάς της...

Κι από μακριά, έλεγαν οι γονείς στα παιδιά τους, να έχουν αυτά τη νεοφερμένη, επειδή δεν τους "γέμιζε το μάτι"...

Δεν είναι σας εσάς η Άλη, το μυστηριώδες κορίτσι, το οποίο εμφανίζεται το κατακαλόκαιρο στην καρδιά της γκρίζας και θλιμμένης πόλης μαζί με το πολύχρωμο λούνα παρκ. Δεν είναι σαν εμάς, δεν τη θέλουμε κοντά μας. Ούτε σαν εσένα, ούτε σαν εμένα... Αυτό ακριβώς είπαν οι Nαζί όταν αποφάσισαν να στείλουν στον θάνατο τουλάχιστον 500.000 Ρομά. Γιατί το διαφορετικό πάντοτε το φοβόμαστε, ακριβώς επειδή είναι αλλιώτικο από εμάς. Το διαφορετικό είναι συχνά επικίνδυνο και μας βάζει περίεργες ιδέες στο κεφάλι. Ιδέες περίεργες, "αιρετικές", απλά... διαφορετικές.

Ένα μικρό και μαγευτικό παραμύθι με θέμα τη διαφορετικότητα και το Ολοκαύτωμα των Ρομά, με την υπέροχη, μυστηριακή, όσο και "διαφορετική" εικονογράφηση του νεαρού Βασίλη Κουτσογιάννη, μας αφηγείται η βραβευμένη συγγραφέας Αγγελική Δαρλάση. Μετά από το Όταν έφυγαν τα αγάλματα και Το αγόρι στο θεωρείο, το Από μακριά είναι ένα ακόμη βιβλίο της που φιλοδοξεί να στείλει ένα ηχηρό μήνυμα κατά του ρατσισμού και της μισαλλοδοξίας, μέσα από μία ιστορία συμβολισμών, αλληγοριών, ενός πολύχρωμου λούνα παρκ και ενός κοριτσιού Ρομά, της Άλη.

Η επιλογή του ονόματος δεν μπορεί παρά να είναι συμβολική. Άλη όπως Άλλη, Άλλος, ήτοι ο διαφορετικός... Το ίδιο συμβολική είναι και η επιλογή της τοποθεσίας στην οποία διαδραματίζεται η υπόθεση. Αυτό δεν είναι άλλο από ένα πολύχρωμο λούνα παρκ, τόπος χαράς και διασκέδασης για τα παιδιά της μουντής πόλης την οποία επισκέπτεται αυτό μες το κατακαλόκαιρο και έρχεται σε ευθεία αντίθεση με τη μελαγχολική διάθεση της Άλη, του κοριτσιού που ήρθε μαζί με το λούνα παρκ εκείνο το καλοκαίρι στην πόλη. Αυτό το κορίτσι όμως, το οποίο όλοι στην αρχή κοροϊδεύουν και περιγελούν, μοιάζει να έχει απόκοσμες δυνάμεις... Τι θα γίνει όταν τις βάλει σε εφαρμογή;

Η συγγραφέας παρουσιάζει σκόπιμα τους ενήλικες ως ενορχηστρωτές του ρατσισμού τον οποίο επιδεικνύουν συχνά τα παιδιά, αφού αυτά δεν ακολουθούν, τελικά, παρά τις συμβουλές και τις κούφιες, πολλές φορές, νουθεσίες των μεγάλων. Οι ενήλικες είναι αυτοί που αναθεωρούν δυσκολότερα τη γνώμη τους και αυτοί που δυσκολότερα παραδέχονται τα λάθη τους.

Τα παιδιά, από την άλλη, παρουσιάζονται μεν, αρχικά τουλάχιστον, ως φερέφωνα των μεγάλων, αλλά, από την άλλη, είναι πιο πρόθυμα να συγχωρήσουν και να μεταβάλουν τη γνώμη και τη συμπεριφορά τους όταν οι περιστάσεις το απαιτήσουν. Μπορούν να γίνουν εξαιρετικά σκληρά κάποιες φορές, μα και να αποδειχθούν εξαιρετικά ευαίσθητα κάποιες άλλες.

Η Α.Δ. για άλλη μια φορά κατάφερε να μεταποιήσει επιδέξια ένα γνωστό θέμα της ελληνικής παιδικής και εφηβικής λογοτεχνίας, αυτό της διαφορετικότητας του άλλου και του ρατσισμού,  με τον δικό της ιδιαίτερο και μοναδικό τρόπο σε ένα ευκολοδιάβαστο παραμύθι με άφθονους συμβολισμούς και λυρική γραφή. Παράλληλα όμως, επιλέγει να ρίξει φως στη διαφορετικότητα μέσω ενός παραμελημένου θέματος, αυτό του Ολοκαυτώματος των Ρομά.

 Σχετικά με το Ολοκαύτωμα έχουν χυθεί άφθονοι τόνοι μελάνης, τόσο στην Ελληνική, όσο και στην Παγκόσμια λογοτεχνία. Οι θηριωδίες των ναζί εναντίον των Εβραίων και η συστηματική τους εξόντωση είναι πλέον γνωστά σε όλους μας. Το Ολοκαύτωμα των Ρομά όμως, αποτελεί μία πολύ λιγότερο γνωστή πτυχή του Ολοκαυτώματος, όπως και το πρόγραμμα ευθανασίας Τ4 των αναπήρων, τα οποία επιχειρήθηκαν αμφότερα από τους ναζί. Αυτό αποτελεί και έναν ακόμη καλό λόγο για να δωρίσουμε στα παιδιά  μας το συγκεκριμένο βιβλίο. Διότι ο ρατσισμός είχε, έχει και θα έχει πάντα πολλούς αποδέκτες: όλους όσους επιλέγουν να διαφέρουν και να ζουν με όρους αιρετικούς και αντισυμβατικούς από το κοινό σύνολο. Και δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι καμιά φορά η επιλογή της διαφορετικότητάς τους δεν είναι δική τους αλλά επιβεβλημένη...

 Εν κατακλείδι, το Από μακριά πρόκειται για ένα γοητευτικό παραμύθι που μπορεί να διαβαστεί από παιδιά, από εφήβους, αλλά και από μεγάλους, εν πολλοίς από αναγνώστες κάθε ηλικίας. Συνιστάται, δε, ανεπιφύλακτα για χρήση σε σχολικές ομάδες φιλαναγνωσίας για όλες τις τάξεις του δημοτικού.

Σάββατο 19 Ιουνίου 2021

Τζωρτζ Όργουελ, 1984, διασκευή και εικονογράφηση Fido Nesti, εκδ. Κάκτος, 2021, σελ. 222

 

https://www.kaktos.gr/el/orgouel-tzortz-1984-978-960-382-064-2.html

Το 1984 του Τζώρτζ Όργουελ θεωρείται, και δικαίως, έργο σταθμός για τη λογοτεχνική παραγωγή του 20ου αιώνα. Έργο δυστοπικό και συνάμα προφητικό, εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1949 και επηρέασε όσο κανένα άλλο την μετέπειτα λογοτεχνική παραγωγή του περασμένου αιώνα.

Πρόκειται για ένα κείμενο το οποίο θα έπρεπε όλοι να διαβάσουμε προκειμένου να κατανοήσουμε τους κινδύνους της άκρας δεξιάς και αριστεράς που απειλούν ενίοτε τη δημοκρατία μας. Περιγράφει εναργώς τη διαφθορά αυτών που κατέχουν την εξουσία καθώς και το πως απολαμβάνουν αυτοί να την ασκούν, συχνά μέσω της βίας, πάνω στους άλλους ανθρώπους. Οι κινήσεις, οι πράξεις, πολλές φορές και οι σκέψεις των ανθρώπων ελέγχονται διαρκώς από τον Μεγάλο Αδελφό, ο οποίος έχει πρόσβαση ακόμα και μέσα στο σπίτια των πολιτών. Εν ολίγοις, κάτι παραπάνω από ένα απλό δικτατορικό καθεστώς του απόλυτου τρόμου. 

Ένα τέτοιο έργο, όπως είναι αναμενόμενο, έχει γνωρίσει πολλαπλές εκδόσεις σε πάμπολλες γλώσσες του κόσμου, φυσικά και στην ελληνική. Για πρώτη φορά, όμως, επανεκδίδεται υπό μορφή graphic novel σε εικονογράφηση και διασκευή του Βραζιλιάνου κομικογράφου Fido Nesti.

Τα σκίτσα του θα μας θυμίσουν το κόμικ V fon Vendetta, ένα έτερο δυστοπικό κόμικ, του οποίου η υπόθεση παρουσίαζε εμφανείς επιρροές από το έργο του Όργουελ. Καταθλιπτικά, αγχωτικά και απόκοσμα, τα σκίτσα μας βάζουν στο ζοφερό κλίμα του έργου ήδη από την πρώτη σελίδα.

Το έργο, γραμμένο το 1949, αναφέρεται στο μελλοντικό, τότε, έτος 1984 και περιγράφει έναν κόσμο δυστοπικό, έναν κόσμο ζοφερού ολοκληρωτισμού, στον οποίο ο Μεγάλος Αδελφός και οι κυβερνώντες επιβλέπουν και ελέγχουν τα πάντα και κάθε υποψία αντίστασης καταπνίγεται εν τη γενέση της.

Ο F.N. πετυχαίνει απόλυτα να αποδώσει το ανατριχιαστικό αυτό κλίμα του 1984 μέσω της ταιριαστής εικονογράφησης. Τα πρόσωπα είναι θλιμμένα ή θυμωμένα, τα πολλά χρώματα απουσιάζουν και το μαύρο και το γκρίζο κυριαρχούν, τόσο στις εικόνες, όσο και στις ψυχές των ανθρώπων που φυτοζωούν σε έναν τέτοιο απεχθή κόσμο.

Στα 1984, στον κόσμο του Τ.Ο. οι ήπειροι του πλανήτη είναι τρεις και βρίσκονται σε διαρκή πόλεμο μεταξύ τους. Είναι η Ωκεανία, η Ευρασία και η Ανατολασία. Ο Γουίνστον Σμιθ ζει στο Λονδίνο της Ωκεανίας, ένα Λονδίνο, όμως, το οποίο είναι πολύ πιο διαφορετικό από ότι το γνωρίζουμε. 

Ο Μεγάλος Αδελφός παρακολουθεί τα πάντα διαρκώς και καταπνίγει άμεσα οποιαδήποτε υποψία και μόνο αντίστασης.  Η καταπίεση είναι απόλυτη, η ελευθερία ελάχιστη και το Κόμμα παντοδύναμο και, φυσικά, μονάχα ένα. Και πάλι, όπως και στη Φάρμα των ζώων, μας έρχεται στο νου μία απεχθής μορφή σταλινικού ή ναζιστικού ολοκληρωτισμού, μόνο που εδώ ο κόσμος είναι ακόμα πιο ανατριχιαστικός και οι πρωταγωνιστές δεν είναι ζώα αλλά οι ίδιοι οι άνθρωποι. Το σύστημα διακυβέρνησης ονομάζεται αγγλικός σοσιαλισμός. Έχει δημιουργήσει μάλιστα και μία νέα γλώσσα, την αποκαλούμενη Νέα Ομιλία, μία απλοποιημένη μορφή γλώσσας.

 Σε αυτόν τον κόσμο, στον οποίο τα συναισθήματα δεν έχουν θέση, άνθρωποι που τολμούν να σκεφτούν διαφορετικά, όπως ο Γουίνστον και η Τζούλια, οι πρωταγωνιστές του βιβλίου, υποφέρουν. Εν τέλει, όσοι δεν προσαρμόζονται και δεν υποτάσσονται, συλλαμβάνονται, βασανίζονται και, αν δεν πειστούν να μεταστραφούν ειλικρινώς υπέρ του καθεστώτος, εκτελούνται ή εξαφανίζονται μυστηριωδώς.

Τέλος, πρέπει να σημειωθεί ότι ο F.N. σέβεται απόλυτα το κείμενο του Όργουελ και ξέρει τι πρέπει να αναφέρει οπωσδήποτε και τι μπορεί να αφήσει απέξω από τη διασκευή του, χωρίς να παραλλάξει το νόημα του κειμένου. Αναμφισβήτητα πρόκειται για μία δύσκολη επιλογή, την οποία ο εικονογράφος επιτέλεσε, όμως, με επιτυχία.

Λόγω θέματος και κάποιων σκληρών σκηνών που περιέχει, το 1984 graphic novel δεν απευθύνεται, όπως η πιο προσιτή Φάρμα των ζώων στην ίδια μορφή, σε παιδιά δημοτικού, αλλά σε μεγάλα παιδιά, εφήβους και ενήλικους αναγνώστες. Αναντίρρητα, όμως, η μορφή graphic novel προορίζεται να διαβαστεί από πολύ μεγαλύτερο κοινό από το κλασικό αριστούργημα του Όργουελ. Και αυτό διότι το κόμικ είναι η καλύτερη επιλογή για να ντύσει ένα απαιτητικό και δυσνόητο πολλές φορές κείμενο με πολλές διαφορετικές προεκτάσεις και προσλαμβάνουσες. Το ένθετο στο τέλος που επεξηγεί τη Νέα Ομιλία και τον τρόπο με τον οποίο τη συνέλαβε ο Όργουελ είναι, επίσης, ιδιαίτερα κατατοπιστικό.

 Πάντως, σε ό,τι αφορά τις διασκευές που έχουν γίνει στο 1984, είτε σε ταινία, είτε σε βιβλίο άλλης μορφής, αυτή η διασκευή σε μορφή κόμικ είναι, οπωσδήποτε, από τις πιο επιτυχημένες. Αξίζει, επομένως, να το διαβάσουν τόσο αυτοί οι οποίοι γνωρίζουν το κλασικό έργο, όσο και αυτοί που δεν το έχουν διαβάσει και ψάχνουν την κατάλληλη ευκαιρία για να μυηθούν σε αυτό. 

Ελπιδοφόρος Ιντζέμπελης, 100+1 συνεντεύξεις για την ποίηση και την πεζογραφία, εκδ. Κυριακίδη, σελ. 494

 

https://kyriakidiseditions.gr/el/%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%BF%CF%84%CE%B5%CF%87%CE%BD%CE%AF%CE%B1/3989-100-1-%CF%83%CF%85%CE%BD%CE%B5%CE%BD%CF%84%CE%B5%CF%8D%CE%BE%CE%B5%CE%B9%CF%82-%CE%B3%CE%B9%CE%B1-%CF%84%CE%B7%CE%BD-%CF%80%CE%BF%CE%AF%CE%B7%CF%83%CE%B7-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CF%84%CE%B7%CE%BD-%CF%80%CE%B5%CE%B6%CE%BF%CE%B3%CF%81%CE%B1%CF%86%CE%AF%CE%B1.html

 

 Αν υπάρχει ένα βιβλίο το οποίο μπορεί να ενδιαφέρει εξίσου τους ίδιους τους λογοτέχνες και τους λάτρεις της καλής λογοτεχνίας, αυτό αναμφίβολα θα είναι οι "100+1 συνεντεύξεις για την ποίηση και την πεζογραφία". Αυτό περιλαμβάνει συνεντεύξεις 70 Ελλήνων πεζογράφων και 31 ποιητών, τις οποίες πήρε από το 2002 ως το 2018 ο συγγραφέας και κριτικός της Λογοτεχνίας Ελπιδοφόρος Ιντζέμπελης και δημοσιεύτηκαν τόσο στον έντυπο όσο και στον ηλεκτρονικό τύπο.

Το βιβλίο θα μας γνωρίσει από πρώτο χέρι ορισμένους από τους σημαντικότερους Έλληνες λογοτέχνες και το έργο τους. Σε αυτούς συμπεριλαμβάνονται όλα σχεδόν τα σπουδαία ονόματα της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας, μαζί με κάποιους προσφάτως εκλιπόντες, όπως για παράδειγμα η Άλκη Ζέη. 

Οι περισσότεροι από αυτούς μας μιλούν, απαντώντας στις εύστοχες ερωτήσεις του Ε.Ι., για τα πιο πρόσφατα μυθιστορήματα ή τις ποιητικές συλλογές τους, αλλά και για το σύνολο του έργου τους, τη λογοτεχνία γενικά, τη σχέση τους με τη γραφή και το διάβασμα, αλλά και τη σημερινή οικονομική και πολιτισμική κρίση που αντιμετωπίζουμε. Πολλοί από αυτούς είναι συγχρόνως και κριτικοί της λογοτεχνίας, εκδότες, μεταφραστές ή άνθρωποι του θεάτρου και της μουσικής.

Τι διαβάζουν, επομένως οι διανοούμενοι σήμερα και από πού αντλούν την έμπνευσή τους; Τι μας λένε για την σημερινή πολιτική, οικονομική και πολιτισμική παρακμή; Γιατί στις μέρες μας ο κόσμος δεν διαβάζει ποίηση; Πώς συνδυάζεται η Λογοτεχνία με την Ιστορία στο έργο πολλών συγγραφέων; Και ποια είναι τελικά η διαφορά μεταξύ τραγουδιού και ποίησης; Τέτοιου είδους ερωτήματα και άλλα πολλά βρίσκουν απάντηση στις σελίδες του ποικιλόμορφου και πολυδιάστατου αυτού βιβλίου. 

Σε ό,τι αφορά την ποίηση, ο Καβάφης, ο Έλιοτ, ο Ελύτης και ο Σεφέρης ήταν τα ονόματα εκείνα που επανέρχονταν συχνότερα στις συνεντεύξεις πολλών από τους ποιητές.

Ξεχωριστό ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι διαφορετικές και ποικίλες απαντήσεις τους στις κατά καιρούς ίδιες ερωτήσεις που επαναλαμβάνει καμιά φορά ο Ε.Ι., όπως το αν η δημιουργική γραφή μπορεί να διδαχθεί ή όχι, αν η ποίηση μας κάνει τελικά καλύτερους ανθρώπους, αν ο κόσμος μας θα ήταν καλύτερος εφόσον οι πολιτικοί διάβαζαν ποίηση και αν το διαδίκτυο βοηθά στη διάδοση της ποίησης και την ανάδειξη νέων ταλέντων.

Όλοι τους πάντως συμφωνούν λίγο πολύ πως ένας νέος επίδοξος λογοτέχνης πρέπει, πάνω απ' όλα, να διαβάζει και ύστερα να γράφει. Επίσης θωρούν πως το διάβασμα και η αγάπη γι' αυτό είναι κάτι που μαθαίνεται και καλλιεργείται, παρ' όλο που ζούμε, όπως παραδέχονται πολλοί, στην εποχή της εικόνας. Συμφωνούν όλοι τους ακόμη πως ο λογοτέχνης είναι ένα διαρκώς εξελισσόμενο ον. 

Μέσα από τις δικές τους προτάσεις για διάβασμα, αλλά και από έργα των ίδιων τα οποία τυχόν δεν είχαμε διαβάσει, θα βρούμε κι εμείς πολλές ενδιαφέρουσες προτάσεις ανάγνωσης. Αυτός ο τελευταίος είναι ένας ακόμη καλός λόγος για να διαβάσουμε το βιβλίο, το οποίο μας περιδιαβαίνει στις ατραπούς όλης της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας και μπορεί να διαβαστεί ακόμη και αποσπασματικά ή, οπωσδήποτε, και παραπάνω από μία φορά, αποκαλύπτοντάς μας κάθε φορά και κάτι νέο. Ένα βιβλίο, τέλος, που λογοτέχνες και αναγνώστες αξίζει να προσθέσουν στη βιβλιοθήκη τους και να ανατρέχουν περιοδικά σε αυτό.

Diana Preston, Οκτώ μέρες στη Γιάλτα, εκδ. Μεταίχμιο,μεταφρ. Κ. Πανσέληνος, 2021, σελ.614

 

https://www.metaixmio.gr/el/products/%CE%BF%CE%BA%CF%84%CF%89-%CE%BC%CE%B5%CF%81%CE%B5%CF%82-%CF%83%CF%84%CE%B7-%CE%B3%CE%B9%CE%B1%CE%BB%CF%84%CE%B1

 

Οκτώ μέρες που καθόρισαν τον μεταπολεμικό κόσμο

Τι έχει να μας πει άραγε ένα βιβλίο ακόμη για τη Γιάλτα μετά από τόσους και τόσους τόνους μελάνης που έχουν χυθεί για την ανάλυσή της συγκεκριμένης Διάσκεψης;

Εύλογο ερώτημα θα υποθέσει, ίσως, κανείς για μία από τις πιο πολυσυζητημένες συναντήσεις του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Η απάντηση είναι όμως πως, είτε γνωρίζει αρκετά ο υποψήφιος αναγνώστης για τη Διάσκεψη της Γιάλτας τον Φλεβάρη του 1945, είτε όχι, δύσκολα θα αφήσει το βιβλίο από τα χέρια του. 

Η καταιγιστική, μυθιστορηματική σχεδόν διήγηση για ένα ιστορικό βιβλίο, αποτελεί αδιαμφισβήτητα ένα τεράστιο πλεονέκτημα γι' αυτό. Το ίδιο συμβαίνει και με τον πλούτο των πληροφοριών που αυτό διαθέτει, παρμένες από πολλές και διαφορετικές πηγές. Οι ορθές κρίσεις από την πλευρά του συγγραφέα ίσως υπόκεινται στη σφαίρα του υποκειμενισμού. Εντούτοις, όταν είναι ευλογοφανείς και λογικές, σίγουρα μπορούν και αυτές να προστεθούν στα ατού του ιστορικού βιβλίου.

Το βιβλίο της Diana Preston, καταξιωμένης ιστορικού και συγγραφέως, πληροί όλες τις προϋποθέσεις για να διαβαστεί, επομένως, από όλους, ιστορικούς και μη.

Η Diana Preston ξεκινά με ένα πορτρέτο των τριών πρωταγωνιστών της περίφημης Διάσκεψης που καθόρισε τη μοίρα του μεταπολεμικού κόσμου, του Γιόζεφ Στάλιν, του Φραγκλίνου Ρούσβελτ και του Ουίνστον Τσόρτσιλ. Δεν σκιαγραφεί, όμως, μονάχα αυτούς, αλλά και έτερες σημαντικές προσωπικότητες που έλαβαν μέρος σε αυτήν, όπως τις κόρες του Ρούσβελτ και του Τσόρτσιλ, τους Υπουργούς Εξωτερικών των τριών χωρών και άλλων, όπως π.χ. του Χάρι Χόπκινς, στενού συμβούλου του Ρούσβελτ.

Συνεχίζει, η αφηγήτρια, με όσα προηγήθηκαν της συνάντησης και είναι απαραίτητο να γνωρίζει ο αναγνώστης, προκειμένου να κατανοήσει το πλαίσιο μέσα στο οποίο έγινε αυτή. Η δύσκολη συμφωνία για τον καθορισμό του τόπου της συνάντησης -με τον Στάλιν να αρνείται να μπει σε αεροπλάνο-, οι προετοιμασίες των Σοβιετικών στα ανάκτορα της Κριμαίας για την υποδοχή, η άφιξη των καλεσμένων αντιπροσωπειών και οι μικρές γαργαλιστικές λεπτομέρειες της διαμονής τους, όλα αυτά παρουσιάζονται εναργώς και λεπτομερώς στο βιβλίο. 

Ακολουθούν, όπως είναι φυσικό, αναλυτικά οι εξιστορήσεις για τις συζητήσεις όλων των ημερών της Διάσκεψης. Τα ακανθώδη ζητήματα που έθεσαν οι Τρεις Μεγάλοι ήταν κυρίως το πολωνικό, με τον Στάλιν να θέτει σε κίνδυνο τις κοινοβουλευτικές αρχές σε ολόκληρη την Ανατολική Ευρώπη, το ζήτημα των γερμανικών αποζημιώσεων, η σύσταση του ΟΗΕ, η συμμετοχή ή όχι της ηττημένης Γαλλίας στον έλεγχο του μεταπολεμικού Βερολίνου και η κήρυξη πολέμου της ΕΣΣΔ κατά της Ιαπωνίας.

Οι συζητήσεις ήταν δύσκολες και κοπιαστικές, δεν έλειψαν όμως και οι ευτράπελες στιγμές τις οποίες η συγγραφέας δεν αφήνει έξω από τις σελίδες της.

Στα θετικά του βιβλίου πρέπει να συγκαταλεγεί το γεγονός ότι η D.P. συνεχίζει την ιστορική αφήγηση για αρκετό καιρό μετά τη Γιάλτα. Έτσι ο αναγνώστης μπορεί να κατανοήσει καλύτερα τη σημασία της. Αναλύει την αποδοχή των αποφάσεων της Γιάλτας από τον υπόλοιπο κόσμο και τον αντίκτυπο που είχε αυτή και την τήρηση ή όχι όσων συμφωνήθηκαν. Εν συνεχεία, περιγράφει αδρομερώς και τη συνάντηση στο Πότσνταμ, η οποία ακολούθησε τον θάνατο του Ρούσβλέτ και τη διαδοχή την προεδρία του Χάρυ Τρούμαν, αλλά και την ήττα του Τσόρτσιλ στις εκλογές που αντικαταστάθηκε κατά τη διάρκεια της Διάσκεψης από τον Κλέμεντ Άτλη.

Ένα ακόμη θετικό του βιβλίου είναι ότι η συγγραφέας δανείζεται συχνά ρήσεις πολλών και διαφορετικών προσώπων για να περιγράψει τις εντυπώσεις τους από τις συζητήσεις στη Διάσκεψη και από τη φιλοξενία των Σοβιετικών, αλλά και τα συναισθήματά τους και τις μύχιες σκέψεις του. Ημερολόγια, κρυφά σημειώματα, επιστολές, όλα αυτά τα μελέτησε επισταμένα η D.P. για τη συγγραφή της εν λόγω μελέτης.

Οι οκτώ μέρες της Γιάλτας που αναλύει προσεκτικά η συγγραφέας άλλαξαν πράγματι τον κόσμο. Τερμάτισαν έναν πόλεμο και ξεκίνησαν έναν άλλο, τον Ψυχρό πόλεμο, ο οποίος, όμως, θα συνέβαινε είτε αυτή είχε λάβει χώρα είτε όχι. Οι συνέπειες από αυτήν, πάντως -και αυτό είναι κάτι που δεν θα πρέπει να μας εκπλήξει-φθάνουν μέχρι σήμερα, ίσως και μέχρι το περίφημο Brexit.

 

Τρίτη 15 Ιουνίου 2021

Αλέκα Πλακονούρη, Οι δαίμονες του Αρέτσο, εκδ. Κέδρος, 2021, σελ.158

 

https://www.kedros.gr/product/9067/daimones-aretso.html

 

Δεκαπέντε διηγήματα με κέντρο τον ίδιο τον Άνθρωπο και δομημένα με λέξεις που κεντούν σαν χρώματα τον λευκό καμβά, γράφει η συγγραφέας και θεατρολόγος Αλέκα Πλακονούρη στο τελευταίο της βιβλίο της, Οι δαίμονες του Αρέτσο, δανειζόμενη για τον τίτλο του τον τίτλο ενός από τα διηγήματά της.

 Πρόκειται για διηγήματα που ακροβατούν ανάμεσα στη Λογοτεχνία και το Θέατρο, τις ειδικότητες, δηλαδή, με τις οποίες ασχολείται η συγγραφέας, αλλά και με την τέχνη των εικαστικών, αφού τα διηγήματα του βιβλίου ομαδοποιούνται σε υποενότητες με τίτλους από την εικαστική τέχνη: Νωπογραφίες, Κολάζ, Graffiti. 

Όλα τα διηγήματα είναι γραμμένα σε μακροπερίοδο λόγο με πολλά κόμματα και μεγάλες φράσεις, το καθένα από αυτά όμως διατηρεί τις δικές του αποχρώσεις και τη δική του ιδιαιτερότητα πάνω στον συγγραφικό καμβά. Άλλα είναι γραμμένα σε πρώτο ενικό και άλλα σε τρίτο ενικό πρόσωπο. Άλλα αφορούν βιώματα άγνωστων ανθρώπων και άλλα βιώματα της ίδιας της συγγραφέως. Σε κάποια από αυτά η υπόθεση διαδραματίζεται σε παρελθόντα χρόνο, ενώ άλλα εκτυλίσσονται στο παρόν. Κάποια δε, επικεντρώνονται στο μέλλον. Εκεί η συγγραφέας μοιράζεται με τον αναγνώστη το περίφημο "Τι θα γινόταν αν..."

 Κάθε ένα από τα διηγήματα του βιβλίου επικεντρώνεται στην οπτική ενός μονάχα ατόμου- ή ενός ζευγαριού, την οποία μεταφέρει η συγγραφέας στον αναγνώστη. Υπάρχει, δηλαδή, θα λέγαμε μονάχα ένας πρωταγωνιστής ή ένα ζευγάρι πρωταγωνιστών. Μόνο στο τελευταίο διήγημα όπου υπάρχουν πολλοί άνθρωποι και πρωταγωνιστές αναιρείται αυτός ο κανόνας.

Στην πρώτη υποομάδα, τις νωπογραφίες, ανήκουν τα διηγήματα με την πιο ξεκάθαρη και δομημένη υπόθεση, όπως ακριβώς, δηλαδή, είναι και οι ίδιες οι νωπογραφίες, δηλαδή με μία σαφήνεια για το θέμα το οποίο απεικονίζουν. Στο πρώτο διήγημα ταξιδεύομε μαζί με τον κεντρικό ήρωα Χρίστο Π. από τη Μεσσηνία στην Αμερική το 1911 και μαθαίνουμε την ιστορία του. Πρωταγωνίστρια, όμως, εδώ είναι στην πραγματικότητα η ίδια η θάλασσα:

"Δεν την φοβόταν τη θάλασσα, κι ας μην ήξερε να κολυμπάει. Αγαπούσε την απεραντοσύνη της, τον ορίζοντα που άλλαζε χρώματα, το υπόκωφο νανούρισμα του κύματος μαζί με τον βόμβο των μηχανών, ενώ ταξίδευαν ζαρωμένοι στα βάθη του τεράστιου κύτους, σε κάτι κρεβάτια που τους εξασφάλιζαν ελάχιστο χώρο, μονάχα όσο δύο φέρετρα στοιβαγμένα".

Η συντροφιά των κομμουνιστών στο "Σωματείο" δρα σε απροσδιόριστο τόπο και χρόνο στο επόμενο διήγημα, με τους άντρες του σωματείου να ταλαντεύονται ανάμεσα σε πολλά συναισθήματα και να αναρωτιούνται για την ίδια τη ζωή, η οποία πολλές φορές τους προδίδει. Στο τέλος, οι άνθρωποι ωθούνται:

"Να αγκαλιαστούν δακρυσμένοι και να πουν ένα ξεχασμένο τραγούδι εξέγερσης που ποτέ δεν ψέλλισαν, κάτι στίχους που κάποτε στοίχειωναν τις νύχτες τους και φρόντιζαν να ξεχνούν τις ημέρες".

Ακολούθως, συναντάμε την άλλη Ελένη, παραπονιάρα, νεραϊδοπαρμένη και, σίγουρα, επιβλητική μορφή:

"Κι ύστερα έβριζε τη σπορά των προγόνων της, άρχιζε τις βαριές κατάρες για όσους ήταν υπαίτιοι, για όσους την πρόδωσαν, για όσους με γητείες και με μάγια την έφεραν σε τούτη τη θέση..."

Ύστερα, βλέπουμε μνήμες πολέμου εγκλωβισμένες σε έναν κήπο:

" Ένα παλιό κράνος και μια ξιφολόγχη τι κίνδυνο έκρυβαν τάχα;"

Μετά η ίδια η συγγραφέας και οι αναμνήσεις της από ένα φωτογραφείο παίρνουν τη σκυτάλη, σε μία αφήγηση σε πρώτο ενικό πρόσωπο:

"Παρατηρούσα καθηλωμένη όλα εκείνα τα πρόσωπα γύρω μου, γιατί ο φωτογράφος μπορεί να είχε δουλειά στο σκοτεινό σπήλαιό του κι αργούσε να 'ρθει-κάπως έτσι το φανταζόμουνα, έναν παραμυθένιο τόπο αλχημείας, όπου όλοι εμείς γινόμασταν κάτι άλλο στα άδυτα κάποιου εργαστηρίου, στα υπόγεια του σπιτιού του..."

Δεύτερη ενότητα με Κολάζ με πολλών διαφορετικών σκηνών, προσώπων και συναισθημάτων, αρχής γενομένης από ένα απόγευμα του Antonius L., ο οποίος ακροβατεί μεταξύ του αντιθετικού ζεύγους της φύσης και της τεχνολογίας:

"Η πόρτα έκλεισε με δύναμη μπροστά μου. Σκοτάδι γύρω μου πηχτό... Μια οθόνη τρεμόσβηνε στο βάθος..."

Το προσωπικό βίωμα επανέρχεται-τουλάχιστον αυτή η αίσθηση του προσωπικού περνάει στον αναγνώστη -με ένα διήγημα-ύμνο στον νεκρό αδελφό, έναν αδελφό που χάθηκε τρεις μήνες μετά από τη γέννησή του:

""Αχ, δεν έχεις κι εσύ τον αδελφούλη σου να σε υπερασπίζεται",μουρμούρισε η γιαγιά. Ωραία λοιπόν, το πήρα απόφαση, δεν τον είχα ανάγκη, θα γινόμουν εγώ ο μεγάλος αδελφός του εαυτού μου".

Οι δαίμονες του Αρέτσο, μέσα από μία νωπογραφία του Τζότο, αποτελούν το πιο αισθαντικό και το πιο εσωτερικό διήγημα του βιβλίου, το οποίο μας μιλάει για την φθινοπωρινή εκδρομή ενός ζευγαριού στην Ασίζη:

"Αγαπάω τον θρήνο σου, ήθελε να της πει, όταν σε βλέπω έτσι συρρικνωμένη, ξέρω ότι με θέλεις. Χρειάζομαι την αγάπη σου, κι εσύ γίνεσαι ξένη και αιχμηρή".

Το μαύρο λουλούδι, ακολούθως, μας αφηγείται για την απώλεια της παιδικής ανεμελιάς και για το πως καταντάμε όταν μας λυγίζει η ίδια η ζωή:

"Απομακρύνθηκε με γρήγορα βήματα, κρατώντας σφιχτά κάτω απ' τη μασχάλη το μικροσκοπικό της τσαντάκι, λες και βιαζόταν να προφτάσει τη μαύρη γόνδολα που την περίμενε για το ταξίδι της στους λειμώνες του χρόνου".

Στα τρελά νερά, μία δεκατριάχρονη η οποία "έχει βρει πολλούς μηχανισμούς διαφυγής" θα συνομιλήσει στο Σύνταγμα με τον Γιάννη Σκαρίμπα.

Στην τρίτη και τελευταία υποενότητα με τον τίτλο Graffiti, τα θέματα των διηγημάτων είναι πιο σύγχρονα. Με ελαφρότητα αντιμετωπίζεται -ή την ελαφρότητα αντιπροσωπεύει- ο μυστηριώδης θάνατος ενός πενήνταδυάχρονου, του Νικηφόρου. Ήταν "ένας άντρας με γαλάζια μάτια κι ανάστατα μαλλιά, με άσπρο πουκάμισο, βυθισμένος σε μια κόκκινη πολυθρόνα, να κρατά χαλαρά ένα τσιγάρο στο δεξί του χέρι..."

Στο επόμενο διήγημα, το πιο επίκαιρο ίσως του βιβλίου, ο Ευτύχιος Αναγνώστου απευθύνει στις αρχές της χώρας ένα γράμμα το οποίο δεν φτάνει ποτέ στον προορισμό του και αγανακτεί:

"Γι' αυτό τον λόγο ίσως υποχρεωθώ να επανέλθω. Και πάλι τα σέβη μου".

Όσο για τον κύριο ο οποίος υπηρετεί ως σκληροτράχηλο μέλος των ΜΑΤ, αυτός, όπως μας λέει ο ίδιος, δεν είναι παρά "...μία μηχανή και άμα παίρνω μπρος, δεν καταλαβαίνω τίποτα, δεν βλέπω ούτε τη μάνα που με γέννησε, που λέει ο λόγος, ακούς, ούτε την μάνα μου την πουτάνα, χα,χα χα!".

Κατόπιν, μια θηλάζουσα μητέρα αντιμέτωπη με το φάσμα της ανεργίας, κάνει σκέψεις από την ταράτσα της πολυκατοικίας της, το μόνο μέσο διαφυγής της από την πεζή καθημερινότητα:

"Κάποτε χάζευα από δω και με μια φανταστική γομολάστιχα έσβηνα όσα κτίρια με ενοχλούσαν..."

Τέλος, υπάρχουν πολλοί και διαφορετικοί άνθρωποι που ζουν μαζί, άνθρωποι που μοιράζονται τόσο ίδια, αλλά, συγχρόνως, και τόσο διαφορετικά συναισθήματα, άνθρωποι οι οποίοι θα κάνουν τελικά τον Παππού να μονολογήσει, αναλογιζόμενος την περίτεχνη φύση του: "Ο άνθρωπος", απαντώντας σε εκείνη της Σοφίας "Πάντων χρημάτων μέτρον έστιν άνθρωπος".

Ο άνθρωπος λοιπόν. Ο νέος, ο γέρος, ο αδύναμος, ο δυνατός, ο ταλαιπωρημένος, ο ερωτευμένος, ο απελπισμένος. Αυτός είναι το επίκεντρο πάνω απ' όλα στα διηγήματα της Πλακονούρη.



Τζον Μπόϊν, Το αγόρι με τη ριγέ πιτζάμα, εκδ. Ψυχογιός, 2017, σελ. 310


  https://www.psichogios.gr/el/to-agori-me-th-rige-pitzama.html

Μία πολύ καλή αναγνωστική πρόταση εφηβικής λογοτεχνίας σχετικά με τη Λογοτεχνία του Ολοκαυτώματος αποτελεί Το αγόρι με τη ριγέ πιτζάμα, το οποίο έχει γυριστεί και σε ταινία.

Στο Βερολίνο του Χίτλερ, μεσούντος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου ζει ο Μπρούνο, ένα εννιάχρονο αγόρι.Έχει μία μεγαλύτερη αδελφή, τη Γκρετλ. Ο πατέρας του είναι σημαίνον στέλεχος των ναζί, ο Μπρούνο όμως είναι φυσικά πολύ μικρός για να καταλαβαίνει τι δουλειά ακριβώς κάνει ο πατέρας του και όσα απεχθή συμβαίνουν γύρω του. Όπως όλα τα παιδιά είναι εγωκεντρικό και μονάχα όταν οι γονείς του του λένε ότι θα μετακομίσουν μακριά από το ωραίο σπίτι τους στο Βερολίνο, μόνο τότε αντιδρά και εξανίσταται. Δεν μπορεί όμως να κάνει διαφορετικά, διότι η απόφαση έχει ήδη ληφθεί: η δουλειά του πατέρα είναι πλέον μακριά από το Βερολίνο-έτσι διατάζει ο... Φύρης( Φύρερ)- οπότε δεν υπάρχουν πολλές επιλογές...


Ο Μπρούνο δεν γνωρίζει τίποτε για στρατόπεδα συγκέντρωσης ή την Τελική Λύση των ναζί και δεν έχει ιδέα τι ακριβώς βρίσκεται σε αυτό το Ουστ-βιτς(Άουσβιτς) δίπλα στο οποίο μετακομίζει η οικογένεια. Εκεί ο Μπρούνο θα γνωρίσει τον Σμουέλ, ένα αδύνατο αγόρι με ριγέ πιτζάμες που βρίσκεται από την άλλη πλευρά του συρματοπλέγματος, χωρίς να γνωρίζει την ταυτότητά του, ούτε ότι αυτό βρίσκεται, στην πραγματικότητα, κλεισμένο σε στρατόπεδο συγκέντρωσης. Θα γίνουν οι καλύτεροι φίλοι χωρίς να γνωρίζουν ο ένας την ταυτότητα του άλλου.


"Το αγόρι ήταν μικρότερο από τον Μπρούνο και καθόταν στο έδαφος με θλιμμένο ύφος. Φορούσε την ίδια ριγέ πιτζάμα με όλους τους υπόλοιπους και ένα ριγέ σκουφάκι στο κεφάλι του. Δε φορούσε παπούτσια και κάλτσες και τα πόδια του ήταν αρκετά βρόμικα. Στο μπράτσο του είχε περασμένο ένα περιβραχιόνιο με ένα αστέρι".

Αυτό που εντυπωσιάζει στο βιβλίο είναι η ατμόσφαιρα άγνοιας που καλλιεργεί σκόπιμα ο συγγραφέας σχετικά με τα όσα γνωρίζουν τα αθώα παιδιά των Γερμανών για το Ολοκαύτωμα. Ο συγγραφέας δεν λέει καθαρά όσα θεωρούνται αυτονόητα, ακόμη όμως και αυτή η παραλλαγή των λέξεων,-ο Φύρης που τους επισκέπτεται στο σπίτι τους και αυτό το Ουστ-βιτς που ο Μπρούνο δεν μπορεί ποτέ να προφέρει σωστά- αποδεικνύει εύλογα την πραγματικότητα.

Όλη αυτή η αινιγματική και μυστηριακή ατμόσφαιρα όμως, η μυστηριώδης δουλειά του μπαμπά, οι καβγάδες του με τη μητέρα, η αντιναζιστική στάση της γιαγιάς, ο φανατικός ναζί που συχνάζει στο σπίτι και η άγνωστη ταυτότητα του Σμούελ, αλλά και ο λόγος για τον οποίο βρίσκεται στο στρατόπεδο-κάτι που ο Μπρούνο αγνοεί-όλα αυτά φορτίζουν συναισθηματικά τον αναγνώστη. Δείχνουν επίσης και τον βαθμό διχασμού, αλλά και της -μη-άγνοιας των ίδιων των Γερμανών.

Το φινάλε είναι απρόβλεπτο και πολύ συγκινητικό. Και η αθωότητα των δύο μικρών φίλων έρχεται σε καταφανή αντίθεση με τη σκληρότητα και την απανθρωπιά των ναζί. Βιβλίο ευκολοδιάβαστο για τα παιδιά και τους εφήβους, θα συγκινήσει όμως και πολλούς μεγάλους, όπως και η ομότιτλη ταινία. Συνήθως όμως το βιβλίο αξίζει περισσότερο από την ταινία!


Ελευθερία Χατζοπούλου, Οι εποχές της καταχνιάς, εκδ. Ψυχογιός, 2021, σελ.511

 

https://www.psichogios.gr/el/oi-epoxes-ths-kataxnias.html

 

Οι εποχές της καταχνιάς για τον ελληνισμό της Βορείου Ελλάδος, για τους πρόσφυγες και τους ξεριζωμένους, ήταν οι αρχές του 20ου αιώνα και η περίοδος του Μεσοπολέμου. Γι' αυτές τις δύσκολες εποχές μας μιλάει η Ελευθερία Χατζοπούλου στο νέο της βιβλίο, το οποίο αποτίει έναν φόρο τιμής σε όλους τους ανθρώπους που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τη γενέτειρά τους και να ζήσουν σαν περιπλανώμενοι αναζητώντας έναν νέο τόπο για να ριζώσουν και να τον αποκαλούν "πατρίδα". Η συγγραφέας όμως, μνημονεύει παράλληλα και τα θύματα της βουλγαρικής και της γερμανικής κατοχής στη Βόρειο Ελλάδα, αφού, δυστυχώς, οι εποχές της καταχνιάς δεν παρήλθαν για τον ελληνισμό, παρά μονάχα μετά τα μέσα του 20ου αιώνα.

Πώς ορίζεται, λοιπόν, η πατρίδα, για τους απανταχού πρόσφυγες;

"Πατρίδα είναι εκεί όπου χτυπάει η καρδιά μας. Η καρδιά μου χτυπά εκεί που χτυπά και η καρδιά όσων αγαπώ και με αγαπούν". 

Για τον σημερινό άνθρωπο, τα βάσανα, οι περιπέτειες και οι δυσκολίες που έζησαν οι προπαππούδες μας μοιάζουν, ίσως, στα μάτια μας σαν να ανήκουν στη σφαίρα της επιστημονικής φαντασίας. Καθώς διαβάζουμε για όλα όσα πέρασαν στις δύσκολες αυτές εποχές της καταχνιάς, δυσκολευόμαστε να πιστέψουμε ότι οι άνθρωποι αυτοί ήσαν συνεχώς στον δρόμο προς αναζήτηση μιας νέας πατρίδας.

 Έτσι έγινε και για την οικογένεια του Ανατολικοθρακιώτη Αντώνη Καραντρέα από τη Ραιδεστό, που έφυγε από εκεί το 1913 με τις πρώτες βουλγαρικές διώξεις έχοντας υπομείνει ήδη έναν χρόνο βουλγαρικής κατοχής. Η οικογένεια αυτή, αλλά και πολλές άλλες, έκανε το λάθος να επιστρέψει στη γενέτειρά της μετά από την υπογραφή της Συνθήκης των Σεβρών το 1920, για να ξαναφύγει οριστικά από τα χώματα των προγόνων της μετά από τη μικρασιατική καταστροφή και την υπογραφή της Συνθήκης Λωζάνης.

Η οδύσσεια της οικογένειας Καραντρέα περιλαμβάνει πυρπολήσεις, βιασμούς, λεηλασίες, εργασία ως ντρουντουβάκια στα περιβόητα βουλγάρικα τάγματα εργασίας, περιπετειώδεις μετακινήσεις, άφθονη φτώχεια, πολύ πόνο και δάκρυα.

Κι όμως, μέσα σε όλον αυτόν τον χαλασμό, ο Αντώνης Καραντρέας και ο πρωτότοκος γιος του ο Αντρέας, η μητέρα του η Καλλιώ και οι άλλοι ήρωες του ιστορικού μυθιστορήματος βρίσκουν τον χρόνο να είναι πάνω απ' όλα άνθρωποι και να αγωνίζονται για τη ζωή τους μέσα στις πιο αντίξοες συνθήκες.

Το Κίνημα των Νεοτούρκων, οι Βαλκανικοί πόλεμοι, ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος, οι διώξεις του εθνικιστή Μουσταφά Κεμάλ, η Μικρασιατική Καταστροφή, ο Ελληνοϊταλικός Πόλεμος, ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος, οι απανωτές βουλγαρικές κατοχές, η γερμανική και η ιταλική κατοχή και ο Εμφύλιος, όλα αυτά τα κομβικής σημασίας ιστορικά γεγονότα δοκίμασαν τις αντοχές των Ελλήνων της Ανατολικής Θράκης και τους οδήγησαν εν τέλει στην αναγκαστική μετοικεσία τους μέσα στα όρια του σημερινού ελληνικού κράτους.

Ανάμεσα σε όλα αυτά τα ιστορικά γεγονότα ακροβατεί το βιβλίο της Ελευθερίας Χατζοπούλου και οι ήρωές της, με μεγαλύτερη έμφαση στα γεγονότα της ιταλικής εισβολής στην Ελλάδα και τις απανωτές βουλγαρικές κατοχές της Βορείου Ελλάδος. Μέσα από αυτά, παρακολουθούμε την τριαντάχρονη πορεία και οδύσσεια των ηρώων από τη Ραιδεστό στη Δράμα, κι από εκεί στην Καβάλα, την Αλιστράτη, ως και τη Βουλγαρία και την Ιταλία, προτού κατασταλάξουν τελικά σε ένα μέρος και μπορέσουν να αισθανθούν δικό τους τον τόπο που κατοικούν.

Η συγγραφέας ρίχνει έντεχνα το βάρος της αφήγησης στην εξιστόρηση των ψυχολογικών μεταπτώσεων των ηρώων της, στις σκέψεις τους και την απελπισία που βίωναν όταν η ζωή τους επιφύλασσε μία καινούρια αναποδιά. Χρησιμοποιείται συχνά η αναδρομή ως μέσο αφήγησης, καθώς και πολλές λέξεις τουρκικής προέλευσης, όπως και το τοπικό ιδίωμα στους διαλόγους.

Αξίες όπως ο έρωτας που πάντα μας ξεγλιστρά από τα χέρια την τελευταία στιγμή, η παντοτινή φιλία, αλλά και η ανθρωπιά σε δύσκολες στιγμές έχουν διαρκή θέση στις σελίδες του βιβλίου. Παράλληλα, επιμέρους ιστορικά γεγονότα όπως η σφαγή στο Δοξάτο της Δράμας, η πυρπόληση των Σερρών, οι εργατικές κινητοποιήσεις των καπνεργατών της Καβάλας και το ανερχόμενο κομμουνιστικό κίνημα, οι θηριωδίες του διαβόητου Γερμανού Φριτς Σούμπερτ στη Βόρεια Ελλάδα περιγράφονται γλαφυρά από τη συγγραφέα.

Αποτέλεσμα όλων των παραπάνω είναι ένα βιβλίο κοπιαστικό στη συγγραφή του, αφού οπωσδήποτε απαιτούσε εκτεταμένη έρευνα από την πλευρά της συγγραφέως, όσο και πολυσύνθετο, λόγω των πολλών διαφορετικών θεμάτων και ιστορικών γεγονότων που προσεγγίζει. Στην περιπλοκότητά του, αναντίρρητα, συμβάλει η μεγάλη χρονική έκταση στην οποία εκτείνονται τα γεγονότα του βιβλίου και τα πολλά πρόσωπα που αποτελούν τους χαρακτήρες του.

Μετά από το περίφημο Οι δρόμοι της βροχής, η Ελευθερία Χατζοπούλου καταθέτει άλλη μία μαρτυρία για το δράμα των ανθρώπων της ίδιας εποχής από τον Πόντο και τη Μικρά Ασία σε ένα ακόμη ιστορικό μυθιστόρημα. Οι εποχές της καταχνιάς, επομένως, είναι ένα βιβλίο το οποίο θα μπορούσαμε να πούμε ότι συμπληρώνει θεματικά το πρώτο της.

Πάνος Παντελούκας, Ο Σπινέλλι στον Κάμπο, αστυνομική νουβέλα, εκδ. βακχικόν,2021, σελ.128

 

https://ekdoseis.vakxikon.gr/shop/ekdoseis/vakxikon-peza/o-spinelli-ston-kambo/

 

Ένας νομικός, όπως ο Πάνος Παντελούκας, διαθέτει, αναμφισβήτητα, όλα τα φόντα προκειμένου να γράψει επιτυχημένα αστυνομικές νουβέλες και μάλιστα όχι μία, αλλά δύο. Απ' ότι φαίνεται, φιλοδοξεί να δημιουργήσει μία σειρά βιβλίων στο είδος της αστυνομικής νουβέλας με τις περιπέτειες του καθηγητή Εγκληματολογίας Οράτσιο Σπινέλλι. Έτσι λοιπόν η νουβέλα Ο Σπινέλλι στον Κάμπο αποτελεί το δεύτερο βιβλίο με τις εξιχνιάσεις μυστηρίων και εγκλημάτων που επιχειρεί ο ομώνυμος καθηγητής.

Μετά το Έγκλημα στο Πότζο λοιπόν, στο οποίο ο Σπινέλλι διελευκαίνει ένα έγκλημα που είχε πραγματοποιηθεί στην Ιταλία από Έλληνες φοιτητές, ο Πάνος Παντελούκας βάζει τον καθηγητή να επισκέπτεται τον Κάμπο της Χίου προκειμένου να εξιχνιάσει ένα αντίστροφο, αυτή τη φορά, έγκλημα, τη δολοφονία, δηλαδή, μίας Ιταλίδας τουρίστριας σε ελληνικό έδαφος.

Ο Καθηγητής Σπινέλλι θα μεταβεί μαζί με τη σύζυγό του και τον επιθεωρητή της αστυνομίας του Μπακόλι από την Κάτω Ιταλία στη Χίο, προκειμένου να εξιχνιάσει τον μυστηριώδη φόνο.

Ο Σπινέλλι πιστεύει ακράδαντα ότι προκειμένου να φτάσει κανείς στη λύση του μυστηρίου πρέπει, πρώτ' απ' όλα, να βρει και να κατανοήσει τα κίνητρα του δολοφόνου. Η τακτική που ακολουθεί ο Σπινέλλι συνοψίζεται παρακάτω:

"Στην εγκληματολογία ψάχνεις και μελετάς  το θύμα, τη ζωή του και τις συνήθειές του, αλλά και σε ένα έγκλημα μελετάς πάντα και τα πιθανά κίνητρα. Στην επιστήμη αυτή ασχολείσαι με τη συστηματική μελέτη του εγκλήματος ως κοινωνικού φαινομένου και των μέτρων που αφορούν την αντιμετώπισή του. Ο Σπινέλλι επικεντρωνόταν στη μελέτη των χαρακτηριστικών της εγκληματικής πράξης αυτής καθεαυτής, καθώς και των πρωταγωνιστών της, δηλαδή του δράστη- εγκληματία και του θύματός του. Σε αντίθεση με πολλούς κλασικούς, δεν έδινε τη μεγαλύτερη έμφαση στο έγκλημα αλλά στο θύμα και στον εγκληματία και επικεντρωνόταν περισσότερο στα κίνητρα παρά στις επιπτώσεις του εγκλήματος".

Έτσι, ο συγγραφέας βάζει τους αστυνομικούς να παραθέσουν ενδελεχής μαρτυρίες των προσώπων που σχετίζονται με το θύμα, στη συγκεκριμένη περίπτωση των δύο γυναικών με τις οποίες παραθέριζε στη Χίο η Τζούλια Φρατολούζο, το θύμα και  ιστορικός τέχνης. Αυτές είναι μία δημοσιογράφος και μία ζωγράφος.

Ο Σπινέλλι, εκτός από δαιμόνιος ντετέκτιβ, είναι συγχρόνως και ένας αξιοπρόσεκτος χαρακτήρας, όπως οι ομόλογοί του Ηρακλής Πουαρώ και Σέρλοκ Χολμς. Το πορτρέτο του που φιλοτεχνεί ο Πάνος Παντελούκας περιλαμβάνει έναν άνθρωπο πανέξυπνο, ευαίσθητο, μοναχικό, αλλά και πιστό σύζυγο, με έναν ευτυχισμένο γάμο στο ενεργητικό του, ο οποίος λατρεύει το καλό φαγητό και τις απολαύσεις της ζωής. Δεν εξιχνιάζει μόνος του τους φόνους που του ανατίθενται, αφού περιστοιχίζεται από μία σειρά έμπειρων αστυνομικών όπως τον φίλο του Νικόλα Σκιάνο, αλλά η συμβολή του και η πρωτοτυπία της σκέψης του στη λύση του μυστηρίου είναι πάντοτε καθοριστική.

Το ενδιαφέρον και το πρωτότυπο στοιχείο των βιβλίων της σειράς είναι το παιχνίδι που επιχειρεί ο συγγραφέας ανάμεσα σε δύο διαφορετικούς τόπους, στην Ιταλία και την Ελλάδα. Είναι άριστος γνώστης των συνηθειών και του τρόπου ζωής της γείτονος χώρας, καθότι είναι νυμφευμένος με Ιταλίδα. Μπορεί, επομένως, να χειριστεί άριστα και τα δύο πεδία δράσης των ηρώων του.

Επιπροσθέτως,συνδέει κάθε φορά το έγκλημα με μία άλλη παράμετρο καθιστώντας πιο πλουραλιστικό το βιβλίο του, για παράδειγμα την αρχαιοκαπηλία στο πρώτο του βιβλίο, την τέχνη, τη μόδα και τα ναρκωτικά εδώ.

Το μικρό μέγεθος του βιβλίου, το οποίο δεν αφήνει τη γρήγορη και κινηματογραφική πλοκή της εξιχνίασης του εγκλήματος να βαλτώσει, αναντίρρητα αποτελεί πλεονέκτημα, όπως και η λογοτεχνική ικανότητα του συγγραφέα να μην επαναλαμβάνει διαρκώς τα ίδια και τα ίδια, αλλά και ανούσιες λεπτομέρειες που κουράζουν τον αναγνώστη. Οι γλαφυροί διάλογοι πρέπει επίσης να προσμετρηθούν στα θετικά σημεία του βιβλίου. Αναμένουμε λοιπόν τη συνέχεια των φόνων που προτίθεται να εξιχνιάσει ο τετραπέρατος καθηγητής!

Λίλια Τσούβα, Το τραγούδι των Ινουίτ, διηγήματα, εκδ. Βακχικόν, σελ.66

 

https://ekdoseis.vakxikon.gr/shop/ekdoseis/vakxikon-peza/to-tragoudi-ton-inouit/

 

"Σουρούπωνε στο Ενσινίτας. Η Χρυσή Πολιτεία βυθιζόταν αργά στο σκοτάδι. Η θερμοκρασία είχε πέσει κι ο ήλιος κατακόκκινος έτρεχε να χαθεί πίσω από την οροσειρά του Σέντραλ Βάλεϊ. Τα ξανθά σιταροχώραφα έλαμπαν με το σβήσιμο του ήλιου. 

Μια έντονη μυρωδιά κωνοφόρων απλωνόταν στην πόλη. Στην παραλιακή οδό Κάρντιφ Μπάι δε Σίι κατά μήκος της ακτής του Ειρηνικούς Ωκεανού τα υπεραιωνόβια δέντρα σεκόγια έγερναν το κεφάλι σαν άνθρωποι πανύψηλοι, ολομόναχοι. Η λιακάδα της μέρας έδινε τη θέση της στο υγρό δειλινό. Ένα απαλό ρεύμα από τον Ωκεανό τύλιξε σαν σεντόνι την περιοχή της Καλιφόρνια. Ήταν 2 Αυγούστου του 1930."

Σίγουρα δεν είναι πρωτότυπο για μία φιλόλογο να γράφει πανέμορφα διηγήματα, ωστόσο είναι αρκετά πρωτότυπο το γεγονός να γράφει κάποιος- φιλόλογος ή μη- μία σειρά τόσο ευκολοδιάβαστων, καλογραμμένων και σύντομων ταξιδιωτικών διηγημάτων, στα οποία η υπόθεση να διαδραματίζεται σε πολλά διαφορετικά μέρη.

Πρωταγωνιστές είναι οι άνθρωποι και τα τοπία στα διηγήματα αυτά που μας ταξιδεύουν όχι μόνο με τις λέξεις, όπως συνήθως συμβαίνει, αλλά και μέσω της υπόθεσής τους, η οποία εκτυλίσσεται στις τέσσερις γωνιές του πανέμορφου πλανήτη μας. Η γρήγορη αυτή εναλλαγή τόσο πολλών και διαφορετικών τόπων και προσώπων κάνει τον αναγνώστη σχεδόν να ανυπομονεί να δει που διαδραματίζεται η υπόθεση του επόμενου διηγήματος.

Οι περισσότεροι από τους πρωταγωνιστές των διηγημάτων είναι μόνοι τους, μόνοι μαζί με τα οράματα, τις σκέψεις, τις επιθυμίες και τις ψευδαισθήσεις τους. Η συγγραφέας επικεντρώνεται κυρίως στην απεικόνιση των τοπίων, αλλά και του ψυχισμού των ανθρώπων και όχι τόσο στις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων, γι' αυτό και οι διάλογοι στα διηγήματά της είναι ελάχιστοι. Αποζημιώνει, όμως, τον αναγνώστη η όμορφη ροή της γλώσσας που τον κερδίζει ήδη από το πρώτο διήγημα.

Το φαντασιακό και το μυθολογικό στοιχείο είναι έντονα παρόν σε ορισμένα από τα διηγήματα,  όπως και οι οικολογικές ανησυχίες της συγγραφέως και η αγάπη της για τη φύση. Η πανδημία και η αναφορά στα "τσιπάκια" δεν θα  μπορούσε, φυσικά, να λείπει. Έτσι τα διηγήματα συνδέονται και με την πρωτόγνωρη κατάσταση την οποία ζούμε. Ο χρόνος παρουσιάζεται σε όλες  τις διαστάσεις του, συχνά είναι παρελθοντικός, συνήθως παροντικός και καμιά φορά μελλοντικός, αλλά και απροσδιόριστος.

"Την έλεγαν Μάικο, "η γυναίκα που χόρευε". Τα βράδια έμεινε ξάγρυπνη. Κρεμούσε στην εξώπορτα ένα αχυρένιο σκοινί και περίμενε τα "Κάμι", τα πνεύματα της φύσης. Για να τα κατευνάσει, έστρωνε καλάμια από μπαμπού στο μπαλκόνι. Άπλωνε κλαδιά πεύκου και φοινικόφυλλα, και γέμιζε με σάκε τα ποτήρια στο τραπέζι".

Μαγευτικές περιγραφές, τέλος που συχνά ξαφνιάζει και ο θάνατος αποτελούν ένα συχνά επαναλαμβανόμενο μοτίβο στα διηγήματα. Η υιοθεσία και οι προεκτάσεις της επίσης δεν λείπουν. Η οργή που καταπίνεται και καταπιέζεται, ξεσπά ενίοτε ασυγκράτητη. Η επιθυμία μας να ανταμώσουμε όσους είναι μακριά μας είναι διαχρονική και κοινή ανά τον κόσμο και τα έθνη. Τα όνειρα και οι ψευδαισθήσεις αποτελούν αυτό που μας σημαδεύει και μας κυνηγά ανελέητα μέχρι το τέλος της ζωής μας. Καμιά φορά μένουμε με μία μετέωρη, όσο και απολαυστική, όμως, αίσθηση στο τέλος κάθε διηγήματος. Πόσα, επομένως, μπορεί να αντέξει ο άνθρωπος; Το μόνο σίγουρο είναι ότι τα ανθρώπινα συναισθήματα και οι σκέψεις παραμένουν ίδια σε όλους τους λαούς όπου κι αν αυτοί βρίσκονται.

Η Μάικο η γυναίκα που χόρευε στην Ιαπωνία. Μία θερινή ομίχλη στην Καλοφόρνια εν έτει 1930 που κρύβει πολλά περισσότερα απ' όσα φαίνονται αρχικά. Καρτ ποστάλ για την προσδοκία μιας συνάντησης από το Λονδίνο στο παρελθόν, στο παρόν και στο μέλλον. Η ιστορία της Κράιμχιλντ στη Χαϊδελβέργη. Η Ματίλντα στην Ολλανδία θρηνεί για μία απώλεια. Γητευτής στο Χάμελιν δεν είναι αυτή τη φορά ο μυστηριώδης αυλητής, αλλά ο ίδιος ο Όμηρος. Οι περίφημες Σειρήνες καλούν έναν φωτογράφο στη Γάνδη. Στο χριστουγεννιάτικο Δουβλίνο του συγγραφέα Τζέιμς Τζόυς ο Κούλαν ονειρεύεται. Μια φανταστική συνάντηση στο Τολέδο με τον Δον Κιχώτη. Η οικολογική καταστροφή επηρεάζει τη ζωή ενός άντρα στο μακρινό Κιριμπάτι της Πολυνησίας. Το Τσιλοέ, το νησί των γλάρων στη Χιλή, τόσο μακριά από τον πολιτισμένο κόσμο όπως τον ξέρουμε. Το κορίτσι με το μαύρο άλογο, ένα όνειρο στο Σάο Πάολο της Βραζιλίας. Ένας ζογκλέρ στην πλατεία του Αγίου Μάρκου στη Βενετία εκτελεί το νούμερό του. Οι σκέψεις ενός ζωγράφου στην Τσάιναταουν του Σαν Φρανσίσκο. Και, τέλος, η δύναμη που έχει το τραγούδι των Ινουίτ στον αρκτικό κύκλο. Όλα αυτά αποτελούν τον πολύχρωμο και εκλυστικό κόσμο της Λίλια Τσούβα.

"Η νύχτα είχε πια σκεπάσει τη χρυσή ακτογραμμή του Ειρηνικού με τις κόκκινες παπαρούνες και τις τεράστιες εκτάσεις χρυσανθέμων. τα βικτωριανά σπίτια με τα αγριοκυπάρισσα που έχουν θέα τον ωκεανό τυλίχτηκαν στο λευκό πέπλο της θερινής ομίχλης.΄Από μακριά έφτανε ο απόηχος του ωκεανού με τις απέραντες παραλίες και την ψιλή άμμο. Από τον παράκτιο αυτοκινητόδρομο το βουητό των μηχανών Φορντ".

Παρασκευή 11 Ιουνίου 2021

Zυλ Μισλέ, Η μάγισσα, εκδ. ΜΙΕΤ, 2020, σελ.492

 Είναι πιο εύκολο να πει κανείς τι δεν είναι αυτό το βιβλίο, παρά τι είναι. Σίγουρα δεν είναι ιστορικό μυθιστόρημα, δεν είναι όμως και αμιγώς ιστορικό βιβλίο, παρά το γεγονός ότι ο συγγραφέας του υπήρξε από τις σημαντικότερες μορφές της γαλλικής ιστοριογραφίας του 19ου αιώνα.

Θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε τη "Μάγισσα" ως μία ιδιόρρυθμη ιστορική μελέτη γραμμένη με λογοτεχνικό τρόπο. Αντικείμενό της η γυναίκα-μάγισσα του Μεσαίωνα στη Δυτική Ευρώπη και οι διώξεις τις οποίες υπέστη.

https://www.miet.gr/book-list/book-H-magissa

Ο Μισλέ είναι ένας ρομαντικός, υπέρμαχος της σχολής της συναισθηματικής-κοινωνικής ιστορίας, η οποία άνθησε στο πλαίσιο της σχολής των Αnnales στο τέλος του 19ου αιώνα. Αυτό συνεπάγεται εγκατάλειψη του "στεγνού" θετικιστικού ύφους του Γερμανού Λέοπολντ φον Ράνκε και την ιστορική προσέγγιση η οποία ρίχνει το βάρος σε πολιτικοοικονομικά γεγονότα και παράθεση ημερομηνιών και αφοσίωση σε μια πιο συναισθηματική και λογοτεχνική προσέγγιση των ιστορικών γεγονότων.

Στο βιβλίο του Μισλέ η Μάγισσα παρουσιάζεται μπροστά στα μάτια του αναγνώστη αυτούσια και συμπαγής, μία καθημερνή γυναικεία μορφή του Μεσαίωνα της οποίας τα κίνητρα και τη συμπεριφορά μπορούμε να κατανοήσουμε απόλυτα και, κατ' επέκταση να τη συμπονέσουμε και να την αθωώσουμε για όλα όσα πέρασε στα χέρια των δήμιων της, των φανατικών καλόγερων.

Βέβαια, πρέπει να γίνει σαφές ότι στο πλαίσιο των όσων ήταν γνωστά για το αποκαλούμενο Κυνήγι των Μαγισσών, ο Μισλέ αναπαράγει τους μύθους οι οποίοι κυριαρχούσαν τότε στο ιστοριογραφικό ευρωπαϊκό στερέωμα σχετικά με το θέμα, όπως για παράδειγμα το γεγονός ότι το Κυνήγι των Μαγισσών έλαβε χώρα κυρίως κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα και όχι της Αναγέννησης, όπως είναι το ορθό. Επίσης, το έργο αυτό εξιδανικεύει τον λαϊκό άνθρωπο και δαιμονοποιεί τον κλήρο. Για την ακρίβεια, ο έντονος αντικληρικαλισμός του συγγραφέα, διατρέχει όλες τις σελίδες του βιβλίου. Πρόκειται, εν ολίγοις, για ένα έργο το οποίο πρέπει να τοποθετηθεί αυστηρά μέσα στο πλαίσιο της εποχής κατά την οποία γράφτηκε.

Τότε, εύλογα ίσως αναρωτηθεί κανείς, για ποιον λόγο άραγε να διαβάσει κανείς το εν λόγω βιβλίο. Ακριβώς για όλα αυτά που δεν είναι, όπως ειπώθηκε παραπάνω, αλλά και για όλα αυτά που είναι και που δεν θα συναντήσουμε αλλού. Για όλο το συναίσθημα που το διατρέχει από την αρχή ως το τέλος και για το ταξίδι στον καθημερινό λαϊκό κόσμο της υπαίθρου στον Μεσαίωνα με τα παγανιστικά του κατάλοιπα, τον ατέρμονο αγώνα για επιβίωση και την ανία και το προβλέψιμο που τον χαρακτηρίζει.

Μετά την πολύ κατατοπιστική εισαγωγή για το ποιόν του βιβλίου της ειδικού Ανδρονίκης Διαλέτης, ακολουθεί το πρώτο μέρος του βιβλίου, στο οποίο ο συγγραφέας προσπαθεί να εισχωρήσει στο μυαλό του μεσαιωνικού ανθρώπου και στις καταβολές της μαγείας. Ο Μισλέ αναλύει τα μέγιστα την γυναικεία ψυχή και το πως η ίδια η φύση της μεσαιωνικής κοινωνίας και ζωής συμβάλλει στη δημιουργία της ίδια της Μάγισσας, ως μορφή ταυτοποιήσιμη και αναγνωρίσιμη. Ασχολείται με τις γητείες, τα βότανα και τα μαγκά φίλτρα των γυναικών, τη δαιμονοληψία, τα περίφημα Σάββατα και τους πειρασμούς της μεσαιωνικής κοινωνίας.

Το δεύτερο μέρος είναι κάπως πιο ιστορικό, με στοιχεία από συγκεκριμένες περιπτώσεις-δίκες μαγισσών και την ιστορία τους. Περιλαμβάνει επίσης την ανάλυση για το περίφημο εγχειρίδιο των ιεροεξεταστών κατά της μαγείας, τη Βίβλο για τη δαιμονοποίηση των γυναικών, το Malleus Malleficarum των Κράμερ και Σπρένγκερ.

Το έργο ασχολείται εκτενώς με την παρουσία της μαγείας τον 17ο αιώνα, τότε που το Κυνήγι έφτασε στο απόγειό του και στη συνέχεια εξέπνευσε, χιλιοτρυπημένο από τα βέλη της εποχής που εκτόξευε διαρκώς η Νέα εποχή της επιστήμης, η οποία τότε βρισκόταν στα σπάργανα. Τα μοναστικά τάγματα, όπως οι Ιησουίτες, οι Δομινικανοί, οι Καρμηλίτισσες και οι Ουρσουλίνες μοναχές, δίνουν επίσης το παρόν στο βιβλίο.

Η γραφή του Μισλέ είναι άκρως περιγραφική, φυσική και αυθόρμητη, δεν μοιάζε με αυτές τις οποίες μας έχουν συνηθίσει οι επαγγελματίες ιστορικοί. Συχνά δε, γίνεται ποιητική και αποκτά και ειρωνική χροιά.

Σήμερα που το ενδιαφέρον για τη μαγεία και το Κυνήγι των Μαγισσών αναβιώνει, αξίζει, επομένως, να εντρυφήσουμε σε μία από τις πρώτες προσεγγίσεις οι οποίες συγγράφτηκαν για το θέμα από την πένα ενός διακεκριμένου Γάλλου ιστορικού.

Clare Pooley, To πράσινο σημειωματάριο, εκδ. Μεταίχμιο, 2021, μεταφρ.Βούλα Αυγουστίνου, σελ. 518

 

https://www.metaixmio.gr/el/products/%CF%84%CE%BF-%CF%80%CF%81%CE%B1%CF%83%CE%B9%CE%BD%CE%BF-%CF%83%CE%B7%CE%BC%CE%B5%CE%B9%CF%89%CE%BC%CE%B1%CF%84%CE%B1%CF%81%CE%B9%CE%BF


Το περιεχόμενου του χαριτωμένο αυτού βιβλίου, Το πράσινο σημειωματάριο της Clare Pooley, αποδεικνύεται ότι είναι ακριβώς όπως και το εξώφυλλό του: χαρούμενο, αισιόδοξο και πολύχρωμο. 

Ο πρωταγωνιστής στο βιβλίο αυτό δεν είναι άλλος από το ίδιο το μικρό αυτό σημειωματάριο, το οποίο προορίζεται να αλλάξει τις ζωές όσων έχουν την τύχη να το πάρουν στα χέρια τους. Πώς; Με έναν απλούστατο τρόπο, τον οποίο όλοι μας, όμως, τείνουμε να αποφεύγουμε, συνήθως, στις καθημερινές μας σχέσεις: με το να λέμε απλά την αλήθεια και να είμαστε ειλικρινείς στις διαπροσωπικές μας σχέσεις.

Πόσο ορθή είναι τελικά η τακτική να λέμε ψέματα και να κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας; Μήπως αυτό γίνεται για να καλύψουμε τις δικές μας ανασφάλειες, ή μήπως η δικιά μας αλήθεια είναι εκείνη που μας κάνει να τρέμουμε και δεν μπορούμε να την αντέξουμε; Πόσο έχουν αλλάξει στη σημερινή εποχή τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και το ίντερνετ τις διαπροσωπικές μας σχέσεις; Πώς θα ήταν η ζωή μας αν αφηνόμασταν ελεύθεροι να κάναμε αυτό που θέλουμε και όχι πάντα αυτό που πρέπει; Οι αλήθειες πρέπει, άραγε, να λέγονται πάντα ή υπάρχουν κάποιες περιπτώσεις όπου το ψέμα είναι προτιμότερο;

Ο ζωγράφος Τζούλιαν, λοιπόν, προσπαθώντας να απαντήσει στα ερωτήματα αυτά, ξεκινά να αφηγείται στο μικρό πράσινο σημειωματάριο, αποκαλύπτοντας εξ αρχής τις προθέσεις του:

"Πόσο καλά ξέρεις τους ανθρώπους που ζουν δίπλα σου; Πόσο καλά σε ξέρουν εκείνοι; {...} Όλοι λένε ψέματα για τη ζωή τους. Τι θα γινόταν όμως αν μοιραζόσουν την  αλήθεια; Εκείνο το πράγμα που σε καθορίζει, που κάνει όλα όσα σε χαρακτηρίζουν να βγάζουν νόημα;{...} Αυτή είναι η ιστορία μου. Σου δίνω το ελεύθερο να την πετάξεις στην ανακύκλωση. Ή ίσως αποφασίσεις να πεις τη δική σου αλήθεια σε τούτες τις σελίδες και μετά να δώσεις το τετραδιάκι μου κάπου αλλού. Ίσως η εμπειρία να σου φανεί καθαρτική, όπως ήταν για μένα. Το τι θα συμβεί μετά εξαρτάται από σένα".

Το μικρό αυτό σημειωματάριο με την αλήθεια της ζωής του, το πείραμα της Αυθεντικότητας όπως αποκαλείται, θα το αφήσει ο ηλικιωμένος ζωγράφος Τζούλιαν στο καφέ της Μόνικας, της δυναμικής ιδιοκτήτριας του καφέ, η οποία, όμως, είναι πιο ευάλωτη απ' όσο δείχνει, και όχι τόσο ευτυχισμένη όσο θα ήθελε.

Η Μόνικα θα είναι, επομένως, εκείνη που θα καταγράψει την αληθινή της ιστορία στα φύλλα του πράσινου σημειωματάριου. Θα ακολουθήσοει ο Χάζαρντ, ένας άντρας εξαρτημένος από τα ναρκωτικά και το ποτό, ο Ράιλι, ένας Αυστραλός κηπουρός που λατρεύει τη ζωή, η Άλις, μία πελαγωμένη μητέρα εξαρτημένη από το κινητό της και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και η Λίζι, μία χαρούμενη εθελόντρια.

Όλοι αυτοί οι χαρακτήρες γνωρίζονται, αλληλεπιδρούν , ερωτεύονται, διαπληκτίζονται, φιλιώνουν και πάλι από την αρχή. Τις σχέσεις τους τις διέπει η καχυποψία, η κρυψίνοια, ο φθόνος, ο ανταγωνισμός, αλλά συγχρόνως και η αγάπη, η στοργή και το ειλικρινές ενδιαφέρον του ενός για τον άλλο. Όλα αυτά χαρακτηρίζουν τις αληθινές, γνήσιες ανθρώπινες σχέσεις. Και όλοι οι χαρακτήρες αναζητούν τελικά την αυθεντικότητα. Ή μήπως την ευτυχία;

Το βιβλίο αποτελεί το ψυχογράφημα όλων των παραπάνω χαρακτήρων, αλλά και των μεταξύ τους σχέσεων, βάζοντάς τις στο μικροσκόπιο. Κύριο θέμα του είναι οι ανθρώπινες σχέσεις και η απάντηση στο ερώτημα κατά πόσον αυτές διέπονται από ειλικρίνεια. Αναμφίβολα, πρόκειται για ένα βιβλίο που θα μας βάλει σε σκέψεις σχετικά με τις σχέσεις που διατηρούμε με τους γύρω μας, αλλά και με το κατά πόσον η εικόνα που αφήνουμε να φανεί προς τα έξω ανταποκρίνεται ή όχι σε αυτήν που έχουμε στην πραγματικότητα. Η συγγραφέας εστιάζει με μαεστρία στις σκέψεις και τα συναισθήματα των ηρώων της, δίχως, όμως, να θυσιάζει την ενδιαφέρουσα πλοκή του βιβλίου της και χωρίς να πλατειάζει.

Γι' αυτό και κάθε κεφάλαιο είναι αφιερωμένο σε έναν από τους χαρακτήρες, εναλλάσσοντας τις διηγήσεις τους από τη σκοπιά του καθενός. Συχνά δε, υπάρχουν δύο αφηγήσεις από δύο διαφορετικές μεριές για το ίδιο γεγονός.

Η συγγραφέας θίγει με έξυπνο και ευχάριστο τρόπο σύγχρονα προβλήματα όπως τη μητρότητα, τον γάμο, τις ομοφυλοφιλικές σχέσεις, την εξάρτησή μας από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, την αποξένωση από τους γύρω μας, τη μοναξιά των ηλικιωμένων και τις αληθινές ανθρώπινες σχέσεις οι οποίες, τα τελευταία χρόνια, απουσιάζουν από τη ζωή μας.

Το τέλος επιφυλάσσει μία έκπληξη για τον αναγνώστη, μία έκπληξη η οποία θα γκρεμίσει όλο το προηγούμενο οικοδόμημα... ή μήπως όχι; Το μόνο σίγουρο είναι ότι η συγγραφέας θα επιβεβαιώσει το εσφαλμένο της πρώτης εντύπωσης για μία ακόμη φορά. Η ιστορία όμως του σημειωματάριου δεν τελειώνει με το τέλος του βιβλίου αλλά συνεχίζεται...

Οι σελίδες του βιβλίου διαποτίζονται από άρωμα Λονδίνου, από τις αγγλικές συνήθειες και το αγγλικό τσάι, προσθέτοντας έτσι μια ευχάριστη νότα σε ένα πόνημα που θυμίζει περισσότερο θεατρικό με καρικατούρες χαρακτήρων παρά βιβλίο.

Όπως και να χει, πρόκειται για ένα έργο το οποίο δεν είναι, εν τέλει, όσο ανάλαφρο θέλει να δείχνει, αφού προσφέρει άφθονη τροφή για σκέψη, κρατώντας, όμως, συγχρόνως αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη με την έξυπνη πλοκή του από την πρώτη ως την τελευταία σελίδα.

Ευρώπη και μετανάστευση στην προϊστορία


 

Σήμερα, που οι περισσότεροι Ευρωπαίοι αναρωτιούνται πως πρέπει να αντιδράσει η Ευρωπαϊκή Ένωση στα κύματα των προσφύγων και των μεταναστών από τη Μέση Ανατολή που κατακλύζουν την Ευρώπη, ίσως θα ήταν καλή ιδέα να ρίξουμε μία καλή ιστορική ματιά σε όλες τις μεταναστεύσεις που γνώρισε κατά καιρούς η Ευρώπη, ακόμη και πριν από την έλευση του Homo sapiens sapiens ως είδος. 

Θα κατανοήσουμε έτσι ότι η μετανάστευση από άλλα μέρη του κόσμου έχει υπάρξει καθοριστική στη διαμόρφωση του σύγχρονου DNA μας. Θα φανεί επίσης ότι οι αποκαλούμενοι "αρχέγονοι λαοί", επομένως, ανήκουν στη σφαίρα του μύθου, αφού οι μείξεις στο γενετικό υλικό του σύγχρονου Ευρωπαίου υπήρξαν συνεχείς.

Το πότε ακριβώς εγκατέλειψε ο μακρινός ανθρωποειδής πρόγονός μας την ανατολική Αφρική, η οποία υπήρξε το λίκνο των ανθρωποειδών, παραμένει ακόμη μυστήριο σε μεγάλο βαθμό. Οι περισσότεροι επιστήμονες τοποθετούν αυτή την έξοδο πριν από 500.000 χρόνια περίπου, όταν ο άνθρωπος του Νεάντερνταλ και ο άνθρωπος Ντενίσοβα έφτασε στην Ευρώπη.

 Εν συνεχεία, στην Ευρώπη έφτασαν οι πρώτοι σύγχρονοι άνθρωποι, δηλαδή οι Sapiens πριν από 40.000 περίπου χρόνια και αναμείχθηκαν γονιδιακά με τους προϋπάρχοντες πληθυσμούς πριν επικρατήσουν οριστικά. Οι Νεάντερνταλ διέμεναν στην Ευρώπη και οι Ντενίσοβα πιο ανατολικά και στην Ασία, γι' αυτό οι σύγχρονοι Ευρωπαίοι φέρουν τουλάχιστον ένα 2% από γονίδιο Νεάντερνταλ στο γονιδίωμά τους, ενώ οι Ασιάτες φέρουν ένα ποσοστό από τον άνθρωπο Ντενίσοβα στο δικό τους.

Τελικά, επικράτησαν οι Sapiens, αυτό, όμως, δεν ήταν το τέλος του μεταναστευτικού ρεύματος από τη Μέση Ανατολή στην Ευρώπη. Πριν από 8.000 περίπου χρόνια, οι πρώτοι γεωργοί αφίχθησαν στα μέρη μας δια μέσου των Βαλκανίων. Αυτοί οι άνθρωποι δεν ανήκαν, κατά πάσα πιθανότατα στην Ινδοευρωπαϊκή φυλή, και μιλούσαν γλώσσες μη ινδοευρωπαϊκές, σαν αυτές που έχουν εκτοπιστεί σήμερα σε απομονωμένα μέρη της Ευρώπης, όπως τα βασκικά, τα ετρουσκικά, τα εσθονικά, τα ουγγρικά, τα φινλανδικά και τα σαρδηνικά. 

Η επικράτηση του αγροτοκτηνοτροφικού τρόπου ζωής ήταν μια αργή διαδικασία, η οποία κράτησε περί τα 2.000 έτη πριν επικρατήσει τελικά. Στη Βόρεια Ευρώπη άργησε περισσότερο να επικρατήσει ο αγροτοκτηνοτροφικός χαρακτήρας, σε αντίθεση με τη Νότια. Άνθρωποι όπως οι κάτοικοι της Σαρδηνίας έχουν στο DNA τους το μεγαλύτερο ποσοστό από αυτούς τους νέους μετανάστες από την Ανατολία, οι οποίοι έφεραν τη γεωργία. Αντιθέτως, οι Σκανδιναβοί είναι εκείνοι οι οποίοι παρουσιάζουν το μεγαλύτερο ποσοστό από DNA κυνηγών στο γονιδίωμά τους.

Τη Σαρδηνία την άφησαν απρόσβλητοι σχεδόν και οι επόμενοι μετανάστες από τη στέπα της Ασίας, εντείνοντας τη γενετική τους απομόνωση. Οι μετανάστες αυτοί έφτασαν στην Ευρώπη πριν από 5.000 περίπου χρόνια και ήταν μάλλον οι πρώτοι Ινδοευρωπαίοι. 

Η παλαιότερη ινδοευρωπαϊκή γλώσσα που γνωρίζουμε είναι εκείνη των Χετταίων, ενώ στην Ευρώπη εκείνη των Μυκηναίων. Η Γραμμική Α των Μινωιτών, η οποία κατά πάσα πιθανότητα δεν είναι ινδοευρωπαϊκή, δείχνει ότι και οι ίδιοι οι Μινωίτες, όπως και οι κάτοικοι της Σαρδηνίας, δεν ήταν άνθρωποι της στέπας, δηλαδή Ινδοευρωπαίοι, αλλά άνθρωποι από το προηγούμενο μεταναστευτικό κύμα, ήτοι αγρότες της Ανατολίας.

Η κοιτίδα των Ινδοευρωπαίων τοποθετείται στο σημερινό Ιράν και η εξάπλωση των ινδοευρωπαϊκών χίντι στον ινδικό βορρά, σε αντίθεση με τη δαρβιδική γλώσσα των Ταμίλ που επικρατεί στη νότια Ινδία, δείχνει, αναντίρρητα, την πορεία που ακολούθησαν οι Ινδοευρωπαίοι μετανάστες ανά την υφήλιο.

Οι Ινδοευρωπαίοι όμως έφεραν μαζί τους στην Ευρώπη, εκτός από τη γλώσσα, και το βακτηρίδιο της πανώλης, σε μια μορφή πιο αρχέγονη από τη μεταγενέστερη μεσαιωνική του.

Κατά την εποχή του χαλκού, περί το 4.000-3.000 π.Χ. δηλαδή, ο κόσμος είχε αρχίσει ήδη να μοιάζει περισσότερο με αυτόν που γνωρίζουμε σήμερα, από την άποψη της επικράτησης της πατριαρχίας, της επαγγελματικής εξειδίκευσης, του εμπορίου και των πολέμων, αλλά και της ιδιοκτησίας και της ιεραρχίας.

Η επόμενη μεγάλη μετανάστευση από την Ανατολία τοποθετείται στους ιστορικούς χρόνους, δηλαδή περί τον 4ο-6ο μεταχριστιανικό αιώνα. 'Ήδη, όμως, οι τέσσερις προηγούμενες της προϊστορικής εποχής είχαν καθορίσει σε μεγάλο βαθμό το σύγχρονο DNA μας.

Επομένως, συνάγεται από τα παραπάνω ότι η μετανάστευση έχει παίξει πολύ μεγαλύτερο ρόλο από όσο θα θέλαμε να πιστεύουμε στο γονιδίωμα του σύγχρονου Ευρωπαίου, καταρρίπτοντας οποιαδήποτε θεωρία περί "αρχέγονων λαών".

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

-Dorren Gaston, Βαβέλ, εκδ. Μεταίχμιο, 2021

-Krause-Trappe, Το ταξίδι των γονιδίων μας, εκδ. Διόπτρα, 2021

Στεργία Κάββαλου, Κονέκτικατ, εκδ. Βακχικόν, 2021,σελ.86

 

https://ekdoseis.vakxikon.gr/shop/ekdoseis/vakxikon-peza/konektikat/


Οι εκδόσεις Βακχικόν συνηθίζουν να εκδίδουν εξαιρετικές συλλογές διηγημάτων. Μία από αυτές είναι και η συλλογή Κονέκτικατ της πολυγραφότατης Στέργιας Κάββαλου η οποία περιέχει είκοσι πέντε σύντομες, απολαυστικές και ευκολοδιάβαστες ιστορίες. Πρόκειται για ιστορίες που άπτονται θεματικά των σύγχρονων προβληματισμών των αναγνωστών και αφορούν, κατά κύριο λόγο, τη βία και την τρομοκρατία στη σύγχρονη εποχή. Eίναι, επομένως, διηγήματα πιο επίκαιρα από ποτέ, με τις ανθρώπινες σχέσεις και σκέψεις μπαίνουν κατά κόρον στο μικροσκόπιο.

Οι αφηγήσεις είναι πρωτοπρόσωπες με λόγο καλοδουλεμένο, μικροπερίοδο και συχνά με κάποιες δόσεις χιούμορ. Η γλώσσα πολλές φορές είναι μεταφορική και αλληγορική, δημιουργώντας όμως αφηγήσεις για ιστορίες καθημερινότητας, σαν αυτές που θα μπορούσε να κρύβει ο ένοικος στο διπλανό διαμέρισμα της πολυκατοικίας μας, ιστορίες δηλαδή συνηθισμένων, καθημερινών ανθρώπων. Εκτός από την τρομοκρατία, τη βία και τον θάνατο, η συγγραφέας θίγει θέματα όπως η μετανάστευση, ο σύγχρονος τρόπος ζωής, ο έρωτας και το σεξ στους νέους, τους εφήβους και η σχέση των γονιών με τα παιδιά τους. 

Οι ήρωες, λοιπόν, αρκετά συχνά είναι νεαροί έφηβοι, επαναστάτες, αμφισβητίες με τα μυαλά στα κάγκελα, οργισμένοι με τους γύρω τους και ιδίως με τους γονείς τους, στους οποίους μοιραία αντιτίθενται προκειμένου να ενηλικιωθούν. Μπορούμε να υποθέσουμε ότι αυτά τα διηγήματα είναι, σε κάποιο βαθμό, αυτοβιογραφικά, εμπνευσμένα από την εφηβική εποχή της συγγραφέως.

"Μάζεψα ωραία το πάπλωμα- άφησα την κουβέντα για τις ώρες ανάγκης- και το φύλαξα στην εποχή του. Άνοιξα το πατάρι και τα καλοκαιρινά πετάχτηκαν έξω από μόνα τους. Στα χέρια μου το λουκέτο. Δεσμοφύλακας. Κόλλησα στον τοίχο κι άρχισα να σβήνω τις μέρες. Τις παλιές. Ίσα που πρόλαβα, το μπλε δωμάτιο κυμάτισε θάλασσα. Από τα παράθυρα έφυγε ο χειμώνας όπως φεύγει παραμονή Πρωτοχρονιάς ο παλιός χρόνος. Έκλεισα το μάτι στην πρωινή ζέστη και στην απαλή μυρωδιά από βερίκοκο. Και με παρέσυραν και οι δύο. Το αποφάσισα. Σήμερα ήρθε το καλοκαίρι".

Η συγγραφέας μας γνωστοποιεί τι γίνεται όταν σε ένα σπίτι λείπει η γάτα και εισβάλουν ποντικοί. Μια γυναίκα μας εξομολογείται για τα απομεινάρια μιας σχέσης της. Ένας γιος περιγράφει τη ζωή της ηλικιωμένης μητέρας του. Ένας Έλληνας μετανάστης στην Ολλανδία επιστρέφει στο νησί του με απρόβλεπτες συνέπειες, οι οποίες συνεπάγονται εγκληματικές ενέργειες. Μια νεαρή μας μιλά για μια αγάπη μικρή, που δεν τελειώνει εύκολα. Ένας άντρας μας αφηγείται για το τέλος ενός καθάρματος και η συγγραφέας παίρνει τη σκυτάλη για να μας μιλήσει για μια ιδιόρρυθμη γατόφιλη, ενώ ένας κύριος θα μας παραθέσει τις περιπέτειες μιας απογραφής. Η συγγραφέας ομιλεί δια μέσου της πένας της περί πείνας και περισσευμάτων φαγητού, αλλά και για μια ατυχή νεανική σεξουαλική συνεύρεση. Μία τραγωδία αλλάζει τη ζωή εκείνου που την παρακολουθεί. Στο Κονέκτικατ ένας τρελός ανοίγει πυρ σε μια σχολική τάξη σκοτώνοντας παιδιά, ένας ξεχασιάρης μπαμπάς δεν είναι εκεί που πρέπει, ενώ μία εφηβική φάρσα γνωρίζει μία υπέρτατη στιγμή ατυχίας. Μία δεκαεξάχρονη οργισμένη έφηβη και ένας γιος μιας ράφτρας μας αφηγούνται στιγμιότυπα της ζωής τους. Μια γυναίκα κλείνει την τηλεόραση και το καλοκαίρι έρχεται στη ζωή της. Μια άλλη θα μας μιλήσει περί κρητικών γάμων και η συγγραφέας για την κατάληξη μιας ανεπιθύμητης εγκυμοσύνης, περί ιατρικής και περί όλων αυτών που περιέχει μια γυναικεία τσάντα. Τι γίνεται όταν μια ανορεξικιά ερωτεύεται; Ένας σεισμός μπορεί να σε κάνει να πετάξεις; Οικογενειακά κωμικοτραγικά σκηνικά με κακούς βαθμούς στο σχολείο. Και τέλος, μία μάνα που χάνει το παιδί της ήταν, είναι και θα είναι πάντοτε η πιο τραγική φιγούρα.

Όλα αυτά τα φαινομενικά ετερόκλιτα στοιχεία αντιπροσωπεύουν τον κόσμο της Σ.Κ. στα διηγήματά της. Έχουν όμως ένα κοινό σημείο αναφοράς: τον άνθρωπο, τις σκέψεις, τη συμπεριφορά, τον ψυχισμό και τις πράξεις του. Η συγγραφέας ακροβατεί ανάμεσα στην αλληγορία και τον ρεαλισμό, τη λογική και το συναίσθημα, την ψυχική και τη σωματική υπόσταση, δίνοντας άφθονη τροφή για σκέψη στον αναγνώστη με τα κρυμμένα μηνύματα των διηγημάτων της.

"Φαντάστηκα τον Σαίξπηρ να κάθεται ανάμεσά μας και να κουνά όλο ειρωνεία το κεφάλι για το ατόπημα. Και τότε συνειδητοποίησα πως δεν ήξερα τίποτα για τη ζωή του. Γέλασα κρυφά και δυνατά στη σκέψη πως αν ήταν όντως στο κοινό, ούτε την ίδια του την παράσταση δεν θα καταλάβαινε. Οι ηθοποιοί μιλούσαν ελληνικά. Άμα αλλάξεις τον κώδικα, τα μυαλά γίνονται κουβάρια. Το φεγγάρι στήθηκε ακριβώς απέναντί μου, προβολέας. Φως εν μία νυκτί. Όχι, όχι. Πιο πολύ έμοιαζε με γιγάντια τάπα που ήθελε να μου κλείσει το στόμα. Και τα κατάφερνε".

Beth o’ Leary, Η ανταλλαγή, εκδ. Μεταίχμιο

  Αναντίρρητα, δεν είναι όλα τα feelgood μυθιστορήματα ωραία, ούτε και καλογραμμένα. "Η ανταλλαγή" όμως διαθέτει αυτά τα χαρακτηρι...