Δευτέρα 31 Ιανουαρίου 2022

Ρόμπι Γουέϊσμαν, Το αγόρι από το Μπούχενβαλντ, εκδ. Πατάκη, 2021, σελ. 293, μετ.Παναγιωτάκης-Μιζάν

 

https://www.patakis.gr/product/653298/vivlia-paidika--efhvika-paidikh-neanikh-logotexnia/To-agori-apo-to-Mpouxenvalnt/

"Όποιος από εσάς  βγει ζωντανός από εδώ μέσα πρέπει να αφηγηθεί όσα έγιναν. Ο κόσμος πρέπει να θυμάται. Για να μην ξαναζήσει".

 Ό,τι κι αν έχουμε διαβάσει για το Ολοκαύτωμα, δεν υπάρχει περίπτωση το βιβλίο αυτό να μην μας συγκινήσει και να μην μας φέρει δάκρυα στα μάτια κατά τη διάρκεια της ανάγνωσης. Πρόκειται για τη σπαρακτική αφήγηση ενός Πολωνοεβραίου, επιζώντα από το διαβόητο στρατόπεδο συγκέντρωσης, του Ραχμίλ-Ρόμεκ-Ρόμπι Γουέϊσμαν-Βάισμαν. Ραχμίλ ήταν το εβραϊκό του όνομα, το οποίο και εγκατέλειψε νωρίς θέλοντας να γλιτώσει από τη φρικτή μοίρα που περίμενε τον λαό του. Έτσι υιοθέτησε το πολωνικό Ρόμεκ και, πολύ αργότερα, όταν είχε την τύχη να επιζήσει και να μεταναστεύσει στον Καναδά το γύρισε στο αγλλικό Ρόμπι.

""Ονομάζομαι  117098", είπα στον Αμερικανό στρατιώτη που με ρώτησε πώς με λένε.

Αυτό ήμουν μονάχα για τρία ολόκληρα χρόνια.

Το 117098.

Με τρομοκρατούσε ακόμη και ένα λευκό λουλούδι. Ακόμη και η ελπίδα που γεννιόταν μέσα στη λάσπη.

Συμβόλιζε την ελευθερία, μα εγώ ήξερα μονάχα τη σκλαβιά"

Το παραπάνω απόσπασμα δείχνει ποιες ήταν οι μύχιες σκέψεις του Ρόμεκ όταν, στις 11 Απρίλίου του 1945 Αμερικανοί στρατιώτες απελευθέρωσαν το στρατόπεδο της φρίκης με το όνομα Μπούχενβαλντ στο οποίο είχε ζήσει τρία περίπου χρόνια. Μαζί με τον Ρόμπι υπήρχαν στο στρατόπεδο περισσότερα από χίλια ανήλικα εβραιόπουλα. Τα αγόρια αυτά ήταν, φυσικά, ορφανά τα περισσότερα και είχαν αντικρίσει το χειρότερο πρόσωπο της ζωής. Οι Σύμμαχοι θα μεταφέρουν τα 428 από αυτά, συμπεριλαμβανομένου του Ρόμεκ, σε ένα ίδρυμα επανένταξης στο Εκουί της Γαλλίας. Θεωρούσαν, όμως, ότι τα αγόρια αυτά δεν θα μπορούσαν ποτέ πια να ζήσουν μία φυσιολογική ζωή. Αυτή η πεποίθηση δεν ακουγόταν, φυσικά,  παράλογη τότε. Διότι, πώς μπορεί άραγε κάποιος να ξεχάσει την ανείπωτη φρίκη;

Τα αγόρια του  Μπούχενβαλντ όμως διέψευσαν όλες τις δυσοίωνες προβλέψεις για το μέλλον τους. Τα περισσότερα από αυτά κατάφεραν εν τέλει να κάνουν μία νέα αρχή και να συνεχίσουν κανονικά τη ζωή τους. Κάποια μάλιστα, μεταξύ των οποίων και ο ίδιος ο συγγραφέας, έγιναν και επιτυχημένοι επιχειρηματίες.

""Γιατί τα ξέχασα όλα αυτά; ψιθύρισα προς το φωτεινό αστέρι, ελπίζοντας ότι θα μπορούσε να με ακούσει. "Γιατί ξέχασα το σπίτι μου;" 

Και τότε, μια σκέψη με συντάραξε. Τα αστέρια αυτά δεν είχαν πάψει ποτέ να λάμπουν. Έλαμπαν ακόμη και πάνω από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, σαν φάροι, για να μας δείχνουν τον δρόμο που έπρεπε να πάρουμε για να γυρίσουμε στο σπίτι.

"Τα αστέρια", είπα σιγανά. "Να κάτι που οι ναζί δεν μπόρεσαν να καταστρέψουν".

Διότι τελικά ο άνθρωπος μπορεί να αντέξει τα πάντα. Αλλά μπορεί και να θάψει βαθιά όσα τον πονούν και να κάνει μία νέα αρχή. Τα αγόρια από το Μπούχενβαλντ δεν είχαν άλλη επιλογή. Δεν διάλεξαν αυτά να κλειστούν στο γκέτο. Ούτε να αποχωριστούν από τους γονείς τους. Ούτε να ζήσουν όσα ήθελαν διακαώς να ξεχάσουν. Παρ' όλες τις δυσκολίες όμως διάλεξαν τη ζωή. Και τα κατάφεραν.

Αφορμή για να διηγηθεί ο Ρόμπι όσα είχε προσπαθήσει να λησμονήσει τα περισσότερα χρόνια της ενήλικης και "φυσιολογικής" ζωής τους, ήταν η είδηση σε ένα κανάλι του Καναδά- εκεί όπου είχε μεταναστεύσει μετά τον Πόλεμο-, ότι ένας καθηγητής σχολείου δίδασκε ότι το Ολοκαύτωμα δεν συνέβη ποτέ.

Έτσι ο Ρόμπι, μετά από πολλά χρόνια, αποφάσισε να ξαναγίνει Ρόμεκ και να τα διηγηθεί όλα. Τα ευτυχισμένα παιδικά του χρόνια στο Σκαρζίσκο-Καμιένα της Πολωνίας όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε μέσα στην πολυπληθή οικογένειά του. Την αβεβαιότητα που έζησε η οικογένειά του με την εισβολή των Γερμανών στην Πολωνία και τη φρίκη του γκέτο. Την υποχρεωτική εργασία του σε ένα εργοστάσιο οβίδων. Τον αποχωρισμό από την οικογένειά του και τον τριετή εγκλεισμό του στο Μπούχενβαλντ. Την απελευθέρωση, την αντάμωση με τη μοναδική αδελφή του, η οποία είχε επιζήσει του Ολοκαυτώματος και την προσπάθειά του να αρχίσει μια νέα ζωή στον Καναδά.

Αυτό το βιβλίο περιέχει την ιστορία του, όχι γραμμένη σε μία ευθεία γραμμική αφήγηση, αλλά από την απελευθέρωσή του και έπειτα, διανθισμένη όμως με όλες εκείνες τις αναμνήσεις που ήθελε διακαώς να λησμονήσει.

 "Το αγόρι από το Μπούχενβαλντ" δεν είναι μία μαρτυρία για την καθημερινότητα σε ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης, παρ' όλο που περιέχει πολλές πληροφορίες για τη ζωή ενός Εβραίου κρατούμενου των ναζί.  "Το αγόρι από το Μπούχενβαλντ" είναι μία αληθινή μαρτυρία για την προσπάθεια που κατέβαλαν τα παιδιά που επέζησαν από το Ολοκαύτωμα και τις δυσκολίες που συνάντησαν στην προσπάθειά τους αυτή, να επανέλθουν στη ζωή μετά την καταιγίδα, την απώλεια των δικών τους, του σπιτιού τους και της πατρίδας τους.

Τα παιδιά αυτά τα κράτησε στη ζωή, κατά τη διάρκεια των δύσκολων χρόνων του εγκλεισμού τους, μονάχα η σκέψη των δικών τους και του σπιτιού τους. Όταν συνειδητοποίησαν, μετά την απελευθέρωσή τους ότι ο οικείος κόσμος των παιδικών τους χρόνων, τον οποίον ήξεραν πριν από τον Πόλεμο, είχε χαθεί πλέον οριστικά και αμετάκλητα, βίωσαν ένα ακόμη τεράστιο ψυχολογικό σοκ και ένιωσαν πως δεν είχαν πια κανέναν σκοπό στη ζωή τους. Το βιβλίο περιγράφει, μέσα από τη μαρτυρία του Ρόμπι με ακρίβεια και ενάργεια τις σκέψεις τους, τα συναισθήματά τους και τις απίστευτες ψυχολογικές δυσκολίες που αντιμετώπισαν κατά τη διάρκεια της επανένταξής τους στην αληθινή ζωή.

Η αφήγηση του Γουέϊσμαν είναι έντονα συναισθηματική- και πώς θα μπορούσε άλλωστε να μην είναι;-και αιχμαλωτίζει την προσοχή του αναγνώστη από την πρώτη σελίδα. Εν κατακλείδι, πρόκειται για ένα από τα καλύτερα βιβλία που έχουν γραφτεί για το Ολοκαύτωμα που  αξίζει αλλά και πρέπει να διαβαστεί από όλους.

Παρασκευή 28 Ιανουαρίου 2022

Τζένη Μανάκη, Με το χέρι στο στήθος, εκδ. Ωκεανίδα, 2020, σελ.314

 

Ένα σύγχρονο πολυδιάστατο και πολυθεματικό μυθιστόρημα, αφορμή σύγχρονων προβληματισμών, υπογράφει η Τζένη Μανάκη με τίτλο "Με το χέρι στο στήθος". Ο κάπως αλλόκοτος τίτλος του προέρχεται από τον γνωστό πίνακα του Ελ Γκρέκο "Ο ευγενής με το χέρι στο στήθος".

Η Νικολέττα Πάζη- αλλιώς Νικόλ- δημοσιογράφος σε μεγάλο περιοδικό του Λονδίνου βρίσκεται, τις πρώτες χρονιές του 21ου αιώνα, στην Τύνιδα προκειμένου να συγγράψει ένα άρθρο. Βρίσκεται σε μία παράξενη φάση της ζωής της έχοντας μόλις χωρίσει και κουβαλώντας ένα σωρό οικογενειακές πληγές και θαμμένα μυστικά που σχετίζονται με την πυρηνική της οικογένεια πίσω στην Αθήνα και σε ένα νησί του Αιγαίου.

Στην Τύνιδα θα συναντήσει εντελώς τυχαία τον Αλγερινό συγγραφέα Φουάντ Μαζίν, ο οποίος θα της θυμίσει τον γνωστό πίνακα του Γκρέκο που έχει δανείσει τον τίτλο του στον τίτλο του βιβλίου. 

Ο Φουάντ κουβαλάει κι αυτός  τον δικό του σταυρό, έχοντας χάσει πρόσφατα τη γυναίκα του, θύμα τρομοκρατικού χτυπήματος, ενώ ο γιος του Μαρίντ κινδυνεύει να βρεθεί μπλεγμένος στα δίχτυα του ισλαμιστικού τρομοκρατικού πυρήνα. Οι δυο τους θα αποφασίσουν να παρηγορήσουν ο ένας τον άλλον και θα δεθούν μεταξύ τους με ισχυρά ερωτικά δεσμά προκειμένου να ξορκίσουν τα φαντάσματα που τους κατατρύχουν. 

Παράλληλα, η αδελφή της Νικόλ, η Αίγλη, έχει πέσει θύμα ενδοοικογενειακής βίας πίσω στο νησί του Αιγαίου που είναι και η πατρίδα τους. Δεν είναι όμως μόνον αυτό, καθώς δύο ακόμη άνδρες φαίνεται να υπάρχουν στη ζωή της Αίγλης, η οποία βασανίζεται και από ψυχολογικά προβλήματα και κρατάει συγχρόνως το κλειδί για κάποια κρυμμένα οικογενειακά μυστικά, τα οποία η Νικόλ αγνοεί προς το παρόν.

Επίσης, ο προηγούμενος σύντροφος της Νικόλ, ο Μαξ, εργαζόμενος και αυτός στο ίδιο περιοδικό, κρατάει έναν σημαντικό δευτεραγωνιστικό ρόλο στο βιβλίο μαζί με τα συναισθηματικά μπλεξίματα της Αίγλης και τη μεταβαλλόμενη και εξελισσόμενη σχέση των δύο αδελφών.

Η Νικόλ μοιράζει τον χρόνο της ανάμεσα στο Λονδίνο, όπου είναι η δουλειά της, στο Παρίσι, όπου βρίσκεται ο Φουάντ και στην Ελλάδα, όπου ζει η αδελφή της. Θα αλλάξει πόστο και θα γίνει πολιτιστική συντάκτρια του περιοδικού, δίνοντας έτσι αφορμή στην Μανάκη να μιλήσει για όλα όσα σχετίζονται με την τέχνη και φαίνεται να αγαπάει και η ίδια εκτός από την Νικόλ: το θέατρο, τη μουσική και τη λογοτεχνία.

Αυτή η καλλιτεχνική πινελιά προσδίδει ακόμη μία διάσταση στο έργο της, το οποίο θα μπορούσε επίσης να χαρακτηριστεί, εκτός από μυθιστόρημα, και ως πολιτικο-κοινωνική μελέτη σε κάποια σημεία. Το πιο δυνατό σημείο του βιβλίου είναι, αναντίρρητα, η πρωτότυπη θεματική του και ο συνδυασμός πολλών ξεχωριστών και ετερόκλητων θεμάτων σε μία μυθιστορία.

Η Μανάκη δεν αφήνει τίποτε απέξω από τα σύγχρονα προβλήματα της κοινωνίας μας στις θεματικές της: τρομοκρατία, διαφυλετικές σχέσεις, ενδοοικογενειακή βία, προσφυγικό, αποαποικιοποίηση στη Βόρεια Αφρική, ψυχολογικά προβλήματα των σύγχρονων ανθρώπων, απώλεια αγαπημένων προσώπων, οικογενειακές σχέσεις και αδελφική αγάπη. Η γραφή της Μανάκη είναι έντονα περιγραφική και ξεχειλίζει από συναίσθημα σε μία δυνατή πρωτοπρόσωπη αφήγηση, διανθισμένη με κάποιους διαλόγους.

Θα καταφέρουν ο Φουάντ και η Νικόλ να ξεπεράσουν τα προβλήματά τους και να κάνουν μία νέα αρχή μαζί; Η απάντηση δίνεται σε ένα βιβλίο που μιλάει για τον έρωτα και τον θάνατο, υμνεί την τέχνη και προβληματίζει για πολλά σύγχρονα θέματα.

Πέμπτη 27 Ιανουαρίου 2022

Ο πόλεμοςτης Κορέας-μία έρευνα των αιτιών του

 



Ο πόλεμος της Κορέας μπορεί να θεωρηθεί κάλλιστα ως μία από τις μεγαλύτερες συμφορές του αιώνα που πέρασε, ίσως και η μεγαλύτερη του Ψυχρού Πολέμου μαζί με τον πόλεμο του Βιετνάμ. Οπωσδήποτε, οι συνέπειές του είναι ορατές μέχρι και σήμερα στη χώρα που έπληξε, την Κορέα, η οποία και έμεινε έκτοτε διαιρεμένη σε Βόρεια και Νότια.

Προκειμένου να αναζητήσουμε τα αίτια του πολέμου, είναι αναγκαίο να γυρίσουμε πίσω στα χρόνια της ιαπωνικής κατοχής. Τα χρόνια της μακράς κινέζικης επιρροής και σκιώδους επικυριαρχίας καθ' όλη τη διάρκεια του μεσαίωνα, διαδέχτηκε η στυγνή ιαπωνική κατοχή το 1894-95, όταν η Κίνα ηττήθηκε στον σινο-ιαπωνικό πόλεμο. Από το 1910 η χώρα προσαρτήθηκε επίσημα στην Ιαπωνία και οι Ιάπωνες έκαναν στην κυριολεξία ό,τι μπορούσαν προκειμένου να γίνουν μισητοί στους Κορεάτες. Έτσι αναπτύχθηκε ο εθνικισμός στην Κορέα, ως κίνημα δηλαδή αντίστασης απέναντι στην ιαπωνική κυριαρχία. Ο Σίγκμαν Ρι ήταν ο πρώτος που σπούδασε στις ΗΠΑ και ο πρώτος Κορεάτης που συσπείρωσε γύρω του ως ηγέτης τους εθνικιστές. 

Στον αντίποδα στην κατεχόμενη από τους Ιάπωνες Κορέα αναπτύχθηκε και ο κομμουνισμός, ως εναλλακτική απάντηση στον κορεατικό εθνικισμό, με ηγέτη τον Κιμ Ιλ-σονγκ.

Με το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου το 1945, επομένως,  οι νικητές Σοβιετικοί και Αμερικανοί αποφάσισαν να χωρίσουν ζώνες κατοχής στην ηττημένη ιαπωνική αποικία, ακριβώς όπως είχαν κάνει δηλαδή και στο Βερολίνο. Κατά συνέπεια η διαχωριστική γραμμή τοποθετήθηκε στον 38ο παράλληλο με τους Σοβιετικούς να παίρνουν τον Βορρά και τους Αμερικανούς τον Νότο. Όλοι πίστευαν τότε ότι ο χωρισμός αυτός θα ήταν προσωρινός. Η ηγεσία σε κάθε επικράτεια μοιραία ανατέθηκε στους δύο προαναφερθέντες ηγέτες, δηλαδή στον Κιμ Ιλ-σονγκ στον σοβιετικό Βορρά και στον Σίγκμαν Ρι στον αμερικανικό Νότο. 

Ως το 1947 ο χωρισμός σε δύο επικράτειες διατηρούταν ακόμη και ουσιαστικά δύο χωριστά κράτη υπήρχαν από το 1948, κάτι αυτονόητο με τη διαίρεση του πληθυσμού, εκτός από τις δύο διαφορετικές επικράτειες, επιπλέον και σε κομμουνιστές και εθνικιστές. Αξίζει να σημειωθεί ότι και οι δύο ηγέτες τέλεσαν διώξεις προς τους αντιφρονούντες στην επικράτειά τους.

Η ευθύνη όμως για το ξέσπασμα του πολέμου βαραίνει κυρίως του ώμους του Στάλιν, ο οποίος, μετά τις επιτυχίες του Μάο τσε Τουνγκ στην Κίνα το 1949, θεώρησε, λανθασμένα, πως οι Αμερικανοί δεν θα απαντούσαν σε τυχόν προσπάθεια της ΕΣΣΔ να θέσει την Κορέα υπό τον έλεγχό της και να προωθήσει σε αυτήν ένα κομμουνιστικό καθεστώς. Ο Στάλιν, λοιπόν, θεώρησε ότι η Κορέα εντασσόταν στη δική του σφαίρα επιρροής, όπως ακριβώς είχε γίνει δηλαδή και με  την Ανατολική Ευρώπη.

Ο Χάρυ Τρούμαν από την πλευρά του, ο τότε Πρόεδρος των ΗΠΑ, δεν μπορούσε φυσικά να δεχτεί την κυριαρχία της ΕΣΣΔ στη γειτονιά του.

Έτσι, στις 25 Ιουνίου του 1950, οι Σοβιετικοί ήταν εκείνοι οι οποίοι εισέβαλαν πρώτοι στο νότιο τμήμα της χώρας και θεωρούσαν μάλιστα λανθασμένα ότι ο πόλεμος θα τελείωνε σύντομα. Αρχικά, η προέλαση των Σοβιετικών, με την υποστήριξη του Στάλιν και του Μάο, ήταν ραγδαία. Κατόπιν όμως, μετά την αντίδραση των ΗΠΑ και του ΟΗΕ, ο οποίος καταδίκασε την επίθεση με αποτέλεσμα πολλές άλλες χώρες να στείλουν στρατεύματα να πολεμήσουν στο πλευρό των Αμερικανών, η προέλαση των Σοβιετικών σταμάτησε και ξεκίνησε η ανακατάληψη των εδαφών από τους Αμερικανούς.

Η πλήρης κατάπαυση του πυρός επετεύχθη μόνο μετά από τον θάνατο του Στάλιν, δηλαδή το καλοκαίρι του 1953-ο ηγέτης της ΕΣΣΔ είχε αποβιώσει ήδη από τον Μάρτη. Ως τότε όμως είχαν διαπραχθεί πάμπολλες φρικαλεότητες και οι νεκροί αριθμούσαν και στα δύο αντίπαλα στρατόπεδα τους δύο περίπου εκατομμύρια. Στην Κορέα όλες οι πόλεις είχαν μετατραπεί σε ερείπια και μονάχα στον Νότο αξίζει να σημειωθεί ότι υπήρχαν εκατό χιλιάδες ορφανά χωρίς κανέναν γνωστό συγγενή εν ζωή.

Η ανακωχή υπογράφτηκε στις 27 Ιουλίου του 1953. Ο πόλεμος είχε διαρκέσει πάνω από τρία χρόνια.Ο λαός της Κορέας όμως δεν θα ξεχνούσε ποτέ όσα έγιναν.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

-Odd Arne Westad, Ο Ψυχρός πόλεμος, Μία παγκόσμια ιστορία, εκδ Πατάκη

-Νorman Davies, Ιστορία της Ευρώπης, τόμος β, εκδ. Νεφέλη

-John Lewis Gaddis, Ο Ψυχρός πόλεμος, εκδ. Παπαδόπουλος

-S. Bernstein -P. Milza, Ιστορία της Ευρώπης 1919 ως σήμερα, εκδ. Αλεξάνδρεια

Νίκος Μικρόπουλος, Ο γύρος του κόσμου σε 80 ιστορίες, εκδ. Βακχικόν, 2021, σελ.385

 

https://ekdoseis.vakxikon.gr/shop/ekdoseis/ellhnikh-logotexnia/o-gyros-tou-kosmou-se-80-istories/

 

Για το Ρίο ντε Τζανέιρο:

" Ατενίζουμε από ψηλά την πόλη ανεβασμένοι σ' έναν λόφο επτακοσίων μέτρων, το Κορκοβάδο, με το τεράστιο άγαλμα του Εσταυρωμένου στην κορυφή. Κάτω, δυτικά και νότια, μπροστά στον Ατλαντικό, απλώνεται ένα πολύπλοκο ψηφιδωτό από νησάκια, κόλπους, παραλίες, λόφους και μια λίμνη. Η πόλη, σαν χαλίκι που έχει κατακαθίσει στα χαμηλά, πολιορκημένη απ' την τροπική φύση που όχι μόνο έξω από την πόλη, αλλά και μέσα στους λόφους, τα πάρκα, παλεύει να ανακτήσει τον χώρο".

Τον γύρο του κόσμου όχι σε ογδόντα ημέρες, αλλά σε ογδόντα ιστορίες μας προσφέρει προς ανάγνωση ο πρωτοεμφανιζόμενος πολυταξιδεμένος συγγραφέας Νίκος Μικρόπουλος.

Το βιβλίο του "Ο γύρος του κόσμου σε 80 ιστορίες" περιλαμβάνει ογδόντα μικρά ταξιδιωτικά διηγήματα σε όλες τις γωνιές του πλανήτη. Ο πολυταξιδεμένος συγγραφέας επιλέγει να μοιραστεί μαζί μας τις εμπειρίες από τα ταξίδια του και να τις συνδυάσει πολύ επιτυχημένα με τη Λογοτεχνία.

Όπως είναι επόμενο, το εν λόγω βιβλίο εμπίπτει σε πολλές θεματικές κατηγορίες: ευτράπελα διηγήματα, ταξιδιωτικά κείμενα, Ιστορία, Λογοτεχνία, Εθνογραφία, Πολιτισμική ανθρωπολογία, Λαογραφία, Γεωγραφία, ακόμα και Γαστρονομία.

Ο Μικρόπουλος περιγράφει σε χιούμορ όχι μονάχα τον περιβάλλοντα χώρο, τα χαρακτηριστικά των τόπων που επισκέφθηκε  και του ανθρώπους που συνάντησε εκεί, αλλά, πρωτίστως, τις δικές του τραγελαφικές, πολλές φορές, εμπειρίες από τα ταξίδια του, εστιάζοντας σε αστεία, συχνά, στιγμιότυπα, ή στιγμές που αξίζει να τις μοιραστεί με τους αναγνώστες. Έτσι, συνήθως ο ίδιος είναι πρωταγωνιστής στις αφηγήσεις αυτές, καθώς και οι συνταξιδιώτες του και δευτερευόντως μόνο τα στοιχεία του τόπου τον οποίο περιγράφει. Συνήθως δε, οι αφηγήσεις του μας ταξιδεύουν από την Ευρώπη στις άλλες ηπείρους, εξασφαλίζοντας έτσι την αφηγηματική ποικιλία και εναλλαγή. Ο αναγνώστης βιώνει όλα τα συναισθήματα με την ανάγνωση της διηγημάτων, οι οποίες, αξίζει να αναφερθεί, δεν αναφέρονται σε χώρες, αλλά σε πόλεις, και αφήνουν απέξω μονάχα την Αρκτική και την Ανταρκτική.

Αρχικά περιλαμβάνονται διηγήματα για τις ΗΠΑ και τον Καναδά. Εδώ ξεχωρίζει το διήγημα για τους περίφημους καταρράκτες του Νιαγάρα, το οποίο εντυπωσιάζει τον αναγνώστη. Ακολουθούν η Σινγκαπούρη και τα ρυζοχώραφα της Ινδονησίας, καθώς και οι εξωτικές παραλίες του Μπαλί με τους φοίνικες και την παχιά άμμο. Η πρώτη παρένθεση σχετικά με την ήπειρο της Ευρώπης-οι αφηγήσεις για την οποία καταλαμβάνουν μικρότερο χώρο στο βιβλίο- αφορά το Άμστερνταμ. Και από εκεί το ταξίδι συνεχίζεται στη Βραζιλία και τον Αμαζόνιο και πάλι πίσω στο ευρωπαϊκό Βερολίνο. Μαρόκο στη συνέχεια, και ακόμη μακρύτερα στην Αυστραλία και την Παπούα-Νέα Γουινέα.

Η Αφρική δεν περιλαμβάνεται σε πολλές αφηγήσεις. Κατ' εξαίρεση υπάρχει η Γκάνα και η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, εκτός από το Μαρόκο. Η Κίνα, φυσικά, δεν θα μπορούσε να λείπει, όπως και τα οικεία μας Βαλκάνια, το Στρασβούργο και η Σουηδία. Από τη Νότιο και τη Λατινική Αμερική, υπάρχουν διηγήματα για την Κούβα και τη Βεναζουέλα, καθώς και για το Μεξικό. Εδώ ξεχωρίζει το διήγημα για το Βαλπαραΐσο της Χιλής:

"Δύσκολη πόλη για περπάτημα το Βαλπαραΐσο. Χτισμένο σε σαράντα δύο απότομους λόφους πάνω από το λιμάνι, κάτω από τις Άνδεις των ηφαιστείων και των σεισμών. "Είσαι μακρινό σκοτεινό αστέρι. Λάμπεις στην πλαγιά πάνω από τη θάλασσα. Προσφέρεις την κρυμμένη σου φωτιά, το τρέμουλο των κουφών σου ακορντεόν, την ανεμελιά της κίνησής σου, την καθαρότητα της ναυτοσύνης σου"."

Οπωσδήποτε τα ταξίδια σήμερα, ιδιαίτερα τα μακρινά, δεν είναι εύκολο να πραγματοποιηθούν, τουλάχιστον για τους περισσότερους από εμάς. Γι' αυτό λοιπόν και τέτοια βιβλία, όπως αυτό του Νίκου Μικρόπουλου, πάντοτε θα διαβάζονται ιδιαίτερα ευχάριστα και θα μα ταξιδεύουν στις τέσσερις γωνιές της υφηλίου.

 

Καρολίνα Μέρμηγκα, Δέκατος χρόνος, εκδ. Αλεξάνδρεια, 2021, σελ.165


 https://alexandria-publ.gr/shop/dekatos-chronos/

Η Καρολίνα Μέρμηγκα είναι η συγγραφέας που κατορθώνει να συνδυάζει πάντα με τον καλύτερο τρόπο την ιστορική αφήγηση και τεκμηρίωση με την κατεξοχήν λογοτεχνική γραφή. Το νέο της βιβλίο "Δέκατος χρόνος" το πετυχαίνει αυτό και πάλι, υιοθετώντας ένα πολύ ιδιότυπο στυλ αφήγησης.

Ηρωίδα είναι η Βρισηίδα , η γνωστή σκλάβα του περίφημου Αχιλλέα. Μονάχη της σε μια ακτή κοντά στην Τροία, κατά τον δέκατο χρόνο του τρωικού πολέμου, ο οποίος έχει πλέον τελειώσει, συνομιλεί με τη Μούσα, τη θυγατέρα του Απόλλωνα, και της αφηγείται την πιο διάσημη ιστορία του κόσμου, εκείνη του Τρωικού Πολέμου, ιδωμένη από τη δική της οπτική. 

Και, πράγματι, παρασυρόμενη από έναν χείμαρρο συναισθημάτων, η Βρισηίδα θα μιλήσει για όλα. Για τον αγαπημένο της Αχιλλέα, τον άντρα που αγάπησε και τη γνωριμία του μαζί του μετά από τη λεηλασία της Λυρνησσού της Μικράς Ασίας. Για τον φίλο του τον Πάτροκλο, τον δικό του παντοτινό αγαπημένο.  Για την Ωραία Ελένη, την αιτία του Τρωικού Πολέμου. Για την  Πενθεσίλεια, τη θρυλική βασίλισσα των Αμαζόνων που σκότωσε ο Αχιλλέας. Για τη Χρυηίδα, τη σκλάβα του Αγαμέμνονα. Ακόμα και για τα αθάνατα άλογα του Αχιλλέα, τον Ξάνθο και τον Βάλιο.

Αφετηρία για την εκ βαθέων εξομολόγηση της Βρισηίδας είναι η Μούσα. Αφορμή για όλα όσα αφηγείται-μα και για το ίδιο το έπος της Ιλιάδας-η μήνις, ο θυμός. Ο θυμός όχι μόνο του Αχιλλέα, μα και των Θεών, εκείνων των μνησίκακων υπερφυσικών όντων που δεν άφηναν σε ησυχία τους Έλληνες και ανακατεύονταν διαρκώς στις δικές τους έριδες. Κι αν ο θυμός της Άρτεμης εμποδίζει αρχικά την έναρξη της Τρωικής Εκστρατείας, ο θυμός του Αχιλλέα θα είναι εκείνος ο οποίος θα τελματώσει τελικά τον πόλεμο. Άραγε την αγαπούσε τόσο πολύ ο Αχιλλέας τη Βρισηίδα, γι' αυτό και θύμωσε τόσο όταν του την άρπαξε ο Αγαμέμνονας μέσα από τα χέρια του; Ή ήταν απλά ζήτημα εγωισμού για εκείνον;

Η ίδια πάντως, όπως μας εξομολογείται εδώ, αγάπησε βαθιά τον ημίθεο ήρωα. Γνωρίζει πολύ καλά τη μοίρα της, τη μοίρα πολλών γυναικών εκείνης της εποχής, και την έχει αποδεχτεί: διότι η Βρισηίδα δεν ήταν παρά ένα λάφυρο, ένα γέρας. Και τα δικά της τα συναισθήματα δεν τα υπολόγισε ποτέ κανείς.

Συχνά τελευταία στην ελληνική λογοτεχνική παραγωγή συναντούμε μυθολογικά θέματα που επανέρχονται και εντάσσονται αρμονικά στο σώμα της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Όλες αυτές οι εξομολογήσεις έχουν κάτι κοινό: δίνουν βάση στα συναισθήματα των πρωταγωνιστών, αυτών που αποσιώπησαν οι πηγές, παρέχοντας έτσι την καλύτερη αφορμή για μία μεστή, γεμάτη συναισθηματισμούς, λογοτεχνική δημιουργία.

Ό,τι  κάνει, όμως, το συγκεκριμένο βιβλίο να ξεχωρίζει είναι, αναντίρρητα, η πρωτότυπη αφηγηματική ιδέα της συγγραφέως να δομήσει ολόκληρο το κείμενό της στον φανταστικό διάλογο μεταξύ της Μούσας, η οποία παρατηρεί και ακούσει προσεκτικά, άλλοτε επικροτώντας και άλλοτε καταδικάζοντας τα λεγόμενα της συνομιλήτριάς της, και της σκλάβας του Αχιλλέα, η οποία αποκαλύπτει εξολοκλήρου τον βαθύτερο ψυχικό της κόσμο στη Μούσα. 

Η δομή του έργου σε ό,τι αφορά τη χρήση της γλώσσας με την προοικονομία, τα αποφθέγματα σχετικά με τη ζωή, τη  μοιρολατρία και την έντονη περιγραφικότητα, θυμίζει γλώσσα αρχαίας ελληνικής τραγωδίας, από τις οποίες η συγγραφέας άντλησε εμφανώς υλικό. Σε αυτήν παρεμβάλλεται ενδιάμεσα ο χορός, τον οποίον αποτελούν εδώ τα τζιτζίκια και ο άνεμος.

Η Μέρμηγκα θα λέγαμε ότι προχωρά τον γνωστό μύθο που ενέπνευσε πάμπολλούς συγγραφείς στο διάβα των αιώνων πολλά βήματα παρακάτω, συμπληρώνοντας με την ιδιότυπη αφήγησή της τα κομμάτια του "παζλ" που λείπουν. Μία ιδιαίτερη λογοτεχνική προσέγγιση ενός πασίγνωστου μυθολογικού θέματος, η οποία διατηρεί μέτρο και ρυθμό στη γοητευτική του ανάγνωση, τον κερδίζει και αξίζει να διαβαστεί.

Τετάρτη 26 Ιανουαρίου 2022

Νάγια Δαλακούρα, Το λουλούδι της θάλασσας, εκδ. Κλειδάριθμος, σελ.381


  https://www.klidarithmos.gr/to-louloudi-ths-thalassas

Την αίσθηση μαγείας από τον παγωμένο και σιωπηλό αρκτικό Βορρά με τους ιριδισμούς του Βορείου Σέλαος στον ουρανό, αλλά και του αδρού αρώματος των απολιθωμένων βικτωριανών ηθών, πειρικλείει το νέο μυθιστόρημα της Νάγιας Δαλακούρα στις σελίδες του.

"Το λουλούδι της θάλασσας", εκτός από τίτλος του βιβλίου, είναι και το πλοίο το οποίο θα μεταφέρει τον βικτωριανό αριστοκράτη και χειρούργο Τζέιμς Κάρινγκτον στους πάγους της Αρκτικής και στην αγκαλιά της Νανούκ, μιας εκπροσώπου της φυλής των Ινουίτ που κατοικεί στη νήσο Μπάφιν του Καναδά, στον αρκτικό κύκλο.

Ο Τζέιμς, ορφανός από μητέρα ήδη από τη γέννησή του, μεγαλώνει σε ένα αυστηρό περιβάλλον που υμνεί την αριστοκρατία και την τυποποίηση και καταπνίγει οτιδήποτε φυσικό και αυθόρμητο νιώθουν οι άνθρωποι της εποχής στη Μεγάλη Βρετανία, την τότε μεγαλύτερη αποικιοκρατική δύναμη της Οικουμένης. Κόντρα στα ήθη αυτά, ο Τζέιμς νιώθει να διαφέρει από τους υπόλοιπους και να ασφυκτιά σε αυτό το καταπιεστικό περιβάλλον. Γι' αυτό, εξάλλου επιλέγει να σπουδάσει ιατρική και χειρουργική κόντρα στις επιθυμίες του πατέρα του. 

Η ανήσυχη καρδιά του ονειρεύεται να φτερουγίσει σε άλλα ανεξερεύνητα μέρη και να γνωρίσει νέους τόπους και ανθρώπους. Η κατάλληλη ευκαιρία παρουσιάζεται όταν συστήνεται μία ναυτική αποστολή, εν έτει 1848, προκειμένου να ανακαλύψει τι απέγιναν τα μυθικά πλοία "Erebus" και "Terror" της καταραμένης αποστολής του Βρετανού εξερευνητή Τζον Φράνκλιν που εξαφανίστηκαν δίχως να αφήσουν ίχνη το 1845 στην προσπάθειά τους να βρουν το περίφημο Βορειοδυτικό Πέρασμα, διαβόητο πόθο όλων των εξερευνητών του 19ου αιώνα.

Στη νήσο Μπάφιν όμως, για την οποία έχουν βάλει πλώρη τα βρετανικά σκάφη, κατοικεί η Νανούκ και ο λαός της. Η Νανούκ είναι μία όμορφη Ινουίτ μεγαλωμένη σύμφωνα με τους νόμους της φύσης και της καρδιάς, με έναν τρόπο, δηλαδή, εντελώς διαφορετικό απ' ότι ο Τζέιμς.

Ποια θα είναι άραγε η κατάληξη όταν οι εκπρόσωποι αυτών των δύο εντελώς διαφορετικών κόσμων συναντηθούν; Θα έχει μέλλον ο αταίριαστος έρωτάς τους ή ο χωρισμός καθίσταται αναπότρεπτος;

Ο αναπάντεχος αυτός έρωτας είναι ο βασικός μυθιστορηματικός καμβάς πάνω στον οποίο η Δαλακούρα κεντάει την πλοκή του βιβλίου της και κινεί τον μύθο. "Το λουλούδι της θάλασσας" όμως είναι κάτι πολύ περισσότερο απ' ότι μία απλή δυνατή ερωτική ιστορία. Πάνω απ' όλα είναι η αντίθεση του φυσικού με τον τυποποιημένο τρόπο ζωής, των αυτοχθόνων γηγενών πολιτισμών που ζουν σε αρμονία με τη Μητέρα Φύση και των "πολιτισμένων" ανθρώπων που την καταστρέφουν, μία αντίθεση η οποία φαίνεται ολοκάθαρα στα παρακάτω αποσπάσματα:

"Οι Ινουίτ ζουν με τον φόβο του απρόσμενου, γνωρίζουν απόλυτα το αδάμαστο της φύσης, ξέρουν πως τίποτε δεν αντιστέκεται στον χρόνο, σέβονται τις αποφάσεις των πνευμάτων. Σ' έναν κόσμο μεγάλης θνησιμότητας, κατορθώνουν να αφήνουν το παρελθόν πίσω τους και μαθαίνουν να ζουν την κάθε μέρα σαν να είναι η τελευταία".

"Τα τελευταία χρόνια ο συντηρητικό αριστοκράτης είχε εξελιχθεί σε έναν υπέρμετρα αυστηρό γέρο, με ιδέες που ανήκαν στους σκοτεινούς παρελθόντες αιώνες, όπως πίστευε ο γιος του, κληρονόμος της περιουσίας και μοναδικός απόγονος μιας μακράς δυναστείας που περηφανευόταν πως είχε ρίζες στους σταυροφόρους του Ριχάρδου του Λεοντόκαρδου. Οι δε πεποιθήσεις του ενθάρρυναν συντηρητικά, ξεπερασμένα και απαράδεκτα για τον γιο του κατεστημένα, όπως το δουλεμπόριο, η φεουδαρχία και η σαφής ανωτερότητα της λευκής φυλής έναντι των απολίτιστων αγρίων του νεοανακαλυφθέντος κόσμου. Κατεστημένα που έκαναν τον Τζέιμς να δυσφορεί και ταυτόχρονα να αναζητεί τρόπους προκειμένου να ξεφύγει από το υποκριτικό περιβάλλον που τον έπνιγε".

Ο 19ος αιώνας ήταν μία μεταβατική εποχή όχι μονάχα για τη Μεγάλη Βρετανία, αλλά για ολόκληρη την ανθρωπότητα. Η βιομηχανική επανάσταση είχε πάρει πλέον για τα καλά τον δρόμο της, ωθώντας στη διόγκωση και την ακμή της τάξης των αστών, η φεουδαρχία, το εκκλησιαστικό κατεστημένο και η αριστοκρατία κατέρρεαν ραγδαία, ενώ νέα μεγάλα μυαλά όπως ο Δαρβίνος και εθνολόγοι όπως ο Μπόας διατύπωναν "αιρετικές" για την εποχή τους απόψεις.  Η αποικιοκρατία βρισκόταν στο απόγειό της, επιτρέποντας στους εξουσιαστές λευκούς να διατυπώνουν ρατσιστικές απόψεις για τους "ευγενείς αγρίους" του υπόλοιπου πλανήτη,-απόψεις που εντάσσονταν μέσα στο πλαίσιο αυτού που αποκλήθηκε αργότερα ως κοινωνικός δαρβινισμός- και να διακηρύσσουν πανηγυρικά διαρκώς την ανωτερότητά τους έναντι των υπολοίπων φυλών.

Σε αυτό ακριβώς το σημείο είναι που εστιάζει το βιβλίο της Δαλακούρα, το πιο πολυσήμαντο, πολυδιάστατο, αλλά και το πιο ώριμο απ' όλα τα μέχρι τώρα βιβλία της.

Η Αγγλία της βασίλισσας Βικτορίας, της Βιομηχανικής Επανάστασης, των εξερευνητών, του δουλεμπορίου και των αναδυόμενων ανθρωπίνων δικαιωμάτων, του Δαρβίνου και του Ντίνκενς αποτελεί το ένα από τα δύο εκ διαμέτρου αντίθετα σκηνικά του βιβλίου. Το άλλο το αποτελούν οι παγωμένες εσχατιές του Βορρά, με τον βαρύ ληθαργικό και εξοντωτικό χειμώνα και τη γλυκύτερη άνοιξη που βλέπει ποτέ στη γη. Εδώ, στα τοπία της Αρκτικής, αναδεικνύεται όλη η ξεχωριστή περιγραφική ικανότητα και η ομορφιά του λόγου της Δαλακούρα. Ο αναγνώστης σχεδόν ακούει, καθώς γυρίζει τις σελίδες του βιβλίου το ελαφρύ τρίξιμο του πάγου και τις κραυγές των καριμπού, αισθάνεται τον παγωμένο άνεμο να χτυπάει κατά ριπές το πρόσωπό του και αγαλλιάζει η ψυχή του όταν "βλέπει" το πρώτο χορτάρι, το οποίο σηματοδοτεί το τέλος του χειμώνα, να ξεπετάγεται δειλά δειλά από την χιονισμένη γη.

Το νερό είναι αδιαμφισβήτητα το στοιχείο που πρωταγωνιστεί στο βιβλίο, τόσο στο εξώφυλλο, όσο και στις σελίδες του, σε όλες τις μορφές του: πάγος ως στερεό, θάλασσα ως υγρό και ομίχλη ως αέριο στοιχείο.

Πέρα από το ζήτημα της διαφορετικότητας και της υποτιθέμενης ανωτερότητας των πολιτισμών, αναδύεται μέσα απλό τις σελίδες του βιβλίου και ένα δυνατό οικολογικό μήνυμα για την ομορφιά ενός κόσμου που πεθαίνει κινδυνεύοντας από την υπερθέρμανση του πλανήτη, εκείνον του αρκτικού Βορρά.

Λογοτεχνικά, η Δαλακούρα δεν αφήνει τίποτε στην τύχη. Πέρα από τις εξαίσιες περιγραφές, χρησιμοποιεί ενίοτε την προοικονομία ως μέσο για να προϊδεάσει ελαφρώς τον αναγνώστη για ό,τι θα επακολουθήσει, φιλοτεχνώντας, συγχρόνως, το πλήρες πορτρέτο των χαρακτήρων που φιλοξενεί στις σελίδες του. Το ημερολόγιο που κρατάει ο Τζέιμς στο ταξίδι του, προσφέρει μία δυνατή εναλλακτική, γεμάτη συναίσθημα, πρωτοπρόσωπη αφήγηση και ένα κρυμμένο οικογενειακό μυστικό μαζί με μια αναπάντεχη ανατροπή στην υπόθεση θα προσφέρουν ένα συγκινητικό τέλος μαζί με την ηθική κάθαρση των ηρώων, μια κάθαρση ανάλογη με εκείνη αρχαίας τραγωδίας.

Το ταξίδι που θα πραγματοποιήσει ο Τζέιμς τον απελευθερώνει- ως έναν βαθμό από τα στερεότυπα με τα οποία γαλουχήθηκε. Δεν θα μπορέσει όμως ποτέ του να κατακτήσει το ελεύθερο πνεύμα της Νανούκ και να απαλλαγεί οριστικά από τον τυποποιημένο βικτωριανό εαυτό του, τον οποίο κατά βάθος απεχθάνεται, αλλά αδυνατεί, από την άλλη, να τον ξεριζώσει από μέσα του.

Η αντίθεση των δύο διαφορετικών τρόπων ζωής γίνεται ακόμη εντονότερη μέσα από την απόδοση των δύο εντελώς διαφορετικών πρωταγωνιστών, του Τζέιμς και της Νανούκ, οι οποίοι διατηρούν χαρακτηριστικά που έρχονται σε ευθεία αντίθεση με το φύλο τους: έτσι ο Τζέιμς, αν και άντρας παρουσιάζεται τρυφερός και συναισθηματικός με μία λεπτότητα τρόπων και συναισθημάτων η οποία προσιδιάζει περισσότερο σε θηλυκό, ενώ η Νανούκ, παρά το αδύναμο φύλο της, εμφανίζεται ως μία ιδιαίτερα δυναμική και ισχυρή προσωπικότητα, η οποία μάλιστα πηγαίνει και για κυνήγι με τους άντρες της φυλής της. Η πραότητα του Τζέιμς και η δυναμικότητα της Νανούκ έρχονται σε ευθεία αντίθεση τόσο μεταξύ τους, όσο και με το φύλο των ηρώων. Αν μη τι άλλο, κανονικά οι ρόλοι θα έπρεπε να είναι ανεστραμμένοι, η Δαλακούρα όμως έχει ήδη δείξει από τα προηγούμενα βιβλία της, τόσο με τη Ρόζα στο "Λιμάνι των χαμένων γυναικών", όσο και με τη Ζωή στη "Θράσσα" την ξεκάθαρη προτίμησή της στους γυναικείους δυναμικούς χαρακτήρες-όπως άλλωστε είναι και η ίδια.

Εν κατακλείδι, όλη η μυστηριακή ομορφιά του παγωμένου Βορρά με τα πανέμορφα λευκά τοπία του, αλλά και η μονολιθικότητα της Βικτοριανής Αγγλίας περιέχονται σε αυτό το χειμωνιάτικο βιβλίο , το οποίο μπορεί να μιλάει για ένα λουλούδι της θάλασσας αλλά  προορίζεται αναντίρρητα να γίνει το λουλούδι της καρδιάς μας.

Τρίτη 25 Ιανουαρίου 2022

Τζάιλς Μίλτον, Ρουά ματ στο Βερολίνο, εκδ. Μίνωας, 2021, σελ.443, μετ. Στ. Αργυροπούλου

 

https://minoas.gr/product/checkmate-in-berlin/

 

Ως αγώνα σκακιού με σκακιέρα την πόλη του Βερολίνου παρουσιάζει ο γνωστός Βρετανός ιστορικός Τζάιλς Μίλτον τις απαρχές της ψυχροπολεμικής αντιπαράθεσης η οποία διαμόρφωσε τον σύγχρονο κόσμο μας και επέδρασε καταλυτικά στα περισσότερα γεγονότα του 20ου αιώνα.

Η πρωτεύουσα της Γερμανίας υπήρξε το κατεξοχήν πεδίο της αντιπαράθεσης, ήδη πριν από το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, μεταξύ των κομμουνιστών Σοβιετικών και των καπιταλιστικών Δυτικών Συμμάχων. Η διαίρεση της ερειπωμένης πόλης του Βερολίνου και οι εκεί αντιπαραθέσεις μεταξύ των υποτιθέμενων "Συμμάχων", οι οποίοι έτρεφαν στην πραγματικότητα αισθήματα λυκοφιλίας ο ένας για τον άλλον, υπήρξε το πρώτο γεγονός του ιδιότυπου αυτού πολέμου δίχως αληθινά πυρά, που έμελε να ονομαστεί Ψυχρός Πόλεμος.

Οι ρίζες της αντιπαράθεσης ανιχνεύονται, φυσικά, καταμεσίς του πολέμου, ο αγώνας, ωστόσο, για τη μεταπολεμική κυριαρχία στο Βερολίνο μεταξύ των Σοβιετικών και των Αγλλοαμερικανών ήταν εκείνος που όξυνε την αντιπαράθεση.

Ο Μίλτον, γνωστός στο  ελληνικό κοινό από το αριστούργημά του "Χαμένος Παράδεισος", το βιβλίο που αναφέρεται στην καταστροφή της Σμύρνης, δεν επιχειρεί εδώ να προβεί σε μία πλήρη ιστοριογράφηση ολόκληρης της ιστορίας του Ψυχρού Πολέμου, αλλά εστιάζει μονάχα στις απαρχές του και στις "μάχες" που έλαβαν χώρα στην πόλη του Βερολίνου, όπως υποδηλώνει, εξάλλου, και ο τίτλος του πονήματος "Ρουά ματ στο Βερολίνο".

Αρχικά, ο Μίλτον περιγράφει εναργώς την εικόνα του μεταπολεμικού Βερολίνου, μίας πόλης ερειπίων, στην οποία οι Βερολινέζοι έδιναν καθημερινά μάχη για επιβίωση, αφού τρόφιμα δεν υπήρχαν και οι δομές της πόλης- ύδρευση, άρδευση, γκάζι και ηλεκτρικό-είχαν καταρρεύσει εντελώς λόγω των σφοδρών βομβαρδισμών και της Μάχης του Βερολίνου.

Εκτός από τα παραπάνω, στα δεινά των  Βερολινέζων ήρθε να προστεθεί και η φρικτή λεηλασία και οι βιασμοί, τους οποίους υπέστησαν κυρίως από τους Ρώσους κατακτητές και ήταν τα φυσικά επακόλουθα της κατάληψης της πόλης από τις δυνάμεις κατοχής των Συμμάχων.

Οι δυσκολίες της ζωής στην κατεστραμμένη πόλη αποτυπώνονται εναργώς στο βιβλίο του Μίλτον, με την περιγραφή πολλών λεπτομερειών που αφορούν την καθημερινή ζωή, όπως και η αντίθεση στις συνθήκες διαβίωσης μεταξύ των δυνάμεων Κατοχής και του ντόπιου πληθυσμού και των Γερμανών προσφύγων που είχαν συρρεύσει από τα ανατολικά.

Εν συνεχεία, ο Μίλτον μας συστήνει τους βασικούς παίκτες της σκακιστικής αντιπαράθεσης του Βερολίνου: τον Αμερικανό, τον Βρετανό, τον Γάλλο και τον Σοβιετικό διοικητή της πόλης, τον αρχηγό, δηλαδή, του καθενός από τους τέσσερις τομείς στους οποίους είχε διαιρεθεί η πόλη από τους νικητές. Οι αντιπαραθέσεις αυτές αποτελούν και το μεγαλύτερο μέρος του βιβλίου, αφού πρώτα όμως ο Μίλτον μας περιγράψει ενδελεχώς την προσωπικότητα του καθενός από τους τέσσερις διοικητές.

Ο Μίλτον αναφέρεται επίσης στον διάσημο λόγο του Τσώρτσιλ στο Φούλτον του Μιζούρι. Εκεί, στις 15 Φεβρουαρίου του 1945 ο τέως Βρετανός πρωθυπουργός χρησιμοποίησε για πρώτη φορά τον όρο "Σιδηρούν παραπέτασμα", αλλά και στη διάσημη Διάσκεψη του Πότσνταμ, η οποία έλαβε χώρα στα περίχωρα της κατεστραμμένης πόλης.

Τέλος, αναφέρεται διεξοδικά στην "πολιορκία" του Βερολίνου από τους Σοβιετικούς, τότε που οι Ρώσοι αποφάσισαν δηλαδή να αποκόψουν τον ανεφοδιασμό της πόλης και στη δημιουργία της περίφημης αερογέφυρας από τους Δυτικούς Συμμάχους, η οποία περιλάμβανε αποστολές τροφίμων και ειδών πρώτης ανάγκης στους Βερολινέζους με αερομεταφορά. Ήταν δε τελικά αυτή η οποία έσωσε εν τέλει την λιμοκτονούσα πόλη.

Ο Μίλτον διαθέτει το χάρισμα να συγγράφει την Ιστορία σαν μυθιστόρημα. Το βιβλίο αυτό, επομένως, με την εκλαϊκευμένη ιστορική αφήγηση δεν απευθύνεται μονάχα στους ιστορικούς, αλλά, απεναντίας, σε όλους τους αναγνώστες που θέλουν να γνωρίσουν καλύτερα τις απαρχές του πολέμου που σημάδεψε τον εικοστό αιώνα και του οποίου πολλές συνέπειες είναι ορατές μέχρι και σήμερα. Το ένθετο στη μέση του βιβλίου με εικόνες του Βερολίνου και των ηγετών της εποχής παρουσιάζει επίσης μεγάλο ενδιαφέρον και αναδεικνύει ιδανικά τα περιγραφόμενα γεγονότα.

Κυριακή 23 Ιανουαρίου 2022

Julie Orringer, Φάκελος απόδρασης, εκδ. Gutenberg, 2021, μετ. Θ. Δαρβίρη, σελ.948


 Μασσαλία 1940-1941. Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος έχει ξεσπάσει ήδη από το 1939 και η Γαλλία βρίσκεται υπό ναζιστική κατοχή. Συγκεκριμένα, η Μασσαλία στη Νότιο Γαλλία τελεί υπό το δωσιλογικό καθεστώς του Βισύ με επικεφαλής τον Στρατάρχη Πετέν μετά από την στρατιωτική ήττα των Γάλλων από τις δυνάμεις του Χίτλερ.

Αυτό είναι το σκηνικό πάνω στο οποίο στήνεται ο "Φάκελος Απόδρασης" τόσο από την Αμερικανίδα συγγραφέα Τζούλι Όρρινγκερ, όσο και από τον κεντρικό ήρωά της, τον Βάριαν Φράι, ένα κομμάτι της ζωής του οποίου επιλέγει να μας αφηγηθεί με το παρόν πόνημα.

Ο Αμερικανός δημοσιογράφος Βάριαν Φράι υπήρξε ένας χαρισματικός άνθρωπος, ο οποίος αφιέρωσε ένα μέρος της ζωής του προσπαθώντας να φυγαδεύσει από την κατεχόμενη Γαλλία Εβραίους καλλιτέχνες και συγγραφείς, όπως ο Μαρκ Σαγκάλ, ο Αντρέ Μπρετόν, η Χάνα Άρεντ, ο Μαξ Έρνστ και ο Χάινριχ Μαν, ανθρώπους, δηλαδή, που βρίσκονταν υπό άμεσο κίνδυνο δίωξης από το ναζιστικό καθεστώς.

Έως ότου τον απελάσει τελικά το δωσιλογικό καθεστώς του Βισύ, ο Φράι, εργαζόμενος άοκνα επί δεκαπέντε περίπου μήνες, κατάφερε να φυγαδεύσει περίπου χίλιους πεντακόσιους πρόσφυγες και τριακόσιους Βρετανούς στρατιώτες οι οποίοι είχαν απομείνει στην ηπειρωτική Ευρώπη μετά από την ήττα των Συμμαχικών Δυνάμεων.

Το βιβλίο αυτό, λοιπόν, εστιάζει στη δράση του κρυφού και άγνωστου αυτού ήρωα, ο οποίος εργάστηκε με τόση αυταπάρνηση για έναν ευγενή σκοπό, χωρίς να μνημονεύεται σήμερα σχεδόν πουθενά και από κανέναν.

Το έργο του κάθε άλλο παρά εύκολο ήταν. Πέρα από τις αναπόφευκτες δυσκολίες που παρουσίαζε η αποστολή του, η οποία έπρεπε να διεξαχθεί στα κρυφά και αφού έχει εκδοθεί επιπλέον βίζα  και από τις ΗΠΑ προκειμένου να δεχτεί η χώρα τους πρόσφυγες, πολλοί από τους υποψήφιους προς φυγάδευση αρνούνταν επίμονα να φύγουν από την ηπειρωτική Ευρώπη. Αυτό σήμερα μας ακούγεται ίσως κάπως περίεργο, αλλά πρέπει να έχουμε κατά νου ότι το 1941 δεν ήταν ακόμη ολοφάνερο σε πολλούς ότι τελικά έξι εκατομμύρια περίπου Εβραίοι και αντιφρονούντες θα έβρισκαν φρικτό θάνατο στα στρατόπεδα του θανάτου του Τρίτου Ράιχ. Κατά συνέπεια, πολλοί Εβραίοι δεν ήθελαν να αφήσουν πίσω τις ζωές, τον τόπο τους και τα υπάρχοντά τους και να κάνουν μία αμφίβολη νέα αρχή σε ένα ξένο μέρος.

Το βιβλίο παρουσιάζει όλες αυτές τις δυσκολίες που συνάντησε ο Φράι κατά τη διεξαγωγή της αποστολής του. Ο "Φάκελος απόδρασης" δεν είναι, όμως,ένα δυσάρεστο ανάγνωσμα, γεμάτο με τις ανησυχίες, τις ανασφάλειες και την αβεβαιότητα των ανθρώπων της εποχής σχετικά με τον πόλεμο, παρ' όλο που κι αυτές, φυσικά, έχουν τη θέση τους στις σελίδες του. Αντιθέτως, πρόκειται για ένα ευχάριστο ανάγνωσμα, η υπόθεση του οποίου διαδραματίζεται στα κοσμικά σαλόνια της εποχής, τα οποία φιλοξενούσαν διαβόητα πάρτι, στα μπαρ, στις αίθουσες συναυλιών, στα ελιτίστικα γαλλικά καφέ, ακόμη στα τρένα και στα πλοία της Ευρώπης. Εκτός από τον κόσμο των διανοούμενων-Εβραίων και μη-που σύχναζε σε αυτά, στις σελίδες του βιβλίου συναντάμε συγχρόνως και φιλοναζί, κομμουνιστές, κατασκόπους, αλλά και απλούς καθημερινούς αστούς.

Η πιο σημαντική προσωπικότητα του βιβλίου όμως, πλην του Φράι, δεν είναι άλλη από τον Έλιοτ Γκραντ, τον κρυφό εραστή του Βάριαν Φράι, καθώς και της επίσημης αρραβωνιαστικιάς του, της Αιλίν. Η τελευταία, όμως, δίνει το παρόν στις σελίδες του βιβλίου μονάχα μέσα από τα γράμματα που ανταλλάσσει με τον αρραβωνιαστικό της. Αυτό μας φέρνει στην έτερη κρυμμένη παράμετρο του βιβλίου, εκείνη του ζητήματος της ομοφυλοφιλίας. Εκείνη την εποχή δεν ήταν λίγοι όσοι υποκρίνονταν σχετικά με τις σεξουαλικές τους πεποιθήσεις.

Ο Έλιοτ Γκραντ εκτός από κρυφός εραστής του Βάριαν είναι και γιος ενός Νέγρου μουσικού και μιας εύπορης Εβραίας. Κρύβει επιμελώς την διαφυλετική ταυτότητά του και περνιέται για Εβραίος. Έτσι εισχωρεί και η κρυφή διάσταση σχετικά με τον ρατσισμό των μιγάδων και των νέγρων στο βιβλίο της Όρρινγκερ, ένα φαινόμενο ιδιαίτερα έντονο στις ΗΠΑ και λιγότερο στην Ευρώπη εκείνη την εποχή.

Πάνω από τα πρόσωπα, δεσπόζει αναμφισβήτητα η πολύχρωμη πόλη της Μασσαλίας με το πολύβουο λιμάνι, το οποίο φιλοξενεί κάθε καρυδιάς καρύδι και την έντονη νυχτερινή και κοινωνική ζωή. Ωστόσο το μυθιστόρημα παραμένει κυρίως ανθρωποκεντρικό με έμφαση στη δράση των χαρακτήρων και ιδίως εκείνη του πρωταγωνιστή.

Η αφήγηση της Όρρινγκερ είναι ιδιαίτερα περιγραφική σε ό,τι αφορά τον περιβάλλοντα χώρο και χαρακτηρίζεται από γλαφυρούς, άφθονους διαλόγους. Αυτοί προσδίδουν μία έντονη θεατρικότητα στα γραφόμενά της. Αναντίρρητα πρόκειται για ένα πόνημα το οποίο θα μπορούσε να γίνει ταινία, απεικονίζοντας έξοχα την καθημερινή ζωή στη Γαλλία του Βισύ.

Η Τζούλι Όρρινγκερ μετά από ενδελεχή έρευνα για τον Βάριαν Φράι, προχώρησε ένα βήμα παραπέρα τη μερική βιογραφία ενός άγνωστου, εν πολλοίς, άνδρα, και δημιούργησε έναν περίτεχνο μυθιστορηματικό καμβά, ο οποίος βασίζεται, όμως, σε αληθινά γεγονότα.

Γιάννης Μπούζας, Ο κήπος των ονείρων, εκδ. Βακχικόν, 2021, σελ.264

 

https://ekdoseis.vakxikon.gr/shop/ekdoseis/ellhnikh-logotexnia/o-kipos-ton-oneiron/

 Μπορεί άραγε μία δουλειά να γίνει εφαλτήριο για να κατακτήσουμε μία νέα ζωή; Είναι δυνατόν μία συγκεκριμένη εργασία να καταφέρει να μας αλλάξει τη ζωή;

Κι όμως, αυτό ακριβώς υποστηρίζει ο Γιάννης Μπούζας στο νέο του βιβλίο με το θέρετρο της Club Med στον Κέφαλο της Κω να γίνεται ο ειδυλλιακός κήπος των ονείρων για τον νεαρό πρωταγωνιστή, τον Μάκη.

Ο εικοσιεπτάχρονος Μάκης έχει τελειώσει οικονομικά και αναρωτιέται τι είδους εργασία θα μπορούσε να βρει. Αποφασίζει τελικά να εργαστεί ως ευγενικός διοργανωτής στον κολοσσό στον χώρο των ξενοδοχειακών μονάδων, την Club Med, μια διεθνή εταιρεία με μια μακρόχρονη ιστορία που πηγαίνει πίσω ως το 1949. 

Την ιστορία αυτή, αλλά κυρίως την απόφαση για την ίδρυση αυτής της φημισμένης αλυσίδας ξενοδοχείων μας αφηγείται ο Γιάννης Μπούζας στην αρχή του βιβλίου του.

Οι ευγενικοί διοργανωτές στα ξενοδοχεία της Club Med είναι κάτι παραπάνω από απλοί ξενοδοχοϋπάλληλοι. Πέρα από τα συγκεκριμένα καθήκοντα που έχουν να φέρουν εις πέρας, οφείλουν να δημιουργούν φιλικές σχέσεις με τους πελάτες και να διασκεδάζουν μαζί τους στις παραλίες, στα κλαμπ, στα εστιατόρια και οπουδήποτε αλλού υπάρχει συγχρωτισμός. Τα ξενοδοχεία αυτά δέχονται πελάτες απ' όλον τον κόσμο και οι ευγενικοί διοργανωτές που δουλεύουν σε αυτά ανήκουν επίσης σε πολλές διαφορετικές εθνικότητες. Έτσι, το πανέμορφο περιβάλλον τους καθίσταται ένας πολυεθνικός παράδεισος, ένας πραγματικά πολύχρωμος κήπος της Εδέμ.

Ο Μάκης θα εργασθεί μία χρονιά στην Κω και το επόμενο καλοκαίρι θα επιστρέψει, αποφασισμένος να βρει την αληθινή ευτυχία μέσα στους πάμπολλους επιπόλαιους και εφήμερους έρωτες, οι οποίοι, όπως είναι φυσικό, ανθίζουν συχνά σε ένα τέτοιο ανέμελο περιβάλλον. 

Το βιβλίο επικεντρώνεται, αφενός, στον τρόπο ζωής ενός ευγενικού διοργανωτή στα Club Med και, αφετέρου, εστιάζει στις πολύπλοκες ανθρώπινες σχέσεις που αναπτύσσονται εκεί. Πρόκειται, επομένως, για ένα καθαρά καλοκαιρινό βιβλίο που εκδόθηκε στην καρδιά του χειμώνα, το οποίο θα μας μεταφέρει νοερά στις ξένοιαστες μέρες των θερινών διακοπών, στις καυτές παραλίες και στα μπαράκια του ξεφαντώματος μέχρι πρωίας. Το τέλος του είναι τόσο δροσερό, ελπιδοφόρο και αισιόδοξο, όσο και το εξώφυλλό του.

Στο μικροσκόπιο του συγγραφέα μπαίνουν οι σχέσεις του Μάκη με τους προϊσταμένους του ξενοδοχείου, με τους συναδέλφους του, με τους φίλους του αλλά και με τις γυναίκες, πελάτισσες και συναδέλφους. Οι σχέσεις αυτές είναι άλλοτε εγκάρδιες και θερμές, άλλοτε ψυχρά επαγγελματικές, άλλοτε απλά τυπικές και ουδέτερες και άλλοτε ανταγωνιστικές, με το αίσθημα της ζήλιας να εμφιλοχωρεί ανάμεσά στους συγχρωτιζόμενους ανθρώπους. Σε κάθε περίπτωση, όμως, πρόκειται για σχέσεις ευμετάβλητες και περίπλοκες. Μέσα από τις καλοκαιρινές ερωτικές περιπέτειες και τη συναναστροφή με ανθρώπους από όλες τις γωνιές της υφηλίου, ο Μάκης θα ανακαλύψει τελικά τον εαυτό του, αλλά και την ευτυχία.

"Το εκτυφλωτικό φως του Αιγαίου ταξίδευε το βλέμμα σε τζαμιά, οθωμανικές κρήνες και κτίρια της ιταλοκρατίας, σε μια πόλη που κατόρθωσε να κρατήσει τις ισορροπίες στο βάθος των αιώνων. Αρχαίοι Έλληνες, Ρωμαίοι, Ιωαννίτες Ιππότες, Τούρκοι και Ιταλοί είχαν αφήσει ανεξίτηλα τα σημάδια στο πέρασμά τους. Η οχυρωμένη μεσαιωνική πόλη, ο Πλάτανος του Ιπποκράτη και το τουρκικό νεκροταφείο. Κατέληξαν στο λιμάνι με τα πολλά τουριστικά μαγαζιά και εστιατόρια, τα εκδρομικά πλοιάρια, που είχαν ως συνήθη προορισμό την Αλικαρνασσό, τα ψαροκάικα και τα πολυτελή γιοτ. Στο ιστορικό κέντρο, η τουριστική κίνηση είχε αρχίσει για τα καλά".

Πέμπτη 20 Ιανουαρίου 2022

Juan Gabriel Vasquez, Γυρίζοντας το βλέμμα πίσω, εκδ. Ίκαρος, 2021, μετ. Α. Κυριακίδης, σελ.591

 

Ο Κολομβιανός συγγραφέας, σαν άλλος Μάρκες, γυρίζει το βλέμμα προς τα πίσω για να αφηγηθεί τόσο την προσωπική ιστορία του κολομβιανού σκηνοθέτη  Σέχιο Καμπρέρα, όσο και ολόκληρου του εικοστού αιώνα, στο βιβλίο που τιτλοφορείται "Γυρίζοντας το βλέμμα πίσω".

Ο εν λόγω σκηνοθέτης, βαδίζοντας πλέον προς τη δύση του βίου του, βρίσκεται στη Βαρκελώνη εν έτει 2016, προκειμένου να ρίξει ο κόσμος ένα βλέμμα πίσω στο κινηματογραφικό του έργο, μέσω ενός αναδρομικού αφιερώματος. Βιώνει όμως, ταυτόχρονα, δύσκολες ώρες, αφού ο πατέρας του έχει μόλις πεθάνει και αυτός προσπαθεί να βγει αλώβητος από έναν γάμο, ο οποίος περνάει κρίση.

Ο συγγραφέας ξεκινά την αναδρομή στην ιστορία της οικογένειάς του πιάνοντας το νήμα της αφήγησης από τον παππού του, με την καταγωγή από τα Κανάρια νησιά, ο οποίος αναγκάστηκε να μεταναστεύσει στη Λατινική Αμερική εξαιτίας της φρανκικής δικτατορίας. Αρχικά η οικογένεια εγκαταστάθηκε στη Δομινικανή Δημοκρατία. Ο Φάουστο, ο πατέρας του Σέρχιο και επίσης άνθρωπος του θεάματος, θα καταλήξει, μαζί με όλη την οικογένεια, στην Κολομβία.

Το πιο ενδιαφέρον κομμάτι του βιβλίου διαδραματίζεται στην μαοική Κίνα, όπου μετακομίζει κάποια στιγμή η οικογένεια. Η Κίνα της εποχής της παντοδυναμίας του Μάο τσε Τουνγκ παραμένει εν πολλοίς άγνωστη στους περισσότερους αναγνώστες, αφού οι αφηγήσεις οι οποίες σχετίζονται με τον υπαρκτό σοσιαλισμό, εστιάζουν συνήθως στην ΕΣΣΔ.

Προσωπικότητες όπως ο Τζεφιρέλι και ο Φερνάντο Μποτέρο έχουν θέση στις σελίδες του βιβλίου, όπως και μεγάλα κοσμοϊστορικά συμβάντα του περασμένου αιώνα, όπως η έλευση της τηλεόρασης στην Κολομβία, η δικτατορία του Μπατίστα στην Κούβα, η δολοφονία του Κένεντυ, οι Beatles και ο Πόλεμος στο Βιετνάμ. Ο ψυχρός πόλεμος προωτοστατεί, φυσικά, ως γεγονός και η διαμάχη σοσιαλισμού-καπιταλισμού βρίσκεται στον πυρήνα της αφήγησης.

Μεγάλο μέρος του βιβλίου επίσης διαδραματίζεται  στην Ευρώπη-Γαλλία ή Ισπανία- αλλά και στο αντάρτικο κολομβιανό σώμα τη δεκαετία του 1970 όπου υπηρέτησε ο πρωταγωνιστής και η αδελφή του σε κάποια φάση της ζωής τους.

"Ζήσε τη ζωή έτσι ώστε ζωντανή να μείνει και στον θάνατο", διαλαλούν οι ήρωες του βιβλίου και καταφέρνουν, πράγματι, να ζήσουν μία πολύ γεμάτη ζωή. 

Ο αναγνώστης  στ' αλήθεια δεν θα καταλάβει πως περνούν, γυρίζοντας τις σελίδες του βιβλίου, τα χρόνια και μεγαλώνουν οι ήρωες, παντρεύονται, κάνουν τα δικά τους παιδιά και ενίοτε χωρίζουν. Η τριτοπρόσωπη αφήγηση είναι δροσερή, καθηλωτική και διατηρεί την αμεσότητά της. Κερδίζει δε τον αναγνώστη από την πρώτη κιόλας σελίδα. Η εναλλαγή του παρόντος με το παρελθόν είναι συνεχής διασφαλίζοντας έτσι την αφηγηματική ποικιλία και τη δράση στην πλοκή. Εν τέλει ο αναγνώστης, αλλά και ο πρωταγωνιστής, θα επιχειρήσει την ανασύνθεση του παρόντος μέσα από το παρελθόν του ήρωα. Παρελθόν και παρόν βρίσκονται σε συνεχή διαλλεκτική σχέση. Πρόκειται για μία αφήγηση στην οποία, εκτός από τον Ψυχρό Πόλεμο, δίνουν συνεχώς το παρόν και ο κόσμος της τέχνης και του θεάματος.  Το χάος από τους εμφύλιους και τις δικτατορίες της Λατινικής Αμερικής αποτυπώνεται επίσης εμφανέστατα στο βιβλίο.

 Ιστορικό μυθιστόρημα, μυθιστορηματική αυτοβιογραφία, συναρπαστικό αφήγημα, κολοσσιαίο έπος, εμβριθής πολιτικοκοινωνική μελέτη, όλους αυτούς τους χαρακτηρισμούς μπορεί να διεκδικήσει επάξια το εν λόγω βραβευμένο με το βραβείο Mario Vargas Liosa πόνημα, ένα πόνημα το οποίο αξίζει να διαβαστεί και να αγαπηθεί από τους φίλους της λογοτεχνίας.

Άννα Γαβριήλ, Ανδρέας Λύκος, Ιστορίες στο π και φ, εκδ. 24 γράμματα, 2021

 

Δεκαεπτά μικρές μαθηματικές ιστορίες-παραμύθια περιέχει το πολύ ιδιαίτερο βιβλίο των μαθηματικών και συγγραφέων Άννα Γαβριήλ και Ανδρέα Λύκου, το "Ιστορίες στο π και φ". Οι συγγραφείς έχουν βαλθεί να μας αποδείξουν, μέσω του παρόντος πονήματος, ότι τα μαθηματικά δεν είναι ένα αντικείμενο δυσπρόσιτο και δυσνόητο, όπως πιστεύουν πολλοί, αλλά, αντίθετα, ένα γοητευτικό εργαλείο το οποίο, εκτός από την προφανή του χρησιμότητα, μπορεί να θρέψει, επιπλέον, τη φαντασία μας και να την οδηγήσει σε γοητευτικούς ταξιδιωτικούς και μυθιστορηματικούς ατραπούς.

Η πρώτη ιστορία είναι αφιερωμένη στον αριθμό ένα, τον πρώτο και τον σπουδαιότερο απ' όλους τους αριθμούς. Η δεύτερη ιστορία μιλάει για τον αριθμό μ και είναι λιγάκι αλλόκοτη και αινιγματική. Στην τρίτη, την πιο ξεκαρδιστική, αλλά και ευρηματική απ' όλες τις ιστορίες-παραμύθια του βιβλίου, η φαντασία των συγγραφέων οργιάζει, αφού βάζουν τις τέσσερις γνωστές πράξεις-πρόσθεση, αφαίρεση, πολλαπλασιασμό, διαίρεση-να συνομιλούν και να συγκρίνουν τις δυνατότητές τους. Ποια είναι τελικά η καλύτερη;

Εν συνεχεία, οι μικροί αναγνώστες παρακολουθούν ένα μυστήριο με ποδήλατα και... σαρανταποδαρούσες και συσχετίζουν, κατόπιν, τη φύση με τη λειτουργία της αναπνοής και τα μαθηματικά. Η έκτη ιστορία είναι κι αυτή πολύ αστεία και μας αφηγείται τι συμβαίνει όταν μία κότα αποφασίζει να πάει σε μία τράπεζα.

Τι γίνεται όμως όταν οι αριθμοί πάνε σε ένα αποκριάτικο πάρτι και τι σχέση μπορεί να έχει το γεγονός αυτό με την τετραγωνική ρίζα; Η όγδοη ιστορία είναι κάπως διαφορετική, αφού σχετίζεται με το μπάσκετ. Σε αυτή πρωταγωνιστές και ομιλητές είναι ο κύριος Δίχτυς και η κυρία Μπασκέτα.

Στο επόμενο παραμύθι η συμμετρία παίζει με αριθμούς και καθρέπτες, παρέα με ένα πολύ ιδιαίτερο κορίτσι. Εδώ υπάρχει και ένα υποδόριο μήνυμα για τον σεβασμό της ιδιαιτερότητας του άλλου στη σχολική τάξη, μέσα στην οποία διαδραματίζονται, εξάλλου, και κάποιες από τις ιστορίες. Στο δέκατο παραμύθι μαθαίνουμε πως η Κακιά βασίλισσα του παραμυθιού μπορεί να γίνει καλή. Η ενδέκατη ιστορία μιλάει για τη Μελίνα και τον ήσυχο Νικόλα, δύο φίλους συμμαθητές και η δωδέκατη, μία από τις ωραιότερες του βιβλίου, έχει να κάνει με τη γνωστή ακολουθία Φιμπονάτσι.

Τι σχέση μπορεί να έχουν οι σοκολάτες, οι πρώτοι αριθμοί και το σχολείο; Αυτό μας αφηγείται η επόμενη ιστορία, ενώ ακολούθως, παρακολουθούμε, έξυπνα διατυπωμένο υπό μορφή μαθηματικού προβλήματος, το κρυφό παράπονο ενός παιδιού. Εν συνεχεία, κάποια ποντίκια έρχονται να μας αποδείξουν τη σχετικότητα,ενώ οι συγγραφείς σκαρώνουν μετά μία θαλασσινή ιστορία με τη μυστηριώδη αριθμητική των υπολοίπων. Η τελευταία ιστορία είναι η πιο συγκινητική απ' όλες και μας παραδίδεται υπό μορφή γράμματος.

Όργιο φαντασίας, αλλά και κρυμμένης γνώσης επομένως, συμπυκνωμένης σε λόγο εύληπτο, απλό και λιτό, δοσμένο με χιούμορ και ενίοτε αυτοσαρκαστική διάθεση, αποτελεί το παρόν πόνημα "Ιστορίες στο π και φ".

 Τον πρόλογο του βιβλίου  υπογράφει ο γνωστός συγγραφέας μαθηματικών αστυνομικών μυθιστορημάτων Τεύκρος Μιχαηλίδης. Επίσης, εξαιρετικά χρήσιμο είναι το επεξηγηματικό σημείωμα των μαθηματικών εννοιών στο τέλος του βιβλίου.

Πρόκειται, τέλος, για ένα βιβλίο το οποίο απευθύνεται τόσο σε μικρούς όσο και σε ανήλικες αναγνώστες, ιδιαίτερα δε σε εκπαιδευτικούς όλων των σχολικών βαθμίδων. Οι τελευταίοι μπορούν να χρησιμοποιήσουν τις ιστορίες του βιβλίου στην τάξη, ενισχύοντας τη διαθεματική προσέγγιση των μαθημάτων και τη φιλαναγνωσία και κεντρίζοντας, συγχρόνως, τη φαντασία και το ενδιαφέρον των παιδιών.

Κατερίνα Σέρβη, Αρχαίο θέατρο, Ήρωες και Ηρωίδες που έγιναν ποίηση, εκδ. Διόπτρα, 2021, σελ. 134

 

https://www.dioptra.gr/vivlio/paidika-vivlia/iroes-kai-iroides-pou-eginan-pohisi/

Ποιος ήταν ο Τεύκρος και η Θεόνη; Γιατί τελικά ο Αίαντας αυτοκτόνησε; Πώς έγινε και πείστηκε ο Φιλοκτήτης να συμμετάσχει στην τρωική εκστρατεία; Ποιοι ήταν οι περίφημοι Επτά επί Θήβας; Και, τέλος, ποιον ποιητή ήθελε να αναστήσει από τον Άδη ο θεός Διόνυσος;

Μία πραγματικά πρωτότυπη αναγνωστική πρόταση-για παιδιά και όχι μόνο-, η οποία απαντά στα παραπάνω ερωτήματα και συνδυάζει τη μυθολογία με το αρχαίο θέατρο, αποτελεί το βιβλίο της αρχαιολόγου και μουσειολόγου Κατερίνας Σέρβη με τίτλο "Αρχαίο Θέατρο,Ήρωες και Ηρωίδες που έγιναν ποίηση" στην πολύ ιδιαίτερη εικονογράφηση της Σάντρας Ελευθερίου.

Η Κατερίνα Σέρβη επιλέγει δεκαπέντε ήρωες της Ελληνικής Μυθολογίας, άλλοι γνωστότεροι και άλλοι πιο άγνωστοι, οι οποίοι έγιναν επίσης πρωταγωνιστικά πρόσωπα, πλην του βιβλίου της, και σε αρχαία δράματα ή κωμωδίες και μας τους παρουσιάζει στο παρόν πόνημα. Πρόκειται για ήρωες και ηρωίδες 2.500 ετών που ενέπνευσαν δεκάδες δημιουργούς ανά τους αιώνες προκειμένου να τις αναδημιουργήσουν μέσα στις δικές τους μυθοπλαστικές ιστορίες και οι οποίοι εξακολουθούν να συγκινούν ακόμη και σήμερα πολλούς αναγνώστες ανά την υφήλιο.

Η συγγραφέας διατηρεί αυτούσιο τον πυρήνα του μύθου για τον οποίο αφηγείται, όμως δεν διστάζει να επιφέρει κάποιες αλλαγές στα πρόσωπα που πρωταγωνιστούν στο δράμα ή στο μέρος στο οποίο εκτυλίσσεται η υπόθεση. Έτσι, πάντα με σεβασμό στην έμπνευση των αρχαίων ποιητών, καθιστά τους μύθους προσιτούς στην ανάγνωση και από τους μικρούς αναγνώστες.

Έτερη καινοτομία του βιβλίου, τόσο διαφορετικού από τα βιβλία ελληνικής μυθολογίας που κυκλοφορούν, είναι οι αφηγηματικές τεχνικές. Συνήθως η Σέρβη επιλέγει να βάλει τον κεντρικό ήρωα να αφηγείται τις περιπέτειές του, όχι όμως υπό μορφή μονολόγου, αλλά υπό ενός πολύ ενδιαφέροντος θεατρικού διαλόγου. Τα πρόσωπα που παρίστανται στην αφήγηση, εκτός από τον ακροατή, αποτελούν τον χορό του εκάστοτε δράματος.

Κάθε μύθος ήρωα ξεκινά με μία ρήση από την αρχαία τραγωδία ή την κωμωδία από την οποία άντλησε η συγγραφέας έμπνευση για τα γραφόμενά της. Εν συνεχεία η Σέρβη παρουσιάζει την υπόθεση του έργου περιληπτικά διασκευάζοντάς της σε στυλ παραμυθιού με άφθονους διαλόγους, αφού μας συστήσει πρώτα το σκηνικό και τον ήρωα. Στο τέλος προβαίνει σε μία σύντομα και πολύ επιτυχημένη αποτίμηση σχετικά με τον χαρακτήρα του συγκεκριμένου ήρωα, εκτιμώντας πως θα ήταν άραγε αυτός σαν άνθρωπος αν ζούσε στη σύγχρονη εποχή. Κλείνοντας αναφέρει κάποια βασικά ιστορικά στοιχεία σχετικά με το θεατρικό έργο στο οποίο πρωταγωνιστεί ο ήρωάς της. Πρέπει επίσης να πούμε ότι δεν παραλείπει να αναφέρει και κάποιες ρήσεις σχετικά με τους ανθρώπους και την ίδια τη ζωή, τις οποίες οι διάσημοι ποιητές-δραματουργοί της αρχαιότητας-δηλαδή ο Ευριπίδης, ο Σοφοκλής, ο Αισχύλος και ο Αριστοφάνης -τοποθετούν ενίοτε στα στόματα των ηρώων τους.

Έτσι, ανάμεσα στους δεκαπέντε πρωταγωνιστές κυριαρχούν πασίγνωστες φιγούρες, όπως η Ηλέκτρα, η Ωραία Ελένη, η Μήδεια,  η Αντιγόνη, ο Προμηθέας, η Λυσιστράτη, ο Οδυσσέας, η Ιφιγένεια, η Άλκηστη και ο Θεός Διόνυσος, αλλά και πιο ελάσσονες, των οποίων η προσωπική ιστορία είναι συνήθως άγνωστη στους σημερινούς μικρούς αναγνώστες, όπως του Ίωνα, του Τρυγαίου, του Ετεοκλή και του Πολυνείκη, του Αίαντα και του Φιλοκτήτη.

Εν κατακλείδι, πρόκειται για ένα βιβλίο το οποίο συνιστώ ανεπιφύλακτα, αφού συνδυάζει τη γνώση για την αρχαία Ελληνική Μυθολογία και το αρχαίο δράμα, με την αναγνωστική απόλαυση. Η άρτια γνώση του αντικειμένου της μυθολογίας από τη Σέρβη είναι ολοφάνερη σε κάθε σελίδα και η πολύχρωμη εικονογράφηση θα κερδίσει και τον πιο απαιτητικό, μικρό και μη, αναγνώστη.

Τρίτη 18 Ιανουαρίου 2022

Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, Περί έρωτος και άλλων δαιμονίων, εκδ. Ψυχογιός, μετ. Μ. Παλαιολόγου, σελ.222

 

https://www.psichogios.gr/el/peri-erwtos-kai-allwn-daimoniwn.html

 

 Η μυθιστορηματική πραγματεία του νομπελίστα Κολομβιναού λογοτέχνη σχετικά με τον έρωτα και τη δαιμονολογία ίσως είναι κάτι διαφορετικό από τον επικό Μάρκες των μεγάλων οικογενειακών χρονικών που έχουμε συνηθίσει να διαβάζουμε, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν είναι εξίσου ωραία ή ότι το βιβλίο αυτό διαφέρει στο συγγραφικό ύφος από τα υπόλοιπα του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες.

Το "Περί έρωτος και άλλων δαιμονίων" είναι ένα μυθιστόρημα σκοτεινό, απόκοσμο και ασφυκτικά γεμάτο από τη δεισιδαιμονία που χαρακτήριζε τον χριστιανικό κόσμο των Μέσων χρόνων, κι ας είναι ένα μυθιστόρημα η υπόθεση του οποίου διαδραματίζεται στα τέλη του 18ου αιώνα.

Καρταχένα ντε Ίντιας, δεύτερο μισό του 18ου αιώνα, λίγα χρόνια προτού η χώρα ανεξαρτητοποιηθεί από τους Ισπανούς. Ένα μικρό κορίτσι δαγκώνεται στον αστράγαλο από έναν λυσσασμένο σκύλο. Πρόκειται για την Σιέρβα Μαρία,  την κόρη του Μαρκήσιου ντε Κασαλντουέρο, η οποία όμως δεν έχει γνωρίσει την αγάπη από τους γεννήτορές της και έχει μεγαλώσει μαζί με τους νέγρους σκλάβους του αρχοντικού της, με αποτέλεσμα να μιλάει τις αφρικανικές γλώσσες τους και να έχει υιοθετήσει τα δικά τους πρότυπα συμπεριφοράς.

Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα, όταν το κορίτσι θα συλληφθεί ατυχώς από τους εκεί Ιεροεξεταστές, να θεωρηθεί δαιμονισμένη, εφόσον μιλάει, εκτός από ισπανικά, και σε αυτές τις, ακατανόητες για τους Ιεροεξεταστές, γλώσσες.

Τελικά το κορίτσι διακατέχεται από λύσσα ή δαίμονες; Μήπως και από τα δύο; Ή είναι απλά ένα αγριμάκι; Κανείς δεν μπορεί να αποφανθεί με σιγουριά, καθώς η άτυχη μιρκή αποσπάται από το οικείο περιβάλλον της και τοποθετείται αρχικά στο γυναικείο Μοναστήρι της Σάντα Κλάρα και, εν συνεχεία, σε ένα κελί, υποτίθεται για το δικό της καλό. 

Ο νεαρός ιερωμένος Καγετάνο Ντελάουρα είναι βέβαιος-αρχικά τουλάχιστον-πως το κορίτσι κάθε άλλο παρά δαιμονισμένο είναι. Ίσως είναι απλά ταλαιπωρημένο και φοβισμένο- τι πιο συνηθισμένο για όσους έπεφταν στα νύχια της Ιεράς Εξέτασης και θύματα της θρησκοληψίας και του σκοταδισμού του Μεσαίωνα, που καταδίκαζε τους διαφορετικούς ανθρώπους σε θάνατο;

Όταν όμως ο ίδιος ο ιερωμένος θα καταληφθεί από ένα άλλο δαιμόνιο, το δαιμόνιο του έρωτα προς τη Μαρία, η οπτική του θα αλλάξει. Θα καταφέρει άραγε να γλιτώσει την κοπέλα από την Ιερά Εξέταση και να ζήσει μια ανέμελη ζωή μαζί της όπως θέλουν και οι δύο;

Ο Μαρκές επιστρέφει στο περιβάλλον που τόσο καλά γνωρίζει, την ισπανόφωνη Κολομβία και δημιουργεί ένα μυθιστόρημα μυστηριώδες και ατμοσφαιρικό, τόσο διαφορετικό από τα υπόλοιπα βιβλία του, μα συνάμα και τόσο ίδιο με τα υπόλοιπα, αφού το ύφος και το στυλ γραφής του Μάρκες είναι τόσο χαρακτηριστικό που η ταυτότητα του συγγραφέα ξεχωρίζει ήδη από την πρώτη σελίδα.

Η αφήγηση ξεκινά με το δυσάρεστο συμβάν-το δάγκωμα- συνεχίζει με την αναδρομή στην ιστορία της οικογένειας και φτάνει στο προκείμενο: τη σύλληψη της Μαρίας από τους ιερωμένους, τους εξορκισμούς και τον απελπισμένο έρωτα του Καγετάνο γι' αυτήν.

Μέσα από την ιστορία της Μαρίας ο Μάρκες εστιάζει στις τακτικές των εξορκισμών και των μεθόδων της Ιεράς Εξάτασης για τη σύλληψη, τη φυλάκιση και τα βασανιστήρια των θυμάτων. Επίσης σκιαγραφείται το εκκλησιαστικό κατεστημένο και η κοινωνία της εποχής με το δουλεμπόριο, τη φεουδαρχία, τον λανθάνοντα έρωτα, τους Εβραίους, την ιατρική της εποχής και τις δεισιδαιμονίες.

Όπως και στα υπόλοιπα έργα του, ο συγγραφέας δεν διανοείται να μην δώσει την πλήρη τοιχογραφία της οικογένειας του Μαρκήσιου ντε Κασαλντουέρο. Περιγράφει τα πάντα με λεπτομέρεια και δεν αφήνει τίποτε στην τύχη. Το "Περί έρωτος και άλλων δαιμονίων" είναι όμως το πιο σκοτεινό από τα πονήματά του, ένα έργο που αποπνέει όλη την τρέλα και τον θρησκευτικό παραλογισμό του Μεσαίωνα, σε ευθεία αντίθεση με τον ορθολογισμό του σήμερα.

Οπωσδήποτε το θέμα του βιβλίου περί δαιμόνων και εξορκισμών κάθε άλλο παρά ευχάριστο είναι, όπως εξάλλου και το τέλος του. Αξίζει όμως να διαβαστεί, πρώτον διότι είναι Μάρκες και, δεύτερον, διότι λίγα βιβλία απεικονίζουν με τόση ενάργεια τον κόσμο της Λατινικής Αμερικής στα τέλη του Μεσαίωνα.

Κυριακή 16 Ιανουαρίου 2022

Ian Kershaw, Η ναζιστική δικτατορία, εκδ. Πατάκη, 2021, σελ.383, μετ.Μ. Αστερίου

 

https://www.patakis.gr/product/652488/vivlia-anthropistikes-kai-koinonikes-episthmes-istoria-arxaiologia/H-nazistikh-diktatoria/

 

 Ένα βιβλίο που απευθύνεται, αυτή τη φορά, σε πιο ειδικευμένο ιστορικό κοινό, υπογράφει ο Ian Kershaw, ασχολούμενος με τα ιστοριογραφικά προβλήματα και τις ερμηνευτικές προσεγγίσεις του Τρίτου Ράιχ, ενός θέματος αγαπημένου και πολυσυζητημένου μεταξύ των ιστορικών κύκλων ολόκληρου του κόσμου.

Το βιβλίο τιτλοφορείται "Η ναζιστική δικτατορία, ιστοριογραφικά προβλήματα και ερμηνευτικές προσεγγίσεις" και ασχολείται με τα θεμελιώδη ζητήματα σχετικά με τη ναζιστική δικτατορία την οποία ίδρυσε ο Χίτλερ και δίχασαν τους ιστορικούς που τη μελέτησαν στα χρόνια που ακολούθησαν την πτώση της.

Το μεγαλύτερο πρόβλημα, σύμφωνα με το συγγραφέα, είναι το πως θα μπορέσει να εξηγήσει ένα φαινόμενο τόσο στενά συνυφασμένο με τον παραλογισμό, όπως ο ναζισμός. Είναι σωστό τελικά να εξισώνονται ο ναζισμός και ο κομμουνισμός υπό τον όρο "ολοκληρωτισμός"; Είναι οι μαρξιστές ιστορικοί περισσότερο προκατειλημμένοι αρνητικά απέναντι στον Χίτλερ; Μήπως ο ναζισμός πρέπει να μελετάται χωριστά ως εντελώς ξεχωριστό φαινόμενο; Τέτοια είναι τα ερωτήματα που θίγονται στο πρώτο και το δεύτερο κεφάλαιο του βιβλίου.

Το τρίτο κεφάλαιο ασχολείται με την πολιτική και την οικονομία στο ναζιστικό κράτος. Κατά πόσον ήταν αυτές τελικά στενά συνυφασμένες με τον καπιταλισμό και τα μεγάλα συμφέροντα των ιδιωτικών βιομηχανιών; 

Στο τέταρτο κεφάλαιο ο συγγραφέας ανακινεί το ζήτημα του κατά πόσον ήταν τελικά ο Χίτλερ αδύναμος δικτάτορας ή όχι. Προκύπτει φυσικά εν τέλει ότι η αλήθεια, όπως πάντα, βρίσκεται κάπου στη μέση. Σε κάποια ζητήματα σαφώς και ήταν ο Χίτλερ πραγματικό αφεντικό, χωρίς αυτό να σημαίνει, βέβαια, ότι δεν άφηνε και κάποια ελευθερία κινήσεων στους άμεσα υφισταμένους του. 

Ποια ήταν η πορεία που ακολούθησε η ιστοριογραφία για το Τρίτο Ράιχ και το Ολοκαύτωμα και πώς αυτή άλλαξε μετά τη δεκαετία του '60 και τη δίκη του Άιχμαν; Τέτοια ερωτήματα απαντά ο συγγραφέας στο πιο ενδιαφέρον, κατ' εμέ, κεφάλαιο του βιβλίου, εκείνο που ασχολείται με το Ολοκαύτωμα και τον πολυσυζητημένο ερώτημα σχετικά με την προσωπική ευθύνη του Χίτλερ ως προς αυτό. Φυσικά ο δικτάτορας δεν απαλλάσσεται των ηθικών ευθυνών του, χωρίς Χίτλερ δεν θα υπήρχε Άουσβιτς,  μας λέει ο συγγραφέας. Κι όμως, το μακάβριο έργο δεν θα μπορούσε να είχε συντελεστεί αν ο Χίτλερ δεν έβρισκε και άλλους πρόθυμους αρωγούς να το υλοποιήσουν, όχι μονάχα μεταξύ των Γερμανών, αλλά και μεταξύ άλλων λαών. Οπωσδήποτε όμως η εξολόθρευση των Εβραίων υπήρξε ένα πεδίο του οποίο ο σχεδιασμός επηρεάστηκε τα μέγιστα από την πορεία του πολέμου.

Ακολούθως, ο Kershaw εξετάζει ζητήματα της εξωτερικής πολιτικής του Τρίτου Ράιχ και καταλήγει ότι αυτή ήταν ένας τομέας που είχε στενή αλληλεπίδραση με την εσωτερική πολιτική. Εν συνεχεία, θίγεται το ζήτημα του κατά πόσον ο ναζισμός αποτέλεσε κοινωνική επανάσταση ή αποδείχτηκε εκσυγχρονιστικό σε ορισμένους τομείς, αλλά και το θέμα-ταμπού της αντίστασης του γερμανικού λαού, η οποία δεν υπήρξε τόσο "απούσα" όσο θεωρούταν παλιά.

Τα δύο τελευταία κεφάλαια ασχολούνται με ζητήματα πιο γενικά και καθαρά ιστοριογραφικά. Εδώ ο συγγραφέας προβαίνει σε εκτιμήσεις σχετικά με τις ιστοριογραφικές τάσεις όπως αυτές θα διαμορφωθούν στον μέλλον για το Τρίτο Ράιχ.

Εν κατακλείδι, πρόκειται για ένα καθαρά επιστημονικό πόνημα που απευθύνεται σε ειδικούς, γραμμένο από έναν ιστορικό παγκοσμίου εμβέλειας και ειδήμονα στο θέμα του, το οποίο αξίζει να κοσμεί τις βιβλιοθήκες των ιστορικών και των ιστοριοδιφών.

Στέφανος Δάνδολος, Η δίκη που άλλαξε τον κόσμο, εκδ. Ψυχογιός, 2021, σελ.430

 

https://www.psichogios.gr/el/h-dikh-poy-allakse-ton-kosmo.html

Τι σκεφτόταν άραγε, ο Πόντιος Πιλάτος, τη στιγμή που έβγαζε την καταδικαστική απόφαση για τον Χριστό; Τι απέγινε μετά από την περίφημη αυτή δίκη, η οποία σημάδεψε ολόκληρη τη μετέπειτα ζωή του; Ήταν στ' αλήθεια η γυναίκα του, η Κλαυδία Πρόκλα χριστιανή; Κι αν ναι, θα μπορούσε να είχε πράγματι προσπαθήσει να σώσει τον Χριστό την ύστατη ώρα, τότε  που οι εχθροί του απαιτούσαν από τον Πιλάτο τον χαμό του;

Με αφορμή ένα καταγεγραμμένο γεγονός των θρησκευτικών κειμένων, το οποίο όμως παραμένει εν πολλοίς άγνωστο και αναφέρεται στις τελευταίες ώρες ζωής του Ιησού, ο Δάνδολος μας αφηγείται, εστιάζοντας στο ψυχολογικό υπόβαθρο των πρωταγωνιστών της δίκης, τα στιγμιότυπα της μεγαλύτερης δίκης στην Ιστορία, τοποθετημένα μέσα στο ιστορικό πλαίσιο της εποχής: της δίκης ενός αθώου, του Θεανθρώπου, από έναν άνθρωπο τυραννισμένο, θύμα των περιστάσεων, τον Πόντιο Πιλάτο.

Αλήθεια, πόσοι από εμάς γνώριζαν ότι η σύζυγος του Πιλάτου ήταν χριστιανή και ότι το ζευγάρι γνώρισε την υπέρτατη ατυχία που μπορεί να έχει ένας γονιός, να θάψει, δηλαδή, όχι ένα, μα τρία μικρά παιδιά;

Οπωσδήποτε τα γεγονότα της εποχής τα οποία αφορούν τον βίο του Χριστού καλύπτονται μερικώς από έναν πέπλο μυστηρίου. Τα Ευαγγέλια, χωρίς να αποτελούν Ιστορία, αναπαριστούν, το κάτα δύναμιν, όσο πληρέστερα μπορούν τα σημαντικότερα γεγονότα που συνδέονται με τον βίο του Θεανθρώπου. Ο Δάνδολος παίρνει την πιο γνωστή και αγαπητή για τους χριστιανούς όλου του κόσμου ιστορία και προχωράει ένα βήμα παραπέρα: εκτός από τα θρησκευτικά γεγονότα, καθορίζει με ακρίβεια το ιστορικό πλαίσιο της εποχής στο βιβλίο του, με κάθε σεβασμό στην Ιστορία και εστιάζει σε όσα τα Ευαγγέλια δεν αναδεικνύουν: τα αισθήματα των ανθρώπων της εποχής για τον Ιησού και τη νέα θρησκεία, η οποία βρισκόταν ακόμη στα σπάργανα και, ενίοτε, αντιμετωπιζόταν  με φθόνο από τους κραταιούς και πολεμοχαρείς Ρωμαίους.

Η απεικόνιση τόσο των ερήμων της Ιουδαίας, όσο και του διεφθαρμένου περιβάλλοντος της ρωμαϊκής διοίκησης και των πόλεων της Ρώμης, της Καισάρειας και του λιμανιού της Όστιας είναι πραγματικά εξαιρετική και με κάθε σεβασμό στη μούσα Κλειώ.

Η αληθινή έκπληξη, όμως, για τον αναγνώστη θα είναι η αποκάλυψη του ψυχικού κόσμου του Πόντιου Πιλάτου σχετικά με το πως είδε ο ίδιος τον Ιησού, αλλά και οι σκέψεις και τα συναισθήματα της γυναίκας του Κλαυδίας Ποντίας, της πιστής της υπηρέτριας, της Εβραίας Ραχήλ και του στρατηγού Μάξιμου Πετρώνιου. Ο Δάνδολος διεισδύει με τόση μαεστρία στον ψυχισμό των ηρώων του που ακόμη και ένας όχι και τόσο πιστός θιασωτής του χριστιανικού αφηγήματος  δεν θα μπορέσει παρά να συγκινηθεί.

Αφηγηματικά, το μυθιστόρημα κινείται σε τρεις χρονικούς άξονες: τη στιγμή της δίκης και της σταύρωσης, στα χρόνια που ακολούθησαν αμέσως μετά και το 71 μ.Χ. Αυτοί οι τρεις αφηγηματικοί άξονες εναλλάσσονται μεταξύ τους στο βιβλίο.

Το βιβλίο ξεκινά με το γεγονός της σταύρωσης και ο Δάνδολος περιγράφει εξαιρετικά το απόκοσμο σκοτάδι που έπεσε τότε στον κόσμο και το πως το είδαν οι άνθρωποι της εποχής, δημιουργώντας την κατάλληλη ατμόσφαιρα και κερδίζοντας αμέσως τον αναγνώστη. Εν συνεχεία πηγαίνει χρονικά προς τα πίσω, φτάνοντας στα γεγονότα της δίκης του Χριστού, από τον Πόντιο Πιλάτο, τον Άννα και τον Καϊάφα, των Εβραίων, δηλαδή , αρχιερέων που δίκασαν και κατηγόρησαν τον Χριστό, αλλά και του βασιλέα Ηρώδη, ενώπιον του οποίου ενώπιον οδηγήθηκε ο Χριστός. Ο συγγραφέας μαθαίνει από την αρχή για ένα μυστηριώδες μήνυμα το οποίο η Πρόκλα απηύθυνε στον σύζυγός της προκειμένου να σώσει τον Χριστό, χωρίς, όμως, τελικά να τα καταφέρει. 

Τα χρόνια που ακολούθησαν της δίκη ήταν καθοριστικά για τη μοίρα του Πιλάτου. Ο κραταιός άνδρας έχασε την εύνοια της Ρώμης και στοιχειώθηκε για πάντα από την απόφασή του να καταδικάσει τον Θεάνθρωπο-κάποιοι μάλιστα είπαν ότι έχασε τα λογικά του.

Και φτάνουμε στο έτος 71μ.Χ. όταν η Ρώμη πλήττεται από σφοδρό λοιμό. Εκεί, ο παλαίμαχος στρατηγός Μάξιμος Πετρώνιο, ο οποίος έχει μεταστραφεί κρυφά στον χριστιανισμό, θα συναντήσει ένα κομβικό πρόσωπο από το παρελθόν που θα τον φέρει σε άμεση επαφή με τα γεγονότα της δίκης του Χριστού. Αυτός θα βρεθεί στη δυσχερή θέση να προσπαθήσει να διασώσει κάποια ιερά έγγραφα από την εποχή της δίκης.

Το θέμα του βιβλίου είναι πραγματικά άψογο για να εξυπηρετήσει τους σκοπούς της Λογοτεχνίας και θα ήταν πραγματικά οξύμωρο αν λέγαμε ότι η ωραιότερη ιστορία του κόσμου, η οποία ενέπνευσε πλήθος βιβλίων, ταινιών και ντοκιμαντέρ σε όλες τις εποχές, δεν θα μπορούσε να χρησιμεύσει και ως πρώτη ύλη για τη δημιουργία ενός πολύ επιτυχημένου θρησκευτικο-ιστορικού μυθιστορήματος. Ο συγγραφέας χειρίζεται με μεγάλη αφηγηματική μαεστρία του θέμα του κορυφώνοντας την αγωνία του αναγνώστη μέχρι και τις τελευταίες σελίδες, όπου και προσφέρει λύσεις για όλα τα αναπάντητα ερωτήματα.

Παρασκευή 14 Ιανουαρίου 2022

3 γενοκτονίες στην Αφρική: Ναμίμπια, Κονγκό και Ρουάντα


 

Η πολύπαθη ήπειρος της Αφρικής είναι η πρώτη ήπειρος που γνώρισε από πρώτο χέρι το φρικιαστικό περιεχόμενο του όρου "γενοκτονία" κι ας παραμένουν αυτές σήμερα ξεχασμένες σε σχέση με το Ολοκαύτωμα ή τη γενοκτονία των Ποντίων και των Αρμενίων.

Πιο συγκεκριμένα, η πρώτη γενοκτονία του 20ου αιώνα έλαβε  χώρα κατά την εποχή κατά την οποία η αποικιοκρατία βρισκόταν στο απόγειό της, δηλαδή στις αρχές του αιώνα. Η συγκεκριμένη γενοκτονία έλαβε χώρα από το 1904 ως το 1908.

Οι Γερμανοί ίδρυσαν αποικία στη Ναμίμπια το 1884 όταν ο κραταιός ηγέτης Ότο Βίσμαρκ ανακήρυξε την περιοχή προτεκτοράτο. Αξίζει να σημειωθεί ότι πρώτος διοικητής εκεί ορίστηκε ο δικαστικός Χάινριχ Ενρστ Γκέρινγκ, ο πατέρας του περίφημου Χέρμαν Γκέρινγκ, διαβόητου και υψηλά ιστάμενου ναζί. 

Οι Γερμανοί, προκειμένου να καθυποτάξουν τις εντόπιες φυλές των Χερέρο και των Νάμα θα καταφύγουν σε μεθόδους όπως ασιτία, αφυδάτωση, απαγχονισμούς και θανατώσεις από εξάντληση ή κακομεταχείριση στα στρατόπεδα συγκέντρωσης που είχαν ιδρύσει και στα οποία συγκέντρωναν τους αιχμαλώτους. Μεγάλη ευθύνη για τα εγκλήματα αυτά βαρύνει τον Αντριάν Ντίτριχ Λόταρ φον Τρότα, ο οποίος είχε θητεύσει ήδη σε σκληρές πρακτικές κατά των αποίκων στον πόλεμο των  Μπόξερ το 1901. Επίσης, σαν να μην έφταναν τα παραπάνω, ο καθηγητής ιατρικής Ευγένιος Φίσερ διεξήγαγε επιστημονικά πειράματα σε αιχμάλωτους πειραματόζωα και τα κρανία των νεκρών αποστέλλονταν στην Γερμανία για περαιτέρω μελέτη.

Συνολικά, υπολογίζεται ότι κατά τη διάρκεια των ετών αυτών εξοντώθηκε το 80% της φυλής των Χερέρο και το 50% της φυλής των Νάμα, δηλαδή κοντά στα 100.000 άτομα. Η Γερμανία έχει αναγνωρίσει τη γενοκτονία, δεν έχει αποδώσει όμως αποζημιώσεις.

Ο αριθμός των 100.000  νεκρών μπορεί να φαίνεται μεγάλος, αλλά δεν είναι τίποτε μπροστά στα 10 εκατομμύρια Αφρικανούς που σφιαγιάστηκαν με εντολή του βασιλιά του Βελγίου Λεοπόλδου Β'.  Αρκεί να αναφέρουμε μονάχα ότι ο Λεοπόλδος έμεινε στην Ιστορία με το προσωνύμιο ο "Χασάπης της Αφρικής". Κι αυτό χωρίς ο ίδιος να πατήσει ποτέ το πόδι του στην Αφρική! 

Η περιοχή του Κονγκό (σήμερα αντιστοιχεί στο κράτος της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό) υπήρξε βελγική αποικία από το 1908 ως το 1960. Αρχικά όμως η περιοχή ανήκε στον ίδιο τον βασιλέα Λεοπόλδο, δηλαδή από το 1885 ως το 1908. Κατά τη διάρκεια των είκοσι τριών αυτών χρόνων διαπράχθηκαν και τα μεγαλύτερα εγκλήματα στο Κονγκό. 

Οι Βέλγοι, με εντολή του βασιλέα τους, εκμεταλλεύτηκαν στο έπακρο τους πόρους της αφρικανικής γης, τόσο πριν το 1908 όσο και μετά, βάζοντας τους ντόπιους να εργάζονται σε συνθήκες απίστευτης σκληρότητας. Ακρωτηριασμοί και ανηλεείς μαστιγώσεις περίμεναν όσους εργάτες δεν κατόρθωναν να μαζέψουν την απαιτούμενη ποσότητα καουτσούκ. 

Ο βελγικός λαός επαναστάτησε πολλές φορές ενάντια στους τυράννους του, αλλά κάθε φορά οι επαναστάσεις των Κονγκολέζων πνίγονταν στο αίμα. Όλα αυτά είχαν ως αποτέλεσμα ο Λεοπόλδος, με περιουσία άνω των εκατό εκατομμυρίων δολαρίων να καταγραφεί ως ο πλουσιότερος άνδρας στην εποχή του.

Η γενοκτονία στη Ρουάντα χρονολογείται το 1994, πολλά χρόνια δηλαδή μετά την αποαποικιοποίησή της (το 1962 από τους Βέλγους). Οπωσδήποτε, όμως, οι πολιτικές των Ευρωπαίων που υποδαύλιζαν τις φυλετικές διαιρέσεις στην περιοχή χαράζοντας αυθαίρετα σύνορα μεταξύ των χωρών, καθώς και η ανηλεής απομύζηση των πόρων από όλη την ήπειρο, έχουν την ευθύνη τους για τη σημερινή κατάσταση όλων των αφρικανικών χωρών, και όχι μόνο της Ρουάντα.

Στη Ρουάντα η διαμάχη μεταξύ των φυλών Χούτου και Τούτσι χρονολογούταν από τον 19ο ήδη αιώνα. Τον διαχωρισμό αυτό βέβαια ενθάρρυναν και οι Γερμανοί και εν συνεχεία οι Βέλγοι αποικιοκράτες. Το 1959 η έχθρα μεταξύ των δύο φυλών είχε φτάσει στο απροχώρητο και χιλιάδες Τούτσι δολοφονήθηκαν από τους Χούτο. Ταραχές και σφαγές συνέχισαν να σημειώνονται ως το 1994, τότε που διεπράχθη από την κυβέρνηση των Χούτου η οργανωμένη γενοκτονία κατά των Τούτσι. Τότε δολοφονήθηκαν κοντά ένα εκατομμύριο Τούτσι σε έναν εμφύλιο πόλεμο που κράτησε τρία περίπου χρόνια. Πολλές χιλιάδες επίσης γυναίκες και κορίτσια των Τούτσι βιάστηκαν βάναυσα. Επιπροσθέτως, δύο εκατομμύρια Χούτου αναγκάστηκαν, στο πλαίσιο των συγκρούσεων για τα εδάφη με τους Τούτσι, να φύγουν από τη χώρα, κατά τη συνέχιση των εχθροπραξιών. Πρέπει να αναφερθεί ότι μεγάλη είναι η ευθύνη της Γαλλίας στη συγκεκριμένη περίπτωση, η οποία ήταν και η μόνη χώρα που είχε αναγνωρίσει τη γενοκτονική κυβέρνηση των Χούτου και είχε στείλει μάλιστα και στρατεύματα προκειμένου να προστατεύσει τα εδάφη των Χούτου.

Δυστυχώς, όπως φαίνεται από τα παραπάνω, ο κύκλος της βίας του 20ου αιώνα είχε αρχίσει πολύ πριν από τα ναζιστικά στρατόπεδα του θανάτου και συνεχίστηκε και μετά από αυτά. Οι ευθύνες των Ευρωπαίων οπωσδήποτε είναι εύλογες, επομένως, για την κατάσταση που αντιμετωπίζουν σήμερα οι λαοί της Αφρικής με τους λιμούς, τη φτώχεια, αλλά και τις πάμπολλες φυλετικές και εθνοτικές διαμάχες. Οφείλουμε, λοιπόν, να βοηθήσουμε όλοι όπως μπορούμε.

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

-Ηλίας Βροχίδης, Ταξιδεύω άρα υπάρχω, εκδ. i write 

-Μπάζιλ Ντάβιντσον, Ιστορία της Αφρικής, εκδ. Αίολος 

-Eric Chaline, Οι μεγαλύτερες καταστροφές της ιστορίας, εκδ. Κλειδάριθμος

Πέμπτη 13 Ιανουαρίου 2022

Κώστια Κοντολέων, Άννα, το όνομά της, εκδ. Κλειδάριθμος, 2021, σελ.328

 

https://www.klidarithmos.gr/ypo-ekdosh/anna-to-onoma-tis

 

 

«Να μείνουν οι πεθαμένοι με τους πεθαμένους κι οι ζωντανοί με τους ζωντανούς!»

 

Η παραπάνω φράση περικλείει νοηματικά τη βασική ιδέα του βιβλίου πάνω στην οποία δομεί τον σκελετό του πρωτότυπου μυθιστορήματός της με τίτλο «Άννα το όνομά της» η συγγραφέας και μεταφράστρια Κώστια Κοντολέων.

 

Ο Μήτσος Τιμολέων είναι εξέχων δημόσιος υπάλληλος σε μία υπηρεσία της Λήμνου εν έτει 1930. Είναι παντρεμένος με τη Φρόσω και έχουν μία εξάχρονη κόρη της Άννα. Όμως, η αταραξία της ζωής του θα διαταραχθεί ανεπανόρθωτα όταν μάνα και κόρη θα χάσουν εντελώς απρόσμενα τη ζωή τους κατά τη διάρκεια μιας τυχαίας πυρκαγιάς σε έναν κινηματογράφο στο νησί. Ο Μήτσος, ο οποίος δεν βρισκόταν μαζί τους την τραγική εκείνη βραδιά, καταδικάζεται έκτοτε να μείνει μόνος στη ζωή, με μοναδικό σύντροφό του τις τύψεις που τον κατατρύχουν ανελέητα, αφού δεν βρισκόταν και αυτός μαζί με την οικογένειά του εκείνη την τραγική στιγμή. Συντετριμμένος, ορκίζεται να μην ξαναπατήσει το πόδι του στο νησί και παίρνει μετάθεση για την Αθήνα. Εκεί θα γνωρίσει μία νέα γυναίκα, η οποία, εντελώς συμπτωματικά θα φέρει και αυτή το ίδιο όνομα με την κόρη, αλλά και τη μάνα του: Άννα.

 

Η νέα Άννα θα καταφέρει σταδιακά να αφυπνίσει τον κοιμισμένο ερωτισμό του, με αποτέλεσμα σύντομα οι δυο τους να αποφασίσουν να ενώσουν τις τύχες τους με έναν νέο, για τον Μήτσο, γάμο. Η Άννα όμως δεν θα καταφέρει, παρ’ όλες τις προσπάθειές της να τον κάνει να ξεχάσει τη φρικτή απώλεια που υπέστη. Αν και θα κάνουν μαζί ένα παιδί, αυτή τη φορά αγόρι, τον Φίλιππο, ο Μήτσος- ο οποίος ονομάζεται πλέον Δημητρός- θα εξακολουθήσει να δυσκολεύεται να αφήσει οριστικά πίσω του όσα τον πλήγωσαν ανεπανόρθωτα και να δημιουργήσει μία εντελώς νέα ζωή, απαλλαγμένη από τα φαντάσματα του παρελθόντος. Εντελώς λανθασμένα και αψυχολόγητα θα πέσει στην παγίδα να συγκρίνει διαρκώς τις δύο οικογένειές του, με αποτέλεσμα να υποστούν τις δυσάρεστες ψυχολογικές συνέπειες από αυτή τη σύγκριση, όχι μόνον ο ίδιος, αλλά και η Άννα και ο Φίλιππος.

 

Η Κώστα Κοντολέων, βασισμένη σε πραγματικά οικογενειακά αρχεία, ανασυνθέτει μυθιστορηματικά τη ζωή του τραγικού αυτού άνδρα και, παράλληλα, εξετάζει τα γεγονότα της ελληνικής ιστορίας του 20ου αιώνα τα οποία βίωσε η οικογένεια Τιμολέων, όπως η Κατοχή, ο Εμφύλιος, η ανοικοδόμηση και ο εξευρωπαϊσμός της ζωής στην Ελλάδα τη δεκαετία του ’50, αλλά και η Δικτατορία των Συνταγματαρχών. Πρόθεση της συγγραφέως δεν είναι όμως η καταγραφή των ιστορικών γεγονότων, αλλά η αφήγηση της ζωής των μελών της οικογένειας Τιμολέων με βασικό άξονα τη διείσδυση στην ψυχολογία των ηρώων, τους οποίους ταλανίζει μονίμως το προαναφερθέν μότο: «Να μείνουν οι πεθαμένοι με τους πεθαμένους κι οι ζωντανοί με τους ζωντανούς!».

 

Η Κοντολέων σκιαγραφεί εξαιρετικά τις ψυχολογικές μεταπτώσεις ενός ανθρώπου που θέλει να ξεχάσει, αλλά οι μνήμες δεν τον αφήνουν και καταδικάζεται να ζει, τελικά, διαρκώς μέσα στη δυστυχία. Επιπλέον, η αδυναμία του αυτή να αφήσει πίσω το επώδυνο παρελθόν βασανίζει τόσο τη γυναίκα του, όσο και τον γιο του, οι οποίοι διαβιούν μονίμως μέσα σε μία ατμόσφαιρα τεταμένη στο σπίτι και απέχουν παρασάγγας από το να θεωρηθούν μία φυσιολογική ελληνική οικογένεια. Η ευτυχία και η κανονικότητα δεν θα μπορέσουν ποτέ να έχουν πραγματική θέση σε αυτό το σπίτι στη συνοικία της Ανάληψης της Αττικής.

 

Παράλληλα, η συγγραφέας αφηγείται παρασκηνιακά και τη ζωή της αδελφής της Άννας- η  οποία, παρεμπιπτόντως, επίσης αλλάζει το όνομά της σε Νίτσα, προκειμένου να βοηθήσει τον Δημητρό να ξεχάσει-, δηλαδή της Αγγέλας και του συζύγου της. Αποφεύγει έτσι, εντέχνως, την επικέντρωση στον βασικό χαρακτήρα του διηγήματος, ενώ μεγάλο μέρος του βιβλίου καταλαμβάνει και η αφήγηση της ζωής του  γιου του Δημητρού, του Φιλίππου, ο οποίος ως ενήλικας πλέον, θα ανοίξει τα φτερά του προς μία νέα, εντελώς δική του ζωή και θα καταφέρει να ξεφύγει από τη νοσηρή αύρα του σπιτιού του.

 

Το βιβλίο είναι ιδιαίτερα ατμοσφαιρικό και απεικονίζει με ενάργεια τα ήθη μίας τυπικής αστικής οικογένειας στην Αθήνα κατά τα μέσα του 20ου αιώνα. Εκτός από το βασικό ιδεολογικό μοτίβο του βιβλίου, την απώλεια δηλαδή αγαπημένων προσώπων και της αδυναμίας μας να την ξεπεράσουμε, η Κώστια Κοντολέων καταπιάνεται θεματολογικά και με άλλα ζητήματα, όπως την απώλεια της αθωότητας της παιδικής μας ηλικίας και του απογαλακτισμού από τη μητρική αγκαλιά, καθώς και το ζήτημα της αποδοχής των γονέων ότι κάποτε τα τέκνα τους ενηλικιώνονται και, μοιραία, θα βάλουν πλώρη για αλλού.

 

Εντυπωσιάζει επίσης στο βιβλίο η χρήση του αφηγηματικού ενεστώτα καθ’ όλη τη διάρκεια της αφήγησης, μιας αφήγησης η οποία διατηρεί στο μέγιστο βαθμό την ενάργειά της παρά το γεγονός ότι το βιβλίο περιέχει ελάχιστους διαλόγους. Η συγγραφέας όμως διατηρεί αμείωτο από την αρχή μέχρι το τέλος τον ρόλο του παντογνώστη αφηγητή που βλέπει και αναδιηγείται κυριολεκτικά τα πάντα, από τις μικρολεπτομέρειες της καθημερινότητας των πρωταγωνιστών, μέχρι και τον βαθύτερο ψυχισμό τους.

 

«Για πόσο ακόμη καιρό μάνα και κόρη, άυλες παρουσίες, θα συνεχίσουν να διαφεντεύουν ένα σημαντικό μέρος της ζωής του Δημητρού; Κλείνει τα αυτιά της να μην ακούει το θρηνητικό τραγούδι του με αποδέκτες εκείνες, πάντα παρούσες-απούσες  ν’ απαιτούν μερίδιο από την καινούρια ζωή του. Σαν αναστραμμένα είδωλα ενός καθρέφτη που επιμένει να μπερδεύει ζώντες και τεθνεώτες, ονόματα και ιδιότητες, το τότε με το τώρα».

Beth o’ Leary, Η ανταλλαγή, εκδ. Μεταίχμιο

  Αναντίρρητα, δεν είναι όλα τα feelgood μυθιστορήματα ωραία, ούτε και καλογραμμένα. "Η ανταλλαγή" όμως διαθέτει αυτά τα χαρακτηρι...