Τετάρτη 28 Οκτωβρίου 2020

Jacques Dugast, Η πολιτιστική ζωή στην Ευρώπη, (τέλη 19ου-αρχές 20ού), εκδ. Gutenberg, 2020, σελ.327


 

Κάποιοι την ονόμασαν Belle epoque, δηλαδή όμορφη εποχή. Άλλοι δεν τη θεώρησαν τόσο ωραία επειδή ήταν εποχή μεγάλων αλλαγών και σύγχυσης, αλλά και η εποχή κατά την οποία γιγαντώθηκε επίσης η αποικιοκρατία και ο ιμπεριαλισμός της Ευρώπης.

Όπως και να 'χει όμως, όλοι συμφωνούν ότι η εποχή αυτή σημαδεύτηκε από πρωτόγνωρη πολιτιστική άνθηση και ότι ο σύγχρονος αστικός τρόπος ζωής, αλλά και η μορφή που έχουν σήμερα οι πόλεις έχουν τις ρίζες τους ακριβώς σε αυτή την περίοδο.

Ο Jaques Dugast είναι καθηγητής Συγκριτικής Λογοτεχνίας με ειδίκευση στις πολιτιστικές σχέσεις σε πανεπιστήμιο της Γαλλίας. Επομένως είναι ο πλέον κατάλληλος για να περιγράψει με ενάργεια την πολιτιστική ζωή στην Ευρώπη στο γύρισμα μεταξύ του 19ου και του 20ου αιώνα, καθώς και τις αλλαγές που αυτή γνώρισε εκείνη την περίοδο.

Ο σύγχρονος αστικός τρόπος ζωής λοιπόν θεμελιώθηκε μεταξύ του 1880 και του 1914. Μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και τις αλλαγές που θα επιφέρει και αυτός με τη σειρά του, ο κόσμος του Μεσοπολέμου θα έχει λάβει οριστικά  τη νέα του μορφή.

Ο 19ος αιώνας θεωρείται κομβικός από πολλές απόψεις, καθώς είναι ο αιώνας του ιμπεριαλισμού, της αποικιοκρατίας, των εθνικισμών, αλλά και ο αιώνας της τεχνολογικής προόδου, της δυτικοποίησης και του καπιταλισμού. Γύρω στο 1900 νέες πόλεις καθίστανται κέντρα πολιτισμού και διαδίδεται αυτό που αποκαλούμε σήμερα"μαζική κουλτούρα". Ευρεία διάδοση γνωρίζουν επίσης ο αλφαβητισμός, ο ανορθολογισμός στη διανόηση και η πολιτισμική ενότητα που παρατηρείται σήμερα στις ευρωπαϊκές πόλεις.

Καινούριες πόλεις ανοικοδομούνται, κοσμούνται με νεοκλασικά κτίρια και θέατρα και αναδεικνύονται ως νέοι πολιτιστικοί πόλοι όπως το Βερολίνο και η Βουδαπέστη, πλάι στους παλιούς, ήτοι το Λονδίνο, η Βιέννη και το Παρίσι. Ακόμη, την εποχή αυτή διευρύνεται το αναγνωστικό κοινό, καθώς και η περίοδος που ξεκινά ο μαζικός αθλητισμός και οι μεγάλες αθλητικές διοργανώσεις. Οι παγκόσμιες εκθέσεις, ο τουρισμός, τα ταξίδια με το τρένο, τα θεάματα, τα λούνα παρκ και τα καλλιτεχνικά συμβάντα, είναι όλα μέρη ενός καθαρά αστικού τρόπου ζωής που θεμελιώθηκε εκείνη την περίοδο. Πολλές πόλεις άλλαξαν τότε μορφή και πήραν αυτή που μας είναι οικεία σήμερα.

Το βιβλίο εκθέτει την προϋπάρχουσα κατάσταση στην Ευρώπη, προκειμένου να καταδειχτεί το εύρος των αλλαγών, αλλά και τις πολιτιστικές σχέσεις ανάμεσα στις χώρες της Ευρώπης. Ο συγγραφέας διακρίνει τέσσερις πολιτιστικές ζώνες: αυτή της προηγμένης τεχνολογικά Δυτικής Ευρώπης, αυτή της Κεντρικής Ευρώπης υπό την κηδεμονία και την επιρροή των Αψβούργων, αυτή της Ανατολής, ήτοι τη Ρωσία και τα σλαβικά κράτη, και, τέλος, την Ευρώπη της περιφέρειας, δηλαδή τη Μεσόγειο και τη Σκανδιναβία. Τα Βαλκάνια δεν συμπεριλαμβάνονται στην εν λόγω μελέτη, παρά το γεγονός ότι θα μπορούσαν κάλλιστα να αποτελέσουν την πέμπτη διακριτή ενότητα μόνα τους, αφού δεν παρουσιάζουν ακριβή πολιτισμική ενότητα με την Ευρώπη λόγω της πολύχρονης οθωμανικής τους κληρονομιάς και κατοχής.

Ο συγγραφέας μεταφέρει τον αναγνώστη στα καφωδεία, τα μπαρ και τα μιούζικ χόλ της εποχής και μας συστήνει τον νέο και ανερχόμενο τότε κόσμο της μόδας στην ένδυση, της φωτογραφίας και του κινηματογράφου, πλάι στους παλιούς και εδραιωμένους του λυρικού θεάτρου, της λογοτεχνίας, της ζωγραφικής και της μουσικής.

Δεν αφήνει όμως απέξω και τη μελέτη ορισμένων κινημάτων που έπαιξαν πρωταγωνιστικό ρόλο εκείνη την εποχή, όπως ο μυστικισμός, ο φεμινισμός, ο μισογυνισμός, ακόμη και ο αναρχισμός.

Κάποια ονόματα από αυτά στον χώρο του πολιτισμού θα τα έχουμε ξανασυναντήσει σίγουρα πολλές φορές. Άλλα θα τα μάθουμε τώρα. Σίγουρα όμως θα κατανοήσουμε πολύ καλύτερα, μετά από την ανάγνωση του παρόντος πονήματος, τον λόγο που η Ευρώπη αποτελεί σήμερα μία μεγάλη οικογένεια με έναν ενιαίο πολιτισμό. Διότι μπορεί μεν οι απαρχές της ενοποίησης της Ευρώπης να ανιχνεύονται στους μεσαιωνικούς χρόνους, η ίδια η ενοποίηση είχε πλέον ολοκληρωθεί ακριβώς εκείνη την εποχή όταν η ανθρωπότητα βάδιζε στο κατώφλι του 20ου αιώνα.

Τρίτη 13 Οκτωβρίου 2020

Η ισπανική γρίπη του 1918


  

Η επονομαζόμενη και ισπανική γρίπη που ενέσκηψε το 1918 χαρακτηρίζεται ως η χειρότερη πανδημία του 20ου αιώνα. Συγκεκριμένα ήταν η μεγαλύτερη επιδημία που γνώρισε ο κόσμος μετά την πανώλη των ύστερων μεσαιωνικών χρόνων.

Η προέλευσή της έως σήμερα δεν μπορεί να εντοπιστεί με σιγουριά από τους μελετητές, οι περισσότεροι όμως εικάζουν ότι ξεκίνησε από την αμερικανική ήπειρο. Τα πρώτα της κρούσματα στην Ευρώπη εκδηλώθηκαν σε γαλλικό έδαφος στα πεδία των μαχών ενόσω ήταν σε εξέλιξη ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος. Από εκεί κι έπειτα η εξάπλωσή της ευνοήθηκε λόγω της διαρκούς μετακίνησης των στρατευμάτων και των άσχημων συνθηκών υγιεινής που επικρατούσε στο μέτωπο και τα χαρακώματα.

Ο ιός, τύπου Η1Ν1, προσέβαλε τους πνεύμονες και παρουσίαζε υψηλά ποσοστά θνησιμότητας  κυρίως στην ηλικιακή ομάδα των είκοσι με πενήντα ετών. Ονομάστηκε λανθασμένα ισπανική αφενός επειδή ο ισπανόφωνος τύπος έκανε πολύ νωρίτερα από άλλες χώρες λόγω για την επιδημία- δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι υπήρχε ως έναν βαθμό κάποιο λογοκρισία στον τύπο σε όλες τις χώρες λόγω του Πολέμου-, αλλά κυρίως επειδή έτσι είχε χαρακτηριστεί η επιδημία της γρίπης του 1889-90, η οποία ήταν ακόμη πολύ πρόσφατη στη συλλογική μνήμη.

Η επιδημία εξαπλώθηκε γρήγορα σε ολόκληρο τον κόσμο,  κυρίως μέσω των πλοίων και νόσησε περίπου το 1/3 του παγκόσμιου πληθυσμού. Η πρώτη φάση διήρκεσε από τον Απρίλη  έως και τον Μάη του 1918, η δεύτερη και η πιο θανατηφόρα από τον Σεπτέμβρη μέχρι τον Δεκέμβρη του 1918 και η τρίτη τον Μάη του 1919. Οι συνολικοί θάνατοι δεν μπορούν να υπολογιστούν με ακρίβεια, καθότι τα στοιχεία είναι ελλιπή, αλλά τα θύματα κυμαίνονται από 20 έως 50 εκατομμύρια.

Το γεγονός ότι ο πόλεμος ήταν παράλληλα σε εξέλιξη δυσχέραινε το έργο της αντιμετώπισής της από τις κατά τόπους αρχές. Πολλοί από τους στρατιώτες που είχαν προσβληθεί και παρουσίαζαν τα συμπτώματα, κυρίως υψηλό πυρετό και πονοκέφαλο, φοβούνταν να το δηλώσουν διότι υπήρχε κίνδυνος να κατηγορηθούν για δειλία. Αποτέλεσμα ήταν η περαιτέρω διάδοση του ιού. Καραντίνες, περιορισμοί ταξιδιών και απαγόρευση κυκλοφορίας ήταν και τότε κάποια από τα μέτρα που επιβλήθηκαν στους πολίτες και η παραφιλολογία σε ό,τι αφορά τους τρόπους αντιμετώπισης της γρίπης συνηθισμένη όπως και σήμερα.

Τέλος, πρόκειται για γεγονός το οποίο δεν έλαβε στη συλλογική μνήμη τη θέση που του άρμοζε, αφού επισκιάστηκε κατά πολύ από τον Πόλεμο, ο οποίος ήταν ο πιο καταστροφικός από όλους τους πολέμους που είχε γνωρίσει έως τότε η ανθρωπότητα. Έτσι ο αντίκτυπός της στην τέχνη και τη λογοτεχνία υπήρξε περιορισμένος. Το πιο διάσημο ίσως θύμα της ισπανικής γρίπης ήταν ο ποιητής Γκιγιόμ Απολινέρ. Οι επιπτώσεις που αυτή είχε στην οικονομία δεν έγιναν αισθητές λόγω του πολέμου, οι απώλειες όμως σε ό,τι αφορά τον πληθυσμό, με τις εκατόμβες των νεκρών και των ορφανών, ήρθαν να προστεθούν στον μακρύ κατάλογο των επιπτώσεων του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου.

Freddy Vinet, Η μεγάλη γρίπη του 1918, εκδ. Μεταίχμιο

H συμφωνία Σάικς-Πικό, η Διακήρυξη Μπάλφουρ και η Μέση Ανατολή

   Η συμφωνία αυτή, που σφράγισε τη μοίρα της Μέσης Ανατολής, συνήφθη μεταξύ της Μεγάλης Βρετανίας και της Γαλλίας διαρκούντος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, στις 16 Μαΐου του 1916. Οι όροι της όμως αφορούσαν και τη Ρωσία, αν και η τελευταία δεν έστειλε αντιπρόσωπο. Ονομάστηκε έτσι από τα ονόματα των διπλωματών που έλαβαν μέρος, τον Βρετανό Μαρκ Σάικς και τον Γάλλο Φρανσουά Ζορζ Πικό. Αφορούσε τις ζώνες επιρροής μεταξύ των Μεγάλων Δυνάμεων στα εδάφη της καταρρέουσας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μετά το πέρας του πολέμου.

Σύμφωνα με τους όρους της η Μεγάλη Βρετανία έλαβε το Κουβέιτ, τη Βαγδάτη, τα σημαντικά λιμάνια του Ισραήλ Χάιφα και Άκρα και τη νότια Μεσοποταμία, θα κυριαρχούσε δηλαδή στην περιοχή του Περσικού Κόλπου. Η Γαλλία θα κυριαρχούσε βορειότερα, θα λάμβανε δηλαδή τον Λίβανο και σε κάποιες πόλεις της Συρίας και του Ιράκ, όπως τη Δαμασκό, το Χαλέπι, την Ούρφα και τη Μοσούλη. Η Ρωσία θα κυριαρχούσε ακόμη βορειότερα, στην ανατολική Τουρκία δηλαδή στις επαρχίες του Ερζερούμ, της Τραπεζούντας και του Βαν. Η Παλαιστίνη θα ετίθετο υπό διεθνή έλεγχο.

   Η συμφωνία αυτή, όπως ήταν φυσικό,  προκάλεσε την αγανάκτηση του αραβικού κόσμου. Σε συνδυασμό με τη Διακήρυξη Μπάλφουρ τον επόμενο χρόνο αποτέλεσε το αποκορύφωμα των επεμβάσεων από τις Μεγάλες Δυνάμεις στη Μέση Ανατολή.

    Η Διακήρυξη Μπάλφουρ πήρε το όνομά της από τον Υπουργό Εξωτερικών της Μεγάλης Βρετανίας, Άρθουρ Τζέιμς Μπάλφουρ. Πρόκειται ουσιαστικά για μία ανοιχτή επιστολή του ομώνυμου Υπουργού προς τον ηγέτη της εβραϊκής κοινότητας της Μεγάλης Βρετανίας λόρδο Λάιονελ Ουόλτερ Ρότσιλντ. Η επιστολή γνωστοποιεί ουσιαστικά την απόφαση- υπόσχεση που είχε λάβει η βρετανική κυβέρνηση να συμβάλει στην ίδρυση ενός εθνικού εβραϊκού κράτους στη Μέση Ανατολή υπό τη δική της προστασία και ζητά από τον λόρδο να τη διαβιβάσει στη Διεθνή Σιωνιστική Ομοσπονδία. Το αντάλλαγμα για αυτή την προστασία ήταν η εβραϊκή κοινότητα να ενθαρρύνει τις ΗΠΑ να μπουν στον πόλεμο στο πλευρό των Συμμάχων. 

    Το αρνητικό στην όλη ιστορία ήταν ότι η επιστολή δεν ανέφερε πουθενά τα πολιτικά δικαιώματα των μη Εβραίων Παλαιστινίων. Εύλογη ήταν, επομένως, η αντίδραση του αραβόφωνου κόσμου στο σχέδιο της Μεγάλης Βρετανίας.

    Η συμφωνία Σάικς-Πικό και η Διακήρυξη Μπάλφουρ ευθύνονται, δυστυχώς, κατά έναν μεγάλο μέρος για την εκρηκτική κατάσταση που επικρατεί στη Μέση Ανατολή ακόμη και σήμερα. Πέρασαν, πράγματι, πολλά χρόνια από την "επίσημη" κατάρρευση της αποικιοκρατίας στην Μέση Ανατολή. Συμπεραίνουμε όμως ότι οι δυσάρεστες συνέπειες από την αποικιοκρατία και τον ιμπεριαλισμό των "Δυνατών", καθώς και από τη βούληση των ισχυρών να επιβληθούν εν αγνοία των υπαρχουσών γεωπολιτικών συνθηκών στους "αδύναμους" λαούς, είναι ακόμη ορατές.

ΠΗΓΗ: Arthur Goldschidt Jr, Aoma Boum, Ιστορία της Μέσης Ανατολής, εκδ. Επίκεντρο

              Eugene Rogan, Οι Άραβες, εκδ. Αλεξάνδρεια

Ελπιδοφόρος Ιντζέμπελης, Η λιτανεία, εκδ. Στοχαστής, 2016, σελ.105



 

 "Η λιτανεία" του Ελπιδοφόρου Ιντζέμπελη είναι ένα βιβλίο με τίτλο αινιγματικό, ο οποίος φαντάζει αλλόκοτος, εκ πρώτης όψεως, και δημιουργεί θρησκευτικούς συνειρμούς, χωρίς όμως το θέμα του να σχετίζεται με τη θρησκεία. "Η λιτανεία" είναι αφιερωμένη στη σημερινή Άρτα και σε εκείνη των αρχών του 20ου αιώνα.

Από την πρώτη κιόλας φράση αυτό που ελκύει τον αναγνώστη σε αυτό το βιβλίο είναι η γλώσσα η οποία χρησιμοποιεί ο έμπειρος συγγραφέας και ο τρόπος με τον οποίο τη χειρίζεται. Πρόκειται για λόγο που τον χαρακτηρίζει ενάργεια, σαφήνεια και ανεπιτήδευτη, φυσική ροή. Δίχως να αναλίσκεται σε μακροσκελείς ή λεπτομερείς περιγραφές, ο συγγραφέας λέει ακριβώς αυτό που θέλει να πει, δηλαδή ό,τι είναι απολύτως απαραίτητο για την πλοκή, χωρίς όμως να αφήνει κενά στη διήγηση και στα θέματα που αναλύει. Η γραφή, επομένως, είναι ένα από τα δυνατά σημεία του πονήματος, αν όχι το πιο δυνατό, μαζί με την πρωτοτυπία στην επιλογή του θέματος.

Ο συγγραφέας εναλλάσσει στην αφήγησή του, όπως προειπώθηκε, δύο παράλληλες ιστορίες. Στην πρώτη ιστορία που εξελίσσεται στη σύγχρονη εποχή ένας δημοσιογράφος από την Αθήνα, ο Δημήτρης, πηγαίνει στην Άρτα προκειμένου να πραγματοποιήσει μία επιτόπια έρευνα σχετικά με το περίφημο γεφύρι της περιοχής μετά από μια καταστροφική για την πόλη πλημμύρα. Κατά τη διάρκεια της έρευνάς του θα αναγκαστεί να έρθει αντιμέτωπος με αντικρουόμενα συμφέροντα, αλλά θα γνωρίσει και τον αληθινό έρωτα στο πρόσωπο της Ανθής. Τόσο οι συγκρούσεις αυτές όσο και ο έρωτάς του με την Ανθή θα τον κάνουν να αναθεωρήσει πολλά σχετικά με τον τρόπο που ζούσε μέχρι τώρα.

Στην Άρτα πάλι των αρχών του 20ου αιώνα, την εποχή της ανόδου του κόμματος του Ελευθερίου Βενιζέλου στην εξουσία, όταν η περιοχή δεν είχε απαλλαγεί ακόμη εντελώς από τον οθωμανικό ζυγό, ένας αγνός άνθρωπος, ο παπά-Βαγγέλης, αγωνίζεται για να υπερασπιστεί τα δίκαια των φτωχών απέναντι στις αρπακτικές διαθέσεις των μεγαλοτσιφλικάδων και γίνεται άθελά του μάρτυρας ενός παράνομου έρωτα που θα έχει κακό τέλος. Οι πολιτικές δε εξελίξεις, οι οποίες θα λάβουν χώρα την ημέρα της λιτανείας της πολιούχου της πόλης, θα αποβούν καθοριστικές για την έκβαση της ιστορίας.

Η πολιτική, τα βρώμικα πολιτικά παιχνίδια, οι εκλογές, η διαφθορά και η συγκάλυψη όταν πρόκειται για απόδοση ευθυνών αποτελούν κομβικά σημεία και στις δύο παράλληλες ιστορίες, οι οποίες αποτελούν αφετηρία προβληματισμού σχετικά με το θέμα αυτό και τις προεκτάσεις του. Η ίδια η Ιστορία πάλι, παίρνει το προβάδισμα κυρίως στη διήγηση που αφορά τον 20ο αιώνα και ο συγγραφέας δίνει στον αναγνώστη μία πληθώρα πληροφοριών, τόσο ιστορικών, όσο και λαογραφικών, για την παλιά Άρτα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο λαομίσητος Κωνσταντίνος Καραπάνος, αληθινό ιστορικό πρόσωπο, του οποίου η αναλγησία και οι δολοπλοκίες εξιστορούνται λεπτομερώς στο βιβλίο. Ο Καραπάνος βρίσκει πάντως το αντίστοιχό του στην έτερη διήγηση του βιβλίου, η οποία αφορά τη σημερινή εποχή, στα πρόσωπα των απανταχού παρόντων "Δυνατών", ανθρώπων οι οποίοι δεν έχουν πάψει ούτε στις μέρες μας να καθορίζουν τις μοίρες των ανθρώπων και να ραδιουργούν με θύμα τον απλό λαό. Άλλο κοινό συνεκτικό στοιχείο μεταξύ των δύο ιστοριών είναι ο έρωτας και η δύναμή του να σαρώνει τα πάντα στον διάβα του. Και, τέλος, άλλη μία ομοιότητα είναι η αγνότητα ορισμένων ανθρώπων και η δολιότητα άλλων, κάτι που ισχύει σε όλες τις εποχές.

Βιβλίο αισιόδοξο, αληθινό και ονειροπόλο, εν τέλει επαναστατικό και με ένα τέλος λυτρωτικό, αναμφίβολα θα μονοπωλήσει το ενδιαφέρον του αναγνώστη, τόσο από άποψη γραφής όσο και από άποψη θέματος. Έτσι η λογοτεχνία εκπληρώνει στο έπακρο, μέσω του πονήματος του Ελπιδοφόρου Ιντζέμπελη, και τις δύο βασικές της λειτουργίες: την τέρψη της ανάγνωσης αλλά και την πληροφόρηση.



David Brewer, Η φλόγα της ελευθερίας 1821-1833, εκδόσεις Πατάκη, 2020, σελ.509


Το βιβλίο του φιλολόγου και ιστορικού από το πανεπιστήμιο της Οξφόρδης David Brewer "Η φλόγα της ελευθερίας", αποτελεί τον έναν από τους τρεις τόμους τους οποίους έχει αφιερώσει ο συγγραφέας στην ελληνική ιστορία. Ο ένας αφορά την περίοδο της τουρκοκρατίας (1453-1821), ο άλλος την κατοχή και τον εμφύλιο (1940-1949) και ο τρίτος την Ελληνική Επανάσταση (1821-1833).

Πρόκειται για ένα έργο, το οποίο, όπως και τα άλλα του συγγραφέα, είναι εξαιρετικά καλογραμμένο και, επειδή ο συγγραφέας δεν είναι Έλληνας, πιο αντικειμενικό και αμερόληπτο. Πρόκειται επίσης για έργο που καταρρίπτει παγιωμένους μύθους, όπως εκείνους οι οποίοι αφορούν την αρχή της επανάστασης, την εθνική ταυτότητα των αγωνιστών και την-παντελώς απούσα- ομοψυχία που επέδειξαν σε ορισμένες περιστάσεις, ακόμη και τις άγνωστες βιαιοπραγίες στις οποίες προέβησαν οι Έλληνες πολλές φορές, εκτός από τους Τούρκους, κατά τη διάρκεια της επανάστασης.

Το μόνο σίγουρο λοιπόν, είναι ότι ακόμη και ο ιστορικός και ο εξοικειωμένος με την εν λόγω περίοδο αναγνώστης, οπωσδήποτε θα ανακαλύψει κάτι το οποίο δεν γνώριζε μέχρι την ανάγνωση του παρόντος πονήματος. Αξίζει, για παράδειγμα, να σταθούμε στον πλούτο των-εν πολλοίς- άγνωστων πληροφοριών για το ευρύ κοινό που αυτό περιέχει για τη λειτουργία και τη δράση της Φιλικής Εταιρείας. Το ίδιο συμβαίνει και με την εξιστόρηση των γεγονότων τα οποία αφορούν τον Αλή Πασά των Ιωαννίνων, την εκστρατεία της Υψηλής Πύλης εναντίον του και τη σχέση του με το Σούλι. Εξετάζεται επίσης διεξοδικά το ζήτημα της έναρξης της Ελληνικής Επανάστασης και ο αντίκτυπος που αυτή είχε στους ξένους.

Η εξιστόρηση πάντως αρχίζει με την παράθεση των απαραίτητων  που πρέπει να γνωρίζει ο αναγνώστης για την τουρκοκρατία και την αφύπνιση του ελληνικού γένους τον 18ο αιώνα. Η συνέλεση της Βοστίτσας, η έναρξη της επανάστασης στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες, καθώς και οι μάχες της επανάστασης επίσης εξιστορούνται λεπτομερώς, τόσο οι πιο γνωστές όπως η Άλωση της Τριπολιτσάς, η σφαγή της Χίου και η πολιορκία του Μεσολογγίου, όσο και οι πιο άγνωστες όπως η λησμονημένη μα σημαντικότατη μάχη των Μύλων.

Το βιβλίο, εκτός από τα στρατιωτικά γεγονότα, δεν παραλείπει ακόμη να αναφερθεί με κάθε λεπτομέρεια και στα πολιτικά, όπως τις εθνοσυνελεύσεις του Αγώνα, αλλά και σε άλλα γεγονότα που αφορούν την Ελληνική Επανάσταση, όπως τα δάνεια του Αγώνα, τον φιλελληνισμό, τον Εμφύλιο και το πέρασμα τον λόρδου Βύρωνα από την επαναστατημένη χώρα μας. Η εξιστόρηση τελειώνει με μία εξονυχιστική επισκόπηση της Ναυμαχίας του Ναβαρίνου, της Συνθήκης του Λονδίνου και της έλευσης του Καποδίστρια ως πρώτου Κυβερνήτη του νεοσύστατου ελληνικού κράτους.

Ο David Brewer όμως δεν παραθέτει μόνο τα γεγονότα, αντιθέτως ωθεί τον αναγνώστη στην καλύτερη κατανόησή και ερμηνεία τους. Διαβάζοντας το βιβλίο ο αναγνώστης θα συνειδητοποιήσει τον ρόλο που έπαιξαν και άλλοι βαλκάνιοι λαοί, όπως οι Αλβανοί, στον Αγώνα της Παλιγγενεσίας, την εξάρτηση του νεοσύστατου κράτους από τις Μεγάλες Δυνάμεις και ρις δυσκολίες που αντιμετώπιζαν με την Επανάσταση τόσο οι Οθωμανοί, από την πλευρά τους, όσο και οι Έλληνες. Ακόμη, θα κατανοήσει καλύτερα γιατί οι δυνάμεις οι οποίες είχαν την παντοδυναμία κατά την Τουρκοκρατία, δηλαδή οι πρόκριτοι, η Εκκλησία και πολλοί οπλαρχηγοί, είχαν κάθε λόγο να αντιδρούν στην εγκαθίδρυση ενός νεωτερικού κράτους μετά την Επανάσταση, όπως ακριβώς το ευαγγελίζονταν κάποιοι εξευρωπαϊσμένοι πολιτικοί στις εθνοσυνελεύσεις. Έτσι επιτυγχάνεται η καλύτερη κατανόηση του επονείδιστου ελληνικού Εμφυλίου και γιατί ήταν αναπόφευκτο αυτός τελικά να ξεσπάσει κατά τη διάρκεια της Επανάστασης.

Ο συγγραφέας έχει μελετήσει διεξοδικά όλες τις πρωτογενείς πηγές  που αφορούν την Παλιγγενεσία, τόσο ξένες, όσο και ελληνικές, στις οποίες καταφεύγει περιοδικά προκειμένου να αποσαφηνίσει και να τεκμηριώσει τα λεγόμενά του. Έτσι στις σελίδες του βιβλίου ο αναγνώστης θα βρει αποσπάσματα από αγωνιστές της Επανάστασης, όπως ο Κολοκοτρώνης και ο Μακρυγιάννης, από πολιτικούς, όπως ο Σπυρίδων Τρικούπης, από περιηγητές όπως ο Πουκεβίλ, από ξένους ιστορικούς, όπως ο Γκόρντον και ο Φίνλεϋ, αλλά και, τέλος, από φιλέλληνες, όπως ο Χάου και ο Βύρωνας.

Εν κατακλείδι, πρόκειται για ένα από τα πληρέστερα και τα πιο καλογραμμένα και τεκμηριωμένα έργα που έχουν γραφτεί για την Ελληνική Επανάσταση.

Δευτέρα 12 Οκτωβρίου 2020

Μπέλλα Σέρρα- Βλασσοπούλου, Οι φίλες, εκδ. Καστανιώτη, 2020, σελ.277


  Ένα βιβλίο οδοιπορικό στην ελληνική ιστορία του 20ου αιώνα, στην οικογενειακή ζωή και στη γυναικεία ψυχολογία θα μπορούσε να χαρακτηριστεί το παρόν πόνημα της Βλασσοπούλου, η οποία έφυγε προσφάτως από τη ζωή.

    Αναμφίβολα η νεοελληνική πεζογραφία βρίθει τέτοιων πονημάτων, όπου μέσα από οικογενειακές ιστορίες προβάλλονται και εξετάζονται όλα εκείνα τα γεγονότα που σημάδεψαν τον 20ο αιώνα, ήτοι ο ελληνοϊταλικός πόλεμος και η Κατοχή, ο εμφύλιος και η ανοικοδόμηση της μεταπολεμικής Ελλάδας ως τη Δικτατορία των Συνταγματαρχών. Αυτό όμως που ξεχωρίζει το εν λόγω βιβλίο είναι η εμμονή της συγγραφέως στο να προβάλει όχι τα ίδια τα ιστορικά γεγονότα καθεαυτά, αλλά το εξής: πως τα τόσο σημαντικά αυτά συμβάντα επηρέασαν την καθημερινή ζωή των ανθρώπων και άλλαξαν σε βάθος τη ζωή τους. Έτσι "Οι φίλες" δεν αποτελούν μία επισκόπηση των πολιτικών γεγονότων, ούτε αυτά εξιστορούνται με λεπτομέρειες, τις οποίες ο αναγνώστης εύκολα θα μπορούσε να πληροφορηθεί από αλλού. Αντιθέτως, εδώ δίνεται σημασία στις συνέπειες που προκάλεσαν τα παραπάνω πολιτικά γεγονότα στην καθημερινότητα των ηρώων του βιβλίου, συνέπειες οι οποίες συνήθως δύσκολα ανιχνεύονται και τονίζονται επαρκώς από τους ιστορικούς. 

Πρωταγωνιστές είναι τα μέλη μιας οικογένειας, κατοίκων των Αθηνών, του Λάμπρου, της Γιώτας και των δύο παιδιών τους, της Μαρίνας και του Λευτέρη. Τα πρόσωπα αυτά πλαισιώνει και η ευρύτερη οικογένειά τους. Η Γιώτα έχει καταγωγή από τη συντηρητική Μάνη, όπου τα πανάρχαια ήθη και οι αυστηρές αρχές ζουν και βασιλεύουν, σε μεγάλη αντίθεση με την κοσμοπολίτικη πρωτεύουσα. Η ζωή της οικογένειας θα αλλάξει δραματικά όταν, λόγω της πείνας και της οικονομικής στενότητας που θα επιφέρει η κατοχή, τα μέλη της θα υποχρεωθούν να μετοικήσουν στην Αρεόπολη, όπου το σπίτι της Γιώτας είναι διαθέσιμο. Η Μαρίνα θα αναγκαστεί να υποβληθεί σε περαιτέρω θυσίες, κάνοντας έναν αταίριαστο γάμο, από τον οποίο θα γεννηθούν δύο κόρες, η Φρόσω και η Παναγιώτα.

Η Μαρίνα τελικά, μετά από κάμποσα δυστυχισμένα χρόνια, θα πάρει και πάλι τα ηνία της ζωής της στα χέρια της προς χάριν των κοριτσιών της, το ίδιο και η μικρή κόρη η Παναγιώτα, η οποία αποδεικνύεται κι αυτή το ίδιο δυνατή όπως και η μητέρα της. Αυτή είναι που μονοπωλεί με τις πράξεις της το τέλους του βιβλίου. Το ποιες θα είναι τελικά "Οι φίλες" θα το συμπεράνει ο αναγνώστης όταν θα φτάσει στο τέλος  του βιβλίου.

Το μεγάλο ατού του βιβλίου αποτελεί η γραφή της συγγραφέως, κομψή, λιτή και με άφθονους διαλόγους, η οποία το καθιστά εξαιρετικά ευκολοδιάβαστο. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι ο αναγνώστης δεν θα αποκτήσει έστω και μία σφαιρική γνώση των πολιτικών γεγονότων που συγκλόνισαν τη χώρας μας τον 20ο αιώνα. Απεναντίας, το βιβλίο συστήνεται ανεπιφύλακτα σε αναγνώστες οι οποίοι θέλουν να αποκομίσουν κάποιο όφελος από το διάβασμα ενός ευχάριστου πονήματος.

Felipe Alfau, Το καφενείο των τρελών, εκδ. Αλεξάνδρεια, 2020, σελ.275

 

      Σε κάθε πόλη υπάρχει ένα "καφενείο των τρελών" και όλοι μας, ίσως, έχουμε κάποτε επισκεφθεί ένα τέτοιο, όπως το έκανε ο συγγραφέας στο Τολέδο, απ' όπου άντλησε έμπνευση για το παρόν πόνημα. Εξάλλου τα καφενεία είναι χώροι απ' όπου οι λογοτέχνες εμπνέονται ποικιλοτρόπως. Οι χαρακτήρες του βιβλίου, κατ' αναλογία με τα καφενεία, είναι αυτόνομοι και συχνά παραστρατούν από τον δρόμο- καλούπι στον οποίο προσπαθεί να τους βάλει ο συγγραφέας. Αποτέλεσμα, ένα βιβλίο πανέξυπνα στημένο, ιδιόρρυθμο, πολυδιάστατο και ξεχωριστό, ένα βιβλίο τρελό, το οποίο όμως περικλείει όλες τις ετερογενείς διαστάσεις που μπορεί να λάβουν κατά καιρούς οι ανθρώπινοι χαρακτήρες.

    Ο χρόνος και ο τόπος είναι θεωρητικά απροσδιόριστοι, αν και ο αναγνώστης γνωρίζει ότι τα γεγονότα διαδραματίζονται στην Ισπανία των αρχών του 20ου αιώνα. Σε κάθε περίπτωση πάντως, ο F.A. δεν έχει καμία πρόθεση να τοποθετήσει τα γεγονότα του βιβλίου του σε πραγματικό τόπο και χρόνο, διότι κάτι τέτοιο θα κατέστρεφε τη μαγεία και τον αυθορμητισμό που διακρίνει το κείμενο. Ο συγγραφέας δεν διστάζει να καταφύγει ενίοτε στην ειρωνεία και τον αυτοσαρκασμό και παραδέχεται ολοκάθαρα στον πρόλογο του βιβλίου του την αδυναμία που παρουσιάζει ο ίδιος στο να ελέγξει τους χαρακτήρες τους οποίους ο ίδιος δημιούργησε- ή ξεπατίκωσε σαν καρικατούρες μέσα από τα αληθινά καφενεία του Τολέδο-.

Έτσι, οι χαρακτήρες που δημιουργεί ο F.A. δεν υπόκεινται σε κανόνες, ούτε μπορούν να ενταχθούν σε κάποιο συγκεκριμένο πλαίσιο. Ανεξάρτητοι, αυτόνομοι και αυτόβουλοι, συχνά απρόσβλητοι από τις προθέσεις του συγγραφέα, μεταλλάσσονται διαρκώς από ασήμαντους σε σημαντικούς και το ανάποδο. 

Όλα αυτά μας γεννούν το ερώτημα μήπως το βιβλίο αποτελεί τελικά μία καλοστημένη κωμωδία- ή τραγωδία, αφού όλες οι κωμωδίες εμπεριέχουν και μία τραγική διάσταση και, στην ουσία, αποτελούν όψεις του ίδιου νομίσματος. Αυτό ακριβώς θέλει να τονίσει και ο συγγραφέας: πόσο εύκολο, αλλά και μη ανιχνεύσιμο, είναι πολλές φορές το πέρασμα από μία κωμική σε μία τραγική κατάσταση και το αντίθετο.

Οπωσδήποτε ο δημιουργός συνιστά στον αναγνώστη να μην αναπτύξει κριτική διάθεση απέναντι στο βιβλίο ή να το πάρει και πολύ στα σοβαρά. Το καλύτερο γι' αυτόν θα είναι να μην περιμένει απολύτως τίποτε από αυτό, αλλά να το δει απλά ως μέσο ψυχαγωγίας και έξυπνο εφεύρημα, βγάζοντας τα δικά του συμπεράσματα. 

Το βιβλίο είναι πλούσιο σε εικόνες, πλουραλιστικό και με πολλούς διαφορετικούς χαρακτήρες, θέματα, συναισθήματα, αλλά και αφηγηματικές τεχνικές. Τον κορμό του αποτελούν οκτώ διαφορετικές μεταξύ τους ιστορίες που συνδέονται μεταξύ τους με την ύπαρξη κάποιου κοινού χαρακτήρα. 

Η πρώτη ιστορία "Ταυτότητα" αποτελεί έναν ύμνο στην ασημαντότητα. Στον "Χαρακτήρα" παρακολουθούμε τι συμβαίνει όταν ένας ατίθασος λογοτεχνικός ήρωας αποδρά από το μυαλό του συγγραφέα και εισέρχεται στην αληθινή ζωή. Η τρίτη ιστορία "Ο ζητιάνος" παρουσιάζει τη ζωή των ζητιάνων μέσα από μια αμφίσημη κωμικοτραγική σκοπιά. Στα "Δαχτυλικά αποτυπώματα"ο αναγνώστης βλέπει πως το έξυπνο πουλί πιάνεται από τη μύτη μέσα από μια ιστορία ανατροπών. "Το πορτοφόλι"διηγείται ευτράπελα γεγονότα τα οποία σχετίζονται με ληστείες στη βυθισμένη στο απόλυτο σκοτάδι Μαδρίτη. Το "Τσινελάτο" είναι αφιερωμένο στη ζωή ενός κυρίου που το παρατσούκλι του σημαίνει "παντοφλάτος". "Η νεκρόφιλη"είναι μία ιδιόρρυθμη γυναίκα η οποία λατρεύει τους νεκρούς και τις κηδείες. Και, τέλος, στο "Ρομάντζο των σκύλων" βλέπουμε τι συμβαίνει όταν ένας μαθητής φοβάται τους σκύλους.

Καθένας από τους αναγνώστες θα εκλάβει διαφορετικά την κάθε μία από τις οκτώ ιστορίες. Δεν υπάρχει όμως περίπτωση να μην βρει κάποια από αυτές για να ταυτιστεί, έστω και εν μέρει, μαζί της, να μην γελάσει με τα ευτράπελα γεγονότα και να μην θαυμάσει τη φαντασία και την εξυπνάδα του συγγραφέα του.

Beth o’ Leary, Η ανταλλαγή, εκδ. Μεταίχμιο

  Αναντίρρητα, δεν είναι όλα τα feelgood μυθιστορήματα ωραία, ούτε και καλογραμμένα. "Η ανταλλαγή" όμως διαθέτει αυτά τα χαρακτηρι...