Δευτέρα 31 Οκτωβρίου 2022

Φ. Σκοτ Φιτζέρλαντ, Ο υπέροχος Γκάτσμπυ, εκδ. Μίνωας

 

Ένα από τα μεγαλύτερα αριστουργήματα της κλασικής λογοτεχνίας του εικοστού αιώνα «Ο υπέροχος Γκάτσμπυ» του Σκοτ Φιτζέραλντ μεταφέρεται για πρώτη φορά σε μορφή graphic novel σε εικονογράφηση της βραβευμένης Άγια Μόρτον και σε προσαρμογή κειμένου του Φρεντ Φόρνταμ. Την ελληνική μετάφραση υπογράφει ο Αλέξης Καλοφωλιάς και την εισαγωγή η Μπλέικ Χάζαρντ, δισέγγονη του ίδιου του Φιτζέραλντ.

 

Το, κοινώς ομολογουμένων, καλύτερο μυθιστόρημα του διάσημου συγγραφέα πρωτοεκδόθηκε το 1925, αλλά μέχρι τη δεκαετία του 1940 δεν ήταν παρά μία εμπορική αποτυχία. Από τη δεκαετία του 1960 όμως βελτίωνε σταθερά τις πωλήσεις του με αποτέλεσμα σήμερα να έχει πουλήσει πάνω από είκοσι πέντε αντίτυπα παγκοσμίως.

 

Το να διαβάζει κανείς ένα κλασικό αριστούργημα συμπυκνωμένο σε μορφή graphic novel έχει, αναμφισβήτητα, τα υπέρ και τα κατά του. Μπορεί να μην έχει κάποιος την ευκαιρία να θαυμάσει εδώ τη λογοτεχνική αρτιότητα του έργου σε όλο της το μεγαλείο, όμως, ένα αδιαμφισβήτητο υπέρ των αναγνωσμάτων αυτής της μορφής είναι ότι με αυτόν τον τρόπο ένα κλασικό αριστούργημα μπορεί να γίνει προσιτό σε αναγνώστες κάθε ηλικίας και ειδίκευσης. Έτσι, αν κάποιος έχει διαβάσει το βιβλίο δεν θα μπορέσει παρά να θαυμάσει την εκπληκτική, πραγματικά, προσαρμογή του κειμένου σε μία πιο λιτή και, αναγκαστικά, πιο σύντομη μορφή. Αν πάλι κάποιος δεν γνωρίζει καθόλου το κλασικό κείμενο, τότε η πρώτη επαφή του με το έργο του Φιτζέραλντ πιθανότατα να τον ωθήσει να διαβάσει κατόπιν και το κανονικό βιβλίο.

 

Η υπόθεση του μυθιστορήματος διαδραματίζεται την εποχή τη ποτοαπαγόρευσης, εν έτει 1922 στην Αμερική. Ένας Άγγλος βετεράνος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, ο Νικ Κάραγουεϊ έρχεται στη Νέα Υόρκη για να πουλήσει ομόλογα. Τυχαία θα μείνει δίπλα σε ένα πολυτελές μέγαρο ενός αινιγματικού και εκκεντρικού πολυεκατομμυριούχου, του Τζέι Γκάτσμπυ, που αρέσκεται να διοργανώνει γιορτές και διάφορα σουαρέ, χωρίς να είναι όμως και ο ίδιος παρόν.

 

Οι δύο άνδρες θα γνωριστούν και ο Νικ θα διαπιστώσει σύντομα ότι ο Γκάτσμπυ εξακολουθεί να θέλει απεγνωσμένα την Νταίζη Μπιουκάναν, τη σύζυγο ενός πρώην ποδοσφαιριστή και παλιού γνωστού του Νικ. Από την άλλη και ο ίδιος ο Νικ θα συναντήσει και θα ερωτευτεί τη Τζόρνταν. Η εξέλιξη του έργου θα είναι απρόβλεπτη, το ίδιο και το φινάλε.

 

Πρόκειται για ένα έργο το οποίο αποτελεί επίκριση στην αμερικανική κοινωνία της εποχής και στο αμερικανικό όνειρο, στον πλούτο των κοσμικών σαλονιών, στους «πετυχημένους» γάμους και στις καρικατούρες των υποτιθέμενων ευτυχισμένων ανθρώπων που τα αλωνίζουν, όπως και στην ίδια την ποτοαπαγόρευση. Κανένας από τους ήρωες δεν είναι πραγματικά ευτυχισμένος. Στην πραγματικότητα όλοι είναι μελαγχολικοί. Πού θα καταλήξει άραγε όλη αυτή η υποτιθέμενα χαρούμενη και ανέμελη συντροφιά;

 

Ένας ύμνος στην ανθρώπινη ματαιότητα και τον αιώνιο έρωτα, το καλύτερο έργο του Φιτζέραλντ, ευκολοδιάβαστο μέσα από την παρούσα εικονογραφημένη έκδοση, αποτελεί αναμφισβήτητα μία εκδοχή του μεγάλου αμερικανικού μυθιστορήματος που άφησε εποχή.

Κυριακή 30 Οκτωβρίου 2022

Κώστας Ακρίβος, Ανδρωμάχη, εκδ. Μεταίχμιο

 

Για τη γυναίκα εκείνη που κανείς δεν μίλησε. Για τη γυναίκα που όλη την αγνόησαν και αδιαφόρησαν για την τύχη της. Για αυτή τη γυναίκα, την Ανδρομάχη, επιλέγει να μας μιλήσει ο Κώστας Ακρίβος στο νέο του βιβλίο.

Λάθος. Δεν μας μιλάει για την Ανδρομάχη, αλλά για την Ανδρωμάχη. Όχι για τη γυναίκα που πολέμησε τον άνδρα, αλλά για τη γυναίκα εκείνη που πολέμησε στη ζωή της με πολλούς άνδρες-εξ’ ου και το ω στο όνομά της.

Αυτήν λοιπόν, την Ανδρωμάχη-με το ω στο όνομα που έδωσε «πολλών ανδρών μάχες» -βάζει ο Ακρίβος να μας εξομολογηθεί όλο τον πόνο και την πίκρα που έζησε ευρισκόμενη από την πλευρά των ηττημένων.

Η μυθολογία αναπλασμένη μέσα από τη σύγχρονη οπτική δεν είναι ασυνήθιστη στις μέρες μας στον λογοτεχνικό στίβο. Ούτε και η ανδρική οπτική στη γυναικεία ψυχολογία. Πιο ασυνήθιστο είναι να μιλάει κανείς για την πλευρά των ηττημένων, εκείνων που όχι μόνο οι νικητές, αλλά και όλοι τείνουν να αγνοούν. Ο Ευριπίδης δεν τις αγνόησε, οι τραγωδίες του με τον τίτλο Τρωαδίτισσες και Ανδρομάχη το μαρτυρούν. Ούτε και ο Ακρίβος. Διότι στην πραγματικότητα σε έναν πόλεμο που αποφασίζουν και διεξάγουν οι άνδρες, οι γυναίκες  είναι εκείνες που υποφέρουν περισσότερο. Έτσι συνέβη και συνεχίζει να συμβαίνει σε αυτή την ατέρμονη πάλη μεταξύ Ανατολής και Δύσης, μεταξύ Ευρώπης και Ασίας…

Η Ανδρωμάχη χάνει τους δικούς της. Χάνει τον άνδρα της. Βλέπει το παιδί της να φονεύεται από χέρι ελληνικό. Και ακολούθως, αφού τα χάνει όλα, πατρίδα και αγαπημένους, σέρνεται στη δουλεία. Το σώμα της δεν της ανήκει πια, δεν το ορίζει. Υπάρχει άραγε ζωή γι’ αυτήν μετά τον θάνατο;

Η Ανδρωμάχη θυμάται. Θυμάται τα νεανικά της χρόνια, τις ευτυχισμένες μέρες της πλάι στον Έκτορα. Θυμάται και τα αποτρόπαια γεγονότα της πολιορκίας. Τον φόνο του Πατρόκλου από τον Έκτορα. Και, ακολούθως, τον φόνο του Έκτορα από τον Αχιλλέα και τον διασυρμό του νεκρού σώματός του, που ο βασιλιάς Πρίαμος ικέτεψε για να το πάρει πίσω.

Πρόκειται για μία ιστορία με ήρωες γνωστούς. Πρώτ’ απ’ όλα, η ίδια η Ανδρωμάχη, θύμα και ηρωίδα. Και ύστερα τα πρόσωπα που την περιστοιχίζουν. Η πεθερά της, η τραγική Εκάβη. Η μουγκή δούλη της η Πρόκνη. Και οι άνδρες που την περιστοιχίζουν. Κυρίως οι άνδρες. Ο αγαπημένος της γενναίος Έκτωρ. Ο πεθερός της ο μεγαλογνώμων Πρίαμος. Ο άκαρδος Αχιλλέας και το κτήνος ο γιος του ο Νεοπτόλεμος. Ο μάντης Έλενος. Ο σκύλος ο Μενέλαος. Ο γιος που χάνει, ο Αστυάνακτας. Και αυτοί που θα αποκτήσει με τον Νεοπτόλεμο, ο Μολοσσός, ο Πέργαμος και ο Πίελος.

 

Ο Ακρίβος, πιο ώριμος συγγραφικά από ποτέ, καταθέτει τη συγκλονιστική και σπαρακτική κατάθεση ψυχής μιας γυναίκας, ένα βιβλίο κατήφειας και δυστυχίας, το οποίο όμως τελειώνει αισιόδοξα και μας δείχνει ότι τελικά η ζωή μπορεί να συνεχιστεί ακόμη και πέρα από τον πόνο, ακόμη κι αν αυτός δεν θα ξεχαστεί, στην πραγματικότητα ποτέ…


Βεατρίκη Σαΐας-Μαγρίζου, Το βραχιόλι της φωτιάς, εκδ. Καστανιώτη


 

 Το χρονικό της ζωής μιας εβραϊκής οικογένειας Σεφαραδιτών Εβραίων της Θεσσαλονίκης από τις αρχές ως τα μέσα του εικοστού αιώνα μας αφηγείται η  Βεατρίκη Σαΐας-Μαγρίζου στο βιβλίο της με τίτλο  "Το βραχιόλι της φωτιάς". Στο βιβλίο αυτό είχε βασιστεί και η ομώνυμη σειρά της ΕΡΤ σε σενάριο του Νίκου Απειράνθη και της Σοφίας Σωτηρίου και σκηνοθεσία του Γιώργου Γκικαπέππα.

Σε αντίθεση με άλλα μυθιστορήματα εποχής τα οποία επικεντρώνονται στην αφήγηση περισσότερο των ιστορικών γεγονότων παρά στα ίδια τα πρόσωπα που πρωταγωνιστούν, η συγγραφέας εδώ θέτει ως βασικό πρωταγωνιστή της όχι την ίδια την Ιστορία, αλλά τα πρόσωπα της πολυπληθούς εβραϊκής οικογένειας που πρωταγωνιστεί στο βιβλίο της. Μέσα από τις ζωές των ηρώων της η συγγραφέας επιλέγει να μας αφηγηθεί και την τραγική ιστορία της εποχής, μιας εποχής γεμάτης ταραχές και ανατροπές. Το ζητούμενο όμως για την ίδια τη συγγραφέα θα είναι να αποτυπώσει όχι αυτά καθεαυτά τα ιστορικά γεγονότα, αλλά το πως αυτά επηρεάζουν και καθορίζουν τις τύχες των ανθρώπων που βρίσκονται στο διάβα τους.

Η Μπενούτα και ο Μεντές έχουν μία πολυπληθή οικογένεια που αποτελείται από επτά παιδιά. Είναι πιστοί Εβραίοι και κρατούν τις παραδόσεις της φυλής τους, όχι φανατικά, αλλά περισσότερο από συνήθεια, λατρεύουν όμως, συγχρόνως, και την πατρίδα τους την Ελλάδα, και ιδίως τη Θεσσαλονίκη.

Το μυθιστόρημα ξεκινά το 1917, καταμεσής της Μεγάλης Πυρκαγιάς που ισοπέδωσε πάνω από εκατόν είκοσι εκτάρια της πόλης και άφησε πάνω από εβδομήντα χιλιάδες άστεγους. Η οικογένεια της Μπενούτας θα χάσει και αυτή ο σπίτι της, αλλά θα σωθεί χάρη στη φροντίδα ενός τσιγγάνου, που θα τους προσφέρει καταφύγιο στη σκηνή του έως ότου περάσει η καταστροφή. Η Μπενούτα και η οικογένειά της θα επιστρέψουν στην κανονική τους ζωή, αλλά η ίδια θα αφήσει ένα βραχιόλι ως δώρο στους οικοδεσπότες της. Το βραχιόλι αυτό θα γίνει και ο συνδετικός κρίκος ανάμεσα στη Μπενούτα και την ιστορία της Μεγάλης Πυρκαγιάς του 1917 και στην ιστορία του Ολοκαυτώματος, εκείνης των μέσων του αιώνα. Στην ουσία η αφήγηση αρχίζει και τελειώνει με αυτό το βραχιόλι.

Στην οικογένεια της Μπενούτα και του Μεντές ξεχωρίζει με τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του ο μικρότερος γιος, ο Ιωσήφ. Μία άλλη κόρη θα διαλέξει να μεταστραφεί στον χριστιανισμό και ένας άλλος γιος θα γίνει φανατικός οπαδός του Σιωνισμού και θα επιλέξει να επιστρέψει στη γη της επαγγελίας στη Μέση Ανατολή. Ελληνοϊταλικός πόλεμος, γερμανική κατοχή, Ολοκαύτωμα. Όταν όλοι σχεδόν οι Εβραίοι της Θεσσαλονίκης μεταφερθούν στα φονικά ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης, τι θα μείνει άραγε από εκείνη την πολυεθνική πόλη των αρχών του εικοστού αιώνα; Θα υπάρξει συνέχεια για τη οικογένεια της Μπενούτα ή ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος και το Ολοκαύτωμα θα σημάνουν το τέλος για την οικογένειά της;

Πραγματικά λίγα είναι τα μυθιστορήματα με ιστορική απόχρωση που κατορθώνουν να δημιουργήσουν τόσο ξεκάθαρους χαρακτήρες πρωταγωνιστών όπως η δυναμική Μπενούτα, ο Μεντές, η Φρίντα και ο Ραούλ και αυτό ακριβώς είναι που κάνει το βιβλίο να ξεχωρίζει.

Το πόνημα της Σαΐας-Μαγρίζου διατηρεί επιπλέον μία κινηματογραφικότητα στην πλοκή χάρη στη γρήγορη εξέλιξη της υπόθεσης, συνδυάζοντας την με μια γλώσσα απλή και συνάμα γλαφυρή. Εν κατακλείδι πρόκειται για έναν ευχάριστο ανάγνωσμα, το οποίο αφηγείται μεν γνωστά γεγονότα της ελληνικής και της παγκόσμιας ιστορίας, μέσω όμως από τη σκοπιά μιας ακμάζουσας, τότε, κοινότητας της συμπρωτεύουσας που δεν υπάρχει πλέον: εκείνης των Εβραίων.

"Βούιζαν τα αυτιά της απ' τον βαρδάρη, βούιζαν απ' τη βοή της φωτιάς, βούιζαν απ' τα κλάματα των παιδιών της, βούιζαν απ' το σιωπηλό μοιρολόι της Στερίνας, που έβγαινε απ' τα σωθικά της διαπερνώντας τα ορθάνοιχτα απ' το φόβο μάτια της. Της ερχόταν να καθίσει κι αυτή εκεί κάτω να κλάψει, αλλά η μυρωδιά άρχισε να γίνεται πιο έντονη, πιο ενοχλητική".

Πέμπτη 27 Οκτωβρίου 2022

Έλενα Ακρίτα, Μαμά κοίτα χωρίς χέρια, εκδ. Διόπτρα


 

Ένα αυθόρμητο αυτοβιογραφικό πόνημα γραμμένο σαν μυθιστόρημα υπογράφει η γνωστή συγγραφέας, δημοσιογράφος και ηθοποιός Έλενα Ακρίτα με τίτλο την πάγια φράση που χρησιμοποιεί συνήθως ένα παιδί όταν καταφέρνει να κάνει ποδήλατο μόνο μου τα πόδια του, αφήνοντας το τιμόνι.

 

«Μαμά κοίτα, χωρίς χέρια!», αυτός είναι λοιπόν ο τίτλος του πονήματος που θα μας παραπέμψει όλους στην τρυφερή παιδική μας ηλικία. Η Έλενα Ακρίτα θα περιγράψει την ηλικία αυτή με μεγάλη νοσταλγία και ευαισθησία. Δεν θα ξεκινήσει όμως από εκεί, αλλά θα επιλέξει να αναφερθεί πρώτα σε έναν μεγάλο βραχνά της ζωής της, την εξάρτηση που είχε από τα υπνωτικά χάπια επί πολλές δεκαετίες. Αυτό είναι κάτι το οποίο θεωρείται θέμα ταμπού ακόμη και στις μέρες μας. Πολλοί γύρω μας έχουν εξάρτηση από υπνωτικά, ηρεμιστικά ή αντικαταθλιπτικά χάπια και αρνούνται να το παραδεχτούν. Η Ακρίτα είναι μία από τους λίγους που δεν φοβήθηκε να μιλήσει ανοιχτά για το συγκεκριμένο ζήτημα, με σκοπό να βοηθήσει κι άλλους που βρίσκονται στην ίδια μοίρα με εκείνη και να μην διστάσουν να ζητήσουν βοήθεια.

 

Από τα παιδικά της χρόνια στη Φιλοθέη, λοιπόν, και την οδυνηρή απώλεια του πατέρα της σε νεαρή ηλικία, η συγγραφέας θα συνεχίσει την αφήγηση της ζωής της με τους τρεις γάμους της και τους σταθμούς της δημοσιογραφικής της καριέρας.

 

Η Ακρίτα έζησε μια ζωή κοντά σε διάσημους και καταξιωμένους λογοτέχνες, μουσικούς, ηθοποιούς, ανθρώπους του θεάτρου, της τηλεόρασης και γενικότερα του καλλιτεχνικού στίβου. Στο βιβλίο της όμως επιλέγει να περιγράψει όχι αυτή τη φανταχτερή ζωή της δημοσιότητας, αλλά τη μοναξιά που κρύβεται πολλές φορές πίσω από όλη αυτή τη φαντασμαγορία, αλλά και την κατάθλιψη που παραμονεύει στη γωνία όλους μας αδιακρίτως, άσημους και διάσημους, κάτι που αποδεικνύει ότι η ευτυχία μας δεν βρίσκεται τελικά έξω από τους τοίχους του σπιτιού μας, αλλά μέσα σε αυτούς, καθώς και μέσα σε μας τους ίδιους.

 

Η αφήγηση της ζωής της Ακρίτα δεν είναι ευθύγραμμη. Διανθίζεται από πολλές και ποικίλες παρεμβολές, ενώ δίνει βάρος στα πιο σημαντικά γεγονότα. Θα μπορούσε να ειπωθεί ότι πρόκειται για μία επιλεγμένη αυτοβιογραφία, εν ολίγοις. Η γλώσσα που χρησιμοποιεί είναι απλή, καθημερινή και γλαφυρή, στα όρια του απρεπούς, ορισμένες φορές, αντικατοπτρίζοντας πλήρως τα συναισθήματα και τις κρίσεις που ενίοτε εκφέρει η συγγραφέας. Αυτή ακριβώς, όμως, η γλώσσα είναι που καθιστά την εξομολόγηση της συγγραφέως πιο αληθινή από ποτέ, ό,τι πιο γενναίο έχει κάνει στη ζωή της, όπως ομολογεί και η ίδια.

 

Το «Μαμά κοίτα, χωρίς χέρια!» είναι ένα βιβλίο που υμνεί τη ζωή και μας δείχνει πως όσες συμφορές κι αν βιώσουμε, όσες απώλειες κι αν έχουμε καθώς μεγαλώνουμε, δεν πρέπει να πάψουμε ποτέ να ζούμε και να ελπίζουμε, να ευχαριστιόμαστε και να απολαμβάνουμε την κάθε στιγμή της ζωής μας. Πρόκειται γα το πιο τολμηρό και το πιο αυθόρμητο βιβλίο της συγκεκριμένος συγγραφέως, το οποίο, όπως μας ομολογεί, δυσκολεύτηκε αρκετά για να το γράψει, στο τέλος όμως το τόλμησε. Και το αποτέλεσμα οπωσδήποτε τη δικαιώνει.

Κυριακή 23 Οκτωβρίου 2022

Κριστίν Γουέλς, Στον αριθμό 10 της οδού Ρουαγιάλ

 

Η Κριστίν Γουέλς παίρνει την άγνωστη ιστορία της Κατρίν Ντιόρ, αδελφής του διάσημου σχεδιαστή μόδας και ηρωΐδας της γαλλικής αντίστασης και δημιουργεί ένα συναρπαστικό ιστορικό μυθιστόρημα, με θεματική που κινείται στην ιστορία της κατεχόμενης Γαλλίας και της γαλλικής αντίστασης, με μικρές πινελιές από τον ζωηρό και πολύχρωμο κόσμο της μόδας.

 

Η ιστορία εξελίσσεται παράλληλα σε δύο χρονικούς άξονες: έναν στο Παρίσι αμέσως μετά την απόβαση των Συμμάχων στη Νορμανδία (Ιούνης του 1944), οπότε και οι Γερμανοί γνωρίζουν πλέον ότι χάνουν σιγά σιγά τον πόλεμο και αντί να υποχωρούν αγριεύουν περισσότερο και έναν στην ίδια πόλη το 1947, όταν όλα έχουν πλέον τελειώσει αλλά οι μνήμες του πολέμου είναι ακόμη νωπές.

 

Βασικές ηρωΐδες του βιβλίου είναι τρεις γυναίκες: οι αδελφές Γκάμπι και Υβέτ Φουσέρ και η αδελφή του διάσημου σχεδιαστή μόδας Κατρίν Ντιόρ. Οι δύο αδελφές έχουν πολύ διαφορετικούς μεταξύ τους χαρακτήρες, η Κατρίν όμως θα τις εμπλέξει και τις δύο στο επικίνδυνο αντιστασιακό παιχνίδι.

 

Η νεαρή Γκάμπι Φουσέρ είναι θυρωρός- μαζί με τη μητέρα της-στην πολυκατοικία του αριθμού 10 της οδού Ρουαγιάλ, ενώ η αδελφή της εκτελεί διάφορες διανομές με το ποδήλατό της. Πρόκειται για αρκετά καλές εργασίες για την κατεχόμενη Γαλλία που τις αφήνουν να επιβιώνουν αξιοπρεπώς. Από τη θέση της η Γκάμπι γνωρίζει και βλέπει πολλά πράγματα, ακόμη κι αυτά που δεν θα έπρεπε να γνωρίζει. Η Υβέτ, από την άλλη, με το ποδήλατό της προσφέρει την ιδανική ευκαιρία προκειμένου να αξιοποιηθεί ως μεταφορέων μυστικών μηνυμάτων από τη γαλλική αντίσταση. Πρόκειται όμως για μία δουλειά που δεν επιδέχεται ούτε το παραμικρό λάθος καθώς αυτό θα αποβεί μοιραίο.

Τα πράγματα θα δυσκολέψουν ακόμη περισσότερο όταν ένας πληγωμένος Βρετανός θα βρεθεί στον αριθμό 10 της οδού Ρουαγιάλ και η Γκάμπι θα κάνει τα πάντα προκειμένου να τον κρύψει από τους Γερμανούς και να τον βοηθήσει.

 

Ο αναγνώστης θα απορήσει αρχικά με τη μυστηριώδη εκείνη δίκη που εκκρεμεί το 1947 στο Παρίσι και είναι αυτή που θα ξαναφέρει στη γαλλική πρωτεύουσα την Υβέτ, που είχε αναγκαστεί να φύγει από το Παρίσι πριν από το τέλος του πολέμου. Τώρα ξαναγυρίζει για να συναντήσει ξανά την αδελφή της και να παραστεί μάρτυρας σε μια σπουδαία δίκη…

 

Η συγγραφέας σκόπιμα αφήνει πολλά σκοτεινά σημεία να εκκρεμούν στην υπόθεση τους βιβλίου της και συμπληρώνει με έξυπνο τρόπο ολόκληρο το παζλ των απαντήσεων  λίγο πριν από το γεμάτο ένταση φινάλε.

 

Εν κατακλείδι πρόκειται για ένα ιστορικό μυθιστόρημα που συνδυάζει τον τρόμο της Γκεστάπο στην κατεχόμενη Γαλλία και τη δύσκολη ζωή στην κατοχή στη γαλλική πρωτεύουσα με τον κόσμο της μόδας. Πάνω απ’ όλα, θα μας δώσει την ευκαιρία να γνωρίσουμε από κοντά τα πεπραγμένα μιας άγνωστης ηρωΐδας της γαλλικής αντίστασης.

Τρίτη 18 Οκτωβρίου 2022

Κωνσταντίνος Λίχνος, Αδιέξοδοι καιροί, εκδ. Γράφημα

 









Φράνσις Κιρπς, Οι μεταλλάξεις 7 ιστορίες και ένα ποίημα

 

Στο πρότυπο του Φραντς Κάφκα και του διασημότερου έργου του, της Μεταμόρφωσης, κινείται ο Λουξεμβουργιανός συγγραφέας Φράνσις Κιρπς με το βραβευμένο βιβλίο του με τίτλο «Οι μεταλλάξεις, 7 ιστορίες και ένα ποίημα». Το βιβλίο έλαβε το βραβείο Λογοτεχνίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης το 2020.

 

Οι επτά ιστορίες και το ποίημα που περιέχονται στο βιβλίο έχουν ως αφηγηματικό πρότυπο μία ιστορία γνωστή, από την παγκόσμια λογοτεχνία, την οποία ο συγγραφέας επιλέγει να μεταλλάξει με έναν ιδιαίτερο τρόπο. Η θεματική αφορά κυρίως ζώα που μεταμορφώνονται είτε σε ανθρώπους, είτε σε κάποια άλλη μορφή ζωής.

 

Πολύ ιδιαίτερη είναι η πρώτη ιστορία με ήρωα ένα σαλιγκάρι. Ο συγγραφέας μπαίνει στη θέση ενός σαλιγκαριού που φοβάται μήπως τερματίσει τη ζωή του βίαια σε μία παγίδα μπύρας. Εδώ πρότυπο ένα διήγημα της Βιρτζίνια Γουλφ, το «Σημάδι στον τοίχο».  Στην επόμενη ιστορία μία πολική αρκούδα, η γηραιότερη του ζωολογικού κήπου του Βερολίνου το σκάει από τον κήπου και βγαίνει βόλτα στο Βερολίνο. Πρόκειται για μεταλλαγή του λέοντος από ένα σατυρικό χρονογράφημα του Τουχόλσκι. Το διήγημα περιγράφει την πόλη μέσα από τα μάτια μιας αρκούδας.

 

Το επόμενο διήγημα περιγράφει το δράμα μίας μύγας που όπως και ο άνθρωπος στη μεταμόρφωση του Κάφκα ξυπνάει μεταμορφωμένους σε κατσαρίδα, έτσι και αυτή ξυπνάει μεταμορφωμένη σε άνθρωπο. Αρχικά, η μεταμόρφωση αυτή δεν θα της αρέσει διόλου, στη συνέχεια όμως, θα κατορθώσει να βρει την άκρη ύστερα από έντονη εσωτερική πάλη με τον εαυτό της. Το διήγημα μας κάνει όμως να αναρωτηθούμε, μήπως τελικά οι άνθρωποι φθονούν τις μύγες για την ικανότητά τους να πετούν;          

 

Το διήγημα που τιτλοφορείται «Το μοντέλο» είναι το εκτενέστερο του βιβλίου και το μοναδικό που η θεματική του διαφέρει από τα υπόλοιπα.  Κεντρική ηρωίδα η Τυλλία, μια γυναίκα με πολλές ιδιότητες, κομμώτρια, μαθήτρια, μοντέλο, αρραβωνιαστικιά.

 

Το διήγημα «Ένας σκύλος με το όνομα Κασίς» είναι αδιαμφισβήτητα το πιο συγκινητικό του βιβλίου και το μόνο μαζί με το εκτενέστερο διήγημα του βιβλίου το οποίο δεν διαθέτει υπερρεαλιστικά στοιχεία.

 

Αντιθέτως το διήγημα σε πρότυπο του Έσενμπαχ μιλάει για μία εξωγήινη μορφή ζωής, τους γιδόλυκους. Αξιοσημείωτο είναι επίσης το έβδομο διήγημα του βιβλίου, στο πρότυπο της γνωστής σε όλους μας Κοκκινοσκουφίτσας, ενός παραμυθιού των αδελφών Γκριμ.

 

Το μοναδικό ποίημα του βιβλίου χρησιμοποιεί ως πρότυπα δύο ποιήματα του Λάβκραφτ και της Μπάχμαν. Εν συνόλω, πρόκειται για ένα υπερρεαλιστικό πόνημα που δείχνει σε ποιες ατραπούς μπορεί να οδηγήσει η έμπνευση από λογοτεχνικά έργα άλλων. Αμφισημία, κρυμμένα νοήματα, θίξιμο γνωστών κοινωνικών θεμάτων και άφθονη φαντασία χαρακτηρίζουν το βιβλίο του Κιρπς.

 


Θωμάς Σιταράς, Λατέρνα, φτώχεια και περίσσευμα καρδιάς, εκδ. Μίνωας

 


Ένα βιβλίο νοσταλγικό, ρομαντικό, που θα μας φέρει στον νου την Αθήνα που όλοι γνωρίζουμε μέσα από τις αθάνατες ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου, υπογράφει ο ειδικός στην Παλαιά Αθήνα ιστοριοδίφης και μελετητής Θωμάς Σιταράς.

 

Ο συγγραφέας είναι γνωστός στο ελληνικό κοινό μέσα από έξι βιβλία που έχει συγγράψει ήδη για την Παλαιά Αθήνα. Στο συγκεκριμένο πόνημα με τίτλο «Λατέρνα, φτώχεια και περίσσευμα καρδιάς, Ημερολόγιο μιας παλιάς γειτονιάς» συνδυάζει την Ιστορία, τη Λαογραφία και ιδίως τη σκιαγράφηση της αθηναϊκής κοινωνίας στον Μεσοπόλεμο, δηλαδή κατά τα έτη 1920-1940.

 

Ο συγγραφέας επιλέγει μία γραφική συνοικία της παλιάς Αθήνας, χωρίς όμως να την κατονομάζει, και τοποθετεί εκεί όλες τις δράσεις των ηρώων του βιβλίου του, ηρώων ανώνυμων και άσημων. Οι ήρωές του είναι απλοί καθημερινοί άνθρωποι των καφενέδων, των ταβερνείων και των καπηλειών της Αθήνας που κινούνται στον χωροχρόνο με κάθε άνεση και φυσικότητα. Διαφωνούν, μαλώνουν για τα πολιτικά, κουτσομπολεύουν, παίζουν μπιλιάρδο και χαρτί, ακούν τους γνωστούς μουσικούς της εποχής, παντρεύονται, χωρίζουν  και ερωτεύονται.

 

Ο Σιταράς πλάθει απλές, μικρές  ιστορίες  που βοηθούν τον αναγνώστη να συλλάβει την καθημερινότητα στους δρόμους της παλιάς Αθήνας. Η αφήγηση είναι λιτή και περιλαμβάνει διαλόγους και στιγμιότυπα με πρωταγωνιστές τους ανθρώπους του Μεσοπολέμου, κυρίως τους φτωχούς, τους μεροκαματιάρηδες, αλλά και τους αστούς που ζούσαν στις συνοικίες της λατέρνας και των φτωχομαχαλάδων που φιλοξενούσαν τα θερινά σινεμά και τις παραστάσεις του Καραγκιόζη. Όλα αυτά εννοείται υπό τα ξεφωνητά και τα γέλια των παιδιών που τριγύριζαν και έπαιζαν στους δρόμους ολημερίς, υπό τις φωνές των πλανόδιων πωλητών που διαλαλούσαν την πραμάτεια τους, υπό τους ήχους του μπουζουκιού και του μπαγλαμά, αλλά και υπό τις φωνές από τους καβγάδες των ανδρόγυνων.

 

Ιδιαίτερο κεφάλαιο αφιερώνεται στις γυναίκες της παλιάς Αθήνας, τις καλλονές, τις ανερχόμενες «Μις», τις νταρντάνες, τις κουτσομπόλες και τις προξενήτρες. Στις γιορτές και πως αυτές ενσωματώνονταν στον ιστό της πόλης ένα κεφάλαιο ακόμη. Οι Απόκριες, τα γαμήλια γλέντια, τα γλέντια στα σπίτια, οι κουραμπιέδες στους δρόμους τα Χριστούγεννα, το ηλιόλουστο Πάσχα και η εργατική Πρωτομαγιά, όλα είχαν το δικό τους, εντελώς διαφορετικό χρώμα στην παλιά Αθήνα.

 

Η αγορά ήταν ένα ακόμη ιδιαίτερο κεφάλαιο της Αθήνας, της οποίας κομμάτι ήταν οι πλανόδιοι μικροπωλητές, οι λαϊκές αγορές και τα συνοικιακά, μικρά μπακάλικα με τα τεφτέρια, όπου οι μπακάληδες σημείωναν τις οφειλές.

 

Η αφήγηση δεν είναι γραμμική. Πρόκειται για μία πολύ επιτυχημένη συλλογή αναμνήσεων και φωτογραφιών του συγγραφέα, καταγεγραμμένη με τρόπο μυθιστορηματικό, μια καταγραφή όλων όσων δεν υπάρχουν πια και έχουν χαθεί ανεπιστρεπτί. Εν κατακλείδι, πρόκειται για ένα έντονα νοσταλγικό βιβλίο, ιδιαίτερα για τους πιο ηλικιωμένους, που θα μας κάνει να αναπολήσουμε τη γλυκιά εκείνη Αθήνα της μονοκατοικίας και των αυλών, την πολύχρωμη και τη μυρωδάτη εκείνη πόλη από τα γιασεμιά, στην οποία απουσίαζε το γκρίζο και το τσιμέντο που είναι ο κανόνας , δυστυχώς, σήμερα.

 

Σάββατο 15 Οκτωβρίου 2022

Ουγκλιέσα Σαϊτίνατς, Πολύ ταπεινά δώρα, εκδ. Βακχικόν


 

 Ένα πολύ ιδιαίτερο επιστολικό μυθιστόρημα υπογράφει ο πολυγραφότετος και βραβευμένος Σέρβος συγγραφέας και δραματουργός Ουγκλιέσα Σαϊτίνατς. Το συγκεκριμένο έργο του με τίτλο Πολύ ταπεινά δώρα έχει μεταφραστεί σε δέκα γλώσσες και αποτελεί μία ιδιαίτερη αμοιβαία εξομολόγηση μεταξύ δύο αδελφών που ζουν σε διαφορετικές χώρας κατά την εποχή του τέλους του Ψυχρού πολέμου.

Πρόκειται για τον Βουκάσιν, βραβευμένο και επιτυχημένο συγγραφέα που βρίσκεται στις ΗΠΑ και για τον αδελφό του τον Ζίβα, οδηγό φορτηγού, που έχει μείνει στη Σερβία, τη χώρα και των δύο.

Το μυθιστόρημα αποτελείται από επιστολές σε είδος μέιλ που ανταλλάσσουν τα δύο αδέλφια μεταξύ τους. Είναι δομημένο πάνω στην αντίθεση του "ευτυχισμένου" και "επιτυχημένου" αδελφού που έχει καταφέρει να ξεφύγει από τη μιζέρια της σοσιαλιστικής Σερβίας από τη μία, και του αδελφού που "ξέμεινε" στη χώρα, από την άλλη, και δεν έχει καμία επαφή με όλα αυτά τα πολιτιστικά και κοινωνικά θαύματα που αντικρίζει ο άλλος αδελφός στις ΗΠΑ.

Το ψυχροπολεμικό κλίμα αποτυπώνεται πολύ επιτυχημένα στο βιβλίο, καθώς και η επίδρασή του σε τομείς της καθημερινής ζωής των ανθρώπων. Τα δύο αδέλφια εξομολογούνται κυριολεκτικά τα πάντα μεταξύ τους: θυμούνται τα παιδικά τους χρόνια σχολιάζουν τη γύρω πολιτική κατάσταση, τον πόλεμο, μιλούν για τη σχέση τους με τις γυναίκες, και τους γονείς τους, αλλά και για τη δουλειά τους. Σχολιάζουν επίσης το φυσικό περιβάλλον γύρω τους με έναν λόγο εξαιρετικά αυθόρμητο και ζωντανό. Κάποιες φορές θα νομίζει κανείς ότι οι δύο αδελφοί γράφουν ημερολόγιο, και όχι ο ένας στον άλλον, τόσο προσωπικές είναι καμιά φορά οι σκέψεις τους. Κι όμως, κάποιες αναφορές στο δεύτερο ενικό, όπου ο ένας απευθύνεται στον άλλον, αμέσως θα μας θυμίσουν περί τίνος πρόκειται.

Οι αδελφικές συμβουλές δεν λείπουν από τα μέιλ, ενώ διάχυτη είναι η προσδοκία της επιστροφής του ενός αδελφού στην πατρίδα και η ελπίδα της αντάμωσης και πάλι μεταξύ τους.

"Θάρρος αδερφέ, είναι να αγαπάμε τους γύρω μας. Και γι' αυτό χρειάζεται πολύ θάρρος. Ακριβώς όπως ο μεγαλύτερος φόβος που μπορεί να βιώσει κανείς είναι η πιθανότητα να χάσει μια μέρα την αγάπη για όλους και για όλα για πάντα".

Τέλος, αξίζει να αναφέρουμε ότι το βιβλίο βραβεύτηκε  με το Βραβείο Λογοτεχνίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης το 2014.

Ξένια Κοθωνίδου, Τα θολά γυαλιά, εκδ. Βακχικόν

 

Καμιά φορά βλέπουμε τον κόσμο αλλιώτικο απ' ότι είναι στην πραγματικότητα, σαν να τον κοιτάμε μέσα από θολά γυαλιά. Καμιά φορά βλέπουμε και τη δική μας ζωή μέσα από αυτά τα γυαλιά, σαν να χάνουμε ένα μέρους της πραγματικότητας. Και καμιά φορά κάποια απρόσμενα γεγονότα, που απευχόμασταν να μας συμβούν, μπορεί να μας αλλάξουν τελικά όλη μας τη ζωή προς το καλύτερο.

Αυτό δείχνει να πιστεύει η πρωτοεμφανιζόμενη συγγραφέας Ξένια Κοθωνίδου για τους ήρωες του βιβλίου της, του πρώτου μυθιστορήματός της με τίτλο Τα θολά γυαλιά. Η ζωή-αλλά και η ίδια η συγγραφέας- επιφυλάσσει πολλές εκπλήξεις και ανατροπές στη ζωή των δύο βασικών ηρώων της, του Παναγιώτη και του Μιχάλη, δύο καρδιακών φίλων από τα μικράτα τους, προερχόμενων όμως από δύο διαφορετικούς κόσμους.

Είναι σπάνιο φαινόμενο  μία γυναίκα συγγραφέας να εξιστορεί μία αντρική φιλία. Συνηθέστερο είναι άνδρες -ή και γυναίκες συγγραφείς να μας εξιστορούν την οδύσσεια μιας γυναικείας φιλίας. Η ματιά μιας γυναίκας στην ανδρική ψυχολογία είναι επίσης ασυνήθιστη στην ελληνική λογοτεχνία.

Όλα θα ξεκινήσουν όταν ο Παναγιώτης θα μάθει τυχαία ένα καλά κρυμμένο μυστικό που αφορά το παρελθόν του, το οποίο γνωρίζουν όλοι οι άλλοι γύρω του, εκτός από αυτόν. Πρόκειται για ένα μυστικό που θα οδηγήσει σε ένα συναρπαστικό ταξίδι αυτογνωσίας και θα καταλήξει να δέσει ακόμη περισσότερο τους δύο καρδιακούς φίλους. Προτού όμως συμβεί αυτό, η ταραχή που θα φέρει στην, ήρεμη ως τότε, ζωή του Παναγιώτη θα είναι μεγάλη.

Η υιοθεσία, η σχέση των γονέων με τα παιδιά τους, τα συναισθήματα που βιώνουν τα παιδιά όταν χάνουν τους γονείς τους, οι σχέσεις μεταξύ των δύο φύλων και, πάνω απ' όλα, μία δυνατή αντρική φιλία είναι τα θέματα που θίγει το πολυπρόσωπο αυτό μυθιστόρημα που θέτει καθαρά στο κέντρο του τον ίδιο τον άνθρωπο, τις σχέσεις του με τους γύρω του, τα συναισθήματά του και τη ψυχολογία του.

Η αφήγηση  πισωγυρίζει διαρκώς από το παρόν στο παρελθόν των  δύο φίλων όταν αυτοί ήσαν παιδιά. Οι διάλογοι είναι πολλοί και γλαφυροί και η αφήγηση άμεση σε αυτή τη γλυκόπικρη ιστορία που διαδραματίζεται στη σύγχρονη Ελλάδα και εντάσσεται καθαρά στο κοινωνικό-ψυχολογικό μυθιστόρημα.

Beth o’ Leary, Η ανταλλαγή, εκδ. Μεταίχμιο

  Αναντίρρητα, δεν είναι όλα τα feelgood μυθιστορήματα ωραία, ούτε και καλογραμμένα. "Η ανταλλαγή" όμως διαθέτει αυτά τα χαρακτηρι...