Τι συμβαίνει σε μία οικογένεια όταν γεννιέται σε αυτήν ένα μέλος με ειδικές ανάγκες, το οποίο απαιτεί ιδιαίτερη μεταχείριση; Πώς αντιδρούν τα υπόλοιπα μέλη της και πώς ο ερχομός αυτός αλλάζει τις υπάρχουσες ισορροπίες, τις δράσεις της οικογένειας και τη σχέση μεταξύ των υπολοίπων μελών; Και, τέλος, πώς αντιμετωπίζει η ίδια η κοινωνία μία οικογένεια που βιώνει αυτό το φαινόμενο;
Η Γαλλίδα δημοσιογράφος και συγγραφέας Clara Dupont-Mond αναλαμβάνει να ρίξει φως στα ερωτήματα αυτά μέσα από μία καθαρά λογοτεχνική και λυρική ματιά στο βιβλίο της με τίτλο «Προσαρμογή». Λίγες φορές ένας τίτλος βιβλίου όπως αυτός είναι τόσο ταιριαστός όσο το περιεχόμενό του. Διότι, όπως άλλωστε προειπώθηκε, το θέμα του παρόντος πονήματος είναι ακριβώς αυτό, η προσαρμογή των μελών μιας οικογένειας σε μία ορεινή περιοχή της Γαλλίας μετά από τη γέννηση σε μία οικογένεια ενός παιδιού, τρίτου στη σειρά, με εδικές ανάγκες.
Το βιβλίο χωρίζεται σε τρία κεφάλαια: το πρώτο μας παρουσιάζει την οπτική του πρωτότοκου γιου στη γέννηση του μικρότερου αδελφού του. Ο πρωτότοκος, αντίθετα από ότι θα περίμενε κανείς, φροντίζει διαρκώς τον μικρότερο αδελφό του, ο οποίος είναι τυφλός, τρώει με δυσκολία, δεν μπορεί να στηρίξει ούτε τον αυχένα του και είναι καταδικασμένος να ζήσει μία εξαιρετικά σύντομη ζωή. Επίσης τον προστατεύει και τον περιβάλλει με αληθινή αδελφική αγάπη.
Το δεύτερο κεφάλαιο μας παρουσιάζει τη σχέση της δεύτερης στη σειρά αδελφής, της μεσαίας, με τον ανάπηρο νεογέννητο αδελφό. Αυτή, και πάλι αντίθετα από ότι θα περίμενε κανείς, είναι μία σχέση ανταγωνιστική, ζήλειας, λύπησης και όχι μία σχέση αγάπης και φροντίδας. Η αντίθεση γίνεται ακόμη πιο έντονη αν σκεφτεί κανείς το γεγονός ότι ο πρωτότοκος, αν και αγόρι, φροντίζει τον μικρότερο αδελφό του και τον αγαπά πολύ περισσότερο από ότι το κορίτσι, το οποίο στο μυαλό μας, έχει ταυτιστεί περισσότερο με τη φροντίδα των άλλων μελών της οικογένειας, και δη αυτών με ειδικές ανάγκες. Ο μεν πρωτότοκος, επομένως, βίωσε την απώλεια του μικρότερου αδελφού, όταν πια αυτός δεν άντεξε άλλο και παρέδωσε το πνεύμα όντας ακόμη παιδί, με αληθινό πόνο, ενώ η αδελφή θα λέγαμε μάλλον με ανακούφιση.
Το τρίτο κεφάλαιο δεν είναι αφιερωμένο, όπως ίσως θα περίμενε κανείς, στις σκέψεις του ανάπηρου μικρότερου αδελφού, αφού αυτός δεν θα ήταν, προφανώς, σε σχέση να πραγματοποιήσει τέτοιες σκέψεις. Το τρίτο μέρος του βιβλίου αφιερώνεται στις σκέψεις του τέταρτου αδελφού, αυτού που γεννήθηκε από μία μητέρα σαράντα χρονών που δεν περίμενε πλέον να αποκτήσει άλλο παιδί, χρόνια μετά από τον θάνατο του τρίτου ανάπηρου παιδιού της. Όπως θα περίμενε κανείς, το τέταρτο αυτό αγόρι, θα ζει πάντα στη σκιά του χαμένου τρίτου. Θα αισθάνεται πάντα την ανάγκη να αποδείξει ότι είναι «φυσιολογικό», πάντα όμως θα έχει νοερά, στο νου των υπολοίπων μελών, τη θέση του μέλους που έφυγε νωρίς.
Επομένως, έχουμε τρεις διαφορετικές οπτικές, συν αυτή της μικρής ορεινής κοινωνίας, για το ίδιο θέμα. Ο ρόλος των γονιών παραμερίζεται εντέχνως, διότι η συγγραφέας εστιάζει στη σχέση μεταξύ των αδελφών. Αξίζει να σημειωθεί, τέλος, ότι το βιβλίο έχει αποσπάσει δύο βραβεία, το βραβείο Femina το 2021, καθώς και το βραβείο Goncourt des Lyceens την ίδια χρονιά. Και δικαίως, μπορούμε να πούμε, αφού ασχολείται με το τόσο σημαντικό, στις μέρες μας, θέμα της αποδοχής της διαφορετικότητας, αλλά και με την αληθινή αδελφική αγάπη και τις ισορροπίες μεταξύ των μελών μιας οικογένειας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.