«Ένας κεραυνός κόβει τον ουρανό στα δύο κι η βροχή μετατρέπει το σώμα της σε σύννεφο που πλέει στη γκρίζα ατμόσφαιρα και διαλύεται αργά, ώσπου γίνεται πάχνη. Το πλάσμα ταυτόχρονα ζωντανεύει σαν φυτό που το πότισες, με βλέμμα που τη διαπερνά, την γκρεμίζει, σαν τις στιγμιαίες πτώσεις του ύπνου. Δεν θα μπορούσε να μην την αναγνωρίσει. Είναι η γοργόνα. Η γοργόνα του δωματίου».
Η «Μέλπω βαθιά» θα μας θυμίσει τον τίτλο της ταινίας του Παντελή Βούλγαρη «Ψυχή βαθιά». Κι έτσι όπως η ταινία αυτή επιχειρεί μία κατάδυση στα άδυτα του ανθρώπινου ψυχισμού, έτσι και το πόνημα της κοινωνιολόγου, δασκάλας αγγλικών και συγγραφέως Μαρίας Μαλεγιαννάκη, θα επιχειρήσει και αυτό να εξιχνιάσει τα μυστήρια της ανθρώπινης ψυχής και πιο συγκεκριμένα την ψυχή μιας νεαρής μουσικού, της Μέλπως.
Η Μέλπω έχει πραγματοποιήσει σπουδές στην αρμονία, την αντίστιξη, τη φυγή (φούγκα) και τη σύνθεση, σε όλα τα στάδια, δηλαδή, που απαιτούνται προκειμένου να γίνει κάποιος συνθέτης. Σπουδές η Μέλπω έχει πραγματοποιήσει προφανώς και στο πιάνο-διαφορετικά δεν θα μπορούσε να συνθέτει. Της αρέσει, επομένως, να κάθεται τα βράδια στο πιάνο της και να συνθέτει μελωδίες που γαληνεύουν την ψυχή της.
Η Μέλπω ζει σε μια κομψή νεοκλασική μονοκατοικία στην οδό Πατησίων που μοιάζει με κάστρο μαζί με τον ηλικιωμένο πατέρα της. Η μητέρα της παραμένει εδώ και χρόνια βυθισμένη σε κώμα σε μία κλινική. Έτσι η μουσική για τη Μέλπω είναι μία διέξοδος, όχι μία απλή ανάγκη βιοπορισμού.
Η Μέλπω συνθέτει. Ονειρεύεται. Βυθίζεται στις αναμνήσεις της. Φιλοσοφεί και πραγματοποιεί ενδοσκόπηση του εαυτού της. Συνομιλεί με αληθινά πρόσωπα, αλλά και με συνθέτες και πιανίστες που υπάρχουν μονάχα στη φαντασία της. Και στο τέλος ερωτεύεται. Αληθινά. Τον Ανέστη. Θα αποκτήσει μαζί του και ένα παιδί. Τη Φέβρα. Και θα πέσει και η ίδια σε κώμα για οκτώ ολόκληρα χρόνια. Όταν όμως θα ξυπνήσει δεν θα είναι πια η ίδια.
Οι σκέψεις για τη μουσική, τη σύνθεση και τη φιλοσοφία, τον Θεό, τη ζωή, τον θάνατο και τις ανθρώπινες σχέσεις, όπως και οι λυρικές περιγραφές της Μαλεγιαννάκη καταλαμβάνουν ένα αρκετά μεγάλο μέρος του βιβλίου:
«Κανείς δεν θα ξεπεράσει ποτέ ένα Μότσαρτ, διατεινόταν ο Μπαχ, για να δώσει τέλος σε όλο αυτό, περισσότερο απολαμβάνοντας τη δροσιά κάτω από το πλατάνι και τη γεύση του κρασιού, παρά τα αδιέξοδα των συνήθων συγκρούσεων. «Εκτός από κάποιον που διαθέτει το πνεύμα του Μότσαρτ σήμερα».
Η βραβευμένη συγγραφέας Μαρία Μαλεγιαννάκη στο δεύτερο αυτό μυθιστόρημά της δημιουργεί ένα μεταφυσικό, υπερρεαλιστικό και ενίοτε συμβολικό πολλές φορές περιβάλλον για την πρωταγωνίστρια του βιβλίου της τη Μέλπω, που αναζητεί την ταυτότητά της. Το μυθιστόρημα μοιάζει να είναι ένα διαρκές παιχνίδι ανάμεσα στην πραγματικότητα και το όνειρο, τη φαντασία και την αλήθεια, αλλά και την ίδια τη Μέλπω και τα πρόσωπα που την περιβάλλουν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.