Τον αδιέξοδο λαβύρινθο σε ιστορικό, πολιτικό, αλλά και ψυχολογικό επίπεδο των Ελλήνων στρατιωτών το 1922 πραγματεύεται ο συγγραφέας Πάνος Καρνέζης σε μία γοητευτική αλληγορία με στοιχεία μαγικού ρεαλισμού στη γραφή.
Βάθη της Ανατολίας, Σεπτέμβρης του 1922. Ο ελληνικός στρατός έχει ηττηθεί σε όλα τα μέτωπα και εγκαταλείπει τη Μικρά Ασία. Μία αποδεκατισμένη ελληνική μεραρχία περιπλανιέται ακόμη στην άγονη στέπα της Ανατολίας προσμένοντας τη σωτηρία. Ο διοικητής της είναι ένας ηλικιωμένος άνθρωπος, εθισμένος στη μορφίνη και την ελληνική μυθολογία, την οποία διαβάζει μανιωδώς. Ο συνταγματάρχης Νέστωρ θρηνεί ακόμη τον ξαφνικό θάνατο της γυναίκας του που συνέβη πριν από έναν χρόνο. Δίπλα του θα βρούμε κι άλλες τυπικές φυσιογνωμίες του ελληνικού στρατού της εποχής: φιλόζωους στρατιώτες, αλλά και ανάλγητους πολεμιστές, ιερείς που ποθούν να προσφέρουν παρηγοριά και να αλλάξουν τον κόσμο, και νέους στρατιώτες εμφορούμενους από τα νέα σοσιαλιστικά ιδεώδη της εποχής.
Η ατμόσφαιρα που καταφέρνει να δημιουργήσει ο συγγραφέας είναι ιδιαίτερα υποβλητική και θέση της απελπισίας στην οποία έχουν περιέλθει οι στρατιώτες απόλυτη, όπως και η αβεβαιότητα που νιώθουν. Παρακμή, κατάρρευση, απαισιοδοξία και ανατριχιαστική πραγματικότητα στο νοσοκομείο εκστρατείας, αυτά αποτελούν τη μουδιασμένη καθημερινότητα των στρατιωτών, οι οποίοι μοιάζουν τόσο εγκαταλειμμένοι όσο ήταν και οι Μύριοι του Ξενοφώντα. Η χαρά τους όταν θα φτάσουν σε μία εγκαταλειμμένη πόλη που δεν έχει αγγίξει ακόμη ο πόλεμος θα είναι αντίστοιχη εκείνης που είχαν οι Μύριοι όταν αντίκρισαν τη θάλασσα. Τίποτε όμως δεν θα γίνει, εν τέλει, όπως το προβλέπουν…
Το βιβλίο απεικονίζει ρεαλιστικότατα την ανατριχιαστική πραγματικότητα του πολέμου. Συνάμα όμως, υπάρχει κάτι το μαγικό στην ατμόσφαιρα, κάτι υπερφυσικό και αυτό ακριβώς είναι που εντάσσει το συγκεκριμένο πόνημα στον χώρο του μαγικού ρεαλισμού. Τα όρια ανάμεσα στον ονειρικό και τον πραγματικό κόσμο είναι πολύ ρευστά. Όλοι υποφέρουν από τον πόλεμο, τόσο τα ζώα, όσο και οι άνθρωποι. Οι αξίες, εν καιρώ πολέμου, έχουν χρεοκοπήσει, ο πόθος για τερματισμό της σύρραξης και επιστροφή στην ειρηνική καθημερινότητα είναι διαρκής και η κατάρρευση όχι μόνο του μετώπου, αλλά και των ψυχών των στρατιωτών είναι πλήρης.
Η εικόνα της πόλης που αντικρίζει η αποδεκατισμένη μεραρχία είναι και αυτή μια εικόνα παρακμής και εγκατάλειψης. «Η πόλη» αποτελεί το δεύτερο μέρος του βιβλίου. Το πρώτο τιτλοφορείται «Η οπισθοχώρηση» και το τελευταίο «Η θάλασσα». Ύβρις, Νέμεσις και Κάθαρση δηλαδή.
Εν κατακλείδι πρόκειται για ένα μυθιστόρημα-αλληγορία για τη Μικρασιατική Καταστροφή που δεν μοιάζει με κανένα από όσα έχετε διαβάσει. Ένα βιβλίο που δεν περιέχει ιστορικά στοιχεία και γεγονότα, αλλά εστιάζει στο ψυχολογικό κόστος και στη ψυχική και σωματική φθορά των ανθρώπων εν καιρώ πολέμου, περνώντας ένα ηχηρό αντιπολεμικό μήνυμα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.