Πέμπτη 27 Φεβρουαρίου 2025

Γεωργία Μέτση, Από την Αντριανού στον Όλυμπο, εκδ. Πνοή

 

 

Από την Αντριανού μέχρι τον Όλυμπο ταξίδεψαν οι πρωταγωνιστές του βιβλίου της Γεωργίας Μέτση, και μάλιστα όχι μία, αλλά δύο φορές. Πρόκειται για την αληθινή ιστορία της οικογένειάς της, την οποία μεταπλάθει σε βιβλίο, μία ιστορία αληθινή όχι μόνο για τον πρωταγωνιστή του βιβλίου και προπάππο της, τον πάπα-Νικόλα, αλλά και για χιλιάδες άλλους ανθρώπους, οι οποίοι αναγκάστηκαν να αφήσουν τα σπίτια τους στην Ανατολική Θράκη με την υπογραφή της Σύμβασης της Λοζάνης και την υποχρεωτική ανταλλαγή των πληθυσμών.

Η αλήθεια είναι ότι οι περισσότεροι κάτοικοι της σημερινής Θράκης έχουν κάποια ιστορία με άρωμα προσφυγιάς να μας αφηγηθούν… Οι μεγαλύτερες πόλεις της Θράκης, η Ξάνθη, η Κομοτηνή, η Αλεξανδρούπολη-το αλλοτινό Δεδέαγατς- και η  Νέα Ορεστιάδα- το Καραγάτς-, όλες τους είναι πόλεις καθαρά προσφυγικές.

Το βιβλίο της η συγγραφέας το αφιερώνει, επομένως, σε όλους εκείνους τους πρόσφυγες. Η οικογενειακή της ιστορία, λοιπόν, είναι μία πολύ καλή αφορμή για να μας αφηγηθεί την ιστορία του τόπου της. Γράφει η ίδια στον πρόλογο του βιβλίου της:

«Αν δεν γνωρίζει κανείς την ιστορία του τόπου του και των προγόνων του είναι σαν να μην ξέρει τίποτα γι’ αυτόν˙ Ένα σώμα σε μια άγνωστη πατρίδα. Δεν μπορεί να κατανοήσει τους ανθρώπους της και τον τρόπο που σκέφτονται και αντιδρούν, δεν μπορεί να δώσει ελαφρυντικά ούτε να εμβαθύνει σε καταστάσεις και γεγονότα».

Για όλους αυτούς τους λόγους, επομένως, οφείλουμε να γνωρίζουμε –και να ανακαλύπτουμε πολλές φορές μόνοι μας- την ιστορία του τόπου μας.

Η ιστορία ξεδιπλώνεται με αφορμή την επίσκεψη της συγγραφέως το 2013 στο Λιβάδι Ελασσόνας. Με αφορμή την επίσκεψή της αυτή στο μέρος που μετοίκησαν οι πρόγονοί της, η συγγραφέας αποφασίζει να μας ξεδιπλώσει την ιστορία του πάπα-Νικόλα, αρχής γενομένης του έτους 1873, όταν γεννιέται ο Νικόλας, σε ένα μικρό χωριό λίγο πιο έξω από την Ανδριανούπολη. Ως το μικρότερο παιδί μιας πολυπληθούς οικογένειας, το παιδί αυτό, ο μελλοντικός παπά-Νικόλας, θα μεγαλώσει με αγάπη, παρά τη φτώχεια και τις δυσκολίες της αγροτικής ζωής τότε. Η συγγραφέας θα μας αφηγηθεί, όμως, και την ιστορία της ευρύτερης φαμελιάς, και όχι μόνο εκείνη της πυρηνικής οικογένειας του παπά-Νικόλα.

Η άνοδος των εθνικισμών, ο μακεδονικός αγώνας, ο ανταγωνισμός Ελλήνων, Βουλγάρων και Τούρκων για τον έλεγχο της Ανατολικής Θράκης, οι βαλκανικοί πόλεμοι, ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος και τελικά το επώδυνο 1922 και η Συνθήκη της Υποχρεωτικής Ανταλλαγής των πληθυσμών, θα είναι μερικοί μόνο από τους ιστορικούς σταθμούς στην αφήγηση της καθαρά οικογενειακής αυτής ιστορίας.

Οι ήρωες του βιβλίου θα διασταυρωθούν στο διάβα τη Ιστορίας και στην πορεία της αφήγησης με μεγάλες προσωπικότητες, όπως τον μαθηματικό Κωνσταντίνο Καραθεοδωρή, τη Ρεθυμνιώτισσα φεμινίστρια Καλλιρρόη Παρρέν-Σιγανού, τον τρομερό λήσταρχο Φώτη Γιαγκούλα, αλλά και τον Μητροπολίτη Πολύκαρπο Βαρβάκη.

Ένα βιβλίο φόρος τιμής στους πρόσφυγες κατοίκους της Θράκης και σε όλους γνώρισαν την προσφυγιά στον ταραγμένο εικοστό αιώνα.

Κατερίνα Μαυρομμάτη, Στο καντούνι, εκδ.Ιωλκός

 

 

Όταν οι «μεγάλοι» αποφασίζουν, οι «μικροί» σιωπούν…

 

«Μη σε πετύχει ο πόλεμος… λένε οι παλιοί. Κάθε φορά ο κόσμος θεωρεί πως θα ’ναι τούτος ο τελευταίος πόλεμος. Μα τίποτα δεν του λείπει για να πάρει τα πάνω του και να κάνει μια ξαφνική σπαθιά, ν’ αφανίσει κόσμο. Κόσμο που νόμιζε πως είχε την ελευθερία να ζήσει αξιοπρεπώς, χωρίς εξαναγκασμούς που ευτελίζουν το ανθρώπινο είδος. Η ελευθερία του ανθρώπου δεν θα γίνει ποτέ αυτονόητη. Πάντα θα έρχεται μια θύελλα να του αλλάξει την ηρεμία της ζωής, ένας πόλεμος να τον υποχρεώσει να πάρει άλλη στράτα, αντίθετη από αυτό που ονειρευόταν».

 

            Αυτό το βιβλίο, λοιπόν, της Κατερίνας Μαυρομμάτη με τίτλο «Στο καντούνι», γράφτηκε για τους ανθρώπους που έζησαν τον πόλεμο από κοντά και βίωσαν τις τραγικές του συνέπειες στις ζωές τους από πρώτο χέρι.

Η μικρή αυτή νουβέλα των ενενήντα τριών μόλις σελίδων στέλνει ένα πολύ δυνατό αντιπολεμικό μήνυμα, δυσανάλογο με το μέγεθος του βιβλίου, βασισμένο στο διαχρονικό θέμα του ανθρώπινου πόνου που προκαλείται από τους πολέμους και τις εθνικές σκοπιμότητες. Διότι όταν οι «μεγάλοι» αποφασίζουν, οι «μικροί» σιωπούν… Γιατί πότε μπόρεσε, στ’ αλήθεια, ο απλός λαός να πάει κόντρα στις, ολέθριες πολλές φορές για αυτούς, αποφάσεις των ηγετών του;

Ο πόλεμος του 1918-1922 μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας είχε και μία άλλη διάσταση: εκείνη της υποχρεωτικής μετοικεσίας βάση της Συνθήκης της Λοζάνης και της ανταλλαγής των πληθυσμών. Όταν ακούμε για το 1922 εμείς οι Έλληνες, έχουμε μονάχα τους Έλληνες Μικρασιάτες πρόσφυγες στον νου μας, είναι η αλήθεια.  Κι όμως, λησμονούμε ότι δεν ήταν μονάχα οι Έλληνες αυτοί που ξεριζώθηκαν από τις πατρίδες τους, αλλά και πολλοί μουσουλμάνοι από την Ελλάδα, ακολουθώντας την αντίστροφη πορεία. Διότι, τελικά, πάντοτε είναι επώδυνο να εγκαταλείπεις τις πατρογονικές εστίες σου, από όποιο μέρος του πλανήτη κι αν κατάγεσαι, και μάλιστα για πάντα…

Με αυτή την «ανάποδη» μετοικεσία ασχολείται η νουβέλα της Κατερίνας Μαυρομμάτη. Με μία οικογένεια μουσουλμάνων  με οκτώ παιδιά, η οποία αναγκάζεται να ξεριζωθεί από την Ελλάδα και να μεταναστεύσει για πάντα στην Τουρκία, σε αυτό το νεόδμητο, τότε, εθνικό κράτος. Η οικογένεια αυτή θα αναγκαστεί να αφήσει πίσω της όμως και κάτι εξαιρετικά πολύτιμο, που η αξία του δεν μετριέται σε χρήματα…. Ένα παιδί, τη Σουλτάνα, την οποία η οικογένεια είχε δώσει προς υιοθεσία σε μία γειτονική και αγαπημένη χριστιανική οικογένεια, εκείνη της άτεκνης Πελαγίας.

Το βιβλίο εστιάζει στην απεικόνιση των αγαστών σχέσεων που είχαν μεταξύ τους τότε οι απλοί άνθρωποι του λαού, χριστιανοί και μουσουλμάνοι, ανεξαρτήτως θρησκεύματος. Οι εικόνες της ειρηνικής ζωής πριν το 1922 έρχονται σε αντίθεση με εκείνες του πολέμου και της ανείπωτης θλίψης του 1922 από την αναγκαστική μετοικεσία.

Για την ακρίβεια, ολόκληρη η νουβέλα είναι δομημένη πάνω σε θεμελιώδεις αντιθέσεις: πατρίδα- προσφυγιά, ειρήνη-πόλεμος, οικογένεια-ατεκνία, ευτυχισμένο παρελθόν- επώδυνο παρόν, χριστιανοί-μουσουλμάνοι, Έλληνες-Τούρκοι. Κι ύστερα είναι και το θέμα της εθνικής ταυτότητας, αυτής  που στην ουσία δεν υπάρχει, αλλά αποτελεί «κατασκεύασμα» των μεγάλων…

Τι είναι επομένως, μία κοπέλα τουρκικής καταγωγής που μεγαλώνει σαν χριστιανή σε ελληνικό σπίτι; Ελληνίδα ή Τουρκάλα; Και ποια είναι τα όρια ανάμεσα στις δύο αυτές ταυτότητες και σε κάθε αντιτιθέμενες μεταξύ τα ους ταυτότητες εθνικές ταυτότητες ανά την υφήλιο; Πώς νιώθουν οι άνθρωποι που ακροβατούν ανάμεσα σε δύο ταυτότητες, πώς νιώθουν αυτοί οι πολίτες του κόσμου;

 

«Στο βάθος του είναι της δεν ένιωθε μήτε εντελώς Χριστιανή μήτε εντελώς Τουρκάλα».

 

Άνθρωποι που ακροβατούν μεταξύ δύο κόσμων. Άνθρωποι έρμαια της Ιστορίας και των πολιτικών αποφάσεων των «μεγάλων». Άνθρωποι που θέλησαν να ζήσουν μια καλύτερη ζωή, αλλά η Ιστορία δεν τους άφησε. Για όλους αυτούς τους ανθρώπους, για τα πολεμικά τραύματα, για την προσφυγιά και τον ανθρώπινο πόνο μας μιλάει η νουβέλα της Κατερίνας Μαυρομμάτη.

Κυριακή 23 Φεβρουαρίου 2025

Δημήτριος Κιουσόπολος, Η φυγή, Ένας στρατιώτης αφηγείται, εκδ. παπαδόπουλος

 

 

    Ένα πολύ ιδιαίτερο πόνημα για τη Μικρασιατική Καταστροφή έφτασε στα χέρια μου, ένα πόνημα το οποίο αποδεικνύει έμπρακτα ότι τόσο η άμεση μαρτυρία για ένα σημαντικό  ιστορικό γεγονός, όσο και μία μεταγενέστερη εξιστόρηση για αυτό μπορούν κάλλιστα να συνδυαστούν.
Ο λόγος για το βιβλίο του φιλόλογου και συγγραφέα Δημητρίου Κιουσόπουλου με τίτλο «Η φυγή, Ένας στρατιώτης αφηγείται, Μικρά Ασία Αύγουστος 1922». Ο εν λόγω συγγραφέας γεννήθηκε το 1897 στην Ανδρίτσαινα του νομού Ηλείας και είχε την «ατυχία» να ζήσει όλες τις μεγάλες πολεμικές συγκρούσεις των αρχών του εικοστού αιώνα, αλλά και την τύχη να πολεμήσει σε αυτές και να καταφέρει να επιζήσει. Ο συγγραφέας, επομένως, έζησε τους Βαλκανικούς πολέμους και τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο από πρώτο χέρι και πολέμησε στην Εκστρατεία στην Ουκρανία και στη Μικρασιατική Εκστρατεία, ενώ βίωσε επιπλέον και τα καταιγιστικά γεγονότα του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά και τον τραγικό Ελληνικό Εμφύλιο.
Στα 1972, εν μέσω της Δικτατορίας των Συνταγματαρχών στην Ελλάδα, ο Κιουσόπουλος, Καθηγητής Μέσης Εκπαίδευσης στην Αθήνα, αποφασίζει να γράψει, με αφορμή την επέτειο των 50 ετών από τη Μικρασιατική Καταστροφή τις αναμνήσεις του, σε δεύτερο μεταγενέστερο χρόνο, από το μικρασιατικό μέτωπο τον Αύγουστο του 1922 με μορφή στρατιωτικού ημερολογίου.
Ο συγγραφέας επιλέγει να καταγράψει τότε τα γεγονότα  εν είδει ψυχικής κάθαρσης και λύτρωσης για ό,τι φρικτό έζησε στο μέτωπο του πολέμου. Αντιπαραβάλει δε διαρκώς τη μικρασιατική εκστρατεία με ένα αγαπημένο του έργο, στο οποίο βρίσκει πολλές αναλογίες με τη μικρασιατική εκστρατεία, την «Κύρου Ανάβασις» του Ξενοφώντα. Ο συγγραφέας προβαίνει σε πολλές αναφορές στο συγκεκριμένο έργο κατά τη διάρκεια της αφήγησής του.
Οι καταγραφές του παρουσιάζουν όχι την αρχή της μικρασιατικής εκστρατείας, τότε που υπήρχαν ακόμη κάποιες προοπτικές νίκης για τον ελληνικό στρατό, αλλά τη φθίνουσα πορεία της, τότε  που η αντίστροφη μέτρηση για το τέλος του μικρασιατικού ελληνισμού είχε ήδη αρχίσει.
 Το κείμενό του αποδίδει όλη αυτή την ατμόσφαιρα απαισιοδοξίας και παραίτησης του ελληνικού στρατού, εξ αιτίας της ολοένα και μεγαλύτερης ορμής του εθνικού κινήματος του Μουσταφά Κεμάλ και της εγκατάλειψης των Ελλήνων από τους ξένους συμμάχους τους.
Ο συγγραφέας δεν διστάζει να καταλογίσει και ευθύνες για την καταστροφή, αν και είναι εξαιρετικά αντικειμενικός και αρνείται να ενταχθεί στα «στρατόπεδα» τόσο των αντιβενιζελικών όσο και των βενιζελικών. Περισσότερο θα λέγαμε ότι παρουσιάζεται ο ίδιος στο έργο ως ένας μετριοπαθής βενιζελικός.

 Το έργο του, βαθιά αντιπολεμικό, ανήκει στη σφαίρα τόσο της Λογοτεχνίας, όσο και της Ιστορίας. Και αυτό διότι ο συγγραφέας έζησε από πρώτο χέρι τα περιγραφόμενα γεγονότα, επομένως, αν και η μαρτυρία του μεταπλάστηκε μεν λογοτεχνικά, αποτελεί αναντίρρητα ένα πολύ αξιόλογο ιστορικό ντοκουμέντο για τα τραγικά γεγονότα της εποχής. Ιστορικό ντοκουμέντο, επομένως, με φαιδρές λογοτεχνικές πινελιές αποτελεί το παρόν πόνημα του Κιουσόπουλου.

Χέρμαν Έσσε, Σιντάρτα, εκδ. Διόπτρα

 

 

Το κλασικό έργο του νομπελίστα συγγραφέα σε νέα επανέκδοση-μια πορεία προς την αυτογνωσία

 

«Τη γνώση, ναι, μπορείς να τη διδάξεις. Τη σοφία, όμως, όχι. Τη σοφία μπορείς να τη βρεις, να τη ζήσεις, να στηριχτείς πάνω της, να κάνεις θαύματα μ’ αυτή. Μα να την πεις και να τη διδάξεις είναι αδύνατον».

            Με μεγάλη ευχαρίστηση ξαναδιαβάζουμε πάντοτε αγαπημένα κλασικά έργα όταν επανεκδίδονται, όπως το «Σιντάρτα» του Γερμανού νομπελίστα συγγραφέα που έζησε μεγάλο μέρος της ζωής του στην Ελβετία. Ο Χέρμαν Έσσε, οφείλω να ομολογήσω ότι είναι από τους κλασικούς συγγραφείς που ξεχωρίζω με τον «Λύκο της στέπας» να βρίσκεται στην κορυφή των προτιμήσεών μου σε ό,τι αφορά τα έργα του.

            Ο «Σιντάρτα» είναι το πιο βαθύ, το πιο εσωτερικό και υπαρξιακό από όλα τα έργα του, ένα έργο που παρουσιάζει έντονες νιτσεϊκές επιρροές και, ιδίως, από το γνωστότερο έργο του εν λόγω φιλοσόφου, το «Τάδε έφη Ζαρατούστρα». Εμένα πάντως ο «Σιντάρτα» μου θύμισε εξίσου και την «Ασκητική» του Νίκου Καζαντζάκη. Ο «Σιντάτρα» αποτελεί μία γοητευτική περιπλάνηση του ομώνυμου σοφού, ο οποίος ψάχνει τον βαθύτερο εαυτό του και προσπαθεί να βρει το νόημα της ζωής, περνώντας από πολλά διαφορετικά στάδια.

Το έργο γράφτηκε το 1922 και έχει μεταφραστεί ήδη σε 70 γλώσσες. Πρόκειται για την ιστορία του Σιντάρτα, γιου του βραχμάνου, χρησιμοποιεί κάποια στοιχεία της βιογραφίας του Βούδα, προκειμένου να συνθέσει το προφίλ του πρωταγωνιστή που προσπαθεί διαρκώς απεγνωσμένα να δραπετεύσει από το Εγώ του.

«Χιλιάδες φορές βγήκε από το Εγώ του, ώρες ολόκληρες, μέρες ολόκληρες πέρασε εκεί που Εγώ δεν υπήρχε. Μα όσο κι αν οι δρόμοι αυτοί οδηγούσαν όλοι μακριά από το Εγώ, στο τέλος γύριζαν πάντα πίσω, στο Εγώ».

Γι’ αυτό, φυσικά, και ο Έσσε επιλέγει το Σιντάρτα ως όνομα, αφού ως γνωστόν, το όνομα του Βούδα ήταν Σιντάρτα Γκαουτάμα. Ο Σιντάρτα θα ζήσει με τους σαμάνα. Θα γνωρίσει τον έρωτα στο πρόσωπο της Κάμαλα. Θα δοκιμάσει να ζήσει ως έμπορος μέσα στην τρυφηλότητα και την πολυτέλεια, έως ότου καταλήξει να ανακαλύψει τον πραγματικό του εαυτό. Στην πορεία του αυτή, ο Σιντάρτα, μαζί με τον παιδικό του φίλο, πολλές φορές, θα αναρωτηθεί σχετικά με το Θείο, τη θέωση, το νόημα της ζωής. Ο θάνατος του φιλήδονου εαυτού του θα είναι τελικά αυτός που θα τον οδηγήσει στη λύτρωση.

Η φύση, όπως συμβαίνει πάντοτε στις ανατολικές θρησκείες, θα δίνει διαρκώς το παρόν στην πορεία του αυτή.  Άλλωστε, το πόνημα του Έσσε, δεν είναι παρά ένα «ινδικό παραμύθι». Και ο Έσσε είχε τις γνώσεις για να συγγράψει κάτι τέτοιο, αν σκεφθεί κανείς ότι ο παππούς του ήταν γνωστός ινδολόγος, αλλά και ότι ο ίδιος εργάσθηκε ως βιβλιοπώλης. Για το Νόμπελ, βέβαια,  είχε μπροστά του κάμποσα χρόνια ακόμα, μετά τη συγγραφή του εν λόγω βιβλίου-με το Νόμπελ τιμήθηκε το 1946.

Εν κατακλείδι πρόκειται για ένα έργο πνευματικής αφύπνισης και ανάτασης, το οποίο συγκαταλέγεται δικαίως ανάμεσα  στα κορυφαία έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας.

Σαλμάν Ρούσντι, Η πόλη της νίκης, εκδ. Ψυχογιός

 

                Η Μπισνάγκα, η πόλη της νίκης, ξεκίνησε να χτίζεται τον 14ο μεταχριστιανικό αιώνα στην Ινδία. Αυτή η πόλη είναι ο βασικός πρωταγωνιστής στο νέο παραμύθι του Σαλμάν Ρουσντί. Αν βέβαια υποθέσουμε ότι μπορούμε να τοποθετήσουμε στον χωροχρόνο αυτό το γοητευτικό και πολύ ιδιαίτερο ινδικό παραμύθι του φημισμένου συγγραφέα…

Ο Σαλμάν Ρούσντι είναι ένας συγγραφέας που δεν χρειάζεται συστάσεις. Βρετανός, ινδικής καταγωγής, βραβευμένος με το Βραβείο Πούλιτζερ εν έτει 1981 για το γνωστότερο μέχρι σήμερα έργο του, «Τα παιδιά του Μεσονυκτίου». Εντούτοις, ο συγκεκριμένος συγγραφέας έγινε ακόμα πιο γνωστός  μετά από την έκδοση του μυθιστορήματός του με τίτλο  «Σατανικοί Στίχοι» το 1988, ένα έργο ο οποίο προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων στον κόσμο του ισλάμ επειδή πραγματεύεται τη ζωή του Προφήτη Μωάμεθ με τρόπο που οι φανατικοί ισλαμιστές θεώρησαν προσβλητικό. Αποτέλεσμα ήταν ο συγγραφέας να δεχτεί δολοφονική επίθεση το 2022 και να επιζήσει αυτής, εμπειρία την οποία κατέγραψε στο δοκίμιό του με τον τίτλο «Μαχαίρι».

Σε όλα τα μυθιστορήματα του Ρούσντι κυριαρχεί ο μαγικός ρεαλισμός. Το ίδιο συμβαίνει και στο καινούριο του αυτό ινδικό παραμύθι, την Πόλη της νίκης. Το βιβλίο αυτό, προσωπικά, μου θύμισε αναγνώσματα όπως τον «Σιντάρτα» του Έσσε, ή το «Τάδε έφη Ζαρατούστρα» του Νίτσε, έργα στα οποία κυριαρχεί μία ανθρώπινη μορφή ως προφήτης. Αυτά τα έργα επίσης έχουν πολύ έντονο το ανατολικό-ινδικό-μαγικό  στοιχείο, το οποίο κυριαρχεί και στο παρόν πόνημα . Συνάφειες, όμως, στη δομή του έργου ως παραμύθι και στις κάπως υπερραλιστικές αναφορές του μπορεί να βρει κανείς στο έργο αυτό και με τον «Μαγικό αυλό του Μότσαρτ, μία όπερα με έντονο το μυστικιστικό και παραμυθιακό στοιχείο.

Εδώ, κεντρική ηρωίδα είναι μία προφήτισσα που έζησε διακόσια πενήντα χρόνια, μία πολύ ιδιαίτερη γυναίκα ονόματα Πάμπα Καμπάνα. Με τις δικές της οδηγίες δύο αδελφοί θα χτίσουν μία πόλη, η οποία θα γίνει πρότυπο ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών σε μία εποχή όπου κάτι τέτοιο δεν θα μπορούσε να είναι παρά εξαιρετικά πρωτοποριακό. Οι Χούκα και Μπούκα θα είναι οι ιδρυτές της πόλης και ο ένας εκ των δύο θα βασιλέψουν σε αυτήν, ενώ το όνομά της θα της το δώσει ένας Πορτογάλος επισκέπτης, ο Ντομένικο Νούνες. Με αυτόν θα συνδεθεί η Πάμπα, διδάσκοντας την, επίσης πρωτοποριακή ιδέα της σεξουαλικής ελευθεριότητας, μαζί με εκείνη της ισότητας των φύλων. Η ιστορία του βιβλίο είναι, στην ουσία, η ιστορία αυτής της πόλης.

Ο συγγραφέας, όπως και στα υπόλοιπα έργα του, ασχολείται ουσιαστικά με υπαρξιακά ζητήματα στο παρόν έργο και εκθέτει τις απόψεις του σχετικά με την ορθή κοινωνική δομή. Πάνω απ’ όλα όμως, θέτει το ζήτημα της αυτογνωσίας, της ανακάλυψης του αληθινού μας εαυτού, καθώς και του αληθινού νοήματος της ζωής. Το απόσταγμα του έργου του θα μπορούσαμε, ίσως, αν το συνοψίσουμε στο παρακάτω απόσπασμα αποτίμησης της ζωής της Πάμπα Καμπάνα:

«Τίποτα δε διαρκεί, αλλά και τίποτα δεν είναι χωρίς νόημα. Σηκωνόμαστε, πέφτουμε, σηκωνόμαστε πάλι και ξαναπέφτουμε. Συνεχίζουμε. Κι εγώ πέτυχα και απέτυχα επίσης. Ο θάνατος είναι πια κοντά. Στον θάνατο ο θρίαμβος και η αποτυχία συναντιούνται ταπεινά. Μαθαίνουμε πολύ λιγότερα από τη νίκη παρά από την ήττα».

Αλέξης Σταμάτης, Το παιδί και ο Άγγελος, εκδ. Μεταίχμιο

  Αλληγορία, συμβολισμός, υπαρξισμός και μαγικός ρεαλισμός συνδυάζονται αγαστά στο νέο μυθιστόρημα του γνωστού λογοτέχνη Αλέξη Σταμάτη. Μί...