Παρασκευή 27 Ιουνίου 2025

Evie Woods, Το χαμένο βιβλιοπωλείο, εκδ.Κλειδαριθμός

 

«Ένα βιβλίο δεν είναι ποτέ αυτό που φαίνεται. Νομίζω ότι ο πατέρας μου ευχόταν η αγάπη μου για τα βιβλία να με κάνει να ενδιαφερθώ περισσότερο για το σχολείο, αλλά αντιθέτως είχε  κάνει το μίσος μου για τις σχολικές αίθουσες να φουντώσει. Είχα την  τάση να ζω στη φαντασία μου, κι έτσι κάθε απόγευμα έτρεχα από το σπίτι στο σχολείο και του ζητούσα να μου διαβάσει. Ήταν δημόσιος υπάλληλος, ένας έντιμος άνθρωπος με ακόρεστη δίψα για μάθηση. Συνήθιζε να λέει ότι τα βιβλία ήταν κάτι παραπάνω από λέξεις στο χαρτί. Ήταν πύλες προς άλλα μέρη, άλλες ζωές. Ερωτεύτηκα τα βιβλία και τους αχανείς κόσμους που έκρυβαν  μέσα τους, και όλα αυτά τα χρωστούσα στον πατέρα μου».

 

                Τρεις ήρωες. Δύο γυναίκες και ένας άντρας. Δυο εποχές, οι αρχές του εικοστού αιώνα και το σήμερα στην αγλλόφωνη βορειοδυτική γωνιά της Ευρώπης. Και ένα βιβλιοπωλείο που φιλοξενεί σπάνια χειρόγραφα και εκδόσεις διάσημων συγγραφέων του παρελθόντος.  Τρεις πόλεις, το Λονδίνο, το Παρίσι και το Δουβλίνο. Και πάνω, απ’ όλα αυτά, ένα βιβλιοπωλείο χαμένο σήμερα που κάποιοι γνωρίζουν την ύπαρξή του και το αναζητούν. Αυτός είναι ο κόσμος του βιβλίου της Evie Woods (λογοτεχνικό ψευδώνυμο της Evie Gaugham), συγγραφέα από την Ιρλανδία των best sellers The Story Collector, The Heirloom και The Mysterious Bakery on Rue de Paris.

                Η Όπαλιν φεύγει από το σπίτι της, από το Λονδίνο, εν έτει 1921 προκειμένου να γλιτώσει από έναν καταναγκαστικό γάμο που ο αυστηρός αδελφός της την υποχρεώνει να συνάψει. Καταφεύγει αρχικά στο Παρίσι και στη συνέχεια στο Δουβλίνο όπου θα βρει δουλειά σε βιβλιοπωλείο πριν αρχίσει να ασχολείται με τη  συλλογή σπάνιων χειρογράφων και ανοίξει η  ίδια το δικό της βιβλιοπωλείο με σπάνια βιβλία, εκδόσεις και χειρόγραφα. Θα ερωτευτεί έναν, ακατάλληλο γι’ αυτήν, όπως θα φανεί στη συνέχεια άντρα, τον αντικέρ Αρμάν Χασάν. Όλα όμως θα ανατραπούν, καθώς ο αδελφός της είναι στα ίχνη της…

                Στη σημερινή εποχή στην πόλη του Δουβλίνου η Μάρθα, ξεφεύγοντας από έναν κακοποιητικό σύζυγο, βρίσκει δουλειά ως οικιακή βοηθός κοντά σε μία παράξενη μεν, αλλά καλή κατά βάθος ηλικιωμένη κυρία, η οποία, τελικά, δεν είναι αυτή που φαίνεται… Η ζωή της θα ανατραπεί όταν θα ερωτευτεί τον Χένρι Φιλντ, έναν άντρα που ειδικεύεται σε σπάνια βιβλία. Οι δυο τους ψάχνουν μανιωδώς να βρουν τι απέγινε στο παρελθόν το βιβλιοπωλείο της Όπαλιν, αλλά και η ίδια η Όπαλιν.

                Στην πορεία αυτή των διαρκών αναζητήσεων που η συγγραφέας βάζει τους ήρωές της να διενεργούν, η υπόθεση του βιβλίου θα μας ταξιδέψει πίσω στον χρόνο των χαμένων χειρογράφων από βιβλία διάσημων συγγραφέων, όπως της Έμιλυ Μπροντέ, του Χέμινγουει, του Τζόυς κ.α. Παράλληλα, θα μάθουμε και αρκετά για τη ζωή των εν λόγω συγγραφέων και για τη συγγραφή διάσημων έργων όπως Ο Οδυσσέας του Τζόυς και τα Ανεμοδαρμένα Ύψη της Έμιλυ Μπροντέ. Θα μάθουμε επίσης την ιστορία του διάσημου εκδοτικού Shakespeare and Company, o οποίος αποτέλεσε τον εκδοτικό οίκο πολλών αριστουργημάτων στον χώρο της λογοτεχνίας, όπως τον Οδυσσέα του Τζόυς.

Σε ένα περιβάλλον που θυμίζει αρχικά μαγικό ρεαλισμό-προτού μας προσγειώσει απότομα η συγγραφέας, μετά από τα μέσα του βιβλίου, στον αληθινό ρεαλισμό, στη φρικιαστική, δηλαδή, πραγματικότητα των ψυχιατρείων των αρχών του εικοστού αιώνα και των δύσκολων συνθηκών που επικρατούσαν στα σπίτια της «πατριαρχίας» για τις γυναίκες, οι τρεις ήρωες αλληλεπιδρούν μεταξύ τους σαν να είναι θεατές οι ίδιοι στις δικές τους ζωές. Ο χρόνος τρέχει, το ίδιο και η ζωή και οι τρεις ήρωες την κυνηγούν και παλεύουν διαρκώς να αλλάξουν το πεπρωμένο τους-άλλοτε τα καταφέρνουν, άλλοτε όχι. Διότι τελικά, μέσα στον θαυμαστό αυτόν κόσμο, τίποτε δεν είναι όπως φαίνεται.

Η συγγραφέας, εκτός από τον κόσμο των βιβλίων και των σπάνιων χειρογράφων, δράττεται της ευκαιρίας να μας μιλήσει για τη δυσμενή θέση των γυναικών στις αρχές του εικοστού αιώνα, τότε που οι άντρες αποφάσιζαν για το μέλλον τους. Εκείνες προσπαθούσαν από τότε να πάρουν τη ζωή τους στα χέρια τους, δύσκολα πολλές φορές και επιδεικνύοντας μεγάλη τόλμη.

Η ατμοσφαιρική αφήγηση διαρθρώνεται από τις διαδοχικές πρωτοπρόσωπες αφηγήσεις των τριών βασικών χαρακτήρων του έργου, της Όπαλιν, της Μάρθα και του Χένρι, μέχρι το φινάλε  της κορύφωσης, που τοποθετεί στη θέση τους όλα τα κομμάτια του παζλ.

Αν μη τι άλλο, η συγγραφέας εμπνεύστηκε από την αγάπη της για τα βιβλία και τον μαγικό κόσμο τους, προσθέτοντας στη «συνταγή» όπως μας λέει η ίδια στον επίλογο του βιβλίου της «μία δόση μαγείας, μυστηρίου και έρωτα». Οι αρχές του εικοστού αιώνα, ήταν, σε αντίθεση με σήμερα, η χρυσή εποχή του εμπορίου σπάνιων βιβλίων, οπότε δικαίως μπορούμε να θεωρήσουμε ότι ένας από τους βασικούς άξονες της υπόθεσης του βιβλίου της είναι αυτός, μαζί με την εξιστόρηση της ζωής μιας γενναίας γυναίκας που αψήφησε τις συμβάσεις στις αρχές του εικοστού αιώνα.


Πέμπτη 26 Ιουνίου 2025

 



αρχείο λήψης.jpg

 

            Στην τέχνη και τη λογοτεχνία, ως γνωστόν, δεν υπάρχει παρθενογένεση. Και, ενίοτε, μπορεί ένα αριστούργημα να γεννήσει ένα άλλο αριστούργημα. Τι θα συνέβαινε, επομένως, αν η διάσημη νουβέλα-κατ’ άλλους μυθιστόρημα- του Τζον Στάινμπεκ, «Άνθρωποι και ποντίκια», μεταφερόταν επί ελληνικού εδάφους με ήρωες και πάλι τον Τζωρτζ και τον Λένο, όχι ως Αμερικανούς, αυτή τη φορά, αλλά ως Έλληνες, ως Τζώρτζης και Λένος;

Ο γνωστός και πολυγραφότατος συγγραφέας Βαγγέλης Ραπτόπουλος δηλώνει θαυμαστής του έργου του Στάινμπεκ και αυτό φαίνεται ολοκάθαρα από την αφιέρωση στην αρχή του βιβλίου του: «Στον Τζον Στάινμπεκ, όχι μόνο για το Άνθρωποι και ποντίκια». Φαίνεται, λοιπόν, πως ήθελε πάντοτε να γράψει κάτι στο πρότυπο του συγκεκριμένου έργου και να που τώρα ήρθε πλέον η ώρα η πρωτότυπη αυτή διασκευή να δει το φως της δημοσιότητας. Όπως μας λέει δε ο συγγραφέας αντέγραψε σε μεγάλο βαθμό τη δομή, το ύφος, τους χαρακτήρες αλλά ακόμη και τα λόγια των χαρακτήρων πολλές φορές.

Αντί, επομένως, για την Αμερική της Μεγάλης Ύφεσης, εδώ μεταφερόμαστε στην Αθήνα του 1975 και, πιο συγκεκριμένα, σε μία αποθήκη εμπορευμάτων στον Κολωνό, όπου δουλεύουν οι δύο φίλοι. Αυτοί και οι συνάδελφοί τους εργάτες, όπως και ο γιος του αφεντικού και η γυναίκα του, αποτελούν τους μοναδικούς ήρωες του βιβλίου. Μία γυναίκα και πολλοί άνδρες, δηλαδή, και ό,τι αυτό συνεπάγεται… Η ταξική διάσταση των χαρακτήρων του έργου-οι φτωχοί εργάτες και ο πλούσιος  εργοστασιάρχης-ιδιοκτήτης, εξακολουθεί, φυσικά, να υφίσταται και στην παρούσα μεταφορά.

Τι έχει, όμως, να κερδίσει ο αναγνώστης ξαναδιαβάζοντας το πασίγνωστο μυθιστόρημα του Στάινμπεκ σε μια διασκευασμένη εκδοχή; Ή, ακόμη, γιατί να μπει στον κόπο να ξαναδιαβάσει το εν λόγω αριστούργημα του Στάινμπεκ σε μία εκδοχή αλά ελληνικά, εφόσον το έχει ήδη διαβάσει; Θα έχει, άραγε, κάτι να κερδίσει;

Κατ’ αρχάς, θα έλεγα ότι βρίσκω εξαιρετικά ενδιαφέρουσα και ελκυστική την ιδέα να «ξαναζήσω» αναγνωστικά ένα αριστούργημα όπως το Άνθρωποι και ποντίκια. Δεύτερον, λόγω της πληθώρας των βιβλίων, είναι πολύ πιο πιθανό, από το να ξαναδιαβάσω το συγκεκριμένο μυθιστόρημα δεύτερη, τρίτη ή και τέταρτη φορά, να προτιμήσω να βυθιστώ στις σελίδες μίας τροποποιημένης εκδοχής του, εφόσον  μάλιστα αυτή ανήκει σε έναν συγγραφέα που γνωρίζω. Τρίτον, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι οι μεταπλάσεις ενός λογοτεχνικού αριστουργήματος μπορεί να αποδειχθούν ενίοτε ακόμη πιο ενδιαφέρουσες και από το ίδιο το πρωτότυπο έργο κάποιες φορές, και ενδεχομένως, μάλιστα, να είναι και πιο ευκολοδιάβαστες από αυτό- για σκεφθείτε, για παράδειγμα, τι θα διάβαζε ένας έφηβος ευκολότερα σήμερα, την ίδια την Ιλιάδα στη νέα ελληνική ή κάποια μυθιστορηματική μεταφορά της από τις πολλαπλές που κυκλοφορούν σήμερα και έχουν επιχειρήσει τόσο Έλληνες όσο και ξένοι σύγχρονοι-και όχι μόνο- συγγραφείς; Δεν πρέπει εξάλλου να ξεχνάμε ότι αυτή ακριβώς είναι και η αξία της λογοτεχνίας: η διαρκής ικανότητά της να εμπνέει και να οδηγεί σε νέες δημιουργίες, όχι κατώτερες, απαραιτήτως, από τα πρότυπά τους.

Εγώ, επομένως, έχω να καταθέσω εδώ ότι, πραγματικά, απόλαυσα την ανάγνωση του μυθιστορήματος του Ραπτόπουλου εξίσου με την ανάγνωση της νουβέλας  του Στάινμπεκ. Ξαναέζησα πολύ ευχαρίστως όλα εκείνα τα συναισθήματα που είχα ζήσει τότε διαβάζοντάς τη: τη συμπάθεια για τον χαζούλη και αγαθό γίγαντα, τον Λένο, την αποδοκιμασία για τη συμπεριφορά του γιου του αφεντικού και τη σύζυγό του-εδώ σε αυτή την αποθήκη στον Κολωνό-, τον θαυμασμό για τη συμπεριφορά του Τζώρτζη, προστάτη του Λένου, ακόμη και τη λαχτάρα των ηρώων για να φτιάξουν το σπιτάκι τους και να ζήσουν μία ήσυχη ζωή στη φύση. Και, φυσικά, συγκλονίστηκα και πάλι από το καταιγιστικό φινάλε, που, όπως και στο Άνθρωποι και ποντίκια, λυτρώνει τους ήρωες και δίνει τέλος στο δράμα με τον μοναδικό ίσως τρόπο που θα μπορούσε τελικά να τελειώσει αυτή η ιστορία-διότι το «happy end» δεν έμοιαζε και πολύ ρεαλιστικό για τους ήρωες του βιβλίου, εδώ που τα λέμε σε κανένα από τα δύο βιβλία.

Το βιβλίο, όπως και το Άνθρωποι και ποντίκια, διαθέτει άφθονη πρόζα και γρήγορο ρυθμό στην αφήγηση. Η μίμηση δε του ύφους του Στάινμπεκ από τον Ραπτόπουλο είναι πραγματικά αξιοπρόσεκτη και, αν μη τι άλλο, αποδεικνύει τις συγγραφικές του ικανότητες, αφού, ας μην ξεχνάμε ότι ένας καλός συγγραφέας οφείλει να μπορεί να αλλάζει και να προσαρμόζει τη γραφή του ανά περίσταση.

Ο αθώος, χαζούλης Λένος και η αγάπη του για τα μαλακά πράγματα. Ο καλός του φίλους ο Τζώρτζης που προσπαθεί να τον προστατεύσει από την ίδια του τη χαζομάρα. Ο επιστάτης και ο γέρο σκύλος του. Οι υπόλοιποι εργάτες. Ο Βαζελίνης, ο εγωπαθής, φαντασμένος και αψίκορος γιος του αφεντικού. Και η γυναίκα του, η όμορφη χαζογκόμενα, που πάει γυρεύοντας για να δημιουργήσει φασαρίες και θα αποδειχθεί στη συνέχεια το τραγικό πρόσωπο της ιστορίας που θα κινήσει τον μύθο…

Όλοι οι παραπάνω χαρακτήρες αποτελούν τον κόσμο της  «Αθωότητας», του νέου μυθιστορήματος του Ραπτόπουλου, το οποίο, συν τοις άλλοις, περικλείει και πολλές αυτοβιογραφικές πτυχές από τον βίο του ίδιου του συγγραφέα, όπως μας λέει στον επίλογο.


Τετάρτη 25 Ιουνίου 2025

Maxim Samson, Αόρατες γραμμές, εκδ. Μεταίχμιο

 

            Ο Βρετανός γεωγράφος, εκπαιδευτικός και ερευνητής, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο DePaul του Σικάγο στο πρώτο του βιβλίο με τίτλο «Αόρατες γραμμές» φιλοδοξεί να μας γνωρίσει καλύτερα τον πλανήτη μας, να μάθουμε για εκείνα που δεν είχαμε ιδέα ως σήμερα, αλλά και, ενδεχομένως, να δούμε κάποια πράγματα που γνωρίζαμε με άλλο μάτι.

«Τα αθέατα σύνορα που διαμορφώνουν τον κόσμο μας», αυτός είναι ο υπότιτλος του βιβλίου και υποδηλώνει με σαφήνεια με τι ακριβώς θα ασχοληθεί ο συγγραφέας στο παρόν πόνημα. Τα όρια στον πλανήτη μας είναι, πολλές φορές, ευμετάβλητα. Άλλοτε είναι ορατά και σχηματισμένα από την ίδια τη φύση, άλλοτε αόρατα και χαραγμένα από τον ίδιο τον άνθρωπο. Πότε μας βοηθούν να κατανοήσουμε τον πλανήτη και πότε να τον επηρεάσουμε. Πότε μας επιτρέπουν να ορίσουμε περιοχές που διεκδικούμε και πότε να ορίσουμε το δικό μας αίσθημα του «ανήκειν». Και, τέλος, άλλοτε μας επιτρέπουν να κρατήσουμε τον διαχωρισμό ανάμεσα σε «Εμάς» και σε «Εκείνους», αλλά και να ορίσουμε την πολιτισμική μας  ιδιαιτερότητα.

Πράγματι, ο κόσμος μας είναι γεμάτος από όρια και σύνορα, πότε αόρατα, πότε ορατά. Και αυτά είναι, πολλές φορές, οροσειρές, τείχη, γλωσσικές γραμμές, αλλά και χαραγμένες από ανθρώπινο χέρι γραμμές. Ζώνες αποκλεισμού, όπως αυτή του Τσερνόμπιλ στην Ουκρανία. Ζώνη της ελονοσίας, της θανατηφόρας ασθένειας που ενδημεί στη Μαύρη Ήπειρο, αλλά και η περίφημη Ζώνη της Βίβλου που ξεχωρίζει τους φανατικούς χριστιανούς στις Νότιες Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής από τους υπόλοιπους μετριοπαθείς.

Άλλες γραμμές στον πλανήτη μας έχουν χαραχθεί βάση συνθηκών. Η φανταστική γραμμή της συνθήκης Τορδεσίγιας το 1494 που μοίραζε τον κόσμο στην Ισπανία και την Πορτογαλία με γνώμονα αποκλειστικά το εμπορικό και οικονομικό συμφέρον τον δύο δυνάμεων είναι μία γνωστή περίπτωση, όπως και η Διεθνής Γραμμή Ημερομηνίας . Η γραμμή του Βρετανού φυσιοδίφη Άλφρεντ Ράσελ Γουάλας, σύγχρονου του Δαρβίνου,  στην Ινδονησία είναι σαφέστατα λιγότερο γνωστή.

Το τείχος του Βερολίνου και το φυσικό σύνορο μεταξύ δύο ηπείρων που θέτουν τα Ουράλια και ο Βόσπορος είναι επίσης γνωστές περιπτώσεις ορίων, όχι όμως και ο απομονωμένος θύλακας του Άτσε στην Ινδονησία με τους φανατικούς μουσουλμάνους. Το ίδιο και η ζώνη της πανούκλας του Έγιαμ, κοντά στο Μάντσεστερ το 1665-6.

Τα υποβαθμισμένα banlieue του Παρισιού, τα προάστιά του, από την άλλη, δεν χωρίζονται με κάποια χαραγμένη γραμμή, κι όμως παραμένουν στη συνείδηση των περισσότερων Γάλλων ως μέρη υποβαθμισμένα όπου εκκολάπτονται, περιστασιακά, φανατικοί ισλαμιστές.  Οι νάρκες στη Βοσνία, τη χώρα με τις περισσότερες νάρκες στο έδαφός της παγκοσμίως, είναι άλλο ένα όριο που αντικατοπτρίζει την ταραγμένη ιστορία της Γιουγκοσλαβίας.

Κάποια από τα παραδείγματα του βιβλίου είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακά και μας ταξιδεύουν σε τόπους μακρινούς για τους οποίους ελάχιστα έχουμε ακούσει, όπως, για παράδειγμα για το περίφημο Άουτμπακ της Αυστραλίας, που ορίζει την ακατοίκητη, νεκρή από τον δυτικό πολιτισμό ζώνη της άγριας αυτής ηπείρου. Το Ανταρκτικό Περιπολικό Ρεύμα και η Ανταρκτική Σύγκλιση είναι, όπως και το επίμαχο τρίγωνο του Μπιρ Ταουίλ ανάμεσα στο Σουδάν και την Αίγυπτο, αποτελούν επίσης παραδείγματα που δεν είναι ευρέως γνωστά και παρουσιάζονται στο βιβλίο.

Από πλευράς μου, οφείλω να πω ότι λατρεύω τέτοιου είδους αναγνώσματα που, αφενός, με μαθαίνουν καινούρια πράγματα, και, αφετέρου, με ταξιδεύουν σε όλες τις γωνιές του κόσμου. Επομένως, πρόκειται πράγματι για ένα συναρπαστικό ταξίδι προκειμένου να αντιληφθούμε  τις σχέσεις, τους διαχωρισμούς, την ποικιλία, αλλά και την πολυπλοκότητα του κόσμου μας, όπως λέγεται στο οπισθόφυλλο του βιβλίου.

Τρίτη 24 Ιουνίου 2025

Θάνος Κονδύλης, Το μυστηριώδες χαμόγελο της Αθηνάς, εκδ. Ψυχογιός

 

 

Στα άδυτα του Μουσείου της Ακρόπολης…

 

            Ο ιστορικός, συγγραφέας και καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών Θάνος Κονδύλης, έχει αποδείξει πολλάκις ότι μπορεί και ελίσσεται με επιτυχία ανάμεσα στα διαφορετικά είδη του μυθιστορήματος. Έχει, επομένως, να επιδείξει στην ατζέντα του τόσο ιστορικά μυθιστορήματα, όσο κοινωνικά-αισθηματικά, αλλά και αστυνομικά.

Στην τελευταία αυτή κατηγορία ανήκει το πιο πρόσφατο πόνημά του με τίτλο «Το μυστηριώδες χαμόγελο της Αθηνάς». Πρόκειται για ένα αστυνομικό μυθιστόρημα με καταιγιστική δράση, άφθονη πρόζα και  γρήγορο ρυθμό που έχει όμως και πολλές κοινωνικές προεκτάσεις.

Κεντρικός ήρωας του μυθιστορήματος είναι ο συμπαθής, ικανότατος και πανέξυπνος γυναικοκατακτητής και λάτρης του ωραίου φύλου και της κλασικής μουσικής, Περικλής Πανταζής. Ο αστυνόμος αυτός μετά από τον πρόσφατο χωρισμό του και μίας υπόθεσης με ναρκωτικά που κατέληξε τελικά σε φιάσκο, είναι προς αναζήτηση τόσο νέας συντρόφου όσο και καινούριας υπόθεσης προς εξιχνίαση. Η κατάλληλη ευκαιρία βρίσκεται όταν μία μυστηριώδης, όπως θα αποδειχθεί στη συνέχεια, αρχαιολόγου που εκπονεί τη διατριβή της, η Κατερίνας Νομικού, θα καταφτάσει στο αστυνομικό τμήμα των Αθηνών προκειμένου να καταγγείλει μία αριστοτεχνική κλοπή ενός αγάλματος της Αθηνάς, ένα άγαλμα όχι τόσο μεγάλης αρχαιολογικής αξίας, από το Μουσείο της Ακρόπολης.

Όταν διαπιστώνεται ότι η κοπέλα λέει τελικά την αλήθεια και ότι, πράγματι η Μελαγχολική Αθηνά έχει κάνει φτερά από την αίθουσα τριάντα δύο του μουσείου αφήνοντας στη θέση της ένα κακέκτυπο αντίγραφο, η υπόθεση απειλεί να πάρει μεγάλες διαστάσεις αν εν τέλει μαθευτεί και βγει παρά έξω στον τύπο και τις εφημερίδες. Το ενδεχόμενο σκάνδαλο για την ελληνική κυβέρνηση θα είναι πολύ μεγάλο, αλλά και οι Άγγλοι καραδοκούν στη γωνία προκειμένου να βρουν μία καλή αφορμή για να μην επιτρέψουν  τελικά την επιστροφή στην Ελλάδα των διαβόητων μαρμάρων του Παρθενώνα- πώς είναι δυνατόν, άραγε,  να επιτρέψουν κάτι τέτοιο, αν τα μέτρα ασφαλείας στο Μουσείο της Ακρόπολης είναι τόσο χαλαρά;

Φαίνεται, όμως, πως κάτι τρέχει με τη μυστηριώδη αυτή κοπέλα και το παρελθόν της… Έπειτα, στην υπόθεση μπλέκονται, εν τέλει και διάφοροι υψηλά ιστάμενοι, όπως ο Υπουργός Πολιτισμού, ο Πρόεδρος της επιτροπής για την επιστροφή των μαρμάρων του Παρθενώνα στην Ελλάδα και άλλοι πολλοί. Δωροδοκίες, πλαστοπροσωπίες και άλλες δολοπλοκίες κάθε λογής κρύβονται από πίσω…

Μέσα από συναντήσεις με διάφορα πρόσωπα, συζητήσεις και επισκέψεις του Περικλή, ακόμη και ερωτικές συνευρέσεις, ο πρωταγωνιστής θα καταφέρει να βρει τελικά την άκρη του νήματος. Όταν, όμως , ανακαλύψει τους ενόχους θα έχει να λύσει μία ακόμη σπαζοκεφαλιά: να ανακαλύψει που είναι κρυμμένο το άγαλμα της Αθηνάς, κι όλα αυτά πριν να είναι αργά, διότι ο χρόνος τρέχει και κάποιοι ξένοι που είναι να επισκεφθούν το μουσείο δεν πρέπει, φυσικά, να ανακαλύψουν ότι το άγαλμα λείπει. Θα καταφέρει, άραγε, ο δαιμόνιος αστυνόμος να φέρει την αποστολή του εις πέρας;

Ο Κονδύλης αναμειγνύει έξυπνα στο αστυνομικό του μυθιστόρημα όψεις της ελληνικής πολιτικής πραγματικότητας, της λειτουργίας των αρχαιοκάπηλων και των ομάδων του υποκόσμου στη χώρα μας, αλλά και στο εξωτερικό, του ζητήματος της επιστροφής των Ελγίνειων μαρμάρων, αλλά δράττεται και της ευκαιρίας να μας ξεναγήσει, με έναν τρόπο που μας καθηλώνει, στα άδυτα του μουσείου της Ακρόπολης.

Πέμπτη 19 Ιουνίου 2025

Florence Knapp, Τα ονόματα, εκδ. Ψυχογιός

 

Γίνεται άραγε, το όνομά μας να καθορίσει την πορεία της ζωής μας, τις επιλογές και τη διαμόρφωση του χαρακτήρα μας; Αυτό φαίνεται να υποστηρίζει το μυθιστόρημα της Βρετανίδας συγγραφέως Florence Knapp με τίτλο «Τα ονόματα». Και αν υπάρχει ένας για να προσέξουμε το εν λόγω βιβλίο, αυτός θα είναι σίγουρα η πρωτοτυπία της θεματολογίας του.

Όσοι από τους αναγνώστες έχουν ακούσει τον όρο «εναλλακτική ιστορία» θα βρίσκονται ένα βήμα εγγύτερα προκειμένου να κατανοήσουν καλύτερα το σκεπτικό με το οποίο η συγκεκριμένη συγγραφέας έγραψε το μυθιστόρημά της.

Η υπόθεση του βιβλίου αρχίζει στο έτος 1987, στην Αγγλία, όταν η Κόρα πηγαίνει στο ληξιαρχείο για να δηλώσει το όνομα του νεογέννητου γιου της. Σύμφωνα με τον αυταρχικό σύζυγό της η επιλογή που έχει είναι μονάχα μία: το παιδί θα πάρει το όνομα Γκόρντον, όπως όλοι οι άρρενες απόγονοι της οικογένειας του συζύγου της, όπως και ο ίδιος ο σύζυγό της. Η σημασία εξάλλου του ονόματος Γκόρντον είναι «μέγας λόφος, ακλόνητος, δεσπόζων».

Η ίδια η Κόρα όμως ταλαντεύεται. Θα ήθελε να ονομάσει τον γιο της Τζούλιαν, ήτοι «ουράνιος πατέρας». Η μεγαλύτερη κόρη της, πάντως έχει κι αυτή τη δική της άποψη σχετικά με την ονοματοδοσία του αδελφού της: για αυτήν το όνομα Μπέαρ, που σημαίνει «απαλός, χουχουλιάρης, γενναίος και δυνατός αρκούδος» θα είναι το καλύτερο. Τι από όλα τα παραπάνω θα επιλέξει η Κόρα; Γκόρντον, Τζούλιαν ή Μπέαρ; Και σε αυτό το σημείο ακριβώς αρχίζει το καλύτερο. Η συγγραφέας αντί να βάλει την Κόρα να υιοθετήσει μία από τις τρεις επιλογές, επιλέγει να μας αφηγηθεί τα θα συνέβαινε σε κάθε μία από τις τρεις αυτές περιπτώσεις. Πως δηλαδή η πορεία ζωής τόσο του παιδιού, όσο της Κόρα και της κόρης της, της Μάια, θα ήταν διαφορετική σε κάθε περίπτωση.

Αν το παιδί ονομαζόταν Γκόρντον, η Κόρα θα έμενε η υποταγμένη σύζυγος που πραγματοποιεί το θέλημα του συζύγου της και θα υφίσταται κακοποίηση για πολλά χρόνια. Αν το παιδί ονομαζόταν Τζούλιαν, η Κόρα θα είχε κάνει μία πρώτη προσπάθεια αποτίναξης του ζυγού του συζύγου της. Η κατάληξη για την υπόλοιπη οικογένειά της, βέβαια, θα ήταν μια μετοικεσία στην Ιρλανδία…

Και αν, τέλος, η Κόρα είχε επιλέξει το όνομα Μπέαρ, αυτό που διάλεξε η κόρη της, και πάλι η ζωή  της μητέρας της θα ήταν μακριά από εκείνη του συζύγου της, με τον οποίο θα ερχόταν σε ρήξη, ούτως ή άλλως, μετά από την επιλογή του ονόματος, όπως και στη δεύτερη περίπτωση…

Ο ίδιος ο Γκόρντον-Τζούλιαν-Μπέαρ θα είχε γίνει ένας εντελώς διαφορετικός άνθρωπος σε κάθε μία από τις τρεις αυτές περιπτώσεις. Αν είχε πάρει το όνομα του πατέρα του, θα κληρονομούσε αντίστοιχα και τις απόψεις της οικογένειάς του περί πατριαρχίας και γυναικών, θα είχε γίνει, δηλαδή, το φερέφωνο του πατέρα του. Στις άλλες δύο περιπτώσεις, η ιδιοσυγκρασία του θα είχε εξελιχθεί εντελώς διαφορετικά, κάτι απολύτως φυσιολογικό, αφού το παιδί δεν θα μεγάλωνε στο ίδιο σπίτι με τον πατέρα του.

Μία απόφαση, επομένως, πολλές ζωές. Διότι οι ζωές μας διαμορφώνονται από τις αποφάσεις και τις επιλογές μας.

Τρίτη 17 Ιουνίου 2025

Μορίς Λεμπλάν, Ο Τζέντλεμαν διαρρήκτης Αρσέν Λουπέν, εκδ. Gema

 

 

«Να ο Αρσέν Λουπέν. Η ουσία είναι να μπορεί να πει χωρίς τον φόβο ότι θα πέσει έξω: Αυτό το έκανε ο Αρσέν Λουπέν. Μερικές από αυτές τις πράξεις, μερικές από αυτές τις περιπέτειες προσπαθώ να ανασυνθέσω, σύμφωνα με όσα είχε την καλοσύνη να μου εκμυστηρευτεί, κάποια χειμωνιάτικα βράδια, στη σιωπή του γραφείου μου…»

 

            Ο Αρσέν Λουπέν είναι ίσως ο πιο διάσημος, αλλά και ο πιο ξεχωριστός διαρρήκτης του εικοστού αιώνα, εφεύρημα της φαντασίας του Μορίς Λεμπλάν, του Γάλλου συγγραφέα που έζησε από το 1864 ως και το 1941. Τα αστυνομικά μυθιστορήματα που έγραψε ο εν λόγω συγγραφέας με ήρωα αυτόν τον τόσο ιδιαίτερο «αριστοκράτη» διαρρήκτη άρχισαν να εκδίδονται το 1905 και από τότε έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες του κόσμου.

Για πρώτη φορά στην ελληνική γλώσσα οι εκδόσεις Gema επιλέγουν να εκδώσουν τις περιπέτειές του σε σκληρόδετου εξωφύλλου και μεγάλου μεγέθους βιβλίο, το οποίο συνοδεύεται και από την πολύ πληθωρική και καλαίσθητη εικονογράφηση του Βενσάν Μαλιέ.

 

«Ο Αρσέν Λουπέν έλυσε το πρόβλημα που έθεσε πρόσφατα ο Σαλβατόρ. Αφού απέκτησε όλα τα πρωτότυπα έγγραφα και τα σχέδια του μηχανικού Λουί Λακόμπ, φρόντισε να φτάσουν στα χέρια του Υπουργού Ναυτιλίας. Με την ευκαιρία, ανοίγει κατάλογο συνδρομητών με σκοπό την προσφορά στο κράτος του πρώτου υποβρυχίου που θα κατασκευαστεί σύμφωνα με τα σχέδια αυτά. Και εγγράφεται ο ίδιος πρώτος στον κατάλογο αυτό με το ποσό των είκοσι χιλιάδων φράγκων»

 

Ο Αρσέν Λουπέν αποτελεί, σε κάθε περίπτωση μία πολύ ιδιαίτερη περίπτωση στον χώρο του αστυνομικού μυθιστορήματος. Για πρώτη φορά πιο γνωστός είναι ο ίδιος ο διαρρήκτης για τις περιπέτειές του, αντί για τον αστυνομικό επιθεωρητή, όπως συμβαίνει, για παράδειγμα, με τις περιπέτειες του εξίσου, αν όχι περισσότερο, διάσημου επιθεωρητή Σέρλοκ Χολμς ή του Ηρακλή Πουαρώ. Αντιιθέτως, εδώ ο επιθεωρητής που ορκίστηκε να συλλάβει τον Λουπέν, ο Ιταλός Γκανιμάρο, δεν είναι σε καμία περίπτωση τόσο γνωστός όσο ο Λουπέν, ούτε ίσως τόσο δαιμόνιος, αφού, εν τέλει, ο Λουπέν, στο τέλος του βιβλίου εξακολουθεί να παραμένει ασύλληπτος.

Το πηγαίο χιούμορ του Μορίς Λεμπλάν στην αφήγηση είναι, αναμφίβολα, αυτό που θα κερδίσει τους αναγνώστες. Να σημειώσουμε εδώ ότι στις σελίδες του βιβλίου εμφανίζεται όχι ο γνωστός Σέρλοκ Χολμς, αλλά ο… Χέρλοκ Σολμς, σε έναν ευφυέστατο αναγραμματισμό στον οποίον προβαίνει ο συγγραφέας. Η γραφή του Μορίς Λεμπλάν είναι πάντοτε παιγνιώδης, ελαφριά, χιουμοριστική άλλα και ειρωνική από καιρού εις καιρόν, κατάλληλη για όλους και ευκολοδιάβαστη. Τη μετάφραση εδώ έχει πραγματοποιήσει εξαιρετικά η Γιούλα Σταθοπούλου.

 

«Το περιδέραιο της Βασίλισσας, το περίφημο κόσμημα που είχαν κλέψει παλιότερα από την οικογένεια ντε Ντρε-Σουμπίζ, βρέθηκε από τον Αρσέν Λουπέν. Ο Αρσέν Λουπέν έσπευσε να το επιστρέψει στους νόμιμους ιδιοκτήτες του. Δεν μπορούμε παρά να επικροτήσουμε αυτή τη γεμάτη αβρότητα και ιπποτισμό χειρονομία»

 

Τι ιδιότητες, όμως, διαθέτει ο τόσο ξεχωριστός αυτός διαρρήκτης; Κατ’ αρχάς, δεν διαθέτει προφίλ που να προσιδιάζει σε διαρρήκτη ή απατεώνα μεγάλου βεληνεκούς. Αντιθέτως διαθέτει ιπποτικά αισθήματα και ευγενικά ιδεώδη. Ντύνεται σαν αριστοκράτης και η εξυπνάδα του βάζει κάτι και τον καλύτερο αστυνομικό επιθεωρητή. Μπορεί να κλέψει τα τιμαλφή μιας κλειστής και φρουρούμενης αίθουσας από τη φυλακή, ενώ μπορεί να αποδράσει από την τελευταία δίχως να τον πάει κανένας είδηση.

Η αφήγηση των περιπετειών του ξεκινά με αντίθετη φορά από αυτήν που θα περίμενε κανείς: από τη σύλληψή του που λαμβάνει χώρα πάνω σε ένα κρουαζιερόπλοιο. Στο τέλος του βιβλίου, αντί να ξαναβρίσκεται ο Αρσέν Λουπέν στη φυλακή και ο επιθεωρητής διώκτης του να έχει θριαμβεύσει-όπως συμβαίνει συνήθως στα αστυνομικά μυθιστορήματα που τελειώνουν με τη σύλληψη του δράστη- εδώ, εντούτοις, ο Λουπέν απολαμβάνει την ελευθερία του και  υπόσχεται νέες περιπέτειες στους αναγνώστες.

Η κινηματογραφική του απόδραση από τη φυλακή της Σαντέ στο Παρίσι εξιστορείται εδώ, όπως και η συνάντησή του με τον επιθεωρητή Γκανιμάρι. Να προσθέσουμε εδώ ότι συν τοις άλλοις, εκτός από πανέξυπνος, ο Αρσέν Λουπέν είναι και άσσος στις μεταμφιέσεις. Τι θα γίνει άραγε με το περιδέραιο της Βασίλισσας Βικτωρίας; Με τον μυστηριώδη ταξιδιώτη του τρένου; Με το επτά κούπα; Με το μαύρο μαργαριτάρι; Και με το χρηματοκιβώτιο της κυρίας Εμπέρ; Όλα αυτά συναποτελούν κεφάλαια του βιβλίου και τις επιμέρους περιπέτειες του τζέντλεμαν διαρρήκτη που περιμένει να τις ανακαλύψουμε. Όπως είναι λογικό, η εικονογράφηση προσδίδει στην ανάγνωση άλλη διάσταση, τροφοδοτώντας τη φαντασία του αναγνώστη με  νέες εικόνες και επιλογές.

Το έργο αναντίρρητα προορίζεται να διαβαστεί από όλους τους λάτρεις της αστυνομικής λογοτεχνίας και της λογοτεχνίας μυστηρίου, αλλά και από νεαρότερους αναγνώστες, αφού η μεγάλης έκτασης εικονογράφησή του το καθιστά πολύ προσιτό στα παιδιά και σε εφήβους, στους οποίους η αστυνομική λογοτεχνία ασκεί, ούτως ή άλλως, μεγάλη έλξη ως λογοτεχνικό είδος.

Ειρήνη Μαλάμου, Ανάμεσα σε δυο Θεούς, εκδ. Μίνωας

    Ένα βιβλίο-έκπληξη, που δεν είναι αυτό που περιμένεις…               Ένα μυθιστόρημα εποχής-έκπληξη, εξαιρετικά καλογραμμένο, ...