Τρίτη 25 Νοεμβρίου 2025

Ιωάννης Κ. Ξυδόπουλος, Αθήνα 405-386 π.Χ., όψεις μιας μεταβαλλόμενης πραγματικότητας, εκδ. Gutenberg

 


            Η περίοδος της αρχαιότητας μετά το τέλος του Πελοποννησιακού πολέμου δεν είναι από αυτές για τις οποίες ιστορικοί και συγγραφείς προτιμούν να επιμένουν ιδιαίτερα στα γραπτά τους. Τα περισσότερα βιβλία Ιστορίας δεν αφιερώνουν πολλές σελίδες στα έργα τους προκειμένου να αφηγηθούν τη μοίρα των ελληνικών πόλεων-κρατών μετά το πέρας του φρικτού Πελοποννησιακού πολέμου (431-404π.Χ.), μιας και οι περισσότερες από αυτές, ιδιαίτερα η Αθήνα και η Σπάρτη είχαν φυσικά παρακμάσει μετά από δεκαετίες εμφύλιων συγκρούσεων και πολέμων. Αντιθέτως, πολύ περισσότερες μελέτες για τον αρχαίο κόσμο προτιμούν να επικεντρώνονται στον διάσημο «5ο χρυσό αιώνα π.Χ.» και στον κλεινόν άστυ.

 Η ιστορική μελέτη του Αναπληρωτή Καθηγητή Αρχαίας Ελληνικής Ιστορίας του ΑΠΘ με τίτλο «Αθήνα 405-386 π.Χ., όψεις μιας μεταβαλλόμενης πραγματικότητας» είναι ακριβώς ό,τι πρέπει προκειμένου να συμπληρώσει ο ιστορικός μελετητής τις-ελλιπείς συνήθως- γνώσεις του για τη συγκεκριμένη περίοδο. Πρόκειται, επομένως, για ένα βιβλίο το οποίο βασίζεται σε ενδελεχή έρευνα των επιγραφικών και φιλολογικών πηγών της εποχής και απευθύνεται πρωτίστως σε φοιτητές Ιστορίας και ιστορικούς, αλλά και σε κάθε εραστή της αρχαίας ιστορίας.

Ο συγγραφέας βάζει στο μικροσκόπιο την κατάσταση που επικράτησε στην Αθήνα αμέσως μετά την ήττα των Αθηναίων από τους Σπαρτιάτες υπό τον Λύσανδρο στους Αιγός ποταμούς το 405 π.Χ. Ένα έτος αργότερα, τερματίστηκε επισήμως ο Πελοποννησιακός πόλεμος και οι Αθηναίοι αναγκάστηκαν να παραδεχτούν την ήττα τους. Οι όροι που τους επιβλήθηκαν από τους νικητές ήταν μεν επαχθείς-αναγκάστηκαν να δεχτούν το ολιγαρχικό και μισητό σε πολλούς καθεστώς των Τριάκοντα Τυράννων-όχι όμως και εξοντωτικοί για την πόλη των Αθηνών. Για την ακρίβεια οι όροι αυτοί θα μπορούσαν να είναι πολύ χειρότεροι, οι Σπαρτιάτες, όμως, αποφάσισαν για πολλούς και ποικίλους λόγους να επιβάλλουν επιεικείς όρους στην ηττημένη ένδοξη πόλη. Ένας από τους λόγους αυτούς ήταν, φυσικά, και η δόξα και το κλέος που είχε αποκτήσει κατά τον χρυσό αιώνα του Περικλή και η μεγάλη της συνεισφορά στους τομείς της τέχνης, της ιστοριογραφίας, του θεάτρου, της φιλοσοφίας κτλ. Επιπλέον, οι ελληνικές πόλεις δεν ήθελαν να τιμωρήσουν τόσο αυστηρά μία πόλη που είχε συμβάλλει τα μέγιστα στην απώθηση των περσικών εισβολών, στην πόλη των Ελευσίνιων Μυστηρίων, αλλά και σε μία πόλη που θα μπορούσε να αποτελέσει αντίβαρο στον επεκτατισμό των Θηβαίων.

Έτσι λοιπόν, η Αθήνα παραδόθηκε τελικά, αλλά δεν καταστράφηκε ολοσχερώς. Συν τοις άλλοις, οι ίδιοι οι Αθηναίοι δεν παραιτήθηκαν τελικά ποτέ από την αυτοκρατορική ιδεολογία τους. Αυτήν ακριβώς τη θέση αποδεικνύει ο συγγραφέας μέσα στο πόνημά του και αυτή η θέση ήταν, απ’ ότι φαίνεται και η αφορμή για τη συγγραφή του εν λόγω πονήματος.

Ο Ξυδόπουλος εστιάζει και σε άλλα σπουδαία γεγονότα που έλαβαν χώρα μεταξύ της περιόδου 404-386 π.Χ., όπως την επιβολή της αμνηστίας στην Αθήνα το 403 π.Χ., την περίφημη δίκη του Σωκράτη το 399 π.Χ., τη διεξαγωγή ενός συνεδρίου ειρήνης στη Σπάρτη το 392 π.Χ., αλλά και στη γνωστή «Βασίλειο ειρήνη», μια ειρήνη που επιβλήθηκε από τους Πέρσες και θεωρήθηκε ντροπιαστική για τους Έλληνες, αφού παρέδιδε τους ελληνικούς πληθυσμούς της Μικράς Ασίας στους Πέρσες.

Η «Βασίλειος Ειρήνη» αποτελεί τομή στην ιστορία του ελληνικού χώρου μετά το πέρας του Πελοποννησιακού πολέμου και ο συγγραφέας επιλέγει να τερματίσει την εξιστόρησή του σε αυτό το σημείο, αφού παραθέσει με συνέπεια και σαφήνεια όλα όσα την αφορούν και καταλήξει στη θέση ότι, λίγο μετά, κατά την περίοδο της Β΄ Αθηναϊκής Συμμαχίας, η Αθήνα θα εμφορείτο και πάλι από το ίδιο αυτοκρατορικό ιδεώδες και την ηγετική νοοτροπία που διέθετε πριν από τον πόλεμο.

Εκτός από την πληθώρα αποσπασμάτων από αρχαίες πηγές, ο συγγραφέας παραθέτει στο τέλος του βιβλίου του εκτενή βιβλιογραφία, επίμετρο, ευρετήρια, αλλά και μία περίληψη του έργου στην αγγλική γλώσσα. Εν κατακλείδι, πρόκειται για ένα εξαιρετικά χρήσιμο βιβλίο-εργαλείο για τον μελετητή της εν λόγω περιόδου.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

Σώτη Τριανταφύλλου, Το τυφλό γουρούνι στη δεύτερη οδό, εκδ. Πατάκη

    « Το «Τυφλό γουρούνι στη δεύτερη οδό» ήταν ένα σαλούν όπως εκείνα του Φαρ Γουέστ, με ξύλινο πάγκο, λιτή διακόσμηση κι έναν μπάρμαν...