Για
την τρίτη ηλικία
Πώς θα είμαστε στα εβδομήντα μας;
Ποιος από εμάς τους… «μικρούς» μπορεί να φανταστεί με ειλικρίνεια τον εαυτό του
στη τρίτη ηλικία, στα εβδομήντα, στα ογδόντα, αδύναμο, ανήμπορο και πιθανότατα
άρρωστο, δίχως να έχει πολλά χρόνια ζωής μπροστά του. Τι σκέψεις θα κάνουμε,
άραγε, τότε; Η ζωή μας θα είναι προβλέψιμη, μία μονότονη αναπόληση των
περασμένων μεγαλείων της νιότης μα ή θα σφύζουμε ακόμη από όρεξη για ζωή; Και ο
θάνατος; Πώς θα είναι το περιβόητο τέλος; Πόσο δύσκολος θα είναι οα αποχωρισμός
από τα αγαπημένα μας πρόσωπα; Θα μας χτυπήσει το Αλτσχάιμερ; Πώς νιώθουν όσοι
πάσχουν από κάποιο ανίατο νόσημα; Και, τέλος, τι θα απογίνουν τα πράγματά μας όταν
πεθάνουμε;
Με τέτοιου είδους υπαρξιακά ερωτήματα
έρχεται αντιμέτωπος ο αναγνώστης, αλλά και ο συγγραφέας Γουστάβο Ροδρίγες από το
Περού στο μυθιστόρημά του με τίτλο-στην ελληνική μετάφραση της Αγγελικής Βασιλάκου
«Και οι επτά ήταν υπέροχοι». Πρόκειται για ένα μυθιστόρημα στο οποίο πρωταγωνιστούν
όχι μόνο ηλικιωμένοι χαρακτήρες, αλλά και δράσεις, σκέψεις και η καθημερινότητα
των ηλικιωμένων. Και δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετικά, αφού η δράση του
μυθιστορήματος εκτυλίσσεται κυρίως σε ένα γηροκομείο της Λίμας, της πρωτεύουσας
του Περού.
«Η Εουφράσια απολάμβανε να διασχίζει αυτή τη
φαρδιά λεωφόρο. Ανέδιδε έναν αέρα ανεπτυγμένης χώρας. Μια λωρίδα αποκλειστικά
για τη δημόσια συγκοινωνία, μία για τους ποδηλάτες, βαμμένη κόκκινη, πεζοδρόμια
με ανάγλυφα πλακάκια για τους τυφλούς, ράμπες για τα αναπηρικά αμαξίδια, ακόμα
και γκρίνγκο στις καφετέριες. {…}Γύρω της οι κάτοικοι της Λίμα κυκλοφορούσαν με
κασκόλ και χοντρά παπούτσια, ενώ κάποιοι τουρίστες-από αρκτικά κλίματα
κυρίως-φορούσαν ελαφριά σακάκια, ακόμα και πέδιλα».
Οπωσδήποτε
ο αναγνώστης θα ξαφνιαστεί με την παραπάνω περιγραφή της Λίμα, που θα θυμίσει
ευρωπαϊκή πρωτεύουσα. Μελετώντας, εξάλλου, και τους χαρακτήρες που περιέχονται
στο βιβλίο, ο αναγνώστης θα διαπιστώσει ότι οι διαφορές Λατινικής Αμερικής και
Ευρώπης ίσως δεν είναι τόσο μεγάλες τελικά, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τον τρόπο
σκέψης των ανθρώπων όταν πλησιάζουν στον θάνατο.
Η
Εουφράσια, επομένως, είναι η φροντίστρια σε κέντρο ηλικιωμένων στη Λίμα του
Περού και η πρωταγωνίστρια του βιβλίου. Η Εουφράσια έχει μία αδελφή νοσηλεύτρια,
αλλά και έναν γιο, τον Νίκο, τον οποίο
μεγαλώνει μονάχα με τη βοήθεια της αδελφής της.
Η Εουφράσια αναπτύσσει πολύ ισχυρό δεσμό με την δόνια Κάρμεν, μία πολύ
ιδιαίτερη ηλικιωμένη, αλλά και με τον γιατρό Δόκτορα Χάρισον. Όχι όμως μόνο με αυτούς,
αλλά και με άλλους επτά πολύ ιδιαίτερους
και ξεχωριστούς ηλικιωμένους που ακόμη μιλούν για ποίηση και ακούν ροκ και τζαζ
μουσική, ακόμα και το περίφημο mamama
mia
των abba.
Τα παιχνίδια που παίζουν μεταξύ τους τους κάνουν να μοιάζουν με μικρά παιδιά… Με
λίγα λόγια, η όρεξη για τη ζωή φαίνεται να μην τους εγκαταλείπει ποτέ παρά τα
απαισιόδοξα μηνύματα που στέλνει το σώμα τους. Τελικά, όμως, σε ένα απρόσμενο
φινάλε του βιβλίου, θα διαπιστώσουμε ότι δεν φεύγει πάντοτε ο πιο ηλικιωμένος
πρώτος…
«Τι θα γινόταν η βιβλιοθήκη του σε λίγο; Πού
θα κατέληγαν οι εγκυκλoπαίδειες,
οι άτλαντες, οι πρώτες εκδόσεις, οι σπάνιες πραγματείες αλχημείας που είχε
ξεκοκαλίσει με αυταπάρνηση μοναχού; Τι σημασία είχε στην τελική. Ποτέ του δεν
είχε αποκτήσει κάτι έχοντας κατά νου τις επόμενες γενιές. Εφόσον αυτό που
έχουμε δεν μας ανήκει, ποιο το νόημα να παραδώσουμε τη σκυτάλη της ιδιοκτησίας;»
Με ένα συγκινητικό φινάλε και γρήγορο ρυθμό
αφήγησης και δράσης, ο συγγραφέας θα μας διδάξει να ακολουθούμε τον δρόμο της καρδιάς
μας, τον μόνο σωστό και τον μοναδικό που δεν κάνει ποτέ λάθος. Διδακτικό,
επομένως, το μυθιστόρημα, όμως, δίχως έμφαση στην ηθικολογία, όσο και αν μπορούμε
να κρατήσουμε συμβουλές από αυτό. Παράλληλα, ο συγγραφέας θα μας βάλει σε
σκέψεις σχετικά με την τρίτη ηλικία, με τις δυσκολίες με τις οποίες οι
ηλικιωμένοι έρχονται αντιμέτωποι καθημερινά, αλλά και με την ευθραστότητα και
κάθε ευάλωτη πτυχή που χαρακτηρίζει όλους ανεξαιρέτως τους ηλικιωμένους. Και
όσο το προσδόκιμο της ζωής θα μεγαλώνει, τόσο περισσότερους ηλικιωμένους θα συναντάμε
στις κοινωνίες μας, επομένως, τόσο πιο επίκαιρο καθίσταται το εν λόγω βιβλίο. Και
η αλήθεια είναι ότι λίγοι συγγραφείς επέλεγαν να βάλουν ηλικιωμένους χαρακτήρες
στα έργα τους, τουλάχιστον μέχρι τώρα.
Το
βιβλίο περιέχει αρκετές κωμικοτραγικές σκηνές, δεν χαρακτηρίζεται, δηλαδή,
αμιγώς ούτε ως δράμα, ούτε και ως κωμωδία. Πρόκειται εν πολλοίς για ιλαροτραγωδία.
Να σημειώσουμε εδώ, τέλος, ότι το βιβλίο βραβεύτηκε με το 260 Βραβείο Μυθιστορήματος
Alfaguara
το έτος 2023.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.