Ο Πρόεδρος του Φιλολογικού Ομίλου
Ελλάδος, ο συγγραφέας Αντώνης Χαριστός, έχει αποδείξει πολλάκις μέχρι τώρα ότι
του αρέσει να ταράζει τα νερά, να πρωτοτυπεί θεματικά, αλλά και να θίγει θέματα δύσκολα με τις γραφές του.
Αυτό ακριβώς αποδεικνύει για άλλη μία φορά με το θεατρικό του έργο που τιτλοφορείται
«Έμπορος κατά συνείδηση». Πρόκειται για ένα έργο που παρουσιάζει θεματική
συνάφεια με το μυθιστόρημά του «Αγία Οικογένεια», αφού αμφότερα τα έργα θίγουν
το θέμα της παιδικής-και σεξουαλικής- κακοποίησης.
Στο
νέο του θεατρικό έργο ο Χαριστός στηλιτεύει για άλλη μία φορά την απάθεια, την
υποκρισία και την αδιαφορία της κοινωνίας απέναντι στις νοσηρές συμπεριφορές
που η ίδια πολλές φορές επαίσχυντα καλύπτει.
Στον
ρόλο του «κακού» αυτή τη φορά είναι ένας
έμπορος κατά συνείδηση, ο αντιπαθής και σπαγκοραμμένος-ως
άλλος Εμπενίζερ Σκρουτζ- Πολυχρόνης, ένας άνδρας στη μέση ηλικία και ιδιοκτήτης
καταστήματος μεταχειρισμένων βιβλίων. Ο Πολυχρόνης είναι φοβερά φιλοχρήματος,
τσιγκούνης και αντιπροσωπεύει τη διαφθορά της ελληνικής κοινωνίας μαζί με άλλους
τρεις χαρακτήρες του έργου, τον αστυνόμο Νίκο Δενδρινό, που είναι μέγας τάξεως
χαρτόμουτρο, τον Πέτρο Γιώτη που είναι προϊστάμενος της Εφορίας και τον
επιστήθιο φίλο του και συνταξιούχο δάσκαλο Ανδρέα Παπαδόπουλο-φυσικά το επίθετό
του μας παραπέμπει στη Δικτατορία των Συνταγματαρχών. Τα αθώα θύματα του
Πολυχρόνη είναι δύο πρόσφυγες, ο είκοσι δυάχρονος Αλί και η δωδεκάχρονη Καρίνα Λαβί
από τη Συρία. Ο Αλί δουλεύει στο μαγαζί του Πολυχρόνη ως ο άνθρωπος για όλες τις
δουλειές και είναι αναγκασμένος να υπομένει τις παραξενιές του μεσήλικα, την
απανθρωπιά, αλλά και τη τσιγγουνιά του.
Οι
δύο έτεροι χαρακτήρες του έργου, μία γυναίκα στέλεχος του προγράμματος
μετανάστευσης και ασύλου και ένας άνδρας
με την ίδια ιδιότητα είναι δευτερεύοντες μεν και δεν διαδραματίζουν μεγάλο ρόλο
στην εξέλιξη της υπόθεσης, αλλά αναγκαίο να κάνουν την εμφάνισή τους στο έργο.
Ο
Χαριστός με αφορμή την πρόταση που θα δεχτεί ο Πολυχρόνης για να φιλοξενήσει το
μικρό δωδεκάχρονο κορίτσι από τη Συρία στο σπίτι του-με το αζημίωτο φυσικά-
ξεδιπλώνει όλον τον καλά κρυμμένο κάτω από την επιφάνεια παλιοχαρακτήρα του Πολυχρόνη,
τα σαδιστικά του ένστικτα και την υποκρισία του. Δεν θα διστάσει να πουλήσει το
σώμα του άτυχου παιδιού προκειμένου να αποκομίσει κέρδος.
Ο
παραλληλισμός με την ιστορία του αθώου Χριστού είναι, φυσικά, εύλογος, όπως μας
λέει και ο Κωνσταντίνος Κυριακού στην
εισαγωγή που αναλύει τις συνισταμένες του έργου. Πρόκειται, επομένως, για ένα
ωμά ρεαλιστικό θεατρικό σε τρεις πράξεις που αποτελεί γροθιά στο στομάχι των αναγνωστών
και θα συγκλονίσει με κάποιες από τις αποτρόπαιες σκηνές κακοποίησης που
περιέχει. Συν τοις άλλοις, ο συγγραφέας δεν διστάζει να ειρωνευτεί πολλάκις και
τη φαινομενικά φοβερή αφοσίωση των τεσσάρων ανήθικων χαρακτήρων στα ιδεώδη της χριστιανικής
ηθικής.
Στο
έργο αυτό τίποτε δεν είναι τυχαίο. Ο Χαριστός έχει μεριμνήσει για την επιλογή
κάθε ονόματος, κάθε λέξης που θα προφέρει κάποιος ήρωάς του, αλλά και κάθε
κίνησης την οποία θα κάνει. Έτσι, προκειμένου να κρατήσει συγκεντρωμένη την
προσοχή των θεατών στα τεκταινόμενα της σκηνής, εφαρμόζει «οικονομία» στον
αριθμό των ατόμων που τοποθετεί κάθε φορά επί σκηνής, ποτέ δηλαδή πάνω από τρία ομιλούντα άτομα. Επίσης, οι δύο ημερομηνίες
των κρασιών που αναφέρονται, το 1935 και
το 1963 δεν είναι διόλου τυχαίες. Το 1935 είναι το έτος που σημειώνεται στην
Ελλάδα το αποτυχημένο βενιζελικό κίνημα, αλλά και το έτος που ο Χίτλερ θα
ψηφίσει στη Γερμανία τους ρατσιστικούς Νόμους της Νυρεμβέργης. Το 1963, από την
άλλη, λαμβάνει χώρα η δολοφονία Λαμπράκη, αλλά και ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ
εκφωνεί τον διάσημο λόγο του « I
have a dream».
Ο
ρόλος του συγγραφέα είναι από τη μία καταγγελτικός και διδακτικός προς τους αναγνώστες
του και από την άλλη ψυχογραφικός, αφού ο Χαριστός φιλοδοξεί να φιλοτεχνήσει το
πορτρέτο ενός καλά κρυμμένου εγκληματία, από αυτούς που συναντάμε καθημερινά
γύρω μας να κυκλοφορούν ελεύθεροι, ανενόχλητοι και φαινομενικά αθώοι. Στόχος
του είναι να διεγείρει την ανθρωπιά των αναγνωστών, αλλά και να καταγγείλει όλα
τα κακώς κείμενα και τις παθογένειες της ελληνικής κοινωνίας.
Η
κορύφωση του δράματος έρχεται στο τέλος της Τρίτης Πράξης, μετά από μία ακόμα
κορύφωση που είχε προηγηθεί στο τέλος της Δεύτερης. Το έργο έχει γρήγορο ρυθμό
και διαβάζεται εύκολα, φιλοδοξούμε δε και ευχόμαστε να το δούμε σύντομα να
παίρνει σάρκα και οστά στο παλκοσένικο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.