Τετάρτη 30 Σεπτεμβρίου 2020

Γεράσιμος Δ. Παγκράτης, κοινωνία και οικομομία στο βενετικό "κράτος της θάλασσας", Οι ναυτιλιακές επιχειρήσεις της Κέρκυρας (1496-1538), εκδ. Πεδίο, 2013, σελ.540


 

Το βιβλίο αυτό αποτελεί μία έξοχη επιστημονική μελέτη με άξονα τρεις βασικές συνιστώσες: την ελληνική ναυτιλία, τη Βενετία και την βενετοκρατούμενη Κέρκυρα. Ο Γ.Π., αναπληρωτής καθηγητής στη Φιλοσοφική Σχολή του ΕΚΠΑ και στο Ανοιχτό Πανεπιστήμιο, έχει εκπονήσει μία διεξοδική έρευνα βασισμένη στα κερκυραϊκά και τα βενετσιάνικα αρχεία, και πιο συγκεκριμένα 20.000 περίπου νοταριακά έγγραφα, τα οποία αφορούν τη ναυτική ζωή της Βενετίας και των Ελλήνων υπηκόων της. Σκοπός του είναι να ρίξει φως στις ναυτιλιακές επιχειρήσεις της Κέρκυρας την περίοδο από το 1496 ως το 1538.

Μετά από έναν πρόλογο και μία εισαγωγή που αφορούν κυρίως τις πηγές και τη μέθοδο τις οποίες χρησιμοποίησε ο συγγραφέας για τη δημιουργία του συγγράμματος, παρατίθεται εν συντομία η ιστορία της θαλασσοκράτειρας Βενετίας από τις απαρχές της συγκρότησής της ως μεγάλης ναυτικής δύναμης ως και τον 18ο αιώνα, και κατόπιν εκείνη της Κέρκυρας ως κτήση της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας του Αδρία κατά το πρώτο μισό του 16ου αιώνα.

Εν συνεχεία, απαριθμούνται λεπτομερώς τα εμπορεύματα τα οποία διακινούνταν από το λιμάνι της Κέρκυρας, όπως τα σιτηρά, το κρασί, το αλάτι κ.α. και ταξινομούνται σχολαστικά ανά είδος: είδη πολυτελείας, είδη πρώτης ανάγκης, είδη προς μεταποίηση από τη βιοτεχνία, ζώα, γεωργικά προϊόντα κ.τ.λ. Όλος αυτός ο πλούτος των προϊόντων παρατίθεται για να μας δείξει ότι η Κέρκυρα ήταν η δεύτερη σημαντικότερη κτήση της Βενετίας στην Ανατολική Μεσόγειο μετά από τον Χάνδακα. Ο συγγραφέας μας εξηγεί τους λόγους για τους οποίους το διαμετακομιστικό εμπόριο της Κέρκυρας είχε τέτοια σπουδαία θέση στην εμπορική οικονομία της Βενετίας και δεν αφήνει τίποτε απέξω το οποίο να μην αφορά την ναυτιλία: είδη πλοίων, σύνθεση πληρώματος, ναυπηγεία, οι Έλληνες ως ναύτες στα βενετσιάνικα πλοία, νηοπομπές, μεθόδους οργάνωσης και διαχείρισης της ναυτικής επιχείρησης, εταιρείες και κομπανίες, ναυλοσύμφωνα, δάνεια κ.τ.λ. Παρατίθενται επίσης τα τέσσερα είδη του εμπορίου του νησιού: εκείνο στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, εκείνο της Αδριατικής, το περιφερειακό εμπόριο του Ιονίου και το τοπικό εμπόριο με τις απέναντι ακτές.

Τελικά, καταλήγει ο συγγραφέας μέσα από το παράδειγμα της Κέρκυρας, οι ΄Ελληνες απέκτησαν την πολυπόθητη εμπειρία στη θάλασσα ήδη από τον 15ο αιώνα, υπηρετώντας στα πλοία της θαλασσοκράτειρας. Έτσι όταν ξέσπασε η Ελληνική Επανάσταση το 1821,, οι Έλληνες ήταν ήδη φτασμένοι ναυτικοί.

Η έκδοση συνοδεύεται από κατατοπιστικούς πίνακες και χάρτες με το εν λόγω σχετικό υλικό, καθώς και από λεπτομερέστατη παράθεση της βιβλιογραφίας. Στο σύνολό της πρόκειται για μία σημαντική συμβολή στον χώρο της ελληνικής ναυτιλίας κατά την αυγή των νεότερων χρόνων.

Γ.Μπακάλοφ, Χ. Ματάνοφ. Π. Μίτεφ, Ι.Ίλτσεφ, Ρ. Μαρίνοβα-Χρηστίδη, Ιστορία της Βουλγαρίας, εκδ. Επίκεντρο, 2015, σελ.452, μεταφ. Γ. Χρηστίδης


Είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον για τους Έλληνες να μαθαίνουν για την ιστορία των γειτόνων τους, και ιδίως εκείνη των βαλκανικών λαών, μια ιστορία για την οποία ελάχιστα πράγματα γνωρίζουμε.

Αυτό το κενό στην ελληνική βιβλιογραφία έρχεται να καλύψει το συλλογικό έργο έγκριτων Βουλγάρων ιστορικών σε μετάφραση του Γ. Χρηστίδη. Αποτέλεσμα είναι ένα βιβλίο με την πληρέστερη ιστορία της γείτονος χώρας που κυκλοφορεί στη γλώσσα μας, από την προϊστορία μέχρι και τη σύγχρονη εποχή. Κάθε ένα από τα έξι κεφάλαιά του είναι γραμμένο από έναν από τους ιστορικούς συγγραφείς.

Αρχικά εξετάζεται το μυστήριο σχετικά με το ζήτημα της καταγωγής των Βουλγάρων και οι διάφορες θεωρίες οι οποίες έχουν κατά καιρούς προταθεί. Σύμφωνα με τις νεότερες έρευνες, η αρχική κοιτίδα των Βουλγάρων πρέπει να τοποθετηθεί στην περιοχή του Χίντου Κους, στα σημερινά κράτη του Τουρκμενιστάν και του Αφγανιστάν. Οι αρχαίοι Βούλγαροι που κατοικούσαν εκεί ήταν κάτω από την επιρροή του ιρανικού πολιτισμού. Στη συνέχεια, οι Βούλγαροι εγκαταστάθηκαν στην περιοχή της Αρμενίας και από εκεί είχαν μετακινηθεί ως τον 5ο μεταχριστιανικό αιώνα κάτω από τον Δούναβη και δυτικά από τον Εύξεινο Πόντο, εκεί περίπου δηλαδή όπου βρίσκεται το κράτος τους ακόμη και σήμερα.

Στη συνέχεια αναλύονται διεξοδικά  τα γεγονότα της ίδρυσης του βουλγαρικού κράτους του Ασπαρούχ το 687 και η συγχώνευση των Πρωτοβουλγάρων με τα σλαβικά φύλα. Εκείνη την εποχή περίπου αρχίζουν και οι σχέσεις με τη γειτονική βυζαντινή αυτοκρατορία, σχέσεις πότε ειρηνικές και πότε εχθρικές, με αποκορύφωμα την εποχή του Βούλγαρου τσάρου Συμεών και του Σαμουήλ. Η βυζαντινή επιρροή στην γείτονα χώρα ήταν ανέκαθεν ισχυρή, ιδίως μετά από τον εκχριστιανισμό των Βουλγάρων τον 9ο αιώνα.

Μετά από την ήττα των Βουλγάρων  στη μάχη του Κλειδιού το 1014, το βουλγαρικό κράτος περνά στη βυζαντινή κατοχή ως το 1185 οπότε και συγκροτείται και πάλι εκ νέου, εκμεταλλευόμενο την αδυναμία των Βυζαντινών.

Ακολούθως, η Βουλγαρία κατακτάται από τους Οθωμανούς στα τέλη του 14ου αιώνα. Το βιβλίο εξετάζει αναλυτικά την περίοδο της εθνικής αφύπνισης των Βουλγάρων από τον 19ο αιώνα κυρίως και εξής, καθώς και τον σφοδρό ανταγωνισμό που η βουλγαρική εκκλησία είχε με το Οικουμενικό Πατριαρχείο στην προσπάθειά της να απαγκιστρωθεί από την, ασφυκτική πολλές φορές, ελληνική επιρροή. Έτσι φτάνουμε στη ανασύσταση του σύγχρονου βουλγαρικού κράτους κατά το έτος 1878 και την οριστική απαγκίστρωση από την τουρκική κηδεμονία.

Η επισκόπηση τελειώνει με τα πολυάριθμα και σημαντικά γεγονότα του 20ου αιώνα, τους βαλκανικούς πολέμους και τον ανταγωνισμό με τους Σέρβους και τους Έλληνες για τη Μακεδονία, τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και την περίοδο του κομμουνισμού ως την πτώση του υπαρκτού σοσιαλισμού και την πορεία της χώρας στη μετακομουνιστική εποχή.

Το βιβλίο επικεντρώνεται στα πολιτικά κυρίως γεγονότα, υπάρχουν όμως υποκεφάλαια με λεπτομερή ανάλυση της βουλγαρικής κοινωνίας σε κάθε φάσης της, την ειδωλολοτρική, τη χριστιανική μεσαιωνική και τη σύγχρονη. Πρόκειται για ένα σύγγραμμα το οποίο επιχειρεί να γνωστοποιήσει άγνωστα κομμάτια της ιστορίας από τη γείτονα χώρα στους αναγνώστες, όπως, για παράδειγμα, το γεγονός ότι ήταν αρκετοί οι Βούλγαροι οι οποίοι πολέμησαν στο πλευρό των Ελλήνων εναντίον των Τούρκων, όπως και άλλοι Βαλκάνιοι βέβαια, κατά τη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης. 

 Ένας από τους σκοπούς των συγγραφέων είναι λοιπόν, αδιαμφισβήτητα, η περαιτέρω βελτίωση των σχέσεων της χώρας μας με τη Βουλγαρία, μετά από τη βελτίωση που γνώρισαν στη σύγχρονη εποχή επί Κωνσταντίνου Καραμανλή. Και κάτι τέτοιο μπορεί να γίνει μόνο αν ο ένας λαός ενδιαφερθεί και γνωρίσει την ιστορία του άλλου. Τότε θα δει ότι, τελικά, εκείνα που ενώνουν τους λαούς είναι πολύ περισσότερα απ' ότι εκείνα που τους χωρίζουν.

  

Τρίτη 22 Σεπτεμβρίου 2020

Νίκος Ζ. Κομνηνός, Η σπίθα, εκδόσεις Καστανιώτη, 2020, σελ. 317


 

 "Η σπίθα" είναι ένα βιβλίο που μιλά για μία επιδημία. Είναι γραμμένο πριν από τη σημερινή πανδημία του κορονοϊού όσο κι αν αυτό μας φαίνεται απίστευτο, όσο κι αν μας κάνει αυτό να πιστεύουμε ότι ο συγγραφέας Νίκος Κομνηνός διαθέτει μαντικές ικανότητες. Ο αναγνώστης θα δυσκολευτεί να πιστέψει ότι γράφτηκε πριν ενσκήψει η σημερινή πανδημία.

Πρόκειται για ένα βιβλίο προφητικό, ένα βιβλίο επιστημονικής φαντασίας, τοποθετημένο όμως σε ρεαλιστική βάση. Εδώ απουσιάζουν οι αναφορές σε κάποιον μελλοντικό και δυστοπικό κόσμο όπως έχουμε την τάση να τον φανταζόμαστε, δηλαδή με ρομπότ, πλήρη αυτοματοποίηση της καθημερινής ζωής, κατεστραμμένο περιβάλλον κ.τ.λ. Αντιθέτως, στο βιβλίο αυτό, εν έτει μόλις 2022, οι άνθρωποι και ο κόσμος είναι ίδιοι ακριβώς όπως και σήμερα. Φαινομενικά τίποτε δεν έχει αλλάξει. Κι όμως, στον κόσμο του μυθιστορήματος του Ν.Κ. έχει ήδη συντελεστεί η μεγαλύτερη αλλαγή: αυτή που αφορά την ελευθερία της ανθρώπινης βούλησης. Οι άνθρωποι λαμβάνουν πλέον αποφάσεις προσχεδιασμένες και κατευθυνόμενες από άλλους, από τους παντοδύναμους ηγεμόνες που κινούν απανταχού τα νήματα, και δεν είναι πλέον ελεύθεροι να αποφασίζουν μόνοι τους.

Ο συγγραφέας τοποθετείται πολύ ορθά στο ζήτημα της κλιματικής αλλαγής και της σωτηρίας του πλανήτη: θεωρεί ότι όλα είναι αποτέλεσμα της ανθρώπινης βούλησης, της ανθρώπινης συνεργασίας και του συντονισμού των κυβερνήσεων. Πράγματι, αν οι κυβερνήσεις δεν συνεργαστούν κι αν οι άνθρωποι δεν αποκτήσουν οικολογική συνείδηση, η σωτηρία του πλανήτη δεν θα είναι πλέον εφικτή.

Πώς λοιπόν θα πεισθούν όλοι οι άνθρωποι να συνεργασθούν για την επίτευξη ενός, όχι απλά ευγενούς, μα ενός αναγκαίου να υλοποιηθεί, στόχου; Η μόνη λύση βρίσκεται στην τεχνολογία, και πιο συγκεκριμένα στη νανοτεχνολογία, η οποία έχει κάνει τόσο μεγάλα άλματα στις μέρες μας,σύμφωνα με την υπόθεση του βιβλίου, που μπορεί να ελέγξει την ανθρώπινη βούληση. Το κατά πόσον αυτό είναι ηθικό ή όχι, εφόσον πρόκειται για έναν ευγενή σκοπό, είναι ένα από τα ζητήματα το οποίο απασχολεί έντονα τον συγγραφέα. Ελλοχεύει ακόμη ο εξής κίνδυνος: ο έλεγχος της ανθρώπινης βούλησης να επεκταθεί περαιτέρω, εφόσον αυτός βρίσκεται στα χέρια του λάθος ανθρώπου που διψά για εξουσία.

Και ιδού λοιπόν η υπόθεση εν ολίγοις: η τριαντάτριάχρονη επιχειρηματίας Σεσίλια Στάιν δημιουργεί μία δυνατή επιστημονική ομάδα ταγμένη σε έναν ευγενή σκοπό: τη σωτηρία του πλανήτη. Όταν το σχέδιο της διάσωσης θα επιτευχθεί χάρη στο συνδυασμό της δράσης πολλών επιστημόνων, τότε όλα πλέον φαντάζουν απλά. Ή μήπως όχι;

Το βιβλίο θέτει μία σειρά επίκαιρων οικολογικών, ηθικών και φιλοσοφικών ζητημάτων συνδυάζοντας την πρωτοτυπία στη λογοτεχνική σύλληψη, τη δράση και τη γρήγορη πλοκή. Γράφτηκε πρώτα στα αγγλικά και μεταφράστηκε κατόπιν στα ελληνικά και αποτελεί το πρώτο από μία σειρά βιβλίων μέσα από τα οποία ο συγγραφέας προτίθεται να εκφράσει τις ανησυχίες του. Πρόκειται για ένα ανάγνωσμα που θα μας βάλει σε σκέψεις κάνοντάς μας να καταλήξουμε στο αναπόφευκτο συμπέρασμα: ότι στην καρδιά της περιβαλλοντικής λύσης βρίσκεται ο περιορισμός των ατομικών επιλογών, εφόσον απουσιάζει-δυστυχώς- η συλλογική κοινωνική συνείδηση. Γιατί ποιος άραγε από εμάς σήμερα μπορεί να ισχυριστεί ότι αγαπάει τα παιδιά του όταν συμβάλλει κι αυτός στο να φέρνει τον κόσμο μας "στην εντατική", σε αυτό το οριακό δηλαδή σημείο στο οποίο βρίσκεται τώρα;

Τζεφ Βάντερμίερ, Μπορν, εκδ. Καστανιώτη, 2020, σελ.406



Για πολλούς αναγνώστες αυτό κάλλιστα θα μπορούσε να είναι το πιο αλλόκοτο βιβλίο που έχουν διαβάσει, είτε είναι συνηθισμένοι στην επιστημονική φαντασία, είτε όχι.

Για να είμαστε βέβαια απολύτως ειλικρινείς, το βιβλίο αυτό κινείται ανάμεσα στη λογοτεχνία του φανταστικού και την επιστημονική φαντασία. Εξάλλου ο Τζεφ Φαντερμίερ, ο συγγραφέας από τα νησιά Φίτζι μας έχει συνηθίσει σε τέτοιου είδους αναγνώσματα- βλέπε η τριλογία της νότιας ζώνης-.

Ο αναγνώστης του "Μπορν" έρχεται αντιμέτωπος με πολλών ειδών ασάφειες. Πρώτ' απ΄ όλα σε ό,τι αφορά τον τίτλο. Ο Μπορν είναι ένα παράξενο... τι; Φυτό, ζώο που μιλάει, ή μήπως ρομπότ κατασκευασμένο, άγνωστο από ποιους και για ποιον ακριβώς σκοπό; Ο συγγραφέας σκόπιμα διατηρεί το μυστήριο σχετικά με την ασαφή ιδιότητα του Μπορν σχεδόν μέχρι το τέλος του βιβλίου.

Χρόνος και τόπος επίσης χαρακτηρίζονται από αοριστία και ασάφεια. Ο χρόνος είναι μελλοντικός αναμφισβήτητα, ωστόσο δεν υπάρχει ακριβής χρονική τοποθέτηση. Το ίδιο συμβαίνει και με τον τόπο. Δυστοπικό περιβάλλον, κατεστραμμένο ανεπανόρθωτα ως έναν βαθμό, και άσχετο με το περιβάλλον που αντικρίζουμε σήμερα γύρω μας, όμως το που ακριβώς τοποθετείται η υπόθεση του βιβλίου, το έχει μόνο ο συγγραφέας στο μυαλό του.

Το μυθιστόρημα είναι ολιγοπρόσωπο. Ο Μορντ, η τρομακτική αρκούδα που πετάει, η πρωταγωνίστρια Ρέιτσελ, ο Γιουκ, ο φίλος της Ρέιτσελ, η άγνωστη Μάγισσα, η απρόσωπη Εταιρεία και φυσικά ο μυστηριώδης και επίσης πρωταγωνιστής Μπορν. Η Ρέιτσελ είναι η μόνη χαρακτήρας για την οποία μας επιτρέπει ο Τ.Β. να προσεγγίσουμε κάπως το παρελθόν της.

Η νεαρή πρωταγωνίστρια ζει με τον φίλο της σε μία κατεστραμμένη πόλη ως ρακοσυλλέκτρια. Μια μέρα βρίσκει μία απροσδιόριστη πρασινωπή μάζα, τον Μπορν και αποφασίζει να τον υιοθετήσει. Δεν μπορεί βέβαια να φανταστεί τι εκπλήξεις θα της επιφυλάξει το αινιγματικό αυτό τέκνο, ωστόσο η Ρέιτσελ θα βιώσει τη χαρά του γονιού που μεγαλώνει ένα παιδί και το βλέπει να αλλάζει και να μεταμορφώνεται μέρα με τη μέρα.

Τι σκοπούς έχει τελικά ο Μπορν; Ποιο είναι το παρελθόν του; Μήπως τελικά θέτει σε κίνδυνο την ύπαρξη του καταφυγίου και της ζωής της ίδιας της Ρέιτσελ; Καθώς όλα αλλάζουν γύρω της, ο συγγραφέας καταφέρνει να μας εκπλήξει με ένα αλλοπρόσαλλο φινάλε.

Τα συναισθήματα του αναγνώστη ακροβατούν ανάμεσα στον φόβο, τον οίκτο, την απέχθεια και τη συμπόνοια για την κατάσταση που βιώνουν οι ήρωες. Οι ιδέες του συγγραφέα πολλές και η φαντασία του αξιοθαύμαστη. Όλα τα βλέπει και τα προσεγγίζει με τον δικό του, ξεχωριστό τρόπο. Και τελικά το βιβλίο θα "μιλήσει" με τρόπο διαφορετικό στην καρδιά του κάθε αναγνώστη.

Πέμπτη 17 Σεπτεμβρίου 2020

Το κυνήγι των μαγισσών


 

Αντίθετα απ' ότι συνήθως πιστεύεται, το αποκαλούμενο "κυνήγι των μαγισσών" δεν έλαβε χώρα κατά τη διάρκεια των σκοτεινών χρόνων του Μεσαίωνα, αλλά αμέσως μετά το τέλος του. Φυσικά η εκτέλεση αιρετικών και πάσης φύσεως αντιφρονούντων με καύση στην πυρά δεν ήταν άγνωστη τον Μεσαίωνα, οργανώθηκε όμως συστηματικότερα κατά τον Ύστερο Μεσαίωνα με τη σύσταση της Ιεράς Εξέτασης το 1231 από τον Πάπα Γρηγόριο τον Θ'. Ως τότε οι διώξεις των γυναικών δεν ήταν περισσότερες από εκείνες των όποιων "αιρετικών ανδρών".

Μία πραγματεία όμως που εκδόθηκε το 1486 ήρθε να αλλάξει άρδην τα πράγματα. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει πως ως οντότητα η γυναίκα δεν αντιμετωπιζόταν υποτιμητικά ως τότε. Απλώς το Malleus Malleficarum, το βιβλίο των Δομινικάνων Ιεροεξεταστών Χάινριχ Κράμερ και Γιάκομπ Σπρένγκερ κατάφερε να συμπυκνώσει μέσα σε λίγες σελίδες όλο τον μισογυνισμό της εποχής. 

Το βιβλίο αυτό απευθυνόταν σε εκκλησιαστικούς και κοσμικούς δικαστές, στους οποίους προσέφερε συμβουλές και οδηγίες για τις δίκες των γυναικών που κατηγορούνταν για μαγεία. Ο τίτλος του σημαίνει "Σφυρί των Μαγισσών". To βιβλίο εξηγεί πως οι γυναίκες ήταν πιο ευάλωτες στην επήρεια του σατανά λόγω της κατώτερης νοημοσύνης τους και περιγράφει λεπτομερώς τον τρόπο με τον οποίο διέπρατταν τις υποτιθέμενες ανομίες τους οι μάγισσες. Ισχυρίζονταν μάλιστα ότι η ίδια η λατινική λέξη femina σήμαινε λιγότερη πίστη {fe(πίστη) + minus (λιγότερη)}. Ακόμη περιγράφονταν σε αυτό οι μέθοδοι για τον εντοπισμό, τις καταδίκες, την εξόντωση και τα βασανιστήρια τα οποία έπρεπε να χρησιμοποιηθούν κατά την ακροαματική διαδικασία.

Προς τιμήν της η Καθολική Εκκλησία λίγο αργότερα απαγόρευσε το βιβλίο και αρκετοί ανώτεροι κληρικοί δεν τον ενέκριναν. Αυτό όμως δεν εμπόδισε, κατά τα χρόνια που ακολούθησαν, εκατοντάδες ημιμαθείς και αδείς ιερείς να το χρησιμοποιήσουν προκειμένου να αποδώσουν υποτιθέμενη δικαιοσύνη και να στείλουν στην πυρά χιλιάδες γυναίκες. Η πρώτη δίκη μάγισσας τοποθετείται το 1324 στην Ιρλανδία και η τελευταία το 1782 στην Ελβετία. Το αποκορύφωμα του κυνηγιού σημειώθηκε κατά τα έτη 1580-1630. Εκτιμάται ότι τουλάχιστον 50.000 γυναίκες κάηκαν ζωντανές στην πυρά, μαζί με κάποιους, αρκετά λιγότερους βέβαια, άνδρες οι οποίοι κατηγορήθηκαν ως μάγοι.

ΠΗΓΕΣ: Robert W. Thurston, Μάγοι και Μάγισσες, εκδ. παπαζήση

                Dieter Breuers, Εις το όνομα τριών δαιμόνων, εκδ. Κονιδάρη

Τρίτη 15 Σεπτεμβρίου 2020

Στέλλα Βρετού, Η εφήμερη ομορφιά του έρωτα, 2019, εκδ. Κλειιδάριθμος, σελ.371

 Παρά το εξώφυλλό του, το οποίο παραπέμπει ευθέως στη Σμύρνη, το βιβλίο της Στέλλας Βρετού, "Η εφήμερη ομορφιά του έρωτα" δεν είναι ένα ακόμη πόνημα που αφορά την καταστροφή του 1922. Πρόκειται, αντιθέτως, για ένα βιβλίο το οποίο ξαφνιάζει ευχάριστα και η συγγραφέας του πρωτοτυπεί και δεν ακολουθεί την πεπατημένη οδό, από πολλές απόψεις.


 

Πρώτ' απ' όλα, είναι ένα βιβλίο γραμμένο από μία κοσμοπολίτισσα και Κωνσταντινουπολίτισσα συγγραφέα το οποίο αφορά την πιο "κοσμοπολίτικη" περίοδο του ελληνισμού. Η υπόθεσή του διαδραματίζεται σε όλα τα μέρη από τα οποία πέρασε και άνθησε ο ελληνισμός: Σμύρνη, Αλεξάνδρεια και Κωνσταντινούπολη για να καταλήξει στην τωρινή πρωτεύουσα των απανταχού Ρωμιών, την Αθήνα.

Στην ουσία πρόκειται για την αφήγηση του βίου και της πολιτείας της Σμυρνιάς Ιφιγένειας Σκρινή που θα γεννηθεί και θα μεγαλώσει στη Σμύρνη και, αψηφώντας τις κοινωνικές συμβάσεις, θα πάρει τη δύσκολη απόφαση να εγκαταλείψει τον τόπο και τους δικούς της για να ζήσει τον απόλυτο έρωτα στο πλευρό του δασκάλου της ζωγραφικής της, του Ρώσου Αντρέι Ρομπολόφσκι.

Ο δάσκαλός της όμως δεν είναι αυτός που φαίνεται. Σκοτεινές δυνάμεις καθορίζουν τις κινήσεις και τη μοίρα του, καθώς γίνεται, άθελά του, αδύναμο πιόνι στα χέρια της πανίσχυρης ρωσικής οργάνωσης Τσε Κα. Για να ξεφύγει από τα δίχτυα της θα αναγκαστεί να αλλάξει πολλές φορές τόπο διαμονής, αλλά και να πληγώσει αυτούς που τον αγαπούν.

Ούτε και ο έρωτας όμως είναι τόσο απόλυτος όσο φαίνεται. Αντιθέτως, όπως μας λέει και η συγγραφέας στον τίτλο, αυτός είναι πάντοτε εφήμερος και η ευτυχία δεν κρατάει ποτέ για πάντα. Άλλη μία επιλογή, επομένως, της συγγραφέως να ξεφύγει από τα συνηθισμένα, ακόμη και σε αυτό το τόσο συνηθισμένο για τη λογοτεχνία θέμα, τον έρωτα. 

Η Σ. Β. δεν θέλει να προσφέρει στον αναγνώστη το συνηθισμένο αισθηματικό μελό με το γνωστό "happy end" στο τέλος. Αντιθέτως, δημιουργεί μία ιστορία όχι μυθιστορηματική, με ήρωες υπερρεαλιστικούς και εξιδανικευμένους αλλά καθαρά ρεαλιστική και ανθρώπινη, για να μας δείξει ακριβώς αυτό: ότι η ευτυχία δεν διαρκεί, είναι μονάχα στιγμές. Αυτήν ακριβώς την ευτυχία προσφέρει ο έρωτας: τη στιγμιαία και παροδική.

Εξακολουθώντας να αντιτίθεται στις συμβάσεις, η Σ.Β. ακολουθεί την πρωτοπρόσωπη αφήγηση, την οποία εναλλάσσει με την τριτοπρόσωπη όπου κρίνει αναγκαίο και επιλέγει να επικεντρωθεί όχι στις ημέρες της καταστροφής, αλλά στις μέρες της ακμής της Σμύρνης. Πραγματικά, σε λιγοστά λογοτεχνικά βιβλία θα συναντήσουμε τόσες πολλές εκτενείς περιγραφές και τέτοια πληθώρα πληροφοριών για την καθημερινή ζωή στην προπολεμική Σμύρνη. Είναι ελάχιστα, επίσης, τα βιβλία στα οποία το δράμα της καταστροφής αποτυπώνεται όχι τόσο από τη λεπτομερή περιγραφή εκείνων των δραματικών στιγμών, η οποία απουσιάζει εδώ σχεδόν εντελώς-, αλλά από τα αποτυπώματα που αυτή αφήνει στις ψυχές των δυστυχισμένων υπάρξεων που την έζησαν από κοντά. Με αυτόν όμως τον τρόπο η Μικρασιατική Καταστροφή βιώνεται ακόμη πιο απόλυτα και πιο έντονα από τον αναγνώστη, αφού δεν παρουσιάζεται ως ένα εφήμερο χρονικό γεγονός χωρίς διάρκεια, αλλά αντιθέτως ως ένα γεγονός του οποίους οι συνέπειες εκτείνονται σε βάθος χρόνου: οι πληγωμένες ψυχές και τα σώματα των επιζώντων, το δράμα της προσφυγιάς, η ορφάνια.

Ακόμη, απουσιάζει από την υπόθεση του βιβλίου ένας κλασικός συμβατικός γάμος, κάτι το οποίο θα ήταν η συνηθισμένη επιλογή για μία γυναίκα της εποχής και της κοινωνικής τάξεως της Ιφιγένειας Σκρινή. Αποκούμπι της, η αγάπη της για την τέχνη: τη ζωγραφική και τη φωτογραφία οι οποίες πρωταγωνιστούν κι αυτές με τον τρόπο τους στο βιβλίο.

Η παρουσία της Ιστορίας, τέλος, είναι κι αυτή δοσμένη με πρωτότυπο τρόπο στο βιβλίο της Σ. Β. Η χρονική της διάρκεια εκτείνεται μέχρι τα μέσα του 20ου αιώνα, επηρεάζει φυσικά τις ζωές των πρωταγωνιστών, αλλά, παραδόξως, η μυθιστορηματική αφήγηση σπάνια συνυφαίνεται με αυτήν. Αντιθέτως, η συγγραφέας επιλέγει να μας παρουσιάσει την Ιστορία όπως ακριβώς είναι, σε αυτούσια ιστορικά παρατιθέμενα κομμάτια, τα οποία "εγκιβωτίζονται" ομαλά στον λογοτεχνικό ιστό, χωρίς οι πληροφορίες να διαταράσσουν τη ροή της πλοκής.

Το τελικό λογοτεχνικό αποτέλεσμα, επομένως, παρουσιάζει στον αναγνώστη μία "εναλλακτική" εκδοχή και αφήγηση των γεγονότων που αφορούν τον ελληνισμό και την καταστροφή της Σμύρνη.

Τετάρτη 9 Σεπτεμβρίου 2020

Rachel o' Connor, Ψίθυροι της πόλης, εκδ. Κέδρος, 2020, σελ.403


Τρεις γυναίκες διαφορετικής καταγωγής, τρεις γυναίκες διαφορετικού θρησκευτικού δόγματος, τρεις γυναίκες με διαφορετικές καταβολές αλλά με έναν κοινό πόθο: να ξεπεράσουν τους περιορισμούς που θέτει το φύλο τους, η κοινωνία και οι ταραγμένοι χρόνοι των αρχών του 20ου αιώνα.

Το βιβλίο της Rachel o' Connor ξεδιπλώνει την ιστορία της πολυπολιτισμικής Θεσσαλονίκης τον καιρό των Βαλκανικών πολέμων και του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου μέσα από τις παράλληλες ιστορίες τριών γυναικών, της ορθόδοξης Ελληνίδας Μελίνας, της Σεφαραδίτισσας Γιάελ και της καθολικής Ιρλανδής Μπρίτζιντ. Σύνδεσμος μεταξύ των ιστοριών είναι ο νεαρός δημοσιογράφος Τίτο, αδελφός για τη Μελίνα, φίλος για τη Γιάελ και ερωτικός σύντροφος για τη Μπρίτζιντ.

Η Μελίνα με καταγωγή από ένα χωριό της Βόρειας Ελλάδας τολμά να ερωτευτεί έναν "εχθρό" της πατρίδας, έναν Βούλγαρο και αντιμετωπίζει τις συνέπειες της πράξης της. Η Γιάελ, γέννημα θρέμμα της Νύμφης του Θερμαϊκού υποτάσσεται στη θέληση της οικογένειάς της και παντρεύεται εκείνον που της υποδεικνύουν και η Μπρίτζιντ υπηρετεί ως νοσοκόμα στον αγγλικό στρατό. Και οι τρεις θα βρεθούν στη Θεσσαλονίκη, ένα ακόμη κοινό σημείο αναφοράς γι' αυτές μαζί με τον Τίτο και τα όνειρά τους.

Το βιβλίο, καθότι η υπόθεσή του ξετυλίγεται κατά τη διάρκεια των πολέμων που συγκλόνισαν τα Βαλκάνια, στέλνει πρωτίστως ένα ηχηρό αντιπολεμικό μήνυμα με μακάβριες σκηνές από τα νοσοκομεία του πολέμου και το δράμα των αμάχων. Αποτυπώνει επίσης εύστοχα τις δυσκολίες που συναντούσαν οι γυναίκες στο να ορίσουν οι ίδιες τη μοίρα τους, έρμαια συνήθως στη βούληση των αδελφών, των πατεράδων τους και του κοινωνικού κατεστημένου, όπως και τη σχέση ανάμεσα στα αδέλφια και τις δυσκολίες που προκύπτουν από τη σύναψη ερωτικής σχέσης με κάποιον αλλοεθνή.

Αυτό που κρατάει το ενδιαφέρον του αναγνώστη είναι το έξυπνο εφεύρημα της πρωτοεμφανιζόμενης συγγραφέως με τις τρεις παράλληλες ιστορίες. Πέραν του ότι κάτι τέτοιο προσφέρει άφθονες εναλλαγές στην υπόθεση και δεν την αφήνει να πλατειάσει, προσφέρει και μία διαφορετική οπτική των πραγμάτων της Θεσσαλονίκης στα χρόνια του πολέμου, αλλά και τον τρόπο ζωής τριών διαφορετικών εθνών και δογμάτων. Μία πρωτότυπη, διαφορετική πρόταση για την πόλη της Θεσσαλονίκης και την πολυτάραχη ιστορία της, με πληθώρα διαλόγων και γρήγορη δράση, η οποία προσφέρει συγχρόνως και άφθονες ιστορικές πληροφορίες για τα ιστορικά γεγονότα των αρχών του 20ου αιώνα.

Μαρία Βαμβουνάκη, Ένας αφηρημένος άντρας, εκδ. ψυχογιός, 2019. σελ.288

 Η γνωστή μας Μάρω Βαμβουνάκη, αγαπημένη μετρέσα της λογοτεχνίας και της ψυχολογίας, έχει το αστείρευτο χάρισμα να προσφέρει μέσα από τα πονήματά της στους αναγνώστες κάτι διαφορετικό κάθε φορά με κάθε νέα συγγραφική της προσπάθεια.

Το βιβλίο "Ένας αφηρημένος άντρας" ασχολείται με τρεις καθοριστικές σχέσεις που δύνανται να χαρακτηρίσουν μία κοπέλα στο τέλος της εφηβείας και στο κατώφλι της ενηλικίωσης: τη σχέση της με τους γονείς της, την αληθινή και αγνή φιλία με ένα συνομήλικο αγόρι και τον αρρωστημένο και σαρωτικό έρωτα με ένα άντρα αρκετά μεγαλύτερό της.

Η Μαρία-Μίρκα είναι ένα κορίτσι που μεγαλώνει σε ένα ασφυκτικό οικογενειακό περιβάλλον λόγω της διαρκής εχθρότητας που υποβόσκει μεταξύ των γονέων της και της απουσίας τους από το πλευρό της. Όταν αποφασίζει τελικά να δραπετεύσει από το σπίτι, να εξαφανιστεί από τη ζωή τους και να κάνει μία νέα αρχή, έστω και χωρίς να τελειώσει το σχολείο, ένας αληθινός φίλος, ο Πάρνος, θα τη βοηθήσει να πραγματοποιήσει τους στόχους της και να θα της σταθεί όσο δεν της στάθηκαν ποτέ οι γεννήτορές της. Γεννιέται έτσι και ανδρώνεται μία αγνή και αγαστή φιλία η οποία θα περάσει σε δεύτερη μοίρα όταν η Μίρκα ερωτευτεί ξαφνικά κεραυνοβόλα έναν αρκετά μεγαλύτερό της άντρα, τον Νίκο,έναν άντρα αφηρημένο με απροσδιόριστο και σκοτεινό παρελθόν. Οι δύο εραστές ζουν για έναν περίπου χρόνο τον απόλυτο έρωτα της στιγμής, την ηδονή του παρόντος, έναν έρωτα χωρίς αναφορές στο παρελθόν και το μέλλον. Όλα όμως θα αλλάξουν από αστάθμητους και απρόβλεπτους παράγοντες όταν ο Νίκος αποφασίσει να προσθέσει την έννοια του μέλλοντος στη σχέση τους, η οποία ως τότε εξελισσόταν χωρίς συμβάσεις και μελλοντικές υποσχέσεις. Τότε, η φιλία θα είναι αυτή που θα σταθεί σανίδα σωτηρίας για τη Μίρκα, όντας τελικά δυνατότερη και σταθερότερη από τον έρωτα.

 

Πώς επιδρούν οι τρεις αυτές καταστάσεις, η φιλία, ο έρωτας, η σχέση ενός εφήβου με τους γονείς του στον ψυχισμό μίας νέας κοπέλας; Αυτή είναι η θεματική του μυθιστορήματος της Βαμβουνάκη δεμένη με την τόσο ξεχωριστή, ιδιαίτερη και εσωτερική γραφή της και δοσμένη σε αφήγηση πρωτοπρόσωπη. Ο τόνος είναι εξομολογητικός με εκτενείς περιγραφές των συναισθημάτων της ηρωίδας και του αντίκτυπου που έχουν οι καταστάσεις που βιώνει στον ευαίσθητο ψυχισμό της. Τα σημάδια που αφήνουν στις ψυχές των παιδιών οι καβγάδες μεταξύ των συζύγων, η απουσία ευχάριστων οικογενειακών αναμνήσεων από την τρυφερή παιδική ηλικία, η επιθυμία κάποιου να ζήσει με βάση τους δικούς του κανόνες, η θέληση για ζωή, εργασία και αναγνώριση, το αποκούμπι μιας φιλίας και ενός έρωτα, όλα αυτά είναι ζητήματα που απασχολούν έντονα τη Μίρκα και τη συγγραφέα.

Το πόνημα αυτό παρουσιάζει τη Μάρω Βαμβουνάκη ακριβώς όπως την ξέρουμε: αληθινή, ενδοσκοπική και, πάνω απ' όλα, άριστη δεξιοτέχνιδα των περιγραφών και της ίδιας της ελληνικής γλώσσας.

Ιζαμπέλ Αλιέντε, Μακρύ πέταλο από θάλασσα, εκδ. Ψυχογιός, 2020, σελ.388

  

Η Ιζαμπέλ Αλιέντε είναι μία από τις πλέον αναγνωρισμένες εκπροσώπους της λατινοαμερικάνικης λογοτεχνίας. Όσο λοιπόν αυτή γράφει, εμείς θα τη διαβάζουμε και η γραφή της θα μας ταξιδεύει σε τόπους μακρινούς και χρόνους αλλοτινούς. Στο νέο της βιβλίο ταξιδεύουμε με εκείνο το "μακρύ πέταλο από θάλασσα", το πλοίο Winnipeg στα μέσα του 20ου αιώνα.

Ο ισπανικός εμφύλιος και η δικτατορία του Φράνκο οπωσδήποτε δεν είναι θέματα άγνωστα στη διεθνή μυθιστοριογραφία. Είθισται όμως οι λογοτέχνες να επικεντρώνονται στην εποχή μετά τη νίκη του Φράνκο ή στα γεγονότα του ίδιου του εμφυλίου. Λιγότεροι δημιουργοί έχουν ασχοληθεί με το θέμα της τύχης των ηττημένων δημοκρατικών που κατέληξαν πρόσφυγες στη Νότιο Γαλλία και κρατούνταν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης υπό εξαιρετικά δυσμενείς συνθήκες διαβίωσης. Σε αυτό ακριβώς το θέμα επικεντρώνεται αυτή τη φορά η Αλιέντε με τον δικό της μοναδικό τρόπο να εστιάζει στον ίδιο τον άνθρωπο μέσα από τη χειμαρρώδη αφήγησή της.

Πρωταγωνιστής είναι ο γιατρός Βίκτρο Νταλμάου και η οικογένειά του. Ο Βίκτορ και ο αδελφός του πήραν μέρος στον εμφύλιο στο πλευρό των δημοκρατικών. Μετά την ήττα των τελευταίων από τα φρανκικά στρατεύματα η μόνη εναλλακτική τους ήταν η προσφυγιά και η εξορία. Ο Βίκτορ θα αναγκαστεί να νυμφευτεί ο ίδιος την έγκυο αρραβωνιαστικιά του αδελφού του όταν εκείνος θα αφήσει την τελευταία του πνοή στο πεδίο της μάχης και να σαλπάρουν για τη Χιλή μαζί με άλλους πρόσφυγες με το πλοίο "Winnipeg", το οποίο μίσθωσε γι' αυτόν ακριβώς τον σκοπό ο ποιητής Πάμπλο Νερούδα. Εκεί οι Καταλανοί θα αρχίσουν μία νέα ζωή πριν βρεθούν για άλλη μία φορά αντιμέτωποι με μία ακόμη δικτατορία: εκείνη του Πινοσέτ που θα ανατρέψει τον Σαλβαδόρ Αλιέντε. Τότε τα εναπομείναντα μέλη της οικογενείας θα αναγκαστούν να ξαναπάρουν τον δρόμο της προσφυγιάς, αυτή τη φορά για την πλούσια Βενεζουέλα.

Καταλονία, Νότια Γαλλία, Χιλή, Βενεζουέλα: αυτοί είναι επομένως οι ισπανόφωνοι τόποι στους οποίους διαδραματίζεται το μυθιστόρημα της Ι.Α., ένα μυθιστόρημα που βασίζεται όμως σε αληθινά ιστορικά γεγονότα και πρόσωπα.

Το βιβλίο είναι ένα χρονικό των γεγονότων του 20ου αιώνα τα οποία αφορούν κατά κύριο λόγο την Ισπανία και τη Λατινική Αμερική: ο ισπανικός εμφύλιος, ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος ο οποίος όμως πέρασε ξώφαλτσα από την Ισπανία και τη Νότια Αμερική, η δράση του ποιητή Πάμπλο Νερούδα, ο κομμουνισμός και η Χούντα, η άνοδος του Σαλβαδόρ Αλιέντε στη Χιλή, οι παρεμβάσεις των Αμερικανών στη Χιλή, η άνοδος και η πτώση της δικτατορίας του Πινοσέτ, η πτώση του Φράνκο, όλα αυτά είναι τα γεγονότα που συνυφαίνουν τις ζωές των πρωταγωνιστών με τον μίτο της Ιστορίας.

Η Αλιέντε γράφει για γεγονότα, πρόσωπα και μέρη που γνωρίζει από πρώτο χέρι. Αποτέλεσμα είναι το μυθιστόρημά της να έχει μία βαθιά ανθρώπινη διάσταση και να καταφέρνει να συγκινεί τον αναγνώστη μέσα από τα συνηθισμένα θέματα που θίγει, με επίκεντρο πάντα τον ίδιο τον άνθρωπο: τη χαρά που αντλεί κάποιος όταν εργάζεται πάνω σε αυτό που του αρέσει, τον πόνο της προσφυγιάς και του ξεριζωμού, την αγωνία που διακατέχει τους ανθρώπους από υψηλότερες κοινωνικά τάξεις να ξεφύγουν από τις αυστηρές κοινωνικές επιταγές, την καταπίεση των γυναικών, τη σκληρή φτώχεια των απλών ανθρώπων της Νοτίου Αμερικής, τις διώξεις της δικτατορίας, τα βασανιστήρια και την καταπίεση, τη μητρότητα, και, φυσικά, τον αγνό και απόλυτο έρωτα.

Η αφήγηση της Ι.Α. ρέει σαν ποταμός. Κυλάει τόσο αβίαστα που τίποτε από όλα όσα συμβαίνουν στις ζωές των πρωταγωνιστών, όσο σοβαρά κι αν είναι, δεν καταφέρνει να ξαφνιάσει τον αναγνώστη. Αντιθέτως όλα μοιάζουν να έρχονται φυσιολογικά ως αποτέλεσμα των ιστορικών γεγονότων και των επιλογών στις οποίες προβαίνουν οι ήρωες, ως φυσική συνέπεια των χρόνων που περνούν και της κυματιστής και ανάλαφρης αφήγησης της Αλιέντε, που για κάποιον μυστήριο λόγο μοιάζει να περικλείει όλη την απεραντοσύνη της θάλασσας.

Ο πρωταγωνιστής γιατρός Βίκτορ είναι ένας χαρακτήρας στον οποίο αξίζει να σταθούμε. Πρόκειται για άτομο ήρεμο, ευγενικό, δοτικό και φλεγματικό που αφήνει τη ζωή να του τα φέρει όπως εκείνη θέλει, χωρίς αυτός να της ζητάει ποτέ τον λόγο. Τον χαρακτήρα αυτόν θα τον λατρέψουν οι αναγνώστες αφού πρόκειται για έναν γιατρό που τηρεί απαρεγκλίτως τον όρκο του Ιπποκράτη και είναι γεμάτος αγνή αγάπη για τους συνανθρώπους του. Ο Βίκτορ θα ταλαιπωρηθεί πολύ στη ζωή του πριν τελικά δικαιωθεί. Γιατί, όπως θα φανεί στο βιβλίο, η ζωή δεν τελειώνει ούτε στα εβδομήντα, αλλά ούτε και στα ογδόντα.

Από αυτή την άποψη πρόκειται για ένα ανάγνωσμα ολοζώντανο που μεταδίδει στον αναγνώστη τη θέληση και την αγάπη της συγγραφέως για τους ανθρώπους και για την ίδια τη ζωή. Carpe diem, λοιπόν, διότι τίποτε δεν είναι σίγουρο σε αυτή τη ζωή και δεν γνωρίζουμε τι μας επιφυλάσσει το αύριο...

Δευτέρα 7 Σεπτεμβρίου 2020

Tο σύμφωνο Μολότοφ-Ρίμπεντρομπ

      Συνηθίζουμε να σκεφτόμαστε την ΕΣΣΔ και τη Γερμανία στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο σαν αδυσώπητους εχθρούς και τείνουμε να ξεχνάμε ότι στην αρχή του πολέμου ήταν αγαστοί συνέταιροι χάρη στο σύμφωνο Μολότοφ- Ρίμπεντρομπ. Το σύμφωνο αυτό, που φέρει τα ονόματα των αντίστοιχων υπουργών εξωτερικών του Στάλιν και του Χίτλερ υπογράφτηκε στις 23 Αυγούστου του 1939 στη Μόσχα, λίγο πριν δηλαδή από την γερμανική εισβολή στην Πολωνία στις 1 Σεπτεμβρίου, κίνηση που σηματοδότησε την αρχή του πολέμου. 
      Η ΕΣΣΔ, η οποία λόγω της κομμουνιστικής επανάστασης απειλούταν με απομόνωση, είχε κάθε λόγο να υπογράψει συμφωνία με τον φασίστα Χίτλερ, όσο κι αν αυτό φαίνεται παράξενο. Κι αυτό διότι ο διαμελισμός της Πολωνίας και το μοίρασμα των εδαφών της μεταξύ των δύο ολοκληρωτικών καθεστώτων που περιλαμβανόταν μυστικά στο σύμφωνο, ήταν πάντα προτεραιότητα στην ατζέντα του Στάλιν, ο οποίος συνέχιζε την επεκτατική εδαφική πολιτική που είχαν οι τσάροι πριν από την Οκτωβριανή επανάσταση.
     Η Γερμανία από την πλευρά της, ήθελε να έχει σύμμαχο την ΕΣΣΔ προκειμένου να αποφύγει τον πόλεμο σε δύο μέτωπα, το ανατολικό και το δυτικό, κάτι που είχε γίνει στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και είχε στοιχίσει ακριβά στους ηττημένους Γερμανούς.
Τα σύνορα μεταξύ των δύο χωρών οριζόταν στους ποταμούς Νάρεφ, Βιστούλα και Σαν  και η Λιθουανία, η Φινλανδία και η Ρουμανία περιλαμβάνονταν στη σοβιετική σφαίρα επιρροής.      
     Πολλά έχουν λεχθεί για τη "λυκοφιλία"αυτή του Χίτλερ με τον Στάλιν. Η αλήθεια είναι ότι και οι δύο δικτάτορες γνώριζαν ότι η φιλία αυτή δεν μπορούσε να διαρκέσει πολύ. Τη δεδομένη χρονική στιγμή που υπογράφτηκε όμως το συγκεκριμένο σύμφωνο, τα συμφέροντα και των δύο δυνάμεων υπαγόρευαν την κίνηση αυτή ως απόλυτα σωστή.
 ΠΗΓΗ: Plokhy, Γιάλτα, το τίμημα της ειρήνης, εκδ. Πατάκη

Παρασκευή 4 Σεπτεμβρίου 2020

Δημήτρης.Α. Σταματόπουλος (επιμ.)Πόλεμος και Επανάσταση στα Οθωμανικά Βαλκάνια (18ος-20ος αι.), εκδ. Επίκεντρο, 2019, σελ.395



Το βιβλίο αυτό σε επιμέλεια του Δημήτρη Σταματόπουλου, καθηγητή Βαλκανικής και Ύστερης Οθωμανικής ιστορίας, περιέχει άρθρα ξένων και Ελλήνων καθηγητών στα πανεπιστήμια της χώρας μας και του εξωτερικού. Η θεματική αφορά τον επονομαζόμενο και "μακρύ", τον 19ο δηλαδή αιώνα, τον αιώνα των αλλαγών και των εθνικισμών, σε ό,τι όμως αυτός σχετίζεται με τη ιστορία των βαλκανικών χωρών.

Οι παλαιότερες θεωρητικές προσεγγίσεις έβλεπαν την ιστορία των Βαλκανίων και της ΝΑ Ευρώπης σαν ένα κομμάτι της ιστορίας του δυτικού ιμπεριαλισμού και του Ανατολικού Ζητήματος. Οι νεότερες όμως προσεγγίσεις είδαν και την άλλη όψη του νομίσματος, εκείνη του αναδυόμενου βαλκανικού εθνικισμού ως αποτέλεσμα της παρακμής της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και της επίδρασης στους βαλκανικούς λαούς των ιδεών της Γαλλικής Επανάστασης και του Διαφωτισμού. Οι επαναστάσεις αυτές υπήρξαν σχεδόν πάντοτε επιτυχημένες πολιτικά, αλλά όχι στρατιωτικά. 

Η πράξη της ίδρυσης εθνικών κρατών στα Βαλκάνια σχετίζεται με τους ανταγωνισμούς των Μεγάλων Δυνάμεων. Κατά πόσον όμως οι επαναστάσεις στα Βαλκάνια έχουν ομοιότητες με τις αντίστοιχες επαναστάσεις της Ευρώπης την ίδια εποχή; Σαφέστατα και οι βαλκανικές μπορούν να θεωρηθούν επίσης επαναστάσεις κοινωνικές, εφόσον συμμετείχαν σε αυτές αγρότες και άνθρωποι χαμηλών κοινωνικών τάξεων, ακριβώς δηλαδή όπως και στην Ευρώπη. Έτσι οι ομοιότητες μεταξύ τους είναι εμφανείς.

Επομένως, οι βαλκανικές επαναστάσεις μπορούν να ταξινομηθούν σε τρεις κατηγορίες: πρώτον, η σερβική και η ελληνική επανάσταση, οι οποίες εκδηλώθηκαν ως αποτέλεσμα της Γαλλικής Επανάστασης και των Ναπολεόντειων Πολέμων. Δεύτερον, το βουλγαρικό, το κροατικό και το ρουμανικό εθνικό κίνημα αναπτύσσονται κυρίως μεταξύ των δύο "επαναστατικών" ετών του 1830 και του 1848. Και, τέλος, με το τρίτο και τελευταίο κύμα μετά το 1871, ολοκληρώνονται τα παραπάνω κινήματα και εκδηλώνεται το σλαβομακεδονικό και το αλβανικό εθνικό κίνημα.

Το βιβλίο δεν προτίθεται να προσφέρει μία ολοκληρωμένη ιστορία των επαναστάσεων στα Βαλκάνια κατά τους τελευταίους αιώνες της τουρκοκρατίας, αλλά επιχειρεί να φωτίσει ορισμένες παραμελημένες και πιο άγνωστες πτυχές της βαλκανικής ιστορίας. Έτσι ο αναγνώστης θα πληροφορηθεί περί των-σχετικά λησμονημένων- ρωσικών σχεδίων το 1915 που αφορούσαν την Κωνσταντινούπολη, θα μελετήσει όψεις του βουλγαρικού εθνικισμού, θα πληροφορηθεί την άποψη την οποία έτρεφαν οι Φαναριώτες και το Πατριαρχείο για τη Γαλλική Επανάσταση και θα γνωρίσει από πρώτο χέρι τις αντιλήψεις του Ελευθερίου Βενιζέλου σχετικά με το θέμα των επαναστάσεων και του πολέμου στα Βαλκάνια. Εξίσου ενδιαφέρουσα είναι η μνεία των συγγραφέων σε ό,τι αφορά τον τρόπο με τον οποίο συγκεκριμένα ιστορικά θέματα επέδρασαν στη συλλογική μνήμη, όπως για παράδειγμα οι μνήμες του Μεγάλου Πολέμου στη δημόσιο ελληνικό βίο του Μεσοπολέμου και η βία στην Ελληνική Επανάσταση ως μέρος της λαϊκής μνήμης μέσα από τις μαρτυρίες των δημοτικών τραγουδιών.

Η συμβολή της παρούσας μελέτης στην ελληνική ιστοριογραφία που αφορά την ιστορία των νεώτερων χρόνων στα Βαλκάνια είναι αναμφισβήτητη, κυρίως επειδή συγκεντρώνει μελέτες έγκριτων ιστορικών και επεκτείνεται σε μη τετριμμένες θεματικές.

Τρίτη 1 Σεπτεμβρίου 2020

John Higgs, Μία ιστορία του 20ου αιώνα, εκδ. Μεταίχμιο, 2020, σελ.423

     Μία εναλλακτική, ρηξικέλευθη και εντελώς ιδιαίτερη εξιστόρηση του πιο αμφιλεγόμενου αιώνα, του 20ου μας προσφέρει ο Βρετανός συγγραφέας, δημοσιογράφος και ιστορικός John Higgs. Οπαδός, όπως φαίνεται, της γαλλικής σχολής των Αnnales, η οποία επικεντρωνόταν στην ιστορία της κοινωνίας και των νοοτροπιών, ο Higgs αποσκοπεί στη συγγραφή μίας ιστορίας χωρίς χρονολογίες, πολιτικά πρόσωπα και γεγονότα. Αυτό που επιδιώκει, αντιθέτως, είναι να δημιουργήσει μία ιστορία νοοτροπιών, μία ιστορία ρευμάτων της επιστήμης, της τέχνης και της λογοτεχνίας και να δείξει πως αυτά τα ρεύματα καθόρισαν- άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο- τη στάση, τις αντιλήψεις και την αντίδραση της κοινωνίας στις καθοριστικές αλλαγές που επιφύλαξε ο καταιγιστικός 20ος αιώνας στον τομέα της τεχνολογίας.

 

   Στο πλαίσιο αυτό, ονόματα πολιτικών, χρονολογίες και γεγονότα της επίσημης ιστορίας αναφέρονται μόνο όπου είναι απαραίτητο και όταν η πορεία τους διασταυρώνεται με κάποιο ρεύμα ή κίνημα. Αυτό μας επιτρέπει να δούμε τον 20ο αιώνα αλλιώς, με οπτικές που, σε διαφορετική περίπτωση ούτε θα φανταζόμασταν πως υπάρχουν και, κατά συνέπεια, να τον κατανοήσουμε καλύτερα. Και μόνο γι' αυτό το βιβλίο αξίζει να διαβαστεί.

    Το ξεκίνημα τοποθετείται στα τέλη του προηγούμενου αιώνα, του 19ου, όταν προαναγγέλεται η επανάσταση στην επιστήμη με τη θεωρία της σχετικότητας του Αινστάιν. Στη συνέχεια παρακολουθούμε το κίνημα του μοντερνισμού στην τέχνη και πως αυτό επηρέασε όλες τις όψεις της κοινωνίας, όπως και οι δύο παγκόσμιοι πόλεμοι που ακολούθησαν και βοήθησαν να διαμορφωθεί η θεωρία του ατομικισμού, η οποία κυριάρχησε στο δεύτερο μισό του αιώνα.

     Ο Higgs δεν αφήνει καμία πτυχή της καθημερινής ζωής έξω από το βιβλίο του, από τη μουσική, την τεχνολογία, την επιστήμη, την αρχιτεκτονική και τη ζωγραφική μέχρι και τον αποκρυφισμό. Κατόπιν, η γυναικεία χειραφέτηση που ακολούθησε τους πολέμους και η αβεβαιότητα της κβαντομηχανικής, η οποία άλλαξε άρδην για ακόμη μία φορά τις αντιλήψεις μας για τον κόσμο που μας περιβάλλει έδωσαν την ώθηση για τα περαιτέρω χαρακτηριστικά που καθόρισαν τη φυσιογνωμία που πήρε το υπόλοιπο μισό του αιώνα: την επανάσταση του διαστήματος, της επιστημονικής φαντασίας στη λογοτεχνία και τον κινηματογράφο, τον μηδενισμό και τον υπαρξισμό, τα ναρκωτικά, τη σεξουαλική απελευθέρωση, την επανάσταση των εφήβων και τα νέα μουσικά είδη που προέκυψαν στα τέλη του αιώνα. Όλα αυτά οδήγησαν αλυσιδωτά στην τελευταία και πιο καθοριστική επανάσταση του 20ου αιώνα η οποία θα παίξει καθοριστικό ρόλο και στον 21ο: την επανάσταση των υπολογιστών και του διαδικτύου, το χάος που αυτή επέφερε γεννώντας το κίνημα του μεταμοντερνισμού και η ραγδαία περιβαλλοντική υποβάθμιση και η κλιματική αλλαγή που ήρθε ως αποτέλεσμα μιας αχαλίνωτης οικονομικής ανάπτυξης. 

    Μία ιστορία λοιπόν που ξεφεύγει από τα στενά όρια της επίσημα καθορισμένης ιστορικής αφήγησης, μία ιστορία που διαβάζεται σαν λογοτεχνία μας προσφέρει ο Higgs με το εν λόγω ξεχωριστό πόνημα, το οποίο αναντίρρητα θα γεννήσει άφθονη τροφή για σκέψη σχετικά με το τι θα επακολουθήσει τον 21ο αιώνα.

Freddy Vinet, Η Μεγάλη Γρίπη του 1918, Η χειρότερη επιδημία του 20ου αιώνα, Ιστορία της ισπανικής γρίπης, εκδ. Μεταίχμιο, 2020, σελ. 332


 

 

Πρόκειται για ένα βιβλίο που έρχεται να καλύψει ένα αρκετά μεγάλο βιβλιογραφικό κενό στην ελληνική γλώσσα σχετικά με τις γνώσεις μας για την επιδημία γρίπης του 1918, τη χειρότερη πανδημία του περασμένου αιώνα. Ταυτόχρονα είναι ένα βιβλίο το οποίο αναμφίβολα θα προκαλέσει ενδιαφέροντες συνειρμούς στους αναγνώστες σχετικά με την κατάσταση της πανδημίας που αντιμετωπίζει σήμερα ο πλανήτης μας.

   Την πανδημία αυτή της γρίπης την επισκίασε ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος, τόσο από άποψη θανάτων, όσο και από άποψη σπουδαιότητας, με αποτέλεσμα αυτή να μη λάβει τη θέση που της άξιζε ως ιστορικό γεγονός στη συλλογική μνήμη. Αποτέλεσμα είναι να υπάρχει σήμερα έλλειψη στοιχείων γι' αυτήν, αλλά και αρκετά, ομολογουμένως, "σκοτεινά" σημεία τα οποία έχουν αποτύχει να διαλευκάνουν οι ειδικοί.

Η πανδημία της ισπανικής, όπως ονομάστηκε, γρίπης του 1918-20, η πιο θανατηφόρα από τον καιρό της Μαύρης Πανώλης που ενέσκηψε τον 14ο αιώνα στην Ευρώπη, διερευνάται διεξοδικά από τον καθηγητή Γεωγραφίας στο πανεπιστήμιο Paul-Valery του Montpellier Freddy Vinet. 

    Η ασθένεια της γρίπης εξετάζεται ως προς τις θεωρίες προέλευσής της, από τις οποίες καμία δεν έχει επιβεβαιωθεί ως σήμερα απόλυτα, τα αίτια και το εύρος της γεωγραφικής της εξάπλωσης, τον απολογισμό σε ανθρώπινες ζωές και τον δείκτη θνησιμότητας και μεταδοτικότητας, καθώς και τα συμπτώματα που παρουσίαζαν όσοι νοσούσαν. Ακόμη, εξετάζονται οι τρόποι αντιμετώπισης του κακού από τις κατά τόπους αρχές και οι επιπτώσεις του στην κοινωνία από άποψη κυρίως οικονομίας και κοινωνίας.

    Ο συγγραφέας εξηγεί γιατί η γρίπη αυτή ονομάστηκε ισπανική, αφού αυτή δεν γεννήθηκε τελικά στην Ισπανία ούτε μέτρησε εκεί τελικά πολύ περισσότερα θύματα απ' ότι οι υπόλοιπες περιοχές του πλανήτη. Η γρίπη αυτή ονομάστηκε έτσι επειδή η σχετικά πρόσφατη στη συλλογική μνήμη επιδημία γρίπης του 1889-1890 είχε πάρει τότε το ίδιο όνομα. Ακόμη και χωρίς τις τόσο γρήγορες μετακινήσεις σε σχέση με σήμερα, η γρίπη του 1918 δεν άργησε να φτάσει σε κάθε γωνιά του κόσμου, μέχρι και την Πολυνησία, να μολύνει μεγάλο μέρος του παγκόσμιου πληθυσμού και να χαρακτηριστεί πανδημία, με μία θνησιμότητα της τάξης του 2 με 3%.

    Εκείνο που κάνει τη συγκεκριμένη γρίπη να ξεχωρίζει είναι αδιαμφισβήτητα το ξέσπασμά της κατά το τελευταίο έτος του Μεγάλου Πολέμου, γεγονός το οποίο φυσικά δυσχέραινε την αντιμετώπισή της από τις πολιτικές αρχές. Το δράμα των στρατιωτών που έκρυβαν τα συμπτώματα που ένιωθαν, όπως τον δυνατό πονοκέφαλο και πυρετό, από φόβο μήπως κατηγορηθούν για δειλία, ήταν αναντίρρητα κάτι που δεν είχε ξαναγίνει ως τότε. Οι κυβερνήσεις δήλωναν απρόθυμες να πάρουν αυστηρά περιοριστικά μέτρα, καθώς υπήρχε ήδη οικονομική κρίση λόγω του πολέμου. Καραντίνες, απαγορεύσεις ταξιδιών, περιοριστικά μέτρα στην μετακίνηση των πολιτών και κλείσιμο των συνόρων, είναι μέτρα που θα μας θυμίσουν με δραματικό τρόπο ότι αυτό που ζούμε σήμερα δεν είναι, τελικά, πρωτόγνωρο για την ανθρωπότητα ακόμη κι αν δεν το έχουν ζήσει οι μεταπολεμικές γενιές, τουλάχιστον σε τόσο μεγάλη έκταση. Τα δημοσιεύματα του τύπου, η δράση των ιδιωτών, οι μάσκες, η συμφόρηση των νοσοκομείων, η πίστη σε θαυματουργές, αλλά αμφιβόλου αποτελεσματικότητας θεραπείες, τα φαινόμενα της κερδοσκοπίας, όλα αυτά θα κάνουν τον αναγνώστη να πιστέψει ότι, τελικά, παρά την παγκοσμιοποίηση, δεν έχουν αλλάξει και τόσο πολλά πράγματα από τότε, όπως ίσως μας αρέσει σήμερα να πιστεύουμε.

    Ο Vinet εξετάζει ακόμη τη σχέση της γρίπης με τον Πόλεμο. Άραγε θα είχε ενσκήψει η επιδημία αν δεν είχε γίνει ο Πόλεμος; Ποια  ακριβώς ήταν η σχέση μεταξύ των δύο αυτών κομβικών γεγονότων των αρχών του αιώνα και πώς επηρέασε το ένα το άλλο; Τέλος, ο συγγραφέας επισημαίνει την παραδοξότητα που χαρακτήριζε τη συγκεκριμένη γρίπη, ότι δηλαδή αυτή είχε μεγαλύτερα ποσοστά θνησιμότητας σε νέους, παρά σε ηλικιωμένους, και εξετάζει τη σχέση της με τις πανδημίες του 21ου αιώνα πριν τον σημερινό COVID-19.

    Ένα βιβλίο επίκαιρο που μας αφορά όλους, διότι, όπως μας λέει και ο ίδιος ο συγγραφέας, μπορεί μεν οι πανδημίες να είχαν γνωρίσει υποχώρηση στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα σε σχέση με τις εκφυλιστικές νόσους, σήμερα όμως υπάρχει, δυστυχώς, αναζωπύρωση. Δεν θα πρέπει, επομένως, σε καμία περίπτωση να χαλαρώνουμε την επαγρύπνησή μας και ένας πολύ καλός τρόπος γι' αυτό είναι τα διδάγματα που αντλούμε από την ίδια την Ιστορία.

  


Λευτέρης Καντζίνος, Αθήνα 1204-1456, τα άγνωστα χρόνια, εκδ. Μεταίχμιο, 2019, σελ.298


 

 Όπως υποδηλώνει και ο τίτλος του, με το βιβλίο αυτό ο ιστορικός και συγγραφέας Λευτέρης Καντζίνος θέλει να επανορθώσει μία αδικία: να φωτίσει την περίοδο κατά την οποία η Αθήνα τέλεσε υπό φραγκική κατοχή. Ο όρος "Φράγκοι" περιλαμβάνει όλους τους Βουργουνδούς, Καταλανούς, Ναβαραίους, Αραγώνιους και Φλωρεντίνους κατακτητές που πέρασαν από την Αθήνα κατά τα "άγνωστα" αυτά χρόνια, ήτοι από το 1204-1456.

Αφορμή για να πατήσουν το πόδι τους οι Φράγκοι στην Ρωμανία-όπως αποκαλούνταν τότε τα εδάφη της Ελλάδας- ήταν οι Σταυροφορίες και, πιο συγκεκριμένα, η τέταρτη σταυροφορία η οποία στάθηκε και η αφορμή προκειμένου να καταλυθεί η βυζαντινή αυτοκρατορία για πρώτη φορά στη μακραίωνη ιστορία της. Έως και την ανασύστασή της το 1261, οι Φράγκοι θα επικρατήσουν στον ελλαδικό χώρο, εκμεταλλευόμενοι το κενό εξουσίας που προκύπτει από  τη διάλυσή της. Από το 1375 και έπειτα όμως, η παντοκρατορία τους στα εδάφη της Ρωμανίας θα αρχίσει να παρουσιάζει επικίνδυνους τριγμούς, λόγω της ανερχόμενης δύναμης των Βενετών και των Οθωμανών στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο, αλλά και εξαιτίας των μεταξύ τους ερίδων.

Το βιβλίο ξεκινά με μία σύντομη επισκόπηση της ιστορίας της πόλης των Αθηνών από τα αρχαία, τα ελληνιστικά και τα ρωμαϊκά χρόνια ως και τα βυζαντινά, προκειμένου να επικεντρωθεί στην περίοδο μετά από τη φραγκική κατάκτηση. Η περίοδος της φραγκοκρατίας στην Αθήνα από το 1204 ως το 1456 μπορεί να διαιρεθεί σε τρεις επιμέρους περιόδους: στην περίοδο κυριαρχίας των Βουργουνδών (1204-1311), στην περίοδο κατοχής των Καταλανών, Ναβαραίων και Αραγωνέζων (1311-1388) και στην περίοδο κατοχής από τους Φλωρεντιούς Ατζαγιόλι (1388-1456). Κάθε μία από αυτές περιγράφεται διεξοδικά στο βιβλίο του Λ.Κ. με γλώσσα απλή αλλά και συνάμα γλαφυρή, από άποψη των πολιτικών γεγονότων και των ηγεμόνων που ασκούσαν την εξουσία, από την πλευρά της κοινωνικής και της θρησκευτικής οργάνωσης, αλλά και σε ό,τι αφορά τις σχέσεις που είχαν οι Φράγκοι κυρίαρχοι του Δουκάτου των Αθηνών με τους λοιπούς ανταγωνιστές τους στον ελλαδικό χώρο, δηλαδή τους Βυζαντινούς, τους Βενετούς και τους Οθωμανούς, αλλά και μεταξύ τους.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το τελευταίο κεφάλαιο του βιβλίου, το οποίο αφορά τη σχέση των ίδιων των Αθηναίων με τα κλασικά μνημεία της πόλης τους. Εδώ εξιστορείται και το χρονικό της καταστροφής του Παρθενώνα από τον Βενετό Μοροζίνι, παρότι αυτό τοποθετείται εκτός της εξεταζόμενης περιόδου, στα 1687. Περιλαμβάνονται, τέλος, και οι μαρτυρίες των ξένων περιηγητών που επισκέφθηκαν την Αθήνα κατά τον 17ο και 18ο αιώνα.

Ο αναγνώστης θα πληροφορηθεί με αμείωτο ενδιαφέρον για τη ληστρική δράση της Καταλανικής Εταιρείας στον ελλαδικό χώρο, ένα ιστορικό γεγονός την ύπαρξη και τη σημασία του οποίου αγνοούν οι περισσότεροι Έλληνες σήμερα, καθώς και για τα φράγκικα κτίσματα στην Αθήνα και την πόλη των Θηβών, εκείνων που επιβιώνουν ως σήμερα, όπως το Ριζόκαστρο, καθώς και εκείνων που κατεδαφίστηκαν, όπως ο Πύργος των Προπυλαίων στην Ακρόπολη.Τα λιγοστά αυτά αρχαιολογικά τεκμήρια, όπως και ορισμένα φραγκικά ονόματα τα οποία διατηρούνται ως σήμερα, αποτελούν και τους μοναδικούς σχεδόν μάρτυρες της κυριαρχίας των Φράγκων στον ελληνικό χώρο, καθώς, αν εξαιρέσει κανείς τις περιοχές οι οποίες ήταν υπό τον έλεγχο των Βενετών, δεν σημειώθηκαν περαιτέρω σημαντικές αλληλεπιδράσεις σε κοινωνικό και πολιτισμικό επίπεδο μεταξύ Ελλήνων και Φράγκων.

Εν κατακλείδι, με το παρόν πόνημα τεκμηριώνεται η άποψη πως αυτή η συνεχής αναταραχή και η εναλλαγή των κατακτητών που επέφερε στα εδάφη της βυζαντινής αυτοκρατορίας η τέταρτη σταυροφορία κατά τον 13ο αιώνα, ήταν το γεγονός το οποίο αναμφίβολα συνετέλεσε τα μέγιστα στη γένεση και τη διαμόρφωση του Νέου Ελληνισμού και της σημερινής ταυτότητας των Νεοελλήνων. Η τελευταία αποτελείται από στοιχεία τόσο αρχαιοελληνικά και βυζαντινά, όσο και από εκείνα των κατακτητών της Δύσης και της Ανατολής, ήτοι των Δυτικοευρωπαίων και των Οθωμανών.

Στο σύνολό του μπορούμε να πούμε ότι το παρόν πόνημα υλοποιεί τον στόχο του συγγραφέα να αναπληρώσει το βιβλιογραφικό κενό στην ιστορία της πόλης των Αθηνών και να εστιάσει σε αυτή τη λιγότερο προβεβλημένη απ' όλες τις ιστορικές περιόδους που αφορούν τη χώρα μας: εκείνη της φραγκοκρατίας.

Κώστα Καλτσάς, Νικήτρια σκόνη, εκδ. Ψυχογιός, 2024

  Όταν η ίδια η Ιστορία γίνεται πρωταγωνιστής…                   Αξιοπρόσεκτο είναι το μυθιστόρημα του πρωτοεμφανιζόμενου στο ελληνικό...